«Με την ετήσια έκθεσή της, η Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ) επιβεβαιώνει ξεκάθαρα και τεκμηριωμένα όσα έχουμε επισημάνει κατ’ επανάληψη προς τον Υπουργό Παιδείας, χαρακτηρίζοντας ως «ακατάλληλο» τον τρόπο συνένωσης Πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Το σχέδιο του κ. Γαβρόγλου φαίνεται πως βασίζεται σε σαθρά θεμέλια, προκαλώντας πολλαπλές δυσλειτουργίες στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Δεν υπάρχει πλέον ουδεμία αμφιβολία πως η επιχειρούμενη συνένωση του Πανεπιστημίου και του ΤΕΙ Θεσσαλίας γίνεται στον ‘‘αέρα’’».
Στην ανωτέρω δήλωση προέβη ο αν. Τομεάρχης Παιδείας της ΝΔ, Βουλευτής Ν. Λάρισας, κ. Χρήστος Κέλλας, καταθέτοντας σχετική ερώτηση προς τον Υπουργό Παιδείας, ενώ πρόσθεσε:
«Δυστυχώς, ο κ. Υπουργός και οι σύμβουλοί του αψηφούν ακόμη και τις θέσεις του πλέον αρμόδιου και ειδικού στο αντικείμενο, της ανεξάρτητης ΑΔΙΠ, ακολουθώντας τον δικό τους δρόμο και επιβάλλοντας τις προσωπικές τους απόψεις στο σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας της χώρας. Τους καλώ άμεσα να εξετάσουν την Έκθεση της ΑΔΙΠ και να αλλάξουν πολιτική. Η Νέα Δημοκρατία θα αποκαταστήσει το κύρος της Ανεξάρτητης Αρχής, θέτοντάς την στον πυρήνα ανάπτυξης της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Σε ό,τι αφορά το Πανεπιστήμιο και το ΤΕΙ Θεσσαλίας δεν κάνουμε βήμα πίσω από τις αρχές της καταλληλότητας, της ισότητας, της δικαιοσύνης και της ανάπτυξης, τις οποίες πρέπει να πληροί η συνένωσή τους και υπέρ των οποίων έχουμε ταχθεί δημόσια».
Ακολουθούν βασικά σημεία της ερώτησης:
«Οι διαπιστώσεις της ΑΔΙΠ καθίστανται εξαιρετικά επίκαιρες σε σχέση με την κατάθεση του σχεδίου συνένωσης του Πανεπιστημίου και του ΤΕΙ Θεσσαλίας και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να τις λάβετε σοβαρά υπόψη σας, για να μην συνεχισθούν τα ίδια λάθη.
Συγκεκριμένα, στις σελίδες 134-135 της Έκθεσης, αναφέρεται ότι:
Το Συμβούλιο της ΑΔΙΠ είχε πραγματοποιήσει ειδική συνεδρίαση για τις σχεδιαζόμενες μεταβολές της Ανώτατης Εκπαίδευσης για τη μετεξέλιξη και συνένωση Πανεπιστημίων και ΤΕΙ, ενώ επεσήμανε:
‘‘Την αναγκαιότητα εκπόνησης επιστημονικής μελέτης για τις ακαδημαϊκές, οικονομικές και κοινωνικές παραμέτρους’’ των μεταβολών, όπως:
‘‘Την εξέταση της αναβάθμισης του Τεχνολογικού Τομέα της Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Τον καθορισμό αναπτυξιακών προοπτικών της χώρας και των περιφερειών της.
Αν τα υφιστάμενα προγράμματα σπουδών καλύπτουν το εύρος και βάθος των διεθνώς αναγνωρισμένων επιστημονικών περιοχών και γνωστικών αντικειμένων.
Την εξέταση της βιωσιμότητας των υφισταμένων προγραμμάτων σπουδών σε φοιτητές, διδακτικό προσωπικό και υποδομές.
Τη διερεύνηση κάλυψης των αναγκών της αγοράς εργασίας με τα ακαδημαϊκά και τα επαγγελματικά προσόντα που αποκτούν οι απόφοιτοι από τα προσφερόμενα προγράμματα σπουδών’’.
‘‘Επιπλέον η Αρχή επεσήμανε ότι από τη διαδικασία των αξιολογήσεων, αναδείχτηκαν τα δυνατά και αδύνατα σημεία όλων των ΑΕΙ’’, τα οποία ‘‘θα έπρεπε να αποτελέσουν δεδομένα για τη συγκεκριμένη μελέτη, η οποία, ασφαλώς, θα έπρεπε να προηγηθεί της ψήφισης του νομοθετήματος για το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής’’.
Τέλος, σημειώνεται ότι, ‘‘είναι ακατάλληλος ο τρόπος, με τον οποίο αποφασίζεται η ένταξη υφιστάμενων προγραμμάτων σπουδών των Ιδρυμάτων του Τεχνολογικού Τομέα σε Ιδρύματα του Πανεπιστημιακού Τομέα της Ανώτατης Εκπαίδευσης’’.
Κατόπιν των ανωτέρω και επειδή η ΑΔΙΠ είναι μία ανεξάρτητη αρχή, με επιστήμονες εγνωσμένου κύρους που είναι ειδικοί και έγκυροι στο αντικείμενό τους, ερωτάσθε:
1. Θα λάβετε υπόψη σας τις εισηγήσεις της ΑΔΙΠ για τον επανασχεδιασμό των συνενώσεων Πανεπιστημίων και ΤΕΙ;
2. Εφόσον τις λάβετε υπόψη, σε ποιές ενέργειες προτίθεστε να προβείτε, προκειμένου να διορθώσετε αδυναμίες και να δώσετε στοχευμένη αναπτυξιακή ώθηση στα συνενωθέντα ιδρύματα;
3. Τι σκοπεύετε να πράξετε ειδικότερα για τη συνένωση του Πανεπιστημίου και του ΤΕΙ Θεσσαλίας;».