Οι τροπολογίες Φίλη για την ειδική αγωγή προκαλούν την αντίδραση εκπαιδευτικών και γονέων καθώς «ξηλώνονται» τα Τμήματα Ενταξης – Στόχος του υπουργείου η εξοικονόμηση πόρων
Λένε ότι ο πολιτισμός μιας κοινωνίας φαίνεται από τον τρόπο που φέρεται στα αδύναμα μέλη της. Εδώ και έναν μήνα ψηφίστηκε σειρά τροπολογιών για την ειδική αγωγή και τα παιδιά που αντιμετωπίζουν μαθησιακά προβλήματα στα σχολεία τις οποίες κατέθεσε στη Βουλή εκτός εθνικού διαλόγου (κάτι που μάλλον δεν εξέπληξε κανέναν) ο υπουργός Παιδείας κ. Νίκος Φίλης. Ο αιφνιδιασμός της εκπαιδευτικής κοινότητας, όπως λένε δάσκαλοι και καθηγητές που μίλησαν στο «Βήμα», ήταν απόλυτος και τα αποτελέσματα των πολιτικών αυτών, όπως αναφέρουν, θα φανούν την επόμενη σχολική χρονιά.
Στις υπερπληθείς τάξεις των πρώτων!
Με τις ρυθμίσεις αυτές, υπό την ομπρέλα της συνεκπαίδευσης μαθητών με ειδικά προβλήματα με τους υπόλοιπους μαθητές της τάξης, η οποία εφαρμόζεται σε πολλά πολιτισμένα κράτη του κόσμου με υποδομές, στην Ελλάδα της ύφεσης με τη σχεδόν παντελή έλλειψη υποδομών τα παιδιά με μαθησιακές ανάγκες «σπρώχνονται» στις ήδη υπερπληθείς σχολικές τάξεις. Με υπερφορτωμένο το σχολικό πρόγραμμα, που ήδη καταγγέλλεται από τους εκπαιδευτικούς ότι είναι προσανατολισμένο στο να ευνοεί μόνο τους καλούς μαθητές.
Ετσι «ξηλώνεται» το δίκτυο της Ειδικής Αγωγής που λειτουργεί εδώ και 30 χρόνια, με πρώτα εξ αυτών το «κύτταρό» τους, τα Τμήματα Ενταξης, στα σχολεία για την εξατομικευμένη διδασκαλία των παιδιών που αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες. Οι εκπαιδευτικοί των τμημάτων αυτών καλούνται μάλιστα να αναλάβουν όλο το βάρος των μαθητών αυτών καθώς θα πρέπει να τα διδάσκουν μέσα στην τάξη σε ρόλο εκπαιδευτικών Παράλληλης Στήριξης.
«Η εκπαίδευση των παιδιών με ειδικές ανάγκες και μαθησιακές δυσκολίες θα γίνεται πλέον μόνο μέσα στη σχολική τάξη, οπότε ουσιαστικά τα Τμήματα Ενταξης στα οποία φοιτούσαν μόνα τους με την υποστήριξη ενός δασκάλου για την ειδική αγωγή ωθούνται στην κατάργηση» λέει εκπαιδευτικός με τεράστια διοικητική εμπειρία στο θέμα καθώς εργάστηκε στο παρελθόν στο υπουργείο Παιδείας ως βασικός σύμβουλος δύο υπουργών του.
Μια εικόνα από το μέλλον δίνει ένα περιστατικό πριν από δύο χρόνια. Ο διευθυντής Περιφερειακής Εκπαίδευσης δεν έπραξε τίποτα σε γυμνάσιο των δυτικών συνοικιών της Αθήνας όταν εκπαιδευτικοί και γονείς και εγγράφως ο σχολικός σύμβουλος ζητούσαν την ίδρυση νέου τμήματος βάσει του Ν. 4186/2013 (άρ. 28, παρ. 15) που προέβλεπε την κατανομή εξίσου των μαθητών με αναπηρία ή ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες σε τάξεις τη στιγμή που έχει συμπληρωθεί ο μέγιστος αριθμός τους σε τμήματα. Ετσι τρεις έφηβοι της κατηγορίας αυτής εξακολούθησαν να συνωθούνται σε τμήματα 27 μαθητών προφανώς ελλείψει κονδυλίων και εν μέσω πολλών συγχωνεύσεων, με αποτέλεσμα ούτε οι ίδιοι να έχουν την ανάλογη πρόοδο αλλά ούτε και οι περισσότεροι συμμαθητές τους.
«Η άποψη της συνεκπαίδευσης μπορεί να εκφραστεί σε χώρες με διαφορετικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα, με υποδομές, με ψυχολόγους και ειδικούς εκπαιδευτικούς σε όλα τα σχολεία. Υπάρχει αυτό στην Ελλάδα;» αναρωτιέται ο εκπαιδευτικός με τη διοικητική εμπειρία.
«Στη χώρα μας το αναλυτικό πρόγραμμα είναι ασφυκτικό. Η δομή της γενικής εκπαίδευσης είναι πολύ αυστηρή. Δεν είναι καν για μέτριους μαθητές τα ελληνικά σχολεία. Είναι στημένη μόνο για τους καλούς. Πώς θα επιβιώσουν τα παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες σε αυτές τις τάξεις; Το πρόβλημα στη χώρα μας δεν το έχει η ειδική αγωγή. Το πρόβλημα το έχει η γενική εκπαίδευση και εκεί πρέπει να αλλάξουμε δομές για να μπορεί να υποδεχθεί με επιτυχία αυτά τα παιδιά» συνεχίζει. «Επιπλέον ο ένας εκπαιδευτικός που θα ασχολείται με τα θέματα Παράλληλης Στήριξης πόσους μαθητές θα μπορεί να παρακολουθήσει μέσα σε μία μέρα σε άλλες τάξεις; Αν έχει 15 αυτής της κατηγορίας όπως σε σχολείο της περιοχής μας, ποιον θα διαλέξει για να διδάξει;».
Τελικά, όπως λένε πολλοί, αναζητήθηκε απλά «φτηνότερη» λύση; Το 99% των εκπαιδευτικών της Παράλληλης Στήριξης (παρακολουθούν μαθητές μέσα στις γενικές τάξεις) πληρώνονται από κοινοτικά κονδύλια, σε αντίθεση με εκείνους στα Τμήματα Ενταξης που λειτουργούσαν σε κάθε σχολείο. Εφέτος δόθηκαν πιστώσεις για 3.600 προσλήψεις αναπληρωτών εκπαιδευτικών της ειδικής αγωγής στα σχολεία.
Αριθμοί και παράδοξα
Στη χώρα μας το 10%-11% του μαθητικού πληθυσμού, δηλαδή σχεδόν 110.000 παιδιά από τα περίπου 1.200.000, χρειάζονται ειδική αγωγή, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Παιδείας από το εκπαιδευτικό δίκτυο «Ευρυδίκη». Πάνω από τους μισούς, περί τις 50.000-60.000, δεν ακολουθούν κάποιο είδος καθημερινής σχολικής εκπαίδευσης επειδή δεν έχει γίνει διάγνωση.
Εκατομμύρια ευρώ έχουν δοθεί τα τελευταία 20 χρόνια από την Ευρωπαϊκή Ενωση στην Ελλάδα για την αντιμετώπιση της ειδικής αγωγής. Εν τούτοις, οι υποδομές κατατάσσουν τη χώρα στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ.
Παράλληλα όλο και περισσότεροι εκπαιδευτικοί ειδικής αγωγής υποβάλλουν αίτηση για πρόσληψη. Το 2009 ήταν 480 ενώ εφέτος 6.000 και, όπως υπολογίζουν υπάλληλοι των αρμοδίων υπηρεσιών, ίσως την επόμενη χρονιά να έχουν 7.000-8.000 αιτήσεις, ωστόσο με τον νέο νόμο κανείς δεν αναμένει προσλήψεις περισσοτέρων από 1.500 αναπληρωτών πανελλαδικά.
Και τα παράδοξα συνεχίζονται. Με νόμο του 2011 άνοιξε ένα «παράθυρο» καθώς έχει θεσπιστεί η δυνατότητα πρόσληψης εκπαιδευτικών όλων των ειδικοτήτων σε θέσεις ειδικής αγωγής στα ειδικά σχολεία επειδή καλύπτονταν γρήγορα οι πίνακες των εξειδικευμένων. Οπως λένε υπάλληλοι του υπουργείου Παιδείας με πολυετή πείρα, «στην ειδική αγωγή σήμερα ίσως και οι μισοί από τους εκπαιδευτικούς που έχουν προσληφθεί δεν έχουν τα ειδικά προσόντα να αντιμετωπίσουν παιδιά με αντίστοιχα προβλήματα».
Η «γκετοποίηση» των Τμημάτων Ενταξης και η απάντηση του υπουργείου
«Στην Ελλάδα η ειδική αγωγή ήταν πάντα μεσαίωνας»
Πώς θα μπορέσουν σε αυτό το σύστημα, με την επιπλέον υπερβολική ύλη και τους εκπαιδευτικούς που «τρέχουν» τα κεφάλαια χωρίς καν οι μαθητές να εμπεδώνουν τη γνώση, να ενταχθούν τα παιδιά με ειδικά προβλήματα;
«Στην Ελλάδα η ειδική αγωγή ήταν πάντα μεσαίωνας και τώρα περισσότερο από ποτέ» εξηγεί στο «Βήμα» η εκπαιδευτικός ενός από τα Τμήματα Παράλληλης Στήριξης, τα οποία ασχολούνταν μέσα στο σχολικό περιβάλλον με τα παιδιά που έχουν μαθησιακά προβλήματα ή ήπια προβλήματα ειδικής αγωγής.
Στήριξη και «γκετοποίηση»
«Τα εκπαιδευτικά δικαιώματα των μαθητών με ειδικές ανάγκες δεν αντιμετωπίζονται, αντίθετα ωθούνται στην περιθωριοποίηση» δηλώνει σχετικά από την πλευρά της η κυρία Βασιλική Παπαχρήστου, που εργάζεται σε Δημόσια Πιστοποιημένα Διαγνωστικά Κέντρα (ΚΕΔΔΥ). Εχει εργαστεί όμως σε όλες τις μορφές ειδικής αγωγής στη χώρα.
«Η λειτουργία και η αυτονομία των Τμημάτων Ενταξης, με λίγους μαθητές, όπου για κάποιες ώρες ο καθένας θα διδάσκεται και θα μορφώνεται ανάλογα με τις ανάγκες του, δεν αποτελεί ούτε επιτρέπεται να ερμηνεύεται ως “γκετοποίηση” ή “απένταξη”· τουναντίον, αποτελεί και είναι δικαίωμα και ανάγκη του μαθητή» σημειώνει η κυρία Παπαχρήστου. «Σε περιοχές πληθυσμιακά και κοινωνικοοικονομικά τόσο ανομοιογενείς, και μάλιστα φτωχές όσο εκείνες της Ανατολικής Αττικής, όπου οι οικογένειες κατώτερων κοινωνικοπολιτισμικών στρωμάτων υποφέρουν από την κρίση και την ανεργία, τα παιδιά αυτών των οικογενειών και συνάμα μαθητές με δυσκολίες μάθησης και ΕΕΑ θα μπορούσαν όχι να “γκετοποιηθούν” ή να “απενταχθούν”, αλλά μάλλον να στηριχθούν σημαντικά μέσα από αυτή τη δομή» συνεχίζει.
Τα τμήματα αυτά, όπως λέει, «παρέχουν ουσιαστική εκπαιδευτική παρέμβαση με ατομικά ή ομαδικά προγράμματα εκπαίδευσης εντός του σχολικού ωραρίου. Οση ώρα ο μαθητής με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες παραμένει και διδάσκεται στο Τμήμα Ενταξης, ουσιαστικά δουλεύει “επικεντρωμένα” στις εντοπισμένες μαθησιακές του δυσκολίες αναπτύσσοντας, για παράδειγμα, την ικανότητα ορθογραφημένης γραφής, ικανοποιητικής ανάγνωσης, στρατηγικών κατανόησης για επαρκέστερη κειμενική επεξεργασία, μεταγνωστικών προσεγγίσεων κ.ά. και αυτό έχει θετικό αντίκτυπο σε όλα τα μαθήματά του» καταλήγει η κυρία Παπαχρήστου.
«Η νέα τροπολογία που ψηφίστηκε είναι σε λάθος κατεύθυνση και σε αναγκάζει να δουλεύεις με ένα παιδί πιο πολύ μέσα στη γενική τάξη και να μην ασχολείσαι τόσο πολύ με όλα τα παιδιά που έχουν ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες» λέει ο δάσκαλος του Α’ Δημοτικού Σχολείου Πειραιά και ταμίας του Πανελληνίου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής κ. Γιώργος Γαλάνης.
«Δουλεύω από το 1989 και τα Τμήματα Ενταξης, από το 1981 που ιδρύθηκαν, είχαν αποσπάσει τα πιο θετικά σχόλια. Είναι ένα στολίδι στα ελληνικά σχολεία, ό,τι καλύτερο έχει υπάρξει» αναφέρει χαρακτηριστικά. «Εχω 14 παιδιά με ειδικά μαθησιακά προβλήματα. Με ποιο θα πρωτοασχοληθεί ένας εκπαιδευτικός όταν όλα ενταχθούν σε διαφορετικές τάξεις του σχολείου μου; Ο εκπαιδευτικός ειδικής αγωγής είναι ένας…».
Υπουργείο: Χωρίς διακρίσεις
Το υπουργείο Παιδείας εκτιμά ότι η νομοθετική παρέμβαση αναβαθμίζει τα τμήματα ένταξης και η αλλαγή του τρόπου λειτουργίας θα ωφελήσει μαθητές και εκπαιδευτικούς, καθώς «η κάλυψη των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών των μαθητών εντός του φυσικού και οικείου περιβάλλοντος της τάξης-ομάδας τους αποτελεί μέρος των θεμελιωδών δικαιωμάτων των μαθητών και υποχρεώσεων της πολιτείας για ισότιμη πρόσβαση στη γνώση, χωρίς διακρίσεις και περιθωριοποιήσεις».
Ως εκ τούτου είναι παιδαγωγικά ορθό, κατά το υπουργείο, «να μην απομακρύνεται ο μαθητής από τον χώρο της τάξης του για να υποστηριχθεί εξατομικευμένα όταν αυτό μπορεί να γίνει μέσα στην τάξη, υπό την οργανωμένη συνεργασία του εκπαιδευτικού της τάξης και του εκπαιδευτικού του ΤΕ».
Αγανάκτηση
«Αυτό που θέλουν να κάνουν στιγματίζει τα παιδιά»
Στα Τμήματα Ενταξης, που υπολογίζονται σε 1.870 εφέτος, χρησιμοποιούνται εναλλακτικοί τρόποι μάθησης και καθοδήγησης. «Τώρα μέσα στην τάξη ο εκπαιδευτικός του Τμήματος Ενταξης δεν θα μπορεί να κάνει το ίδιο πρόγραμμα με πριν. Θα πρέπει να υπάρχει απόλυτη συνεργασία των δύο εκπαιδευτικών, επειδή θα μοιάζει με την παράλληλη στήριξη. Βέβαια, μέχρι σήμερα ορισμένοι εκπαιδευτικοί καλούσαν τον δάσκαλο Τμήματος Ενταξης για να δει πώς λειτουργούν τα παιδιά μέσα στο περιβάλλον της τάξης, αλλά θεσμικά δεν είχε την άδεια να καθίσει δίπλα τους και να τα βοηθήσει, απλώς τα παρακολουθούσε» σχολιάζει δάσκαλος της ειδικής αγωγής.
«Απάντηση στο αν αναβαθμίζονται ή καταργούνται δεν μπορούμε να δώσουμε ακόμη εάν δεν εφαρμοστεί ο νόμος. Δεν ξέρουμε πώς θα συλλειτουργήσουν οι εκπαιδευτικοί» σχολιάζει εκπαιδευτικός ειδικής αγωγής, επισημαίνοντας ότι «εφόσον εξασφαλιστούν οι προϋποθέσεις, μπορούμε να μιλάμε για κοινωνικοποίηση των παιδιών και ομαλή ένταξή τους στο σχολικό περιβάλλον. Αλλά χρειάζεται να ευαισθητοποιηθούν εκπαιδευτικοί, γονείς και κηδεμόνες, οι οποίοι δεν πρέπει απαγορεύουν στα δικά τους παιδιά να πλησιάζουν εκείνα που έχουν κάποιο πρόβλημα».
Για να λειτουργήσει ένα Τμήμα Ενταξης σε σχολείο θα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον τρεις βεβαιωμένοι από το ΚΕΔΔΥ μαθητές που χρήζουν αυτής της ειδικής διδασκαλίας. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι εάν κάποιοι μαθητές με συναφείς μαθησιακές δυσκολίες παρακολουθούσαν μαζί το Τμήμα Ενταξης τώρα θα πρέπει να χωριστούν και ο εκπαιδευτικός ένταξης να βλέπει τα παιδιά ξεχωριστά. «Αυτό που θέλουν να κάνουν στιγματίζει περισσότερο τα παιδιά, επειδή όταν έλειπε το συγκεκριμένο παιδί για λίγες ώρες από την τάξη δεν καταλάβαιναν τον λόγο οι συμμαθητές του. Τώρα που ένας δεύτερος δάσκαλος θα μπει στην αίθουσα και θα βρίσκεται δίπλα του, οι υπόλοιποι θα αναρωτιούνται γιατί έχει επιπλέον βοήθεια και ίσως η απομόνωσή τους να είναι μεγαλύτερη» εξηγεί στο «Βήμα» η Μαρία, μητέρα μαθητή με σπάνια αναπηρία, η οποία δραστηριοποιείται ενεργά στα ζητήματα της ειδικής αγωγής.