Η Τομεάρχης Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Επικρατείας, Νίκη Κεραμέως, κατά τη συζήτηση στην Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος, σχετικά με τα άρθρα που αφορούν στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, επικεντρώθηκε στην αδήριτη ανάγκη αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος.
Ξεκινώντας είπε χαρακτηριστικά ότι «η αναθεώρηση του άρθρου 16, στον βαθμό που θα επιτρέψει την ίδρυση μη κρατικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων θα αποτελέσει την απόλυτη μεταρρυθμιστική τομή, επιτρέψτε μου την έκφραση, θα αποτελέσει την μεταρρυθμιστική βόμβα στα θεμέλια του κρατισμού. Ήρθε η ώρα και στη χώρα μας να τερματιστεί το κρατικό μονοπώλιο στο πεδίο της παροχής ανώτατης εκπαίδευσης και να δοθεί επιτέλους η δυνατότητα να λειτουργήσουν και εδώ, μη κρατικά και ιδιωτικά πανεπιστήμια, υπό αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις, υπό την εποπτεία ανεξάρτητης αρχής υψηλού κύρους. Η αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος προς αυτή την κατεύθυνση, αποτελεί ώριμο αίτημα της ελληνικής κοινωνίας, το οποίο θα συμβάλλει, σε μεγάλο βαθμό, στην ανάδειξη της χώρας μας σε εκπαιδευτικό κέντρο για ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή.»
Υπογράμμισε ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη στην οποία υπάρχει συνταγματική απαγόρευση για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων και κατέστησε σαφές ότι αν δεν προχωρήσει η χώρα σήμερα στην άρση της συνταγματικής απαγόρευσης σχετικά με την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, οι πολιτικές δυνάμεις θα κληθούν να απαντήσουν αύριο στους πολίτες σε τουλάχιστον 7 καίρια ερωτήματα:
1. Γιατί, ενώ μπορούμε, να μην περιορίζουμε το brain drain καθηγητών και φοιτητών και γιατί να μην αξιοποιούμε στη χώρα μας το πολύτιμο αυτό ανθρώπινο δυναμικό, με άμεσο όφελος για την ανώτατη εκπαίδευση και την οικονομία εν γένει;
2. Γιατί, ενώ μπορούμε, να μην περιορίζουμε την φυγή οικονομικών πόρων στο εξωτερικό;
3. Γιατί, ενώ μπορούμε, να μην προσελκύουμε φοιτητές από όλο τον κόσμο με άμεσα οικονομικά οφέλη για τη χώρα;
4. Γιατί, ενώ μπορούμε, να μην δίνουμε τη δυνατότητα και στα δημόσια πανεπιστήμια να βελτιώσουν περαιτέρω το επίπεδο της παρεχόμενης εκπαίδευσης, και να τονώσουν την επιστημονική τους έρευνα;
5. Γιατί στην Ελλάδα αναγνωρίζονται τίτλοι μη κρατικών πανεπιστημίων που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό, αλλά δεν επιτρέπεται η ίδρυση τέτοιων πανεπιστημίων;
6. Γιατί, ενώ μπορούμε, να μην παρέχουμε στους φοιτητές τη δυνατότητα επιλογής ιδρύματος φοίτησης, όπως συμβαίνει διεθνώς;
7. Γιατί, ενώ αποδεχόμαστε την παροχή εκπαίδευσης όλων των βαθμίδων από ιδιώτες, την αρνούμαστε όταν συζητάμε για τα πανεπιστήμια;
Πριν ολοκληρώσει με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για το άρθρο 16, επεσήμανε ότι αυτή συνοδεύεται από τις αναγκαίες διασφαλίσεις ποιότητας και εποπτείας από το κράτος. _«Προτείνουμε δηλαδή αυστηρό νομικό πλαίσιο που θα περιφρουρεί το κύρος και την αξιοπιστία του θεσμού, δημοσιευμένο πρόγραμμα σπουδών, αναλυτικό κανονισμό λειτουργίας και αυστηρά επιλεγμένο διδακτικό προσωπικό, με τα ίδια ακριβώς ακαδημαϊκά προσόντα με τα αντίστοιχα μέλη ΔΕΠ των δημοσίων πανεπιστημίων. Διαφάνεια, αξιολόγηση και λογοδοσία. Όπως προσιδιάζει σε ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό κράτος»_, είπε χαρακτηριστικά.
Κλείνοντας, και πριν προχωρήσει στην πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για τα άρθρα 4, 15, 17, 24 και 25, διαπίστωσε ότι «στη χώρα μας, ο δημόσιος διάλογος αναλώνεται δυστυχώς συχνά σε παρωχημένα ερωτήματα με αυτονόητες απαντήσεις. Με απαντήσεις που έχουν δοθεί από την διεθνή πρακτική.»
Και προέτρεψε, «Ας μην παραμένουμε δέσμιοι ιδεοληψιών και αγκυλώσεων. Ας μην επιτρέπουμε η χώρα μας να μένει δέσμια του παρελθόντος, με τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό κόστος. Ας μπει επιτέλους ένα τέλος στην οπισθοδρόμηση και την αντιμεταρρύθμιση. Ας μην χαθεί ακόμη μία ευκαιρία.»
ΤΟ ΠΛΗΡΕΣ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ:
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος αποτελεί ύψιστη στιγμή κοινοβουλευτισμού, και είναι μεγάλη τιμή για όλους όσοι συμμετέχουμε σε αυτή την Επιτροπή και οραματιζόμαστε ένα νέο Σύνταγμα για τη νέα Ελλάδα.
Θα ξεκινήσω την εισήγησή μου εξηγώντας γιατί στη Νέα Δημοκρατία θεωρούμε ζωτικής σημασίας την αναθεώρηση του άρθρου 16. Κυρίες και κύριοι, ας είμαστε ειλικρινείς, μέσω της αναθεώρησης του άρθρου 16, θα συντελεστεί μια πραγματική, μια ουσιαστική μεταρρυθμιστική τομή.
Άρθρο 16: Προτείνουμε συγκεκριμένα: 1) ρητή πρόβλεψη για δημιουργία πρότυπων σχολικών δομών, υπό κρατική μέριμνα, σχολικών δομών που θα λειτουργούν ως νησίδες αριστείας και καινοτομίας σε κάθε περιφερειακή ενότητα. 2) ρητή κατοχύρωση της αυτοτέλειας και της αυθυπαρξίας των ιδρυμάτων, και 3) κυρίως προτείνουμε τη συνταγματική κατοχύρωση της δυνατότητας ίδρυσης από ιδιώτες φορέων ανώτατης εκπαίδευσης υπό την εποπτεία ανεξάρτητης αρχής.
Κυρίες και κύριοι, η αναθεώρηση του άρθρου 16, στον βαθμό που θα επιτρέψει την ίδρυση μη κρατικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων θα αποτελέσει την απόλυτη μεταρρυθμιστική τομή, επιτρέψτε μου την έκφραση, θα αποτελέσει την μεταρρυθμιστική βόμβα στα θεμέλια του κρατισμού. Ήρθε η ώρα και στη χώρα μας να τερματιστεί το κρατικό μονοπώλιο στο πεδίο της παροχής ανώτατης εκπαίδευσης και να δοθεί επιτέλους η δυνατότητα να λειτουργήσουν και εδώ, μη κρατικά και ιδιωτικά πανεπιστήμια, υπό αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις, υπό την εποπτεία ανεξάρτητης αρχής υψηλού κύρους. Η αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος προς αυτή την κατεύθυνση, αποτελεί ώριμο αίτημα της ελληνικής κοινωνίας, το οποίο θα συμβάλλει, σε μεγάλο βαθμό, στην ανάδειξη της χώρας μας σε εκπαιδευτικό κέντρο για ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή.
Κυρίες και κύριοι, δεν σας προβληματίζει το γεγονός ότι είμαστε η μόνη χώρα στην Ευρώπη στην οποία υπάρχει συνταγματική απαγόρευση για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων; Θεωρείτε ότι γνωρίζουμε κάτι που όλα τα υπόλοιπα κράτη αγνοούν; Φοβούμαι πως όχι. Είναι πολλά τα γιατί στα οποία θα κληθούμε να απαντήσουμε αύριο στους πολίτες, αν δεν προχωρήσουμε σήμερα στην άρση της συνταγματικής απαγόρευσης σχετικά με την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. 7 καίρια ερωτήματα:
Γιατί, ενώ μπορούμε, να μην περιορίζουμε το brain drain καθηγητών και φοιτητών και γιατί να μην αξιοποιούμε στη χώρα μας το πολύτιμο αυτό ανθρώπινο δυναμικό, με άμεσο όφελος για την ανώτατη εκπαίδευση και την οικονομία εν γένει;
Σύμφωνα με την Κλαδική μελέτη της Εθνικής Τράπεζας για την Ανώτατη Εκπαίδευση του 2017, το 60% των Ελλήνων πανεπιστημιακών καθηγητών απασχολούνται στο εξωτερικό, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι της τάξης του 11%. Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της ΑΔΙΠ 2017, με στοιχεία της UNESCO, η χώρα μας, σε σχέση με τον πληθυσμό της, εμφανίζει ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά φοιτητών που σπουδάζουν στο εξωτερικό (0,34%), που το 2017 ανήλθε σε 37.484. Στην Ισπανία, για παράδειγμα, οι φοιτητές που σπουδάζουν στο εξωτερικό είναι λιγότεροι, περίπου 35.000, και τούτο παρότι ο πληθυσμός της Ισπανίας είναι υπερτετραπλάσιος της Ελλάδας!
Γιατί, ενώ μπορούμε, να μην περιορίζουμε την φυγή οικονομικών πόρων στο εξωτερικό;
Τουλάχιστον μισό δις ευρώ χάνεται κάθε χρόνο για τις δαπάνες των φοιτητών μας στο εξωτερικό, προκαλώντας πραγματική οικονομική αιμορραγία στην ελληνική οικογένεια. Η ελληνική οικογένεια “γενναιόδωρα” εισφέρει αδρά στο ΑΕΠ άλλων χωρών, ενώ τα χρήματα αυτά θα μπορούσαν να μείνουν και να επενδυθούν στη χώρα μας.
Γιατί, ενώ μπορούμε, να μην προσελκύουμε φοιτητές από όλο τον κόσμο με άμεσα οικονομικά οφέλη για τη χώρα;
Η χώρα μας πολύ σύντομα θα μπορούσε να αναδειχθεί σε περιφερειακό κέντρο εκπαίδευσης. Η διεθνής συγκυρία είναι εξαιρετικά ευνοϊκή για το συγκεκριμένο εγχείρημα, καθώς οι ροές των διεθνών φοιτητών έχουν πενταπλασιαστεί κατά τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες (4,5 εκατ. φοιτητές το 2015 από 0,8 εκατ. το 1975). Ωστόσο, η Ελλάδα έχει μικρό μερίδιο στην προσέλκυση των διεθνών ροών φοιτητών (0,7% – περίπου 30.000 φοιτητές), η δε πλειονότητα αυτών προέρχονται από ειδικές διμερείς συμφωνίες (π.χ. από Κύπρο) ή είναι παιδιά μεταναστών που διαμένουν στη χώρα μας, χωρίς να προκύπτει οικονομικό όφελος από τις σπουδές τους. Η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να προσελκύσει άμεσα – σύμφωνα με έκθεση της Εθνικής Τράπεζας – 110.000 ξένους φοιτητές και παράλληλα να περιορίσει τις εκροές Ελλήνων φοιτητών στο εξωτερικό, με άμεσο όφελος της τάξης των €1,8 δις ετησίως. Και παράλληλα, μία τέτοια μεταρρύθμιση θα μπορούσε να αυξήσει σημαντικά το δυνητικό ρυθμό ανάπτυξής της (κατά 1-2% ετησίως την πρώτη δεκαετία). Στην Κύπρο, η εκπαίδευση συμβάλλει στο 2,5% του ΑΕΠ της χώρας.
Γιατί, ενώ μπορούμε, να μην δίνουμε τη δυνατότητα και στα δημόσια πανεπιστήμια να βελτιώσουν περαιτέρω το επίπεδο της παρεχόμενης εκπαίδευσης, και να τονώσουν την επιστημονική τους έρευνα;
Η δημιουργία μη κρατικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων θα εισαγάγει έναν θεμιτό και υγιή συναγωνισμό με τα δημόσια πανεπιστήμια που θα τα ωθήσει προοπτικά σε βελτίωση του επιπέδου της παρεχόμενης εκπαίδευσης για όλους. Παράλληλα, η αύξηση των ερευνητικών ροών και η συνακόλουθη μετατροπή τους σε αναπτυξιακό προϊόν, αφενός θα τονώσει την επιστημονική έρευνα, αφετέρου θα βελτιώσει την αποτελεσματικότητα του συστήματος καινοτομίας.
Γιατί στην Ελλάδα αναγνωρίζονται τίτλοι μη κρατικών πανεπιστημίων που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό, αλλά δεν επιτρέπεται η ίδρυση τέτοιων πανεπιστημίων;
Είναι αδιανόητο να δεχόμαστε ως συντεταγμένη πολιτεία την αναγνώριση τίτλων σπουδών που αποκτήθηκαν από μη κρατικά πανεπιστήμια του εξωτερικού, την στιγμή που τέτοιοι τίτλοι δεν επιτρέπεται να παραχθούν στην Ελλάδα.
Γιατί, ενώ μπορούμε, να μην παρέχουμε στους φοιτητές τη δυνατότητα επιλογής ιδρύματος φοίτησης, όπως συμβαίνει διεθνώς;
Γιατί, ενώ αποδεχόμαστε την παροχή εκπαίδευσης όλων των βαθμίδων από ιδιώτες, την αρνούμαστε όταν συζητάμε για τα πανεπιστήμια;
Συνιστά υποκρισία να αποδεχόμαστε την ιδιωτική πρωτοβουλία ως προς την παροχή πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ωστόσο να την αποκηρύσσουμε ως προς την παροχή ανώτατης εκπαίδευσης. Αξίζει να σημειωθεί ότι υπό τα προγενέστερα Συντάγματα επιτρεπόταν η ίδρυση ανωτάτων σχολών που δεν ήταν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ενώ το δικαίωμα ίδρυσης «καταστημάτων παιδείας, φιλανθρωπίας και τεχνών» κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα της Τροιζήνας του 1827. Η δε ελευθερία ίδρυσης ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων αποτελεί επίσης συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα ήδη από το Σύνταγμα του 1844 (άρθρο 11).
Θα ήθελα πριν κλείσω με την πρότασή μας για το άρθρο 16, να επισημάνω ότι η πρότασή μας για ίδρυση μη κρατικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα μας συνοδεύεται από τις αναγκαίες διασφαλίσεις ποιότητας και εποπτείας από το κράτος. Προτείνουμε δηλαδή αυστηρό νομικό πλαίσιο που θα περιφρουρεί το κύρος και την αξιοπιστία του θεσμού, δημοσιευμένο πρόγραμμα σπουδών, αναλυτικό κανονισμό λειτουργίας και αυστηρά επιλεγμένο διδακτικό προσωπικό, με τα ίδια ακριβώς ακαδημαϊκά προσόντα με τα αντίστοιχα μέλη ΔΕΠ των δημοσίων πανεπιστημίων. Διαφάνεια, αξιολόγηση και λογοδοσία. Όπως προσιδιάζει σε ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό κράτος.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στη χώρα μας, ο δημόσιος διάλογος αναλώνεται δυστυχώς συχνά σε παρωχημένα ερωτήματα με αυτονόητες απαντήσεις. Με απαντήσεις που έχουν δοθεί από την διεθνή πρακτική. Ας μην παραμένουμε δέσμιοι ιδεοληψιών και αγκυλώσεων. Ας μην επιτρέπουμε η χώρα μας να μένει δέσμια του παρελθόντος, με τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό κόστος. Ας μπει επιτέλους ένα τέλος στην οπισθοδρόμηση και την αντιμεταρρύθμιση. Ας μην χαθεί ακόμη μία ευκαιρία.
Θα συνεχίσω με τις προτάσεις μας σχετικά με την αναθεώρηση των άρθρων 4, 15, 17, 24 και 25.
Άρθρο 4: Η πρότασή μας αναφορικά με το άρθρο 4 εντάσσεται στην ευρύτερη θεματική ενίσχυση της κοινωνικής αλληλεγγύης και της ισότητας ευκαιριών μέσω στοχευμένων παρεμβάσεων στο Σύνταγμα. Στόχος μας να αντιμετωπιστούν οι πελατειακές δομές του κράτους, να εμπεδωθεί σε όλα τα επίπεδα η ουσιαστική ισότητα με την ενεργητική συμμετοχή του κράτους και να διασφαλιστούν ίσες ευκαιρίες για όλους τους πολίτες στην πρόσβαση και ανέλιξη σε δημόσιες θέσεις και αξιώματα, με την καθιέρωση της υποχρέωσης του κράτους να ενθαρρύνει την αξιοκρατία σε κάθε δομή του.
Για την ενίσχυση της ουσιαστικής ισότητας, προτείνουμε να συμπληρωθεί το περιεχόμενο της παρ. 2 του άρθρου 4, προς δύο κατευθύνσεις: Αφενός, κατοχυρώνοντας ρητά ως αφετηρία την υποχρέωση του κράτους να μεριμνά για την άρση των ανισοτήτων που υφίστανται στην πράξη και για τη δημιουργία συνθηκών ισότητας ευκαιριών όλων των πολιτών, αφετέρου, εκσυγχρονίζοντας την πολιτική της ουσιαστικής ισότητας μέσω θετικών μέτρων υπέρ ευάλωτων κατηγοριών που σήμερα κατοχυρώνεται ατελώς σε μεταβατικές διατάξεις του Συντάγματος (άρθρο 116 παρ. 2).
Περαιτέρω, πρότασή μας είναι να κατοχυρωθεί ρητά στο άρθρο 4 του Συντάγματος η αρχή της αξιοκρατίας. Πιστεύουμε ότι αποτελεί υποχρέωση του κράτους να ενθαρρύνει την αξιοκρατία σε κάθε δομή του και σε κάθε εκπαιδευτικό και παραγωγικό επίπεδο αναδεικνύοντας έτσι τη σημασία και καθολική της διάσταση για την οργάνωση της κοινωνίας μας.
Με την πρότασή μας αυτή, αναβιβάζουμε την αξιοκρατία σε ίσο επίπεδο στάθμισης με τις άλλες συνταγματικές αρχές.
Άρθρο 15: Η πρότασή μας για το άρθρο 15 εντάσσεται στην ευρύτερη στόχευση περί εμπέδωσης του αισθήματος εμπιστοσύνης στους θεσμούς, ως απάντηση στην παθολογία που προσδιορίζεται από την αδικαιολόγητη κυβερνητική παρέμβαση και την έλλειψη θεσμικών αντιβάρων, την ανάμιξη των λειτουργιών του κράτους και την υπερσυγκέντρωση εξουσιών. Στο πλαίσιο αυτό, πρότασή μας είναι να αποτυπωθεί ρητά στο Σύνταγμα ως αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, η αδειοδότηση των παρόχων ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, όπως έχει ήδη αποτυπωθεί στη νομολογία των δικαστηρίων μας. Και αυτή η πρόβλεψη καθίσταται ακόμη πιο επιτακτική μετά το πρόσφατο παράδειγμα της αδειοδότησης των παρόχων ραδιοτηλεόρασης, τη συζήτηση περί ερμηνευτικής αμφισημίας και η προσπάθεια χειραγώγησης του Συντάγματος, αλλά και την απόφαση του ΣτΕ που έκρινε ότι ο νόμος Παππά για τη μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων σε αυτόν σχετικά με το ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών αντίκειται προς το Σύνταγμα. Περαιτέρω, προτείνουμε να προστεθεί η κατά τον δυνατόν εξάντληση της διαθέσιμης χωρητικότητας του φάσματος στους σκοπούς για τους οποίους θεωρείται απαραίτητος ο άμεσος έλεγχος του κράτους, μέσω της ανεξάρτητης αρχής, προς την μέγιστη εξασφάλιση της πολυφωνίας. Ως προς την εξάντληση της διαθέσιμης χωρητικότητας του φάσματος, θεωρούμε εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση την εξασφάλιση υψηλής ποιοτικής στάθμης των ραδιοτηλεοπτικών προγραμμάτων, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο και τις συνταγματικές επιταγές αναφορικά με τον σεβασμό στην αξία του ανθρώπου και την προστασία της παιδικής ηλικίας και της νεότητας.
Άρθρο 17: Η πρότασή μας για το άρθρο 17 είναι κυρίως επιβεβαιωτικού χαρακτήρα και σε συμμόρφωση προς τη σχετική νομολογία των δικαστηρίων μας. Έτσι, προτείνουμε οι διατάξεις περί αναγκαστικής απαλλοτρίωσης με τους προβλεπόμενους περιοριστικά χρόνους να εφαρμόζονται και στην περίπτωση απαλλοτριώσεων που κηρύσσονται κατ’ εφαρμογήν πολεοδομικής, χωροταξικής ή αρχαιολογικής νομοθεσίας.
Άρθρο 24: Με την πρότασή μας αναφορικά με το άρθρο 24, εκσυγχρονίζουμε το πλαίσιο προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος με έμφαση στις σύγχρονες προκλήσεις αλλά και με οριστική διευθέτηση ζητημάτων που για δεκαετίες έχουν ταλανίσει την ελληνική κοινωνία. Προς την κατεύθυνση αυτή, προτείνουμε:
την περαιτέρω εξειδίκευση των προληπτικών ή κατασταλτικών μέτρων που μπορεί να λαμβάνει το κράτος στο πλαίσιο της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης, με κεντρικές προτεραιότητες: την καταπολέμηση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής και της διάβρωσης, τη διαχείριση των υδάτινων πόρων και την ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας,
τη ρητή απαγόρευση της μεταβολής του προορισμού των δασών, εκτός αν προέχει για την εθνική οικονομία άλλη χρήση που την επιβάλλει επιτακτικό δημόσιο συμφέρον,
τη ρητή πρόβλεψη περί υποχρεωτικής αναδάσωσης σε δημόσια ή ιδιωτικά δάση που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαγιά ή που με άλλο τρόπο αποψιλώθηκαν,
την κατοχύρωση περιβαλλοντικού ισοζυγίου σε κάθε κρατική παρέμβαση,
την υποχρεωτική συμμετοχή ιδιοκτητών στη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων.
Άρθρο 25: Η πρότασή μας για το άρθρο 25 στηρίζεται στην αρχή της αλληλεγγύης στοχεύοντας να απαντήσει στην παθολογία που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες κοινωνίες και δεν είναι άλλη από την αποθέωση του ατομικισμού και την έλλειψη πνεύματος κοινοτισμού, συνθήκες οι οποίες ευνοούν την διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής ιδίως σε περιβάλλον διάχυτης κρίσης. Στο πλαίσιο αυτό προτείνουμε να αποτυπωθεί ρητά η μέριμνα του κράτους για τη διασφάλιση συνθηκών αξιοπρεπούς διαβίωσης όλων των πολιτών μέσω ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, προς όφελος των οικονομικά ασθενέστερων και ευάλωτων πολιτών. Περαιτέρω, προτείνουμε τη ρητή αποτύπωση της υποχρέωσης του Κράτους να ενθαρρύνει με θετικές δράσεις τον εθελοντισμό. Κυρίες και κύριοι, ως πολιτεία οφείλουμε να ενδυναμώσουμε την κοινωνία των πολιτών δίνοντας κίνητρα για ανάληψη σχετικών δράσεων και πρωτοβουλιών. Η πρόσφατη εμπειρία της κρίσης απέδειξε ότι η κοινωνία των πολιτών, η κοινωνία της αλληλεγγύης μπορεί να αναδειχθεί σε μείζονα παράγοντα προς την δημιουργία ενός στιβαρού δικτύου προστασίας των ασθενέστερων πολιτών.