Μηχανογραφικό 2021 – Βάσεις 2021: Σε άρθρο του στη Ναυτεμπορική ο κ. Στρατηγάκης, Μαθηματικός και Ερευνητής αναλύει τη σχέση των βάσεων και την αξία της κάθε σχολής.
Μεταξύ άλλων αναφέρεται στα κριτήρια στα οποία πρέπει να εστιάσουν οι υποψήφιοι για να επιλέξουν τις σχολές που πραγματικά επιθυμούν.
Αναλυτικά το άρθρο του:
Πολλοί πιστεύουν ότι η βάση μιας σχολής εκφράζει την αξία της. Αν η σχολή έχει υψηλή βάση, τότε είναι καλή. Αν έχει χαμηλή βάση, είναι μέτρια. Έτσι, λοιπόν, προσπαθούν να πετύχουν στην πιο υψηλόβαθμη σχολή που τους επιτρέπουν τα μόρια που συγκέντρωσαν. Αυτό το πολύ μεγάλο λάθος έχει οδηγήσει πολλούς υποψηφίους σε λανθασμένες επιλογές σπουδών, σε απογοήτευση και τελικά εγκατάλειψη των σπουδών. Η αλήθεια είναι άλλη: η βάση μιας σχολής εκφράζει μόνο τη ζήτηση για σπουδές στη σχολή. Δεν έχει καμία σχέση με την αξία των σπουδών στη σχολή. Πρόκειται για δύο διαφορετικές έννοιες.
Η ζήτηση για μία σχολή καθορίζεται από αρκετούς παράγοντες:
1. Το αντικείμενο σπουδών και πόσο αυτό θεωρούν οι υποψήφιοι και οι γονείς τους ότι μπορεί να οδηγήσει σε ένα πτυχίο με αντίκρισμα στην αγορά εργασίας. Όσο περισσότερες ελπίδες εύρεσης εργασίας έχουν, τόσο αυξάνεται η ζήτηση.
2. Την πόλη όπου βρίσκεται η σχολή. Όσο μεγαλύτερη είναι η πόλη, τόσο μεγαλύτερη ζήτηση θα έχει η σχολή.
3. Το Πανεπιστήμιο και τη φήμη του. Όσο πιο γνωστό είναι το Πανεπιστήμιο από τη γνώμη των αποφοίτων του ή από τις διάφορες κατατάξεις που έχουν γίνει ευρύτερα γνωστές τα τελευταία χρόνια, τόσο περισσότερο το προτιμούν οι υποψήφιοι.
Το αντικείμενο σπουδών δημιουργεί αυξομειώσεις στη ζήτηση ανάλογα με την περιρέουσα ατμόσφαιρα, που δημιουργείται από τις οικονομικές συνθήκες.
Στον πίνακα βλέπουμε τη ζήτηση για σπουδές στη σχολή Πολιτικών Μηχανικών του Μετσοβίου Πολυτεχνείου. Στη δεύτερη στήλη βλέπουμε τον αριθμό των υποψηφίων που δήλωσαν τη σχολή ως πρώτη επιλογή στο Μηχανογραφικό τους δελτίο και στην τελευταία στήλη τη βάση της σχολής.
Παρατηρούμε ότι από το 2008 έως το 2010 ο αριθμός των υποψηφίων που δήλωσαν τη σχολή ως πρώτη επιλογή ήταν μεγαλύτερος των 1.000 και η βάση ήταν πάνω από 19.000 μόρια. Ήταν η εποχή πριν την οικονομική κρίση. Τα στεγαστικά δάνεια έπεφταν βροχή και οι οικοδομές ξεφύτρωναν παντού. Κοιτούσαν όλοι γύρω τους τον οικοδομικό οργασμό και δήλωναν μαζικά τους Πολιτικούς Μηχανικούς, θεωρώντας το πτυχίο του Πολιτικού Μηχανικού πολλά υποσχόμενο στην αγορά εργασίας. Έκαναν λάθος γιατί πίστευαν ότι αυτό που έβλεπαν γύρω τους θα συμβαίνει για πάντα.
Μετά ήρθε η οικονομική κρίση. Ο κατασκευαστικός κλάδος κατέρρευσε και ο πολιτικός μηχανικός σταμάτησε να θεωρείται επάγγελμα με καλές προοπτικές στην αγορά εργασίας. Έτσι άρχισε να μειώνεται η ζήτηση για σπουδές πολιτικών μηχανικών με αποτέλεσμα από το 2011 ο αριθμός των υποψηφίων που δήλωναν ως πρώτη επιλογή τη σχολή να μειώνεται σταθερά, όπως βλέπουμε στον πίνακα, και να φθάνει στους μόλις 231 υποψηφίους το 2017 και τη βάση να κατρακυλά κάτω από τα 17.000 μόρια. Από το 2018 ο κατασκευαστικός τομέας αρχίζει να ανακάμπτει σιγά – σιγά. Οι πρώτες προτιμήσεις των υποψηφίων για το τμήμα αρχίζουν να αυξάνονται και από 231 φθάνουν τις 357 το 2020.
Παρατηρούμε, δηλαδή, ότι οι προτιμήσεις των υποψηφίων ακολουθούν πιστά την πορεία του κατασκευαστικού κλάδου. Αυτό είναι, φυσικά, λάθος διότι οι νεοεισερχόμενοι φοιτητές θα βγουν στην αγορά εργασίας σε, περίπου, 10 χρόνια. Τα πράγματα μπορεί να έχουν αλλάξει πολύ μέχρι τότε. Το λάθος και στις δύο περιπτώσεις και όταν δήλωναν μαζικά Πολιτικούς Μηχανικούς και όταν δεν δήλωναν είναι το ίδιο: Βλέπουμε το αύριο με τα μάτια του σήμερα. Η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος είναι πιο ευμετάβλητος από κάθε άλλη περίοδο. Αυτό που ισχύει τώρα μπορεί να ανατραπεί σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Συνεπώς δεν αποτελεί ασφαλές κριτήριο επιλογής σπουδών η εκτίμηση για τις προοπτικές ενός τμήματος στην αγορά εργασίας.
Το ασφαλέστερο κριτήριο είναι να μας αρέσουν οι σπουδές στο τμήμα που επιλέγουμε, τα μαθήματα που θα διαβάζουμε δηλαδή. Πρέπει, λοιπόν, να μελετήσουμε προσεκτικά τον Οδηγό Σπουδών του κάθε τμήματος και αν μας αρέσουν οι σπουδές στο τμήμα, τότε μπορούμε να το δηλώσουμε. Αν δεν μας αρέσουν οι σπουδές δεν πρέπει να το δηλώσουμε, όσες ελπίδες και αν υπάρχουν για καλές επαγγελματικές προοπτικές. Αν δεν μας αρέσουν οι σπουδές δεν θα γίνουμε καλοί φοιτητές, ούτε καλοί επαγγελματίες, με αποτέλεσμα όσες προοπτικές και αν έχει το επάγγελμα που θέλουμε να ακολουθήσουμε να μείνουμε άνεργοι. Αλλά ακόμη και αν βρούμε εργασία, θα είμαστε δυστυχισμένοι κάνοντας μια δουλειά που δεν μας αρέσει.