Για μία ακόμη χρονιά οι προσλήψεις των αναπληρωτών εκπαιδευτικών – αν λάβουμε υπόψη και την έκρηξη των κενών στη Β/θμια ειδικά εκπαίδευση- , προβλέπεται να υπερβούν ίσως και κατά πολύ, τις 30.000.
ΠΕΚ
Το γεγονός ότι σήμερα ένας στους πέντε εκπαιδευτικούς είναι αναπληρωτής μαρτυρά από μόνο του μία γκρίζα πραγματικότητα που λειτουργεί σε βάρος των εκπαιδευτικών, των μαθητών, της ίδιας της λειτουργίας του σχολείου.
Δεν πρόκειται μόνον για τις ζωές χιλιάδων συναδέλφων που υποθηκεύονται χάριν μιας μόνιμης προσωρινότητας.
Πρόκειται και για την απαξίωση της παιδαγωγικής μας λειτουργίας και την υποβάθμιση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
Και είναι πέραν των άλλων και απόδειξη ενός δυσλειτουργικού και σίγουρα μη «επιτελικού» κράτους.
Οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού στη Δ.Ε.Θ., παραπέμπουν στις καλένδες την ανάγκη μόνιμων διορισμών στην εκπαίδευση την ίδια στιγμή που εξαγγέλλονται διορισμοί στους τομείς της ασφάλειας και της υγείας.
Το επιχείρημα ότι δεν είχε υπάρξει καμία δέσμευση πόρων στον προϋπολογισμό από την προηγούμενη κυβέρνηση για το διορισμό εκπαιδευτικών στην Γενική Αγωγή, αν και ισχύει, δεν μπορεί να στηρίξει την κυβερνητική επιλογή της αδιοριστίας και της ενίσχυσης της γκρίζας εικόνας του εκπαιδευτικού επαγγέλματος.
Πρόκειται για μία πολιτική υποβάθμισης της δημόσιας εκπαίδευσης.
Πολύ περισσότερο όταν οι μόνιμοι διορισμοί θα επιβαρύνουν ελάχιστα ή και καθόλου τον κρατικό προϋπολογισμό, υπεραποδίδοντας όμως οφέλη στη σταθερότητα του συστήματος και στην γενικότερη εκπαιδευτική λειτουργία.
Το εκπαιδευτικό κίνημα οφείλει μαζί με το αίτημα για την ουσιαστική παιδαγωγική και μισθολογική αναβάθμιση των εκπαιδευτικών να προτάξει το αίτημα για άμεσους διορισμούς με βάση τις πραγματικές ανάγκες της εκπαίδευσης.
Το δράμα της αδιοριστίας των αναπληρωτών και αδιόριστων εκπαιδευτικών και οι άθλιες συνθήκες ζωής και εργασίας, κυρίως των νέων εκπαιδευτικών, δεν μπορούν να συνεχιστούν άλλο. Υπονομεύουν τη στοιχειώδη λειτουργία της δημόσιας εκπαίδευσης και τη βασική αξίωση κάθε εργαζόμενου για σταθερή εργασία.