Κριτική ανασκόπησις εκκλησιαστικών γεγονότων
Κατά την ταπεινή μας γνώμη, η σωστή και επισταμένη αντίληψη αναφορικά με το επόμενο έτος σχετίζεται με την όσο το δυνατόν πληρέστερη γνώση και μελέτη των γεγονότων που διαδραματίστηκαν κατά την περασμένη χρονιά.
Μία χρονιά-ορόσημο, τόσο για την Εκκλησία της Ελλάδος και την Χώρα μας, όσο και για την διεθνή κοινότητα και τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες. Η παγκοσμιοποίηση βρίσκεται στο στάδιο της ολοκλήρωσης με αποτέλεσμα τις άμεσες επιπτώσεις τόσο στον εκκλησιαστικό χώρο όσο και στην καθημερινότητά μας. Παγκοσμιοποίηση η οποία αποσκοπεί στην κατάργηση και στην πολτοποίηση των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών των λαών, ενώ βασικό μέσον για τον σκοπό αυτό είναι και η θεσμοθέτηση νόμων. Ας θυμηθούμε, λοιπόν, τα σπουδαιότερα γεγονότα, τα οποία έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις στην χρονιά που μας πέρασε.

Η επονομαζομένη “Μεγάλη και Αγία Σύνοδος” της Κρήτης
Η σύνοδος της Κρήτης ήταν αυτή που διαδραμάτισε σημαντικότερο ρόλο στις εκκλησιαστικές εξελίξεις της χρονιάς που έφυγε και αποτέλεσε σημείο αναφοράς των περισσοτέρων εκκλησιαστικών δημοσιευμάτων αλλά και των θεολογικών αναλύσεων. Η Σύνοδος απασχόλησε την παγκόσμια εκκλησιαστική κοινότητα και συνεχίζει να την απασχολή, αφού για πρώτη φορά στην εκκλησιαστική ιστορία έχουμε την αναγνώριση, σε συνοδικό επίπεδο, των άλλων εκκλησιαστικών ομολογιών και κοινοτήτων ως εκκλησίες. Ο Ο.Τ. ενημέρωσε και συνεχίζει να ενημερώνη, όσο το δυνατόν πληρέστερα τους αναγνώστες του, σχετικά με την Σύνοδο στοιχούμενος πάντοτε στις προτροπές των παλαιών Πατέρων και ειδικότερα του αγίου Ιουστίνου του Πόποβιτς για την μη πραγματοποίησή της, διότι, όπως τονίζαμε, θα είχε ως αποτέλεσμα σχίσματα και διαιρέσεις, κάτι το οποίο ήδη διαφαίνεται.

Στην Σύνοδο συμμετείχαν οι δέκα από τις δεκατέσσερις Ορθόδοξες Εκκλησίες, καθώς δεν παρευρέθηκαν, λόγω διαφωνιών, το Πατριαρχείο Μόσχας, το Πατριαρχείο Αντιοχείας, η Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Βουλγαρίας και η Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Γεωργίας. Σύνοδος η οποία οργανώθηκε και χρηματοδοτήθηκε-όπως αποδείχτηκε- από την Αμερική και καταλυτικό πρόσωπο υπήρξε η κυρία Προδρόμου, υπάλληλος της επιτροπής προάσπισης των διεθνών θρησκευτικών ελευθεριών των ΗΠΑ, όπως αποκάλυψε πρώτος ο Ο.Τ. με τεκμηριωμένο άρθρο του, της οποίας ο λόγος μάλιστα, είχε άμεση αναφορά προς τον Πρόεδρο και την Γερουσία της Αμερικής, αλλά και το υπουργείο εξωτερικών. Έτσι η υπόγεια σχέση Πατριαρχείου και αμερικανικής πολιτικής είχε ως άμεσο αποτέλεσμα οι ΗΠΑ να έχουν τον έλεγχο της Συνόδου και έμμεσα όλου του ορθοδόξου χριστιανικού κόσμου. Ο Πατριάρχης με την Σύνοδο αυτή, αν και δεν έλυσε κανένα ποιμαντικό πρόβλημα, όπως παλαιοημερολογιτικό, σχέσεις Πατριαρχείου Αντιοχείας και Ιεροσολύμων, Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και Μόσχας, τα προβλήματα της ορθόδοξης διασποράς κλπ. αποσκοπούσε στην εξύψωση του ρόλου του, ως Πάπα της Ανατολής. Για τον λόγο αυτό η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Σύνοδο της Κρήτης οδηγήθηκε στην κατάλυση του συνοδικού συστήματός της και στην βατικανοποίησή της. Και αυτό, διότι υπήρξε αποκλεισμός επισκόπων, η αντιπροσώπευσή τους και η άσκηση του δικαιώματος της ψήφου ανά Εκκλησία μόνο από τον Προκαθήμενό της, με αποτέλεσμα την ανύψωση των προκαθημένων των Τοπικών Εκκλησιών, ώστε να ελέγχωνται άμεσα και ευκολότερα οι Τοπικές Εκκλησίες από τον πρώτο, δηλαδή τον Πατριάρχη. Χαρακτηριστική ήταν η δήλωση του Μητροπολίτου Πειραιώς, στον οποίο προτάθηκε να παραστή και αρνήθηκε λέγοντας ότι “δεν συμμετέχω σε ανόσιο παίχνιο». Επίσης, στην Σύνοδο στο Κολυμπάρι συμμετείχαν για πρώτη φορά, στα πρότυπά της Β Βατικανίου Συνόδου, παρατηρητές από τις άλλες χριστιανικές ομολογίες τόσο στην έναρξη των διαδικασιών της Συνόδου όσο και την λήξη.

Στην Σύνοδο του Κολυμπαρίου άλλη βασική επιδίωξη του Πατριάρχου ήταν να αποχαρακτηριστούν οι χριστιανικές ομολογίες και κοινότητες από αιρετικές και να θεωρηθούν εκκλησίες. Αλλά και η αναγνώριση του ΠΣΕ ως μέσου για την ενότητα του χριστιανικού κόσμου. Βέβαια, η απουσία τεσσάρων Εκκλησιών από τις δεκατέσσερις συνολικά, είχε σαν άμεσο αποτέλεσμα τον εκ προοιμίου αποχαρακτηρισμό της συνόδου ως “Πανορθόδοξη». Μέχρι σήμερα η Εκκλησία της Βουλγαρίας με συνοδική απόφασή της, δεν έχει αποδεχθή τα πορίσματα της Συν­όδου της Κρήτης. Επίσης, σε όλο τον ορθόδοξο χριστιανικό κόσμο μεμονωμένοι κληρικοί και Επίσκοποι αμφισβητούν τα αποτελέσματά της και έχουν ήδη προβή στη διακοπή του μνημοσύνου του Πατριάρχου, με άμεσο αποτέλεσμα-δυστυχώς- τη δημιουργία σχισμάτων. Τέλος, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι και στη Ελλαδική Εκκλησία, στο Άγιο Όρος και εκτός αυτού, ιερείς και ιερομόναχοι προχώρησαν στη διακοπή του μνημοσύνου του Πατριάρχου.

Βέβαια, η απουσία του Πατριαρχείου Μόσχας από την Σύνοδο προστάτευσε την Ορθοδοξία, όμως δεν θα πρέπει να μας διαφεύγη ότι η μη συμμετοχή της Εκκλησίας της Ρωσίας οφείλεται σε πολιτικούς λόγους, αλλά και στην όλη προσπάθειά της να καταστή Τρίτη Ρώμη. Επίσης, επιβεβαιώθηκε για άλλη μία φορά ο έντονος επηρεασμός που δέχεται η Εκκλησία της Μόσχας από την αίρεση του οικουμενισμού, και αυτό διεφάνη με τις κοινές δηλώσεις του Πάπα και του Πατριάρχου Κυρίλλου στην συνάντησή τους, για πρώτη φορά μετά το σχίσμα του 1054, στην Αβάνα της Κούβας την χρονιά που μας πέρασε.

Το μάθημα των Θρησκευτικών
Η κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να κάνη πράξη τις ιδέες της για ένα σχολείο ανεξίθρησκο και ουδετερόθρησκο, την περασμένη χρονιά προσπάθησε να μετατρέψη, στο μάθημα των θρησκευτικών, τον κατηχητικό χαρακτήρα που έχει σε θρησκειολογικό. Ήταν τόσο ισχυρή η σύγκρουση μεταξύ των δύο θεσμών, της Εκκλησίας και της Πολιτείας, ώστε να προκληθή η αποπομπή του υπουργού Παιδείας κ. Φίλη. Όμως το υπουργείο Παιδείας, παρά την αλλαγή του υπουργού του, προχωρά στην τελευταία φάση του σχεδίου της αλλαγής του μαθήματος, καθώς παραμένει εν ισχύι η εφαρμογή των νέων προγραμμάτων σπουδών, από δε τα παλαιά βιβλία, συνεχίζονται να χρησιμοποιούνται μόνο όσα αποσπάσματα συνάδουν με το πνεύμα του νέου προγράμματος. Όπως τονίζουν και οι καθηγητές-θεολόγοι των σχολείων, εάν δεν επέμβη άμεσα ο Μακαριώτατος και η Σύνοδος, ώστε να διακοπή η συγγραφή των νέων βιβλίων -που θα είναι έτοιμα σε λίγους μήνες για τη νέα σχολική χρονιά- το μάθημα των θρησκευτικών με κατηχητικό χαρακτήρα θα αποτελή παρελθόν. Επίσης, δεν θα πρέπει να διαφεύγη της προσοχής μας, ότι ο κύριος Σταύρος Γιακάζογλου σύμβουλος του υπουργείου Παιδείας και προϊστάμενος του Γραφείου Έρευνας, Σχεδιασμού και Εφαρμογών Α τοῦ Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) παραμένει στην θέση του, παρά τις αλλαγές κυβερνήσεων και υπουργών Παιδείας ( όλων των αποχρώσεων), κάτι το οποίο αποδεικνύει ότι αυτός είναι ο ιθύνων νους της κατάργησης του μαθήματος. Άνθρωπος, ο οποίος θεωρείται μεταξύ αυτών, του αμέσου περιβάλλοντος του Αρχιεπισκόπου.

Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας
Οι σχέσεις μεταξύ της Εκκλησίας και της Πολιτείας κατά την χρονιά η οποία πέρασε, απασχόλησαν και πάλι τον τύπο, αφού υπήρξαν και περίοδοι ιδιαίτερα τεταμένες, όπως κατά την αποπομπή του υπουργού Παιδείας κ. Νίκου Φίλη. Σχέσεις οι οποίες θα δοκιμασθούν,όπως διαφαίνεται και στην νέα χρονιά, ειδικότερα με την Συνταγματική αναθεώρηση, στην οποία προχωράει η Κυβέρνηση,αφού, παρά τις διαβεβαιώσεις της προς την Εκκλησία, εξυφαίνεται ο χωρισμός μεταξύ των δύο θεσμών. Ο πρωθυπουργός σε ομιλία του στην Βουλή την 25η Ιουλίου προανήγγειλε την δημιουργία ενός νέου Συντάγματος, το οποίο θα οδηγήση την Χώρα μας σε μία “ νέα Ελλάδα”, η οποία σύφωνα με τους λόγους του κυρίου πρωθυπουργού θα είναι «πραγματικά ελεύθερη, αληθινά Δημοκρατική, μία Ελλάδα με ισότητα και δικαιοσύνη». Όμως το πως κατανοεί ο κύριος πρωθυπουργός την ελευθερία και την δικαιοσύνη διαφαίνεται από το “ καινοτόμο Σύνταγμα ”, μία πρωτοβουλία επιστημόνων, μία πρόταση, για ένα καινούργιο Σύνταγμα, την οποία συνέταξαν και έδωσαν στην δημοσιότητα. Ο χορηγός δε αυτής της προσ­πάθειας είναι ένας οργανισμός, ο οποίος έχει ως στόχο την προώθηση της Παγκοσμιοποίησης. Συνήθως, οι σχεδιασμοί αυτοί των συνταγματικών κειμένων που δίνονται στην δημοσιότητα έχει αποδειχθεί ότι συμβάλλουν ως ένα βαθμό στην διαμόρφωση του περιεχομένου των τελικών κειμένων που ψηφίζουν οι συντακτικές η αναθεωρητικές συνελεύσεις. Να σημειώσουμε ότι στο σχέδιο αυτό που δημοσιεύθηκε έχει απαλειφθή το ισχύον άρθρο 3, περί επικρατούσας θρησκείας κ.λπ., επίσης στο άρθρο 12 αναφέρεται ότι «Το κράτος είναι θρησκευτικά ουδέτερο» και ότι “Ο νόμος ρυθμίζει τις σχέσεις του κράτους με τις διάφορες θρησκευτικές κοινότητες, λαμβάνοντας υπόψη την ιστορική παρουσία κάθε μιας στην χώρα». Σύμφωνα με νομικούς επιστήμονες «Οι δύο προτάσεις συνθέτουν μία αντίφαση. Η το κράτος θα είναι ουδέτερο, άρα δεν θα έχει καμία σχέση με καμία θρησκευτική κοινότητα, ούτε με νόμο φυσικά. Η το κράτος δεν θα είναι θρησκευτικά ουδέτερο και θα έχει προνομιακές σχέσεις “επετηρίδας» με θρησκευτικές κοινότητες. Και τα δύο, δεν γίνεται». Άρα από ο,τι διαφαίνεται οδηγούμαστε άμεσα σε ένα θρησκευτικά ουδέτερο κράτος, όπου η Ορθόδοξη Εκκλησία θα έχει τα ίδια δικαιώματα με την μουσουλμανική κοινότητα.

Αι Μητροπόλεις της Βορείου Ελλάδος
Ένα σπουδαίο γεγονός το οποίο σημάδεψε την εκκλησιαστική ειδησεογραφία, κατά την παρελθούσα χρονιά, ήταν η αποκάλυψη με άρθρο του π. Βασιλείου Βολουδάκη στον ΟΤ, ότι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ζήτησε από την Ελληνική κυβέρνηση την επανυπαγωγή των Μητροπόλεων της Βορείου Ελλάδος στην εκκλησιαστική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου. Βέβαια, ο Πατριάρχης κατά την διάρκεια της Συνόδου της Κρήτης διαβεβαίωσε ότι «σέβεται απολύτως το υφιστάμενο εκκλησιαστικό καθεστώς των Μητροπόλεων των λεγομένων Νέων Χωρών της Εκκλησίας της Ελλάδος και ότι ουδεμία πρόθεση υπάρχει αμφισβητήσεως η αλλαγής των ισχυόντων». Όμως υπάρχει το ενδεχόμενο με την Συνταγματική αναθεώρηση που επίκειται και την κατάργηση του άρθρου 3, το εκκλησιαστικό καθεστώς των Μητροπόλεων της Βορείου Ελλάδος να μείνη μετέωρο με αποτέλεσμα την υπαγωγή τους στην δικαιοδοσία του Πατριαρχείου.

Το προσφυγικόν πρόβλημα
Κατά την χρονιά που πέρασε πολύ μεγάλος ήταν ο αριθμός των προσφύγων που έφτασαν στην Χώρα μας. Έντονος όμως είναι ο φόβος ότι θα εγκλωβισθούν οι άνθρωποι αυτοί στην Ελλάδα και έτσι θα οδηγηθούμε με γρήγορους ρυθμούς στην μουσουλμανοποίηση της Πατρίδος μας και στην ταυτόχρονη αποχριστιανοποίησή της και αφελληνισμό της. Την στιγμή μάλιστα κατά την οποία η Τουρκία προχώρησε στον διορισμό μόνιμου ιμάμη στον ναό της του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη.

Τέλος, το 2016 η Πολιτεία προέβη και στην ψήφιση αντιχριστιανικών και επικίνδυνων νόμων:

Σύμφωνον συμβιώσεως
Την παραμονή των Χριστουγέννων του 2015 η ελληνική κυβέρνηση ψήφισε τον νόμο της συμβίωσης ομόφυλων ζευγαριών, νόμος ο οποίος αντίκειται τόσο στο φυσικό δίκαιο όσο και στον Θείο Νόμο. Νόμος ο οποίος θα επιφέρη την περαιτέρω καταβαράθρωση της ελληνικής κοινωνίας αφού, όπως λέγεται, επίκειται και η ψήφιση νόμου για την υιοθεσία και τέκνων από αυτά τα ζευγάρια.

Καύσις νεκρών
Η κυβέρνηση με νόμο παραχώρησε στους δημοτικούς φορείς την δυνατότητα κατασκευής μονάδων αποτέφρωσης. Έτσι ο παραδοσιακός θρησκευτικός τρόπος ταφής, που μας παρέδωσαν οι πρόγονοί μας τέθηκε εν αμφιβόλω. Ικανοποιήθηκαν παράλληλα τόσο οικονομικά συμφέροντα όσο και εκείνα τα κέντρα που χρόνια τώρα πίεζαν προς αυτήν την κατεύθυνση.

Αποποινικοποίησις της βλασφημίας
Μία άλλη πράξη στην οποία προέβη η κυβέρνηση ήταν και η αποποινικοποίηση της βλασφημίας. Η βαρύτητα της πράξης αυτής φαίνεται όχι μόνο στον χριστιανικό κόσμο, όπου η βλασφημία θεωρείται ασεβής πράξη, αλλά και στους ειδωλολάτρες αρχαίους πρόγονούς μας, όπου εθεωρείτο ως ύβρις η βλασφημία προς τους θεούς.

Η ίδρυσις κατευθύνσεως Ισλαμικών σπουδών και η αδειοδότησις τζαμιών
Επίσης την περσινή χρονιά, η κυβέρνηση προχώρησε στην αδειοδότηση τζαμιών στο κέντρο των Αθηνών ικανοποιώντας τις απαιτήσεις ισλαμικών χωρών και συμβάλλοντας έτσι στην αποχριστιανοποίηση της Χώρας και στην προώθηση του μουσουλμανικού στοιχείου. Αλλά και η απόφαση της ίδρυσης Τμήματος Ισλαμικών Σπουδών στην Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση ιδίων σκοπών, απόφαση την οποία ο ΟΤ πρώτος έδωσε στην δημοσιότητα.

Με την ολοκλήρωση της ανασκόπησης αυτής θα θέλαμε ως επιστέγασμα να κάνουμε ορισμένες παρατηρήσεις: Το γεγονός ότι η Σύνοδος του Κολυμπαρίου ήταν τελείως ξένη από την Θεολογία και ότι ήταν υπαγορευμένη από πολιτικά κέντρα συμπεραίνεται (κάτι το οποίο πολύ έντονα σε πολλά άρθρα του ο πρωτοπρεσβύτερος π. Βασίλειος Βολουδάκης σημειώνει) από το ότι «Ο Οικουμενισμός δεν έχει καμία σχέση με την εκκλησιαστική ζωή και θεολογία αλλά είναι ένα καθαρά πολιτικό εργαλείο». Είναι ένα εργαλείο το οποίο χρησιμοποιείται για την επίτευξη της Παγκοσμιοποιήσεως με φορέα της την άθεη Πολιτεία. Έτσι, έχοντας τεθή στο περιθώριο η Εκκλησία και ο λόγος της οδηγείται η κοινωνία στην αποχριστιανοποίησή της. Όπως οι Μεγάλοι χριστιανοί αυτοκράτορες Μέγας Κωνσταντίνος, Μέγας Θεοδόσιος και Ιουστινιανός με τους νόμους τους οποίους θεσμοθέτησαν οδήγησαν σταδιακά τον παγανισμό στο περιθώριο και στην εξάλειψή του έτσι και στις ημέρες μας κατ’ ανάλογο τρόπο οι άθεοι πολιτικοί με τους άθεους νόμους που θεσμοθετούν οδηγούν τις χριστιανικές κοινωνίες στην αποχριστιανοποίησή τους.
Γ.Κ.Τ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025