Το 2017 αναγορεύθηκαν 1.649 νέοι διδάκτορες από τα ελληνικά ΑΕΙ, οι λιγότεροι των τελευταίων εννέα ετών, καθώς όπως προκύπτει από τα στοιχεία κατάθεσης διατριβών στο Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών, οι αντίστοιχοι αριθμοί ήσαν 1.702 το 2016, 1.810 το 2015, 2.055 το 2014, 1.950 το 2013, 1.774 το 2012, 1.863 το 2011, 1.913 το 2010, 2.275 το 2009 και 1.647 το 2008.
Σύμφωνα με τα στοιχεία για τους νέους διδάκτορες, που περιλαμβάνονται σε νέα μελέτη του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ), κατά το 2017 οι περισσότερες διδακτορικές διατριβές -όπως είχε συμβεί και στη διετία 2015-16- εκπονήθηκαν στα πανεπιστήμια Αθηνών (27,7%) και Θεσσαλονίκης (18,2%), ενώ ακολούθησαν το ΕΜΠ (8,7%) και τα Πανεπιστήμια Πατρών (7,1%) και Θεσσαλίας (7%).
Το 52,2% των νέων διδακτόρων ήσαν άνδρες και το 47,8% γυναίκες. Οι περισσότεροι ήσαν έως 35 ετών το 2017 (46,3%) και ακολούθησε η ηλικιακή ομάδα των 36-44 ετών (35,2%). Οι περισσότερες διατριβές αφορούσαν την Ιατρική και τις Επιστήμες Υγείας (28,9%), ενώ ακολουθούσαν οι Φυσικές Επιστήμες (26,2%) και οι Κοινωνικές Επιστήμες (21,4%). Χαμηλότερα ποσοστά κατέλαβαν οι Επιστήμες Μηχανικού και Τεχνολογίας (17,2%), οι Ανθρωπιστικές Επιστήμες (11,9%) και οι Γεωργικές Επιστήμες (3%).
Οι περισσότεροι από τους διδάκτορες (20,6%) χρειάστηκαν πέντε έτη για την ολοκλήρωση της διατριβής τους, ενώ ακολούθησαν όσοι χρειάστηκαν έξι, επτά και τέσσερα έτη (ποσοστά 16,2%, 14% και 13% αντίστοιχα). Το 11,4% των νέων διδακτόρων είχαν ξεκινήσει την εκπόνηση της διατριβής τους πριν από δέκα ή περισσότερα έτη.
Ένας στους τέσσερις (24,5%) διέμεινε στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια των διδακτορικών σπουδών, με δημοφιλέστερες χώρες τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο (21,5% η κάθε μία). Για τους περισσότερους διδάκτορες κατά την περίοδο 2015-2017 η βασική πηγή χρηματοδότησης των διδακτορικών σπουδών τους ήταν οι προσωπικές αποταμιεύσεις και η υποστήριξη από την οικογένεια, ενώ ως σημαντική κρίνεται και η λήψη υποτροφίας από ελληνικό ίδρυμα.