Λυκούργος Νάνης, ιατρός
Επί τη βάσει των όσων διαλαμβάνουν σχετικώς, τόσο τα κατατεθειμένα-δημοσιευθέντα κείμενα των προσυνοδικών συζητήσεων και διασκέψεων όσο και, κυρίως, η πλήρης και εμπεριστατωμένη, καταλυτική και εξουθενωτική κριτική που ασκήθηκε στο περιεχόμενο και τη θεματολογία τους απ την πλευρά εγκρατών της Θεολογίας και Εκκλησιολογίας παραγόντων, όπως επισκόπων και ακαδημαικών θεολόγων, κληρικών και λαικών, καθίσταται πρόδηλο ότι
η τυχόν διεξαγωγή της μελλούσης να συνέλθει “Αγίας και Μεγάλης Συνόδου” όχι μόνο δεν προοιωνίζεται τίποτε το θετικό για την ιερή υπόθεση της προασπίσεως του πατρώου Δόγματος και της περιφρουρήσεως του Ορθοδόξου Ήθους αλλά βασίμως ενισχύονται οι φόβοι εκείνων των μελών της Ορθοδόξου Εκκλησίας τα οποία φρονούν ότι η εν θέματι Σύνοδος προώρισται να ζημιώσει το καλώς εννοούμενο συμφέρον της οικουμενικής Ορθοδοξίας.
Θεσμοθετώντας και “νομιμοποιώντας” εκκλησιαστικά και εκκλησιολογικά τον οικουμενιστικό συγκρητισμό διά της υιοθετήσεως στρεβλών εκκλησιολογικών θέσεων, απόψεων και αντιλήψεων, καταργώντας, στην πράξη, κάθε έννοια αληθούς και γνήσιας συνοδικότητας τόσο στον τομέα της αντιπροσωπεύσεως του συνόλου των επισκόπων-μελών της όσο και σε αυτόν του δικαιώματος ΄της ψήφου σε κάθε ένα εκ των συμμετεχόντων σε αυτή καθώς και σε εκείνον της υποχρεωτικής-καθολικής ομοφωνίας στη λήψη των τελικών αποφάσεών της, αγνοώντας την, εν προκειμένω, ευαισθησία του υγιώς φρονούντος πομνίου, του οποίου το φιλο-ορθόδοξο και φιλο-παραδοσιακό φρόνημα και αισθητήριο υπαγορεύει την αποδοκιμασία των προδιαγραφών υπό τις οποίες συγκαλείται και της υποκρυπτόμενης στοχοθεσίας των τυχόν αποφάσεων της προαναφερθείσης Συνόδου, συνοδικού μορφώματος μάλλον, ποινικοποιώντας, εκ των προτέρων και εμμέσως, την τυχόν έλλειψη αποδοχής των αποφάσεών της απ τη μεριά του χριστεπωνύμου πληρώματος, πυροδοτώντας επικίνδυνες ενδοορθόδοξες εντάσεις και απευκταία σχίσματα, η υπό τινων ονομασθείσα “Αγία και Μεγάλη Σύνοδος” κάθε άλλο παρά πληροί τις τηρητέες και απαραίτητες, για την άψογη και κανονική σύγκλησή της, προδιαγραφές διεκδικώντας,κατ αυτόν τον τρόπο, μία θέση στον κατάλογο των συνόδων που δεν συντονίστηκαν με την πνοή του Αγίου Πνεύματος αλλά κάποιου άλλου δυσειδούς πνεύματος.
Κατόπιν τούτου προβάλλει καίριο το ερώτημα: εν ονόματι ποίας θεολογικής, εκκλησιολογικής και ιεροκανονικής λογικής πρόκειται να συμμετάσχουν ως μέλη σε μία τέτοιας ποιότητας προδιαγραφών και προβληματικότατη Σύνοδο οι ιεράρχες εκείνοι των οποίων τα ονόματα περιλαμβάνονται στους δημοσιοποιηθέντες καταλόγους;
Έχουν την πεποίθηση ή την ενδόμυχη ελπίδα, κάποιοι απ τους επισκόπους μας που πρόκειται να συμμετάσχουν στη Σύνοδο, ότι η τελευταία διαθέτει έστω και ίχνος προοπτικής αναγνωρίσεως από την πλευρά της γρηγορούσης εκκλησιαστικής συνειδήσεως;
Εάν συμβαίνει κάτι τέτοιο μάλλον ελέγχονται, οι συγκεκριμένοι, μέλλοντες να συμμετάσχουν στις εργασίες της, ποιμένες ως αδυνατούντες να αντιληφθούν και αφουγκρασθούν την έμπονη κραυγή αγωνίας του ποιμνίου τους.
Υπάρχουν, βεβαίως, και εκείνοι οι εκκλησιαστικοί ταγοί που επιδιώκουν και απεργάζονται την παντί σθένει και έναντι παντός τιμήματος διεξαγωγή των εργασιών της Συνόδου, υπηρετώντας, εν προκειμένω, οικουμενιστικές και άλλες σκοπιμότητες, κοσμικώς προδιαγραφών, όπως βασίμως εικάζεται από την πλευρά ικανού αριθμού παρατηρητών των εκκλησιαστικών μας πραγμάτων.
Τέλος, υφίσταται, ενδεχομένως, και μία ομάδα επισκόπων που ευελπιστεί, ίσως, ότι θα της δοθεί η ευκαιρία, στα πλαίσια της διεξαγωγής των συνοδικών συνεδριάσεων, να δώσει ομολογιακές μάχες για την προάσπιση του Ορθοδόξου Δόγματος και Ήθους και να ακυρώσει με τη στάση της τους επιχειρούμενους σχεδιασμούς και τις αντίστοιχες μεθοδεύσεις απ την πλευρά της φιλο-οικουμενιστικής συνοδικής πτέρυγας που προάγουν τη θεσμική κατοχύρωση του οικουμενισμού και της εκκοσμικεύσεως από εκκλησιαστικής πλευράς.
Η μέλλουσα να συνέλθει Σύνοδος πρόκειται να συγκληθεί σε ένα πλαίσιο στο οποίο κυριαρχεί η αρχή της σκοπιμότητος και όχι η Αγιοπνευματική πνοή και παρουσία. Ήδη,εδώ και καιρό, η εξουθενωτική, τεκμηριωμένη και καταλυτική κριτική που έχει ασκηθεί σε βάρος της με βάση τα προσυνοδικά κείμενα από επαίοντες την έχει αποδομήσει στη συνείδηση του πιστού λαού που έχει σχηματίσει την εντύπωση ότι μία ακόμη προβληματική σύνοδος πρόκειται να καταταγεί στις δέλτους της εκκλησιαστικής μας Ιστορίας.