Οι πολίτες μίλησαν: Οι μεταρρυθμίσεις στα Πανεπιστήμια δεν μπορούν να περιμένουν.

Νέα ανατρεπτικά δεδομένα ως προς την άποψη που κυριαρχεί στην κοινή γνώμη σε μία σειρά από καυτά ζητήματα στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όπως το άσυλο, οι αιώνιοι φοιτητές, η αξιολόγηση των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων, οι εισαγωγικές εξετάσεις στην ανώτατη εκπαίδευση καταγράφει η έρευνα που πραγματοποίησαν από κοινού το νέο-ιδρυθέν Ινστιτούτο του Ποταμιού «Π Τετράγωνο – Πρόοδος στην Πράξη» και το «Δίκτυο για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη» και παρουσιάστηκε στην ΕΣΗΕΑ το μεσημέρι της Τετάρτης.

Τα ευρήματα της έρευνας παρουσίασαν οι Διευθυντές των δύο Ινστιτούτων κ.κ. Γιάννης Κωνσταντινίδης και Γιάννης Μαστρογεωργίου.

Μεταξύ άλλων από την έρευνα προκύπτει ότι:

  • Σχεδόν 8 στους 10 θεωρούν ότι το ύψος της κρατικής χρηματοδότησης των πανεπιστημίων θα πρέπει να συνδέεται άμεσα με τις επιδόσεις του κάθε ιδρύματος σε διαδικασίες αξιολόγησης.
  • Η μεγάλη πλειοψηφία (άνω του 70%) θεωρεί ότι πρέπει να υπάρχουν μεταπτυχιακά προγράμματα στην αγγλική γλώσσα προκειμένου να αυξηθούν οι οικονομικοί πόροι των ιδρυμάτων.
  • Πάνω από το 60% διαφωνεί με την εκλογή μέσω ψηφοδελτίων φοιτητικών παρατάξεων των φοιτητών που θα μετέχουν στα όργανα διοίκησης των πανεπιστημίων.
  • Το 79% θεωρεί ότι σε περίπτωση διάπραξης ποινικών πράξεων εντός των πανεπιστημίων θα πρέπει να είναι άμεση η παρέμβαση της αστυνομίας.
  • Οι 8 στους 10 θεωρεί θετική την συμμετοχή στα όργανα διοίκησης των πανεπιστημίων αναγνωρισμένων καθηγητών που εργάζονται σε ιδρύματα του εξωτερικού.

Τα αποτελέσματα της έρευνας σχολίασαν σημαίνοντα πρόσωπα της πανεπιστημιακής κοινότητας, όπως ο κ. Ιωακείμ Γρυσπολάκης, πρώην Πρύτανης Πολυτεχνείου Κρήτης, ο κ. Ορέστης Καλογήρου, Καθηγητής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, η κα. Αντιγόνη Λυμπεράκη, Καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου και ο κ. Πάνος Τσακλόγλου, Καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Ειδικότερα, στην παρέμβασή της, η κυρία Λυμπεράκη σημείωσε ότι «οι απαντήσεις προδίδουν σύγχυση και ρηχότητα προβληματισμού. Εντοπίζω 3 τουλάχιστον αντιφάσεις: οικονομική διαχείριση να γίνεται από τα Πανεπιστήμια αλλά διαβλητότητα διαδικασιών, δίδακτρα στα μεταπτυχιακά για τους ξένους αλλά δωρεάν και στα ελληνικά για τα δικά μας παιδιά, αμφιβολία ως προς το κατά πόσο είναι αδιάβλητες οι διαδικασίες ακαδημαϊκής κρίσης αλλά τα ίδια τα πανεπιστήμια να επιλέγουν τους φοιτητές που θα εισαχθούν. Θεωρώ ότι αυτό αντανακλά την έλλειψη προβληματισμού σε βάθος και γύρω από θέματα ουσίας. Κρίμα οι καυγάδες, οι “ρωμαλέες αντιπαραθέσεις” και το γαϊτανάκι των αγώνων των τελευταίων δεκαετιών. Δεν έχει εγγράψει σχεδόν τίποτα στη συνείδηση της κοινής γνώμης -πέρα από τη συστηματική διευκόλυνση όλων των εμπλεκομένων.»

Στο ζήτημα των εισαγωγικών εξετάσεων στα Πανεπιστήμια, αναφέρθηκε με αποκαλυπτικό τρόπο ο κ. Τσακλόγου, ο οποίος αφού χαρακτήρισε το λύκειο «διαλυμένο», τάχθηκε υπέρ της άποψης «τα Πανεπιστήμια να βάζουν τις δικές του προϋποθέσεις για την εισαγωγή των μαθητών, αλλά οι εξετάσεις να είναι εθνικές. Αν δώσετε τις εξετάσεις στους Πανεπιστημιακούς, σας υπόσχομαι παραπάνω διαφθορά!» Σε άλλο σημείο της παρέμβασής του, επισήμανε ότι «το ανθρώπινο κεφάλαιο μίας κοινωνίας είναι ο σημαντικότερος πόρος της για την επίτευξη ταχύρρυθμης και βιώσιμης οικονομικής μεγέθυνσης. Σε αυτό το πλαίσιο, η ύπαρξη υψηλού επιπέδου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι καθοριστικής σημασίας».

Σχολιάζοντας τις τελευταίες κυβερνητικές επιλογές, είπε ότι «οι πρόσφατες νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης μας γυρίζουν χρόνια πίσω. Πολλά από τα ευρήματα της έρευνας δείχνουν ότι η κοινή γνώμη έχει πολύ πιο προχωρημένες θέσεις από την κυβέρνηση σε σειρά ζητημάτων.»

Στη δική του προσέγγιση, ο κ. Καλογήρου υπογράμμισε ότι «η έρευνα δείχνει και καθαρές και αντιφατικές τάσεις. Όσοι/ες υπουργοί συγκρούστηκαν με το παλιό έχουν αποδοχή. Όσοι είχαν ανύπαρκτο ή αρνητικό έργο όχι. Εμβληματικές μεταρρυθμίσεις (συμβούλια) είναι ώριμες. Υπάρχει εμπιστοσύνη στο πανεπιστήμιο, αλλά σύγχυση για αξιολόγηση, άσυλο, συμμετοχή φοιτητών, δίδακτρα μεταπτυχιακών. Οι διαφορές στο ‘συμφωνώ – διαφωνώ’ στους μέσους όρους στην τοποθέτηση αριστερά – δεξιά είναι πολύ μικρές. Αυτό μαζί με τις αντιφάσεις, δείχνουν ότι πολλά στερεότυπα είναι ακόμη ισχυρά ριζωμένα. Η κοινωνία θέλει τις αλλαγές που απαιτούνται, αλλά χρειάζεται πολύ δουλειά για να αρθούν οι συγχύσεις.»

Από την πλευρά του, ο κ. Γρυσπολάκης χαρακτήρισε «πανάκριβο σπορ» τους αιώνιους φοιτητές, καθώς ο μεγάλος αριθμός τους επιβαρύνει τους προϋπολογισμούς των πανεπιστημίων. Ανέφερε, ακόμη, ότι «το εκπαιδευτικό σύστημα χαρακτηρίζεται από προσήλωση στην απομνημόνευση και από διοικητικό και οικονομικό συγκεντρωτισμό. Η απόκτηση δεξιοτήτων, η συνεχής αναζήτηση γνώσεων με τη Δια Βίου Μάθηση και η σύνδεση της έρευνας και της καινοτομίας με την επιχειρηματικότητα έχουν δαιμονοποιηθεί από την Αριστερά. Σήμερα, το πλήγμα, που δέχεται η Παιδεία από τις ιδεοληψίες κατά της αριστείας, της αξιολόγησης, και του εκσυγχρονισμού, που επιχείρησε το σύνολο των νομοθετικών παρεμβάσεων Διαμαντοπούλου, δημιουργεί αδιέξοδα. Η Παιδεία αποτελεί σε κάθε κοινωνία τον κινητήριο μοχλό ανάπτυξης. Η χώρα θα πρέπει να μείνει προσηλωμένη στον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Χώρο Εκπαίδευσης, στον οποία συμμετέχουν 47 χώρες, ενώ το σχολείο θα πρέπει να παρέχει τις απαραίτητες δεξιότητες που θα διευκολύνουν την είσοδο των νέων στον ενεργό οικονομικό βίο, σύμφωνα με τον πίνακα δεξιοτήτων του ΟΟΣΑ».

«Όπως προκύπτει από την έρευνα υπάρχουν αναγκαίες αλλαγές που έχουν καταστεί πλέον ώριμες, όπως ο περιορισμός της παρουσίας των παρατάξεων στη διοίκηση, και αλλαγές όχι και τόσο ώριμες» επισήμανε με τη σειρά του ο Ορέστης Αγγελόπουλος, Τριτοετής Φοιτητής Νομικής Αθηνών. «Χρειάζεται ένα ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα που να διώξει τους κομματικούς από τα Πανεπιστήμια» πρόσθεσε χαρακτηριστικά. «Χρέος της πολιτικής ηγεσίας» συνέχισε «είναι να εφαρμόσει όσα κρίνονται ώριμα και ορθά και για τα υπόλοιπα να κάνει όσα είναι αναγκαία για να γίνουν ωριμότερα μια ώρα αρχύτερα για την ελληνική κοινωνία. Έτσι, το άσυλο θα κρατήσει μόνο την ιστορική του αξία και δεν θα εμφανίζεται σε νομοθετήματα. Η θέση του θα είναι πλέον στο μουσείο.»

Στην παρουσίαση της έρευνας παραβρέθηκαν ο Σταύρος Θεοδωράκης, η Άννα Διαμαντοπούλου και ο Γιώργος Φλωρίδης.

Μετά το τέλος της εκδήλωσης έκανε παρέμβαση η πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη.

Αναλυτικά όσα είπε η κ. Διαμαντοπούλου:

«Νομίζω ότι ήταν μια πάρα πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση η οποία θέλω όλοι να σκεφτούμε ότι δεν μπορεί να γίνει στα ελληνικά πανεπιστήμια από τους Έλληνες καθηγητές και τους Έλληνες φοιτητές. Το πρώτο σχόλιο μου είναι ότι αυτό που γίνεται αυτή τη στιγμή στην Παιδεία και όχι μόνο στα πανεπιστήμια αλλά και στην πρωτοβάθμια και στην δευτεροβάθμια είναι ένα τρομακτικό ξεθεμελίωμα σε ένα ήδη πολύ δύσκολο περιβάλλον. Δεν λέει κανείς ότι είναι καλά τα πράγματα.

Γίνεται πραγματικά ένα ξεθεμελίωμα και ένα δογματικό πισωγύρισμα που είναι σε βάρος των μαθητών και των φοιτητών γιατί όλη αυτή η συζήτηση που κάνουμε είναι ο φοιτητής και ο μαθητής. Και θέλω να σας θυμίσω ότι οι μεγαλύτερες αντιδράσεις και του νόμου αυτού και του νόμου για τα λύκεια και τα σχολεία ήταν ότι δεν δεχόταν η αριστερά το σύνθημα πρώτα ο μαθητής.

Τρομακτικές ιδεολογικές συζητήσεις για το εάν πρώτα ο μαθητής είναι το ζήτημα. Γίνεται λοιπόν αυτό το πισωγύρισμα. Πως γίνεται αυτή η αλλαγή; Ποιοι αντιδρούν; Πως μπορεί να σταματήσει; Η αναφορά μου είναι μόνο για να πω ότι όταν έγιναν οι συζητήσεις του πρωθυπουργού με τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων πρόσφατα ήταν μόνο ο Σταύρος Θεοδωράκης που έβαλε ισότιμα με το θέμα της Οικονομίας που ήταν τόσο κρίσιμο εκείνη τη στιγμή το θέμα της Παιδείας.

Γιατί αυτό που γίνεται στην Παιδεία θα το πληρώσουμε πολύ ακριβά γιατί δεν θα έχουμε συμμάχους. Βλέπω εδώ τον πρόεδρο της Προπαιδείας. Είναι ένας νέος οργανισμός που έγινε για να παλέψει όλη αυτή την αλλαγή και να δει συνολικά το θέμα της Παιδείας. Διοργανώνει μια εκδήλωση στις 10 Ιουλίου.

Είναι πολύ ουσιαστικό να υπάρξει αντίδραση των πολιτών αλλά και πολιτική αντίδραση που θα το ανάγει σε πρώτο ζήτημα. Μέχρι στιγμής σε πρώτο ζήτημα το έχει ανάγει το Ποτάμι και το έχει βάλει παντού ο Σταύρος Θεοδωράκης. Το δεύτερο που θέλω να πω και θα το κάνω πολύ σύντομα μέσα από την εμπειρία μου και ένα καταστάλαγμα με γνώσεις και τρομακτικών συγκρούσεων. Έχει πολύ μεγάλη σημασία το θέμα των εξετάσεων. Το ξέρουμε όλοι. Ένας υπουργός Παιδείας γίνεται πρωτοσέλιδο και είναι στην επικαιρότητα για δυο πράγματα στην Ελλάδα. Για τις εισαγωγικές εξετάσεις και για τα θρησκευτικά. Βάλε αυτό το θέμα στο τραπέζι και είσαι πρωτοσέλιδο. Δεν θα αλλάξει ποτέ το σύστημα των εξετάσεων εάν δεν αλλάξουν δυο πράγματα. Επειδή έχει πολύ μεγάλη σημασία η τεκμηρίωση στην πολιτική λες ένα σύστημα.

Το IP είναι ένα καταπληκτικό σύστημα. Κάναμε πλήρη προσομοίωση του IP σε όλα τα λύκεια της χώρας για να δούμε πως εφαρμόζεται. Είναι αδύνατο να εφαρμοστεί στην Ελλάδα καθολικά το IP όπως δεν εφαρμόζεται σε καμία άλλη χώρα καθολικά. Έχει τεράστιο κόστος και απαιτεί τεράστιες υποδομές γιατί κάθε τάξη του IP έχει 6 με 7 διαφορετικές περιφερειακές ομάδες οι οποίες διδάσκονται ταυτόχρονα.

Κάναμε λοιπόν όλη την προσομοίωση και έχουμε νησιά, βουνά, μικρά λύκεια, και ένα τεράστιο κόστος. Πρέπει λοιπόν να δούμε να κάνουμε το ελληνικό IP. Μπορεί να γίνει; Γιατί εάν δεν έχουμε μια συνεχή τεκμηρίωση σε αυτά που λέμε την επόμενη ημέρα να γίνουν δεν οδηγούμαστε πουθενά. Και συμφωνούμε σε πράγματα που έχουμε δυσκολίες. Τι μπορεί να γίνει όμως;

Θα αλλάξει μόνο σε μια περίπτωση το σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων. Όταν θα έχουμε αξιολογήσει πλήρως τα λύκεια και αξιολόγηση λυκείου σημαίνει αξιολογώ το εκπαιδευτικό έργο, αξιολογώ τον εκπαιδευτικό και ξέρω ότι το παιδί που παίρνει 17 στην Καστοριά και το παιδί που παίρνει 17 στο Ηράκλειο είναι ο ίδιος βαθμός. Θα γίνει αξιολόγηση στα λύκεια; Το κυρίαρχο μας πρόβλημα δεν είναι τα προγράμματα σπουδών. Έχουν αλλάξει όλα. Τα έχουμε στα χέρια μας.

Η αξιολόγηση είναι το κυρίαρχο στοιχείο που είναι και ο καρκίνος της ελληνικής κοινωνίας. Δεν πάνε οι φοιτητές. Πώς να πάνε; Υπάρχει αξιολόγηση, υπάρχει κουλτούρα; αξιολόγησης; Αφού στο σχολείο δεν την έχουν δει ποτέ. Και από την άλλη πλευρά να υπάρχει αξιολόγηση του πανεπιστημίου. Ακριβώς το ίδιο. Να εμπιστευτούμε τα πανεπιστήμια να επιλέξουν τα παιδιά αλλά να έχουν αξιολογηθεί απολύτως τα πανεπιστήμια.

Εάν λοιπόν αυτοί οι δυο κρίκοι λύκειο και πανεπιστήμιο ανεξάρτητα από το σύστημα δεν έχουν πλήρη αξιολόγηση δεν θα υπάρξει ποτέ εμπιστοσύνη από τους Έλληνες γονείς, να εμπιστευτούν ότι τα παιδιά τους μπορούν με αντικειμενικό τρόπο να μπουν στα πανεπιστήμια. Θέλω να τελειώσω με ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ γιατί ο δημόσιος έπαινος στη χώρα δεν είναι γνωστό και έχει και κόστος, να ευχαριστήσω όλους τους ομιλητές και να πω ότι βεβαίως η δυνατότητα εάν είχε εφαρμοστεί ο νόμος θα αναδείκνυε τις δυσκολίες και προβλήματα στην εφαρμογή του όλα όσα έχουν καινούργια πράγματα και θα είχαμε τη δυνατότητα να τα διορθώσουμε, να τα αλλάξουμε, να πάμε προς το καλύτερο για να έχουμε σήμερα πέντε χρόνια μετά μια δυνατότητα να μιλάμε για ένα άλλο πανεπιστήμιο.

Όχι μόνο δεν έγινε αυτό αλλά σήμερα κινδυνεύουμε το ξεθεμελίωμα παντελώς του νόμου και μάλιστα χρησιμοποιώντας δόγματα τα οποία σε είναι βάρος του ελληνικού λαού. Η ανάλυση του κ. Τσακλόγλου για το θέμα της μεταφοράς εισοδήματος από τα αδύναμα προς τα ισχυρά στρώματα είναι η βασική ανάλυση που έχουμε κάνει όλα τα μεγάλα σοσιαλοδημοκρατικά κόμματα στην Ευρώπη όσο αφορά την ανώτατη εκπαίδευση.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025