Οι νέοι και ο Όσιος Πορφύριος
Μολονότι το θέμα της ημερίδας είναι «Ο Όσιος Πορφύριος και οι νέοι», φρονώ πως πρέπει να ξεκινήσω την περισυλλογή μου ανάποδα: «Οι νέοι και ο Όσιος Πορφύριος!» Πώς στέκει ένας νέος άνθρωπος (νέος στην ηλικία ή στην πίστη) απέναντι σε έναν μοναχό που έχει Αγιότητα; Πώς στέκει κάποιος που πρωτοπερπατά στη γη, μπροστά σ’ έναν άνθρωπο που ομιλεί με τον Ουρανό; Υπάρχει επιστημονική εξήγηση γι’ αυτή τη σχέση;
Ο πιο ειλικρινής τρόπος να ανοίξεις μια τέτοια συζήτηση είναι ο από καρδιάς: Ξεκινώ, λοιπόν με ένα ΕΓΩ που μοιάζει εγωιστικό, μα δεν είναι γιατί δεν αναφέρεται σε προσωπική εμπειρία αλλά αγγίζει – νομίζω – τους περισσότερους νέους ανθρώπους: Εγώ τον Όσιο Πορφύριο δεν τον καταλαβαίνω! Ποτέ δεν τον καταλάβαινα, δεν καταλάβαινα την αγιότητά του, κι ακόμα κι όταν η ψυχή μου την ένιωθε, η λογική μου τη φοβόταν. Αυτή την οσιακή, ήρεμη μορφή, αυτό το καλοσυνάτο και σιωπηλό κι ευγενικό γέροντα, τον φοβόμουν… Οι αναμνήσεις μου από τον γέροντα Πορφύριο μέχρι σήμερα μου προκαλούν ντροπή: έπαιζα στην αυλή του, του φίλησα το χέρι, τον χαιρέτησα, αλλά η ψυχή μου παρέμενε πεισματικά κλειδωμένη… τα πόδια μου με έφεραν στο κελάκι του, τα χέρια μου άγγιξαν τα δικά του, η φωνή μου άγγιξε τα αυτιά του, αλλά την ψυχή μου δεν την άφησα να τον πλησιάσει… τη ψυχή μου την είχα αφήσει αιχμάλωτη της λογικής, του φόβου και του εγωισμού μου… αν για κάτι μετανιώνω, είναι που δεν άφησα τη ψυχή μου ελεύθερη να τον γνωρίσει, όταν τον γνώρισα… δε με πειράζει που δεν πίστευα αμέσως σε όσα άκουγα για εκείνον: η πίστη είναι το δεύτερο στάδιο μιας σχέσης τόσο ιδιαίτερης. Κι άλλωστε η πίστη δεν είναι κάτι δικό μας… είναι δώρο του Ουρανού προς τον άνθρωπο, που έρχεται όταν ο άνθρωπος το θελήσει και το ζητήσει…
Όταν μπορούσα να ακούσω τη φωνή του Γέροντα, το λάθος μου ήταν ότι δεν άφησα τη ψυχή μου να ζητήσει αυτό που ήθελε: και η ψυχή μου, το ξέρω τώρα πολύ καλά, ήθελε να τον γνωρίσει… κι αφού τον γνώριζε, ήθελε να τον πιστέψει… και αφού τον πίστευε, ήθελε να αφεθεί στην αγάπη της Αγιότητάς του, να κουρνιάσει εκεί και να μη φοβάται τίποτα.
Με την κοίμησή του, πέθαναν η λογική και ο εγωισμός μου μα αυτό που έμεινε ήταν ένας φόβος διαφορετικός, που έμοιαζε με ορφάνια: πώς να ζητήσω βοήθεια από έναν Άγιο, αφού δεν τον είχα σεβαστεί όσο ήταν εν ζωή; Με τι θάρρος να του μιλούσα στην προσευχή μου; Πώς να του ζητούσα βοήθεια; Πώς να πλησιάσω έναν Άγιο στον Ουρανό, αφού δεν τον είχα πλησιάσει όσο βρισκόταν στη γη; Και τι σημασία είχε άραγε αν είχα μετανοιώσει, αφού τον είχα χάσει;
Έπρεπε να βάλω το χέρι μου πολλές φορές επί τον τύπο των ήλων για να κάνω τη λογική μου να σιωπήσει μπροστά στην παρουσία του Οσίου Πορφυρίου… έπρεπε να ταπεινωθώ, για να αφήσω την ψυχή μου ελεύθερη από τα δεσμά της: τώρα ξέρω ότι μπορεί ένα παιδί να μην καταλαβαίνει τον Όσιο Πορφύριο, αλλά ο Όσιος καταλαβαίνει πολύ καλά τα νέα παιδιά: καταλαβαίνει και την αμφιβολία, και το φόβο, και την ορμή και το θυμό… καταλαβαίνει και σέβεται και περιμένει… περιμένει αυτό το κάλεσμα, αυτή την ικεσία, περιμένει αυτό το δάκρυ που κυλάει από τα μάτια όταν η ψυχή σου διψάει μα η λογική σε τρομάζει… κι όταν τον καλέσεις, έρχεται – στ’ αλήθεια έρχεται τρέχοντας, σαν αφήσεις την ψυχή σου να τον γυρέψει…
Όχι: εγώ τον Όσιο Πορφύριο δεν τον καταλαβαίνω: κι αυτή είναι η μεγαλύτερη χαρά, η μεγαλύτερη ευλογία: αν τον καταλάβαινα δε θα ήταν Άγιος… κι εγώ τον έχω ανάγκη ως Άγιο… δε θέλω να τον καταλάβω, μου αρκεί που τον βιώνω… μου αρκεί που η ψυχή μου ηρεμεί όταν του μιλάει… που η φροντίδα του είναι σαν τον αέρα που αναπνέω…
Όχι: εγώ τον Όσιο Πορφύριο δεν τον καταλαβαίνω… κι αυτή είναι η λύτρωσή μου: η σχέση της ψυχής με τον Ουρανό είναι ερωτική και τον αληθινό Έρωτα δεν τον καταλαβαίνεις: τον νιώθεις, σε πλημμυρίζει, αλλά δεν τον καταλαβαίνεις… η ευτυχία σου είναι ότι τον έχεις… η ευλογία σου είναι ότι τον ζεις…
Είθε ψυχή μου νεαρή, ατίθαση κι ερωτευμένη, να βιώνεις τον Όσιο Πορφύριο την κάθε στιγμή… να γεύεσαι αδιάκοπα την παρουσία του… και να μπορείς ελεύθερη, χωρίς δεσμά να τον καλείς… να είσαι σίγουρη ψυχή μου: εκείνος θα ακούσει το κάλεσμά σου και θα τρέξει… με πάθος και ευγένεια και δύναμη και στοργή…
Μάρω Σιδέρη
Θεολόγος, Ιστορικός