Με νωπές τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα για μία ακόμη αλλαγή (ήδη περίπου σαράντα…) στο σύστημα πρόσβασης στα πανεπιστήμια και ΤΕΙ τα τελευταία 40 χρόνια, νέα δεδομένα δημιουργούνται στη μάχη των φετινών περίπου 104.000 υποψηφίων για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το πέμπτο μάθημα που πέρυσι είχε περάσει σχεδόν στην… ανυποληψία των υποψηφίων, φέτος αναδεικνύεται σε «κλειδί» για τις επιλογές τους.
Απόστολος Λακασάς
Μάλιστα, τα Μαθηματικά, τα οποία ανοίγουν τον δρόμο προς τις θετικές και τεχνολογικές επιστήμες, φέτος προτιμήθηκαν και από πολλούς αριστούχους που διεκδικούν μία θέση στις ιατρικές σχολές, ως «δικλίδα ασφαλείας» προς τα Πολυτεχνεία. Οπως αποδεικνύεται, το ισχύον σύστημα μετά την περυσινή, πρώτη χρονιά εφαρμογής του, βρίσκει τις ισορροπίες του.
Ειδικότερα, πέρυσι εφαρμόστηκε το σύστημα των 4+1 εξεταζόμενων μαθημάτων, παράλληλα με το προηγούμενο των 6 μαθημάτων που αποτελεί παρελθόν. Το νέο σύστημα σχεδιάστηκε ώστε κάθε υποψήφιος να εξετάζεται σε 4 μαθήματα, και να διεκδικεί θέσεις ΑΕΙ/ΤΕΙ μόνον ενός εκ των πέντε επιστημονικών πεδίων. Αν το επιθυμεί, η εξέταση στο πέμπτο μάθημα του επιτρέπει να αποκτήσει πρόσβαση σε ένα επιπλέον πεδίο. Ωστόσο, πέρυσι τα στελέχη του υπουργείου εξεπλάγησαν καθώς ο αριθμός των παιδιών που δήλωσαν ότι επιθυμούν να εξετασθούν και σε πέμπτο μάθημα ήταν σχετικά μικρός. Σύμφωνα με την επεξεργασία των στοιχείων του υπ. Παιδείας από τον εκπαιδευτικό-ερευνητή Στράτο Στρατηγάκη, πέρυσι, 16.951 υποψήφιοι εκ των 75.224 Γενικού Λυκείου δήλωσαν πέμπτο μάθημα. «Πολλοί δεν το επέλεξαν, καθώς σκέφτηκαν ότι θα προετοιμαστούν καλύτερα σε λιγότερα –τέσσερα– μαθήματα, ενώ ας μην παραβλέπουμε και το κόστος της προετοιμασίας που αυξάνει με ένα επιπλέον μάθημα», εξηγεί, μιλώντας στην «Κ», ο έμπειρος φροντιστής Γιώργος Χατζητέγας. Μάλιστα, με βάση τις περυσινές βαθμολογίες αποδεικνύεται ότι δεν ήταν λίγοι όσοι ενώ δήλωσαν πέμπτο μάθημα, τελικά αδιαφόρησαν για την επίδοσή τους σε αυτό. Χαρακτηριστικά, το 47,72% των υποψηφίων θεωρητικής κατεύθυνσης, που επέλεξαν τα Μαθηματικά Γενικής Παιδείας, βαθμολογήθηκαν κάτω από 5.
Αντίθετα φέτος, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ» από το υπουργείο Παιδείας, η εικόνα άλλαξε και περισσότεροι υποψήφιοι δήλωσαν μέσα στον Φεβρουάριο ότι επιθυμούν να εξετασθούν σε πέντε μαθήματα, αποκτώντας το πλεονέκτημα του δεύτερου επιστημονικού πεδίου. «Η αύξηση των δηλώσεων για πέμπτο μάθημα, σημαίνει ότι περισσότερα παιδιά θα αντιμετωπίσουν με σοβαρότητα την εξέταση και οι βαθμολογίες θα είναι καλύτερες», παρατηρεί στην «Κ» στέλεχος του υπουργείου.
«Οι αδύνατοι υποψήφιοι των ανθρωπιστικών σπουδών κινδυνεύουν να βρεθούν εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, εάν δεν εξετασθούν σε πέμπτο μάθημα. Η επιλογή των Μαθηματικών Γενικής Παιδείας τούς εξασφαλίζει πρόσβαση στα παιδαγωγικά τμήματα, που το 2016 είχαν πολύ χαμηλές βάσεις», παρατηρεί ο κ. Στρατηγάκης. Αυτό συνέβη φέτος και αποτελεί ανοδικό παράγοντα των βάσεων εισαγωγής (ασχέτως του βαθμού δυσκολίας των θεμάτων που θα τεθούν στις εξετάσεις). Το ίδιο συμβαίνει και με τους υποψηφίους των θετικών σπουδών, οι οποίοι –περισσότεροι από πέρυσι– επέλεξαν Ιστορία Γενικής Παιδείας για να «ξεκλειδώσουν» τις θέσεις των παιδαγωγικών τμημάτων. Αλλωστε, η περυσινή κατακρήμνιση των βάσεων στα παιδαγωγικά, τα καθιστά πιο… δελεαστικά για τους φετινούς υποψηφίους.
Ενώ για τις νομικές, τις φιλολογίες και τα οικονομικά τμήματα οι προτιμήσεις των φετινών υποψηφίων δεν έχουν αξιοσημείωτες διαφοροποιήσεις, η επιλογή του πέμπτου μαθήματος –και συγκεκριμένα των Μαθηματικών προσανατολισμού– αποδείχθηκε αναγκαία και για τους υποψηφίους των ιατρικών σχολών. «Πέρυσι στο σχετικό 3ο πεδίο κατεγράφη το χαμηλότερο ποσοστό επιτυχίας, μόλις 44%. Και διότι πολλοί υποψήφιοι επέλεξαν να μην εξεταστούν στα Μαθηματικά, με αποτέλεσμα να εγκλωβιστούν στις σχολές του 3ου πεδίου. Αυτό ανάγκασε το υπουργείο Παιδείας να προσθέσει 22 τμήματα στο 3ο πεδίο για να εξισορροπήσει την κατάσταση. Ηταν μία από τις παρενέργειες που εμφάνισε το σύστημα στην πρώτη του εφαρμογή», υπογραμμίζει ο κ. Στρατηγάκης. Μάλιστα, η δήλωση του πέμπτου μαθήματος αποδείχθηκε σοφή επιλογή φέτος, καθώς το υπουργείο ψαλίδισε τις θέσεις των επτά ιατρικών σχολών, οξύνοντας τον ανταγωνισμό. Ετσι, έμπειρο στέλεχος του υπουργείου, σχολιάζοντας τις κινήσεις των υποψηφίων ανάμεσα στα πέντε επιστημονικά πεδία, τονίζει ότι «για την επιτυχία εκτός από τη μελέτη απαιτείται και σωστή στρατηγική».
Επαναληπτικές για μία ή δύο θέσεις
Σκληρός αναμένεται ο ανταγωνισμός όσων υποψηφίων για τα ΑΕΙ/ΤΕΙ μετάσχουν στις επαναληπτικές εξετάσεις του Σεπτεμβρίου, επειδή θα απουσιάσουν από τις εξετάσεις κατά τον τακτικό χρόνο διεξαγωγής τους τον Ιούνιο. Ενδεικτικά, μεταξύ των περιζήτητων σχολών θα δοθεί από μία θέση στην Ιατρική Αθηνών, όπως και σε όλες τις υπόλοιπες ιατρικές, οι ηλεκτρολόγοι μηχανικοί του ΕΜΠ και των υπολοίπων ΑΕΙ επίσης θα «έχουν» μία θέση, ενώ από δύο θέσεις θα διατεθούν στις τρεις νομικές σχολές. Σύμφωνα με τον εκπαιδευτικό – αναλυτή Στράτο Στρατηγάκη, οι συνολικές θέσεις θα είναι 468.
Ειδικότερα, φέτος το υπουργείο Παιδείας αποφάσισε τη χρονική μετάθεση των επαναληπτικών εξετάσεων τον Σεπτέμβριο –έως και πέρυσι πραγματοποιούνταν αμέσως μετά τις τακτικές– γεγονός που οδήγησε στην απόφαση οι μαθητές αυτοί να διεκδικήσουν ξεχωριστό αριθμό θέσεων, από τις 70.726 θέσεις για τους υποψηφίους της τακτικής περιόδου.
Η αλλαγή υπαγορεύθηκε από συνδυασμό λόγων: την επέκταση του διδακτικού έργου και την προσπάθεια μείωσης του κόστους των Πανελλαδικών. Πιο συγκεκριμένα, για πρώτη φορά μετά το 2000, οι ενδοσχολικές εξετάσεις των μαθητών λυκείου θα προηγηθούν των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Και αυτό διότι τα μαθήματα στα γυμνάσια θα διαρκέσουν μέχρι τις 31 Μαΐου, ενώ τα προηγούμενα χρόνια ολοκληρώνονταν στις αρχές Μαΐου για να αρχίσουν –στα μέσα Μαΐου– οι Πανελλαδικές. Ο χρόνος λήξης των μαθημάτων στα γυμνάσια επηρεάζει τις Πανελλαδικές, αφού έως τότε δεν θα μπορούν να «απελευθερωθούν» τα σχολικά κτίρια για εξεταστικά κέντρα στις Πανελλαδικές, αλλά ούτε και οι καθηγητές για επιτηρητές στις Πανελλαδικές.
Η χρονική αργοπορία της έναρξης των Πανελλαδικών –στις 6 και 7 Ιουνίου για τους μαθητές των επαγγελματικών και γενικών λυκείων, αντίστοιχα– δεν αφήνει επαρκή χρόνο για τις επαναληπτικές εξετάσεις εντός του Ιουνίου. Και η όποια εργασία εκπαιδευτικών τον Ιούλιο, όταν αρχίζουν οι διακοπές, φέρει επιπλέον δημοσιονομικό κόστος. Αυτός ήταν ένας κύριος λόγος για τον οποίο αρχικά το υπουργείο αποφάσισε να μη διεξαχθούν φέτος επαναληπτικές εξετάσεις. Βεβαίως, η θέση του υπουργείου είναι ότι η αρχική απόφαση για κατάργηση των εξετάσεων υπαγορεύθηκε από τον ισχύοντα νόμο, που ορίζει οι υποψήφιοι να έχουν πάρει το απολυτήριο λυκείου και όσοι επιθυμούν να εξετάζονται, κατόπιν, στις πανελλαδικές εξετάσεις για τα ΑΕΙ.
Ωστόσο, μετά τις αντιδράσεις των γονέων, το υπουργείο άλλαξε γνώμη και αποφάσισε να γίνουν οι επαναληπτικές, αλλά τον Σεπτέμβριο.
Υψηλόβαθμα στελέχη του υπουργείου Παιδείας ανέφεραν στην «Κ» ότι η μετάθεση των επαναληπτικών τον Σεπτέμβριο και η εξέταση των υποψηφίων σε όλα τα μαθήματα (και όχι μόνο σε εκείνο/α όπου απουσίασε κάθε υποψήφιος) θα… κόψει τυχόν «ψευδοασθένειες» στην τακτική εξέταση ενός μαθήματος, τις οποίες θα επικαλεσθούν οι υποψήφιοι είτε για να αποφύγουν θέματα που δεν γνωρίζουν είτε για να προετοιμαστούν λίγο καλύτερα. Κάθε χρόνο ο αριθμός των συμμετοχών στις επαναληπτικές εξετάσεις αυξομειώνεται αλλά κυμαίνεται κατά μέσον όρο γύρω στις 650.
Από την άλλη, όπως ανέφεραν στην «Κ» καθηγητές λυκείου, η διενέργεια –αυτές τις ημέρες και έως τις 26 Μαΐου– των ενδοσχολικών απολυτήριων εξετάσεων για την Γ΄ Λυκείου και πριν από τις Πανελλαδικές έχει μειώσει το ενδιαφέρον των μαθητών για τις ενδοσχολικές. Δηλαδή, πολύ λίγοι υποψήφιοι σταματούν τις επαναλήψεις τους στα (τέσσερα ή πέντε) πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα για να δώσουν ουσιαστικό βάρος στα περίπου δέκα μαθήματα που εξετάζονται ενδοσχολικά. «Οι περισσότεροι διαβάζουν μόνον το απόγευμα πριν από την εξέταση, ενώ κάποιοι δεν ρωτούν ούτε για την εξεταστέα ύλη», ανέφερε στην «Κ» έμπειρος φιλόλογος από την Αργολίδα, καταδεικνύοντας την απαξίωση του λυκείου, την οποία επιθυμεί να αναστρέψει το υπουργείο Παιδείας.
Δοκιμαστικές εκπομπές θεμάτων
Είναι το πρώτο μήνυμα ότι η αγχώδης διαδικασία των Πανελλαδικών Εξετάσεων αρχίζει, καθώς όλοι –σε υπουργείο Παιδείας, Διευθύνσεις Εκπαίδευσης και σχολεία– πρέπει να είναι στη θέση τους. Μέσα στην εβδομάδα αρχίζουν –μέσω του συστήματος μετάδοσης δεδομένων VBI– οι δοκιμαστικές εκπομπές θεμάτων προκειμένου να διαπιστωθεί η λειτουργική ετοιμότητα του συστήματος. Και αυτό παρότι το σύστημα VBI πρέπει να λειτουργεί σε καθημερινή βάση και για όλο το ωράριο λειτουργίας της υπηρεσίας (σχολείο, Διεύθυνση) ώστε αφενός να είναι δυνατή ανά πάσα στιγμή η λήψη διοικητικών εγγράφων και αφετέρου να γίνονται αντιληπτές αμέσως οι βλάβες και να επιδιορθώνονται το συντομότερο.
Ενδεικτικά, για τις Πανελλαδικές Εξετάσεις Γενικού Λυκείου οι δοκιμαστικές εκπομπές θα γίνουν την Τετάρτη 17 Μαΐου και στη συνέχεια από Δευτέρα 22 Μαΐου έως και Παρασκευή 2 Ιουνίου. Οι εκπομπές θα γίνονται από το υπουργείο προς λύκεια – εξεταστικά κέντρα και τις επιτροπές εξετάσεων Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Και όπως ορίζει το υπουργείο: «Κατά τη διάρκεια των δοκιμαστικών εκπομπών οι χειριστές του συστήματος πρέπει να βρίσκονται στη θέση τους αυτοπροσώπως και να παρακολουθούν τη διαδικασία, αναφέροντας τυχόν προβλήματα για να επιλυθούν έγκαιρα. Τις ημέρες των εξετάσεων οι χειριστές πρέπει να είναι στις θέσεις τους και να έχουν σε ετοιμότητα το σύστημα από τις 6.30 π.μ. Εφιστάται ιδιαίτερα η προσοχή για την πιστή τήρηση των οδηγιών, δεδομένου ότι οι δοκιμαστικές εκπομπές και η λειτουργία του συστήματος αποτελούν βασικό παράγοντα για τη σωστή οργάνωση και απρόσκοπτη διεξαγωγή των εξετάσεων».
Οι γρίφοι του νέου συστήματος εισαγωγής στο πανεπιστήμιο
Οι μαθητές της φετινής Γ΄ Γυμνασίου θα είναι εκείνοι που θα εξεταστούν για πρώτη φορά –το 2020 ως μαθητές της Γ΄ Λυκείου– με το επόμενο σύστημα Πανελλαδικών Εξετάσεων. Οκτώ συστήματα και δεκαπέντε βασικές αλλαγές επ’ αυτών συνθέτουν το «ράβε – ξήλωνε» στη διάρκεια της μεταπολίτευσης, αλλά εάν προστεθούν και οι μικροαλλαγές ο αριθμός εκτινάσσεται περίπου στις 40!
Ειδικότερα, με βάση τις πρόσφατες εξαγγελίες του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, μέσα στο καλοκαίρι θα κατατεθεί το σχέδιο για την αναμόρφωση του λυκείου και το σύστημα πρόσβασης στα ΑΕΙ. Τα σχέδια του υπουργείου έχουν περιγραφεί σε γενικές γραμμές από την πρόταση που έχει παρουσιάσει το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ): Οι δύο τελευταίες τάξεις του λυκείου θα έχουν λιγότερα μαθήματα, τα οποία θα διδάσκονται σε περισσότερες ώρες. Η εισαγωγή των υποψηφίων στα ΑΕΙ θα γίνεται με βάση το εθνικό απολυτήριο σε σχολές.
Ωστόσο, ο σχετικός διάλογος έχει αρχίσει επί υπουργίας Νίκου Φίλη –η Επιτροπή Εθνικού Διαλόγου υπό την προεδρία του Αντώνη Λιάκου κατέθεσε πέρυσι πριν από το καλοκαίρι τα πορίσματά της– ενώ μετά τον ανασχηματισμό και την ανάληψη του υπουργικού θώκου από τον Κωνσταντίνο Γαβρόγλου, ο διάλογος συνεχίστηκε.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο γρίφος για το επιτελείο του υπουργείου Παιδείας είναι η διατήρηση του αδιάβλητου και δίκαιου της διαδικασίας επιλογής, η κατάργηση των Πανελλαδικών Εξετάσεων και ο περιορισμός του άγχους των μαθητών και της φροντιστηριακής εκπαίδευσης. Υπό το πρίσμα αυτό αξιολογούνται όλες οι παράμετροι, όπως η μορφή των θεμάτων, ο τρόπος βαθμολόγησης των υποψηφίων, η συμμετοχή ή όχι του απολυτηρίου του λυκείου στον μέσο όρο της βαθμολογίας των εξετάσεων, ο καθορισμός του αριθμού των εισακτέων.
Το εθνικό απολυτήριο
Ενδεικτικά, ένα πρώτο θέμα είναι πώς θα οργανώνονται οι εξετάσεις των μαθητών για το εθνικό απολυτήριο. Καθώς θεωρείται ότι οι καθηγητές των σχολείων εύκολα θα επηρεάζονται από τους μαθητές για να βάζουν μεγάλους βαθμούς, αναζητείται ο τρόπος ώστε οι εξετάσεις να είναι αδιάβλητες αλλά όχι… Πανελλαδικές (αλλιώς ακυρώνεται η εξαγγελία περί κατάργησης των Πανελλαδικών). Ετσι, σχεδιάζεται οι τελειόφοιτοι του λυκείου για το απολυτήριό τους να εξετάζονται ενδοσχολικά σε περιφερειακό επίπεδο.
Πώς θα επιλέγονται τα θέματα; Στον σχεδιασμό βρίσκεται η ιδέα της τράπεζας θεμάτων, με θέματα διαβαθμισμένης δυσκολίας. Η επιλογή των θεμάτων θα γίνεται με κλήρωση. Ωστόσο, όπως εξήγησε στην «Κ» στέλεχος της ΟΛΜΕ, η επιλογή θεμάτων με κλήρωση αντιβαίνει στην αρχή της ισότητας για όλους τους εξεταζομένους (π.χ. σε μία περιφέρεια μπορεί να κληρωθούν ευκολότερα θέματα), τονίζοντας ότι «δεν πρέπει να παραβλέπουμε πως ο βαθμός απολυτηρίου μπορεί να ζητηθεί από ευρωπαϊκά πανεπιστήμια ως κριτήριο για τη συμμετοχή φοιτητών σε ευρωπαϊκά προγράμματα, ενώ δεν αποκλείεται ο κάτοχος του απολυτηρίου να θελήσει να διεκδικήσει μια θέση στον δημόσιο τομέα, η οποία θα προορίζεται για κατόχους απολυτηρίου λυκείου».
Ως δεύτερο βήμα, ο απόφοιτος με το απολυτήριο θα μπορεί να εισαχθεί σε κάποια σχολή ΑΕΙ. Αλλά κρίσιμο θέμα είναι η εισαγωγή στις σχολές υψηλής ζήτησης. Δεν αποκλείεται ο υποψήφιος να καλείται να εξετασθεί σε βασικά μαθήματα από τη σχολή. Οι όροι (π.χ. ύλη, εξεταστές) ώστε να διασφαλίζεται το αδιάβλητο της διαδικασίας μάλλον θα συνεχίσουν να αποτελούν αρμοδιότητα του υπουργείου. Με βάση το ΙΕΠ, όλοι οι υποψήφιοι θα εξετάζονται στην ελληνική γλώσσα και σε δύο μαθήματα, η επιλογή των οποίων θα προσανατολίζει τους μαθητές σε επιστημονικό κλάδο σχολών. Βεβαίως, τα δύο αυτά μαθήματα θα είναι προκαθορισμένα από τα ΑΕΙ/ΤΕΙ. Εξετάζεται εάν οι βαθμοί στα δύο μαθήματα θα πολλαπλασιάζονται με συντελεστή βαρύτητας για τις συνολικές μονάδες κάθε υποψήφιου.
Επίσης, θα υπάρχει ένα μάθημα ελεύθερης επιλογής, το οποίο ο υποψήφιος θα μπορεί να το συνδυάσει με ένα από τα δύο άλλα, ώστε να του δώσει μια εναλλακτική πρόσβαση σε άλλο πανεπιστημιακό ή τεχνολογικό ίδρυμα.
Μία ακόμη εξαγγελία της κυβέρνησης είναι η εισαγωγή των υποψηφίων σε σχολή και όχι σε τμήμα, όπως τώρα. Ωστόσο, μελετάται πώς θα υλοποιηθεί ο διαχωρισμός των φοιτητών οι οποίοι θα έχουν εισαχθεί σε σχολή και όχι σε τμήμα, όπως τώρα. Για παράδειγμα, οι πρωτοετείς των σχολών Επιστημών Υγείας πώς θα κατανεμηθούν σε Ιατρική, Φαρμακευτική, Οδοντιατρική, Νοσηλευτική κ.λπ.