Κοινωνικό κράτος-συρρικνωμένος δημόσιος τομέας: πορείες ασύμπτωτες
Παρά τα όσα λέγονται ή γράφονται ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων στη χώρα μας κατά την τελευταία εξαετία μειώθηκε κατά το ένα τρίτο. Ακόμη και παλαιότερα στοιχεία του ΟΟΣΑ έδειχναν ότι το ποσοστό των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα είναι ένα από τα χαμηλότερα στην Ευρωζώνη. Οι περιοριστικές πολιτικές που εφαρμόζονται κατά τη μνημονιακή-νεομνημονιακή περίοδο έχουν σοβαρές συνέπειες στη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού και ιδιαίτερα στις υπηρεσίες κοινωνικού χαρακτήρα. Άλλωστε το δόγμα του «μικρότερου κράτους» σημαίνει και συρρικνωμένο κοινωνικό κράτος. Οι νεοφιλελεύθερες-μεταμοντέρνες-νεοσυντηρητικές αντιλήψεις αναφέρονται στο «σπάταλο κράτος», στα «υπερδιογκωμένα κοινωνικά δίκτυα» και με σφοδρότητα επιτίθενται στο συνδικαλιστικό κίνημα. Θεωρούν δε ότι τα παραπάνω αποτελούν τροχοπέδη στην ανάπτυξη και ευθύνονται για πλείστα όσα προβλήματα.
H πραγματικότητα όμως είναι εντελώς διαφορετική. Το πραγματικό κίνητρο της λιτότητας είναι η διάλυση του κοινωνικού κράτους και η επιθυμία συγκεκριμένων κύκλων να επιστρέψουμε με ταχύτητα σε προηγούμενες δεκαετίες, όπου κυριαρχούσε η «ελεύθερη-ασύδοτη αγορά». Δεν αποδέχονται ότι η Παιδεία, η Υγεία, ο Πολιτισμός και άλλοι ευαίσθητοι τομείς δεν αποτελούν δαπάνες, αλλά επένδυση για το μέλλον. Η πραγματική ατομική ελευθερία κατακτάται, αλλά και κατοχυρώνεται μετά από την κοινωνική συνεργασία, τον αλληλοσεβασμό και τη βασική αρχή ότι για να επιτευχθεί το κοινό καλό για όλους, οφείλουμε να προτάξουμε το γενικό συμφέρον και φυσικά όχι το ατομικό. Γιατί η κοινωνική ισότητα υπηρετεί τη Δημοκρατία και την Ειρήνη, ενώ αντίθετες πολιτικές οδηγούν σε μια παρωδία «ίσων πολιτικών δικαιωμάτων». Το κοινωνικό κράτος οδηγεί στη συλλογικότητα και την απαλλαγή από τον πρωτογονισμό της ατομικότητας.
Στη σημερινή Ενωμένη Ευρώπη θυσιάζονται ουσιωδέστατες κατακτήσεις, όπως η ασφάλιση, το συνταξιοδοτικό, οι αξιοπρεπείς μισθοί, τα δώρα-επιδόματα, η δημόσια υγεία-παιδεία, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, η αργία της Κυριακής. Αναπόφευκτα οδηγούμαστε στην επιταγή να συνδεθεί η γνώση πρωταρχικά με την παραγωγή, κάτι δηλαδή που καταλήγει στην εμπορευματοποίηση των στόχων της επιστήμης και της έρευνας.
Ο ευαίσθητος χώρος της Εκπαίδευσης έχει πληγεί σε σημαντικότατο βαθμό κατά τη διάρκεια των μνημονιακών χρόνων. Μηδενικοί διορισμοί, καταργήσεις-συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων, υποχρηματοδότηση, μεγάλες ελλείψεις στην υλικοτεχνική υποδομή. Ο δημόσιος χαρακτήρας της Παιδείας αμφισβητείται, ενώ προτείνονται συγκεκριμένα ιδιωτικού χαρακτήρα μέτρα. Παράλληλα έχει εξαπολυθεί επίθεση εναντίον των σκληρά μαχόμενων εκπαιδευτικών, ενώ η συνταξιοδότησή μας αυξήθηκε στα εξοντωτικά όρια των 67 ετών και άμεσα αναμένεται η σημαντική μείωση των κύριων συντάξεων και η επιπλέον συρρίκνωση των επικουρικών και του εφάπαξ.
Κλυδωνίζονται λοιπόν οι πυλώνες του κοινωνικού κράτους, ενώ επιχειρείται η πλήρης αποδόμησή του. Στη σημερινή αυτή «γκρίζα» πραγματικότητα ως εκπαιδευτικοί έχουμε το καθήκον να αντισταθούμε και συντεταγμένα να ενισχύσουμε τις δράσεις της Ομοσπονδίας μας. Αλλά και οι συνδικαλιστικές παρατάξεις έχουν την υποχρέωση να δράσουν με συλλογικότητα και συγκεκριμένη στόχευση. Η Δ.Α.Κ.Ε. οφείλει να διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο και να προβάλει ξεκάθαρα τις λαϊκές, πατριωτικές, δημοκρατικές, αντιμνημονιακές και κοινωνικές αντιλήψεις-θέσεις της. Αυτό επιτάσσει η διαχρονικά αγωνιστική πορεία της.
Θ. Τσούχλος: μέλος Δ.Σ. Ο.Λ.Μ.Ε.