Ομιλία της Χαράς Κεφαλίδου, βουλευτή Δράμας και Τομεάρχη Παιδείας του Κινήματος Αλλαγής κατά τη διάρκεια της σημερινής συνεδρίασης της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων, με θέμα την επεξεργασία και εξέταση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων «Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης, Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, Ερευνητικών και Τεχνολογικών Φορέων και άλλες διατάξεις».
Κυρία υπουργέ, κυρίες κύριοι Συνάδελφοι,
Συζητάμε σήμερα ένα πολύ σημαντικό νομοσχέδιο. Μετά από έξι μήνες διακυβέρνησης σας, το νομοσχέδιο για την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) και τους Ειδικούς Λογαριασμούς (ΕΛΚΕ) των ΑΕΙ, στοχεύει:
- στην αποκατάσταση της διαφάνειας και
- στην ενίσχυση της αυτονομίας και λογοδοσίας των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Επιχειρεί να συνδέσει τα αποτελέσματα της αξιολόγησης με τμήμα της χρηματοδότησης των ιδρυμάτων. Οι ρυθμίσεις αυτές του παρόντος νομοσχεδίου δεν είναι κάτι καινούργιο.
Λυπάμαι που δεν απέφυγε το Υπουργείο σας να σωρεύσει και πλήθος άλλων άσχετων διατάξεων (κυρίως στο κεφάλαιο Δ ‘Λοιπές διατάξεις’). Από τα μουσικά σχολεία, τις σχολικές εκδρομές, την αργία των Τριών Ιεραρχών μέχρι τα κρατικά πιστοποιητικά πληροφορικής. Όλα μέσα!
Κυρίες και κύριοι,
Η έννοια της αξιολόγησης των ΑΕΙ της χώρας τέθηκε και εφαρμόσθηκε στην πράξη μετά από νομοθετική πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ και συγκεκριμένα με τον ν. 4009/11. Τότε η αντιπολίτευση στην πράξη και ειδικότερα η ΣΥΡΙΖΑ πολέμησε την ιδέα αυτή (σας θυμίζω τις δυσκολίες των ΑΕΙ και τον πόλεμο που δέχτηκαν τα ακαδημαϊκά τμήματα που θέλησαν να συμμετάσχουν στη διαδικασία της αξιολόγησης) και την αμφισβήτηση του ρόλου της ΑΔΙΠ (η οποία αν και είχε συσταθεί με τον ν. 3374/2005 δεν λειτούργησε στην πράξη μέχρι το 2011), την οποία βέβαια στη συνέχεια ο ΣΥΡΙΖΑ αποδέχτηκε αλλάζοντας τον Πρόεδρό της, με τον σύμβουλο του τότε Υπουργού Παιδείας κ. Γαβρόγλου!
Στον ίδιο νόμο του ΠΑΣΟΚ (Ν. 4009/11 αρ. 75) υπήρξε πρόβλεψη και για τα Κέντρα Αριστείας, τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ στη συνέχεια δαιμονοποίησε μαζί με την έννοια της “αριστείας” γενικότερα. Σήμερα εμφανίζει η Κυβέρνηση ως νέες και καινοτόμες, ρυθμίσεις που ήδη έχουν θεσμοθετηθεί από το 2011 από την παράταξή μας. Κατά συνέπεια μιλάμε για επαναφορά του αρ. 75 του Ν. 4009/11.
Ξέρετε αφενός είναι δείγμα πολιτικού πολιτισμού η
αναφορά και η αναγνώριση της ορθότητας των ρυθμίσεων που νομοθέτησε μια άλλη κυβέρνηση και τις οποίες υιοθετεί η σημερινή. Αφετέρου, ο σφετερισμός της πατρότητας των ιδεών που διαπνέουν το παρόν σχέδιο νόμου από τη Νέα Δημοκρατία, προσβάλει και υποτιμά τη νοημοσύνη των πολιτών.
Δεν μπορώ να μην επισημάνω για άλλη μια φορά την αποσπασματικότητα των ρυθμίσεων. Και η κριτική γίνεται γιατί η έλλειψη στρατηγικής, ολοκληρωμένης προσέγγισης, συνολικής άποψης έχει επιπτώσεις και αδικεί και την όποια προσπάθεια. Δεν μας έχετε πει μέχρι σήμερα ποιο είναι το συνολικό σας σχέδιο. Επιμέρους προτάσεις και αποκομμένες από ένα κεντρικό κορμό. Έτσι όμως χάνεται και η όποια δυνατότητα αξιολόγησης.
Στο Ν/Σ η ΕΘΑΑΕ, πρ. ΑΔΙΠ, εισηγείται στο Υπουργείο Παιδείας τη στρατηγική για την ανώτατη εκπαίδευση. Η σχετική διατύπωση αποπνέει το άγχος του Υπουργείου να πετάξει την ευθύνη από πάνω του μεταφέροντας τη στην ΕΘΑΑΕ.
Μπορεί τα ζητήματα της Παιδείας να μην προσφέρονται για κομματικές αντιπαραθέσεις. Όμως η χάραξη της στρατηγικής είναι και πρέπει να είναι έργο της κυβέρνησης. Συνεπώς ο ρόλος της ΕΘΑΑΕ, ως ανεξάρτητης αρχής, θα πρέπει να είναι αυστηρά συμβουλευτικός.
Είναι άλλο η Αρχή να εξειδικεύει αυτή τη στρατηγική και θα παρακολουθεί την εφαρμογή της από τα πανεπιστήμια και άλλο να υποκαθιστά την Κυβέρνηση.
Επίσης μια γενική παρατήρηση ως προς την ΕΘΑΑΕ:
Προτείνεται η ενίσχυση αρμοδιοτήτων της ΑΔΙΠ χωρίς να έχει προηγηθεί η συζήτηση για τα όργανα διοίκησης των «αυτοδιοικούμενων» ΑΕΙ.
Η πορεία συζήτησης θα έπρεπε να είναι η αντίστροφη: Πρώτα συζήτηση για τα πανεπιστημιακά όργανα
«αυτοδιοίκησης» των ΑΕΙ και μετά συζήτηση για τα εξωτερικά όργανα εποπτείας και ελέγχου.
Η αντιστροφή της αφετηρίας συζήτησης (ακόμη και αν κατά το Υπουργείο είναι δικαιολογημένη λόγω επιφυλάξεων για τις αποφάσεις των πανεπιστημιακών οργάνων), έρχεται ουσιαστικά σε αντίθεση με τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων.
Τα «θεσμικά αντίβαρα» στη διοίκηση των πανεπιστημίων εναρμονίζονται με τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων όταν εντάσσονται στα εσωτερικά όργανα διοίκησης. Δεν ισχύει όμως το ίδιο όταν προβλέπονται ως εξωτερικά όργανα εποπτείας και ελέγχου.
Στο κεφ. Α΄ του παρόντος (αρ.1-19) προβλέπεται η αλλαγή της ονομασίας της Ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ) σε Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘ.Α.Α.Ε.). Εκτός από την αλλαγή της ονομασίας δεν μπορούμε να διακρίνουμε τις σημαντικές αλλαγές που επέφερε η μετονομαζόμενη Αρχή, αν εξαιρέσουμε βέβαια τις επιμέρους αλλαγές ή και βελτιώσεις που κρίθηκαν σκόπιμες και που προέκυψαν, όπως είναι εύλογο, από την εκτίμηση της μέχρι σήμερα λειτουργίας της.
Λένε πως ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες. Στο παρόν σοβαρό Σχέδιο Νόμου που η Κυβέρνηση διατείνεται ότι φέρνει τον αέρα της προόδου, της διαφάνειας και της λογοδοσίας εμείς έχουμε ορισμένες παρατηρήσεις.
Τρανταχτό παράδειγμα το αρ. 2 όπου περιγράφεται η αποστολή της εν λόγω Αρχής, στην οποία ανήκει και η αξιολόγηση και πιστοποίηση της ποιότητας της λειτουργίας των ΑΕΙ.
Λίγο παρακάτω στην παρ. 8 του αρ. 12 του παρόντος προβλέπεται ότι η πιστοποίηση της ποιότητας μπορεί να υποκαθίσταται από διαπιστευμένο φορέα πιστοποίησης
ανώτατης εκπαίδευσης του εξωτερικού που ορίζεται με απόφαση του Συμβουλίου Αξιολόγησης και Πιστοποίησης. Δηλ. η πιστοποίηση δεν θα γίνεται από την ίδια Αρχή;
Αρ. 16: Περί κρατικής επιχορήγησης στα ΑΕΙ. Θέλω να επισημάνω ασάφειες που εντοπίζονται στο Ν/Σ και θα δημιουργήσουν προβλήματα στην εφαρμογή των σχετικών διατάξεων. Με βάση όσα προβλέπονται στο αρ. 16, δεν αντιλαμβανόμαστε πώς θα υλοποιείται στην πράξη η κρατική χρηματοδότηση του 20% στα ΑΕΙ της χώρας όταν τίθεται ως προϋπόθεση χρηματοδότησης η πλήρωση κριτηρίων με βάση ενδεικτικούς δείκτες ποιότητας και επιτευγμάτων που επιλέγει να αξιολογηθεί το κάθε ΑΕΙ;
Είναι αμφίβολο εάν η επιχορήγηση αυτή που προϋποθέτει πλήθος διαδικασιών θα είναι εφικτό να δίνεται εντός του οικονομικού έτους ή στην πράξη, αυτό πιστεύουμε εμείς, πρόκειται για μείωση της κρατικής επιχορήγησης στα ΑΕΙ κατά 20% με το πρόσχημα υπαιτιότητας των ίδιων των ΑΕΙ και όχι του Υπουργείου;
Εξαιρείται φυσικά η μεταβατική περίοδος εφαρμογής.
Αυτό το υπόλοιπο 20% της χρηματοδότησης που προβλέπεται ότι θα παρέχεται εφόσον τα ιδρύματα επιτύχουν τους στόχους τους, για να κατανεμηθεί θα πρέπει να έχει προϋπάρξει προγραμματική συμφωνία μεταξύ υπουργείου Παιδείας και ΑΕΙ, στην οποία θα έχουν τεθεί στόχοι.
Σε δεύτερο χρόνο και αφού τεθούν οι στόχοι, θα πρέπει να υπάρξει αξιολόγηση, ώστε να εκτιμηθεί κατά πόσον αυτοί έχουν επιτευχθεί!!!!
Το ν/σ προβλέπει «θεματικές» αξιολογήσεις επιμέρους δραστηριοτήτων των ΑΕΙ, όπως π.χ. απορρόφηση αποφοίτων στην αγορά εργασίας, και όπως έχει τονιστεί απουσιάζει η συγκριτική αξιολόγηση, π.χ. ερευνητικού έργου ομοειδών τμημάτων, του κόστους ανά φοιτητή σε ομοειδή τμήματα κλπ).
Είναι αυτές όμως που θα αναδείξουν τα ισχυρά και τα αδύνατα σημεία επιμέρους ιδρυμάτων ή/ και των μονάδων τους και αυτές πληροφορούν το κοινό, μαθητές και φοιτητές, για την ποιότητα των τμημάτων που επιλέγουν.
Περιμένουμε με ενδιαφέρον την τοποθέτηση της κας υπουργού.
Το κεφάλαιο Β’ για τους ΕΛΚΕ των ΑΕΙ (αρ. 20 -27 ) περιέχει ρυθμίσεις διαδικαστικού χαρακτήρα για τη λειτουργία των ΕΛΚΕ, αλλά δεν επιλύει το βασικό ζήτημα και αίτημα της Συνόδου των Πρυτάνεων για απαλλαγή των ΕΛΚΕ από τις διαδικασίες του δημόσιου λογιστικού, καθώς οι ΕΛΚΕ υπάγονται στους φορείς Γενικής Κυβέρνησης.
Είναι άτολμο και δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εποχής!!!!
Όσον αφορά τους ΕΛΚΕ (Αρ. 20), προηγούμενες γραφειοκρατικές διατάξεις αντικαθίστανται με άλλες γραφειοκρατικές διατάξεις, δίχως να διευκολύνεται καμία διαδικασία. Βασιλεύει και πάλι η γραφειοκρατία. Έχουμε υπογραφές, επί υπογραφών. Στην ουσία ο επιστημονικός υπεύθυνος ενός έργου είναι «μαριονέτα» της γραφειοκρατίας και παραμένει δέσμιος μιας βαριάς διαδικασίας. Είναι σαν να τον θεωρείτε εξαρχής ανίκανο να διαχειριστεί τη χρηματοδότηση που ο ίδιος έφερε στο ΑΕΙ.
Έτσι δεν αλλάζει τίποτα!
Μόνον ριζική αναθεώρηση των ΕΛΚΕ, με μέτρα που θα προβλέπουν:
- αναδιάταξη όλων των αρμοδιοτήτων του επιστημονικού υπεύθυνου,
- επιτρέποντας σε αυτόν, με δική του ευθύνη, να εκδίδει αυτοδύναμα (μόνο με την υπογραφή του) εντολές υλοποίησης και πληρωμής εντός του εγκεκριμένου προϋπολογισμού του,
μπορούν να μειώσουν τη γραφειοκρατία.
Εμείς επιμένουμε στην απεμπλοκή από το δημόσιο
λογιστικό καθώς και στην ίδρυση ΝΠΙΔ για την αξιοποίηση και διαχείριση των πόρων των ΑΕΙ (Ν.4009/2011, άρθρο 58).
Κλείνω με το Άρθρο 50:
Για δεύτερη φορά βάζει το ζήτημα της ισοτιμίας και της αναγνώρισης των πτυχίων των κολεγίων από το παράθυρο. Θέλουμε να πείτε πραγματικά ποια είναι η στόχευση αυτού του άρθρου; Τί προβλήματα έρχεται να λύσει;
Μέχρι σήμερα ξέραμε ότι ο ΔΟΑΤΑΠ είναι το μόνο αρμόδιο όργανο για αναγνώριση ή μη της ισοτιμίας των ακαδημαϊκών τίτλων σπουδών. Γνωρίζουμε και τα τεράστια προβλήματα με τους χρόνους αναμονής που έχει ο ΔΟΑΤΑΠ και των καθυστερήσεων. Περιμένουν άνθρωποι μέχρι και 2-3 χρόνια για να υπάρξει αναγνώριση στους τίτλους σπουδών τους. Αυτό όμως δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι.
Εσείς σήμερα λοιπόν έρχεστε και λέτε ότι πτυχία από εκπαιδευτικά ιδρύματα της αλλοδαπής γίνονται δεκτά όχι αποκλειστικά με την αναγνώριση που παρέχει ο ΔΟΑΤΑΠ αλλά ή από τον ΔΟΑΤΑΠ ή με απόφαση αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων βάσει του ΠΔ 38/2010 ή με απόφαση αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλου σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με συναφή τίτλο για κλάδο εκπαιδευτικού.
Έχουμε αρκετές απορίες και θέλουμε να μας διευκρινίσετε τί ακριβώς σημαίνει το άρθρο 50.
Κλείνω με την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου:
Για άλλη μια φορά έχουμε ένα ν/σ Παιδείας το οποίο δεν περιλαμβάνει εγγραφή δαπάνης ούτε 1 ευρώ. Κατανοούμε ότι το ύψος των εσόδων δεν μπορούν να προσδιορισθούν επακριβώς αλλά δεν μπορεί να προσδιορισθεί ούτε κατ’ εκτίμηση το ύψος των δαπανών που προκαλούνται από το παρόν ν/σ, προκειμένου ο ελληνικός λαός να γνωρίζει ποιό
είναι το μέγεθος της δαπάνης και πώς αυτή θα καλυφθεί;
Σε ένα ν/σ μάλιστα που προκαλεί σειρά εξόδων οι οποίες σαφώς μπορούν να εκτιμηθούν αναφορικά με αποζημιώσεις Προέδρων, Αντιπροέδρων, Επιτροπών, εξόδων μετακίνησης, κλπ. Επίσης μιλάτε για αποζημίωση μη πιστοποιημένων εκπαιδευτικών ανηλίκων για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα ενός έτους και σε εφαρμογή μιας εκδοθείσας ΚΥΑ, η οποία έχει ήδη καθορίσει το ύψος της ωριαίας αποζημίωσης αυτού του προσωπικού. Γιατί δεν έχουμε ούτε μια αράδα για τη δαπάνη του Νομοσχεδίου; Αντιθέτως έχετε συνεχή παραπομπή σε οκτώ ΚΥΑ που λέτε ότι θα ρυθμίσουν το ύψος της εκάστοτε δαπάνης. Όλα αυτά επιβεβαιώνουν επακριβώς ότι έχουμε ένα ακοστολόγητο νομοσχέδιο.
Τελικά, κυρία υπουργέ γεννιέται η απορία:
Έχετε αποκρυσταλλωμένη άποψη για το τί είδους εκπαιδευτικούς θέλετε και κατ’ επέκταση τί είδους εκπαίδευση θέλετε να εφαρμόσετε;
Σας ευχαριστώ πολύ!