Έχοντας υπόψη τις πρόσφατες αποφάσεις συνδικαλιστικών φορέων για κινητοποίηση ενάντια στην αξιολόγηση των σχολικών μονάδων, κρίνουμε σκόπιμο να εκφράσουμε τον έντονο προβληματισμό μας για την εν λόγω πρωτοβουλία.
ΔΑΚΕ καθηγητών Ζακύνθου
Εκτίμησή μας είναι ότι το ευαίσθητο αυτό ζήτημα χρησιμοποιείται από συγκεκριμένη πολιτική παράταξη, με στόχο τη σύγχυση και το διχασμό του κλάδου μέσα από διφορούμενες ερμηνείες νόμων με παράλληλη προώθηση και με την υιοθέτηση εκ μέρους της ΟΛΜΕ συγκεκριμένων πολιτικών θέσεων.
Το κείμενο που αναρατάται στο site της ΟΛΜΕ με ημερομηνία 9/2/2021 είχε κατατεθεί στο Δ.Σ της ΕΛΜΕ Ζακύνθου από την παράταξη της ΔΑΣ (ΠΑΜΕ) από την Κυριακή 7/2/2021, ενώ το ίδιο (σχεδόν) κείμενο ανταρτάται και στο επίσημο site της ΑΣΕ την 8/2/2021. Ή η ΑΣΕ υιοθέτητσε 1-2 μέρες νωρίτερα το κείμενο της ΟΛΜΕ ή η ΟΛΜΕ έκανε πιστή αντιγραφή (και επικόληση.. ) στο κείμενο του ΠΑΜΕ. Ωστόσο το ύφος, οι θέσεις και το λεξιλόγιο του κειμένου δεν αφήνει περιθώρια για λανθασμένες υποθέσεις. Υιοθετήθηκε λοιπόν το κείμενο του ΠΑΜΕ όταν στη Ζάκυνθο οι αφίσες της ΟΛΜΕ (και όχι μόνο) έχουν ¨εξαφανιστεί¨ εδώ και χρόνια. Η αναφορά στην Ομοσπονδία γίνεται επιλεκτικά και μόνο εφόσον “εξυπηρετεί”.
Υπάρχει καταστατικό; Είναι απαράδεκτο η ΟΛΜΕ να αναπαράγει πιστά, κομματικά κείμενα συγκεκριμένου αριστερού χώρου, προωθώντας ιδεολογίες και θέσεις που προφανώς δεν εκφράζουν το σύνολο των εκπαιδευτικών.
Το περιεχόμενο της ψηφισμένης αξιολόγησης δεν πείθει τον μάχιμο εκπαιδευτικό. Η χρονική στιγμή που επιλέγεται για την εφαρμογή του νόμου ενισχύει την απαξίωση και την αποδόμησή του. Οι δείκτες και οι κλίμακες που προτείνονται δεν αποτυπώνουν τις ανάγκες της εκπαίδευσης και, αν καταγραφούν, θα περιοριστούν σε άχρηστες στατιστικές επεξεργασίες.
Όμως τα Συνδικάτα, οι Ομοσπονδίες, εκλέγονται για να διαπραγματεύονται με τις πολιτικές ηγεσίες και να διεκδικούν για τον κλάδο με βάση τα ψηφίσματά του. Ο κλάδος, λοιπόν, έχει ψηφίσει στο 6 συνέδριο της ΟΛΜΕ «προγραμματισμό και αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου».
Σχετικά με την απόφαση για «απεργία – αποχή» από την προβλεπόμενη διαδικασία αξιολόγησης των σχολικών μονάδων. Βασικό επιχείρημα, σύμφωνα και με το πρόσφατο κείμενο της ΔΟΕ, είναι ότι : «η αποχή των εκπαιδευτικών από συγκεκριμένα καθήκοντα προβλέπεται από τις διατάξεις του ν.1264/1982, όπως αυτές έχουν ερμηνευτεί από τα αρμόδια Δικαστήρια (όλως ενδεικτικώς Δ.Εφ. 486/1995 κ.ά.) και συνιστά απολύτως νόμιμη, συνταγματικά κατοχυρωμένη μορφή συνδικαλιστικής δράσης, αναγνωριζόμενη ως μορφή απεργίας η οποία καλύπτει τους συμμετέχοντες από κάθε πειθαρχική ευθύνη ή αποχή των εκπαιδευτικών από συγκεκριμένα καθήκοντα».
Σύμφωνα, λοιπόν, με το επιχείρημα αυτό, ο ν. 1264/1982, αποτελεί το κύριο μέσο υπεράσπισης του δικαιώματος για την επικείμενη «απεργία – αποχή». Κατόπιν, μάλιστα, παλαιότερης γνωμοδότησης συγκεκριμένου νομικού γραφείου, υιοθετείται ως «ερμηνεία» του εν λόγω νόμου (1264/1982), η απόφαση του Δ. Εφ. Πειραιώς 486/1995, στην οποία γίνεται λόγος για το δικαίωμα στη λευκή απεργία, όταν οι εργαζόμενοι από κοινού συμφωνούν να μειώσουν την αποδοτικότητα της εργασίας προς διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών και εργασιακών, εν γένει, συμφερόντων τους.
Όσον αφορά στην ερμηνεία του ν. 1264/1982, υπενθυμίζουμε στους συναδέλφους ότι, στο νόμο αυτό γίνεται λόγος (Άρθρο 19), για το δικαίωμα στην απεργία ως μέσο για τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών, εργασιακών, συνδικαλιστικών και ασφαλιστικών συμφερόντων των εργαζομένων, ενώ σύμφωνα με το Κεφ. Ι, Άρθρο 30 : «ο χρόνος της απεργίας των δημοσίων υπαλλήλων θεωρείται ως χρόνος πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας χωρίς όμως να καταβάλλονται οι αποδοχές του χρόνου απεργίας».
Κατά συνέπεια, η χρήση από τους συνδικαλιστικούς φορείς του όρου «απεργία – αποχή» κρίνεται αδόκιμη με βάση τη σωστή ερμηνεία του νόμου.
Η ερμηνεία του δικαιώματος στην απεργία σύμφωνα με το νόμο 1264/1982, ερμηνεύεται με βάση αποφάσεις δικαστηρίων, όπως αυτή του Δ. Εφ. Πειραιώς 486/1995, στα οποία γίνεται λόγος για τη νομική κατοχύρωση του δικαιώματος στη «λευκή απεργία», όταν οι εργαζόμενοι από κοινού συμφωνούν να μειώσουν την αποδοτικότητα της εργασίας τους προς διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών και εργασιακών εν γένει συμφερόντων τους.
Κατά συνέπεια, σύμφωνα με το νόμο 486/1995 που επικαλούνται οι συνδικαλιστικοί φορείς που είναι «υπέρμαχοι» της «απεργίας – αποχής», η άρνηση εφαρμογής του νόμου για την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων, αποτελεί ένα είδος «μείωσης της απόδοσης» των εργαζομένων, η οποία, στην ουσία, ορίζεται ως «λευκή απεργία».
Στο σημείο αυτό, λοιπόν, ρωτούμε ευθέως τη ΔΟΕ, την ΕΛΜΕΖ και όλους όσοι είναι υπέρμαχοι για την επικείμενη «απεργία αποχή», γιατί δεν μιλούν ευθέως ότι καλούν τον κλάδο σε «λευκή απεργία»; Ο όρος που χρησιμοποιείται : «απεργία – αποχή» είναι σαφής και κατανοητός από τους συναδέλφους; Ή, μήπως, σκοπός είναι η δημιουργία σύγχυσης στον κλάδο για την αποκόμιση πολιτικών οφελών; Και τελικά διασφαλίζεται η προστασία του κάθε συμμετέχοντα στην «απεργία – αποχή», όταν η άρνησή του να εφαρμόσει το νόμο, ερμηνεύεται ως «σκόπιμη μείωση της απόδοσής του»;
Ως ΔΑΚΕ καθηγητών Ζακύνθου, κρίνουμε πως η αντίδραση στις άκαιρες και, εν πολλοίς, εσφαλμένες αποφάσεις του ΥΠΑΙΘ, θα πρέπει να είναι σύννομη αλλά και με θάρρος για την έκφραση των απόψεων όπως και των προβληματισμών μας. Η συγκρότηση των Συλλόγων των Διδασκόντων για την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων, κρίνουμε ότι μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για μία ουσιαστική και γόνιμη κριτική όπως η ανάδειξη και προβολή των υπαρχόντων προβλημάτων. Το ισχυρότερο όργανο σε κάθε σχολική μονάδα είναι ο Σύλλογος καθηγητών. Η αδρανοποίησή του θα είναι μια κακή εξέλιξη για την εκπαιδευτική κοινότητα.