Τα Χριστούγεννα αναμένεται να παρουσιαστούν τα τελικά προγράμματα σπουδών για το μάθημα της Ιστορίας από το Δημοτικό έως και το Λύκειο. Αυτό προβλέπει ο προγραμματισμός, που κινείται με αργούς ρυθμούς, καθώς ο διάλογος επί του αρχικού σχεδίου συνεχίζεται σε πολλά επίπεδα και τόνους μεταξύ των ιστορικών και όχι μόνον. Για άμυνες, θέσφατα και ηλικιακό μαρασμό μιλάει η Ελληνική Εταιρία Ιστορικών της Εκπαίδευσης, επικρίνοντας εμμέσως πλην σαφώς όσους βάλλουν κατά των νέων προγραμμάτων της Ιστορίας.
Απόστολος Λακασάς
Ειδικότερα, χθες το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) προσκάλεσε τους εκπαιδευτικούς και τους σχολικούς συμβούλους να υποβάλουν αίτηση υποψηφιότητας για τη συμμετοχή τους στην εκπόνηση προγραμμάτων σπουδών της Ιστορίας. Οπως εξήγησε χθες στην Κ» ο Πολυμέρης Βόγλης, καθηγητής στο Παν. Θεσσαλίας και πρόεδρος της ομάδας εργασίας που ορίστηκε από το ΙΕΠ για το θέμα, «αυτή τη στιγμή τα σχέδια είναι σε διαβούλευση. Η τελική πρόταση θα δημοσιοποιηθεί στα τέλη Ιουνίου, και από τις αρχές Ιουλίου μέχρι το τέλος του 2017 θα προχωρήσει η επεξεργασία για τα αναλυτικά προγράμματα». Μεταξύ των υποψηφίων, θα προκριθούν εκπαιδευτικοί που έχουν ειδικευθεί σε όλες τις ιστορικές περιόδους.
Την ίδια στιγμή, μετά την Πανελλήνια Ενωση Φιλολόγων και την Εταιρία Ελλήνων Φιλολόγων που επέκριναν το σχέδιο, χθες η ΕΛΕΙΕ προσέφερε τη στήριξή της στη δουλειά της ομάδας εργασίας του ΙΕΠ. «Η συζήτηση αρχίζει να αποκτά χαρακτηριστικά που αποκλίνουν από τους επιστημονικούς κανόνες, να θίγει ακρίτως πρόσωπα, να διαμορφώνει άτυπες δίκες προθέσεων, να προωθεί αντιπαραθέσεις (που είναι επιζητούμενες και θα ήταν απολύτως γόνιμες αν περιορίζονταν σε επιστημονική ανταλλαγή επιχειρημάτων)», παρατηρεί η ΕΛΕΙΕ και, μεταξύ άλλων, τονίζει: «Η αναθεώρηση των διδακτικών εγχειριδίων (όλων, αλλά της Ιστορίας επιτακτικότερα) αποτελεί πάντοτε εκπαιδευτικό ζητούμενο. Κυρίαρχη πεποίθηση είναι ότι τα εγχειρίδια, που χρησιμοποιήθηκαν επί πολλές δεκαετίες, έχουν πάψει να επιτυγχάνουν τον εκπαιδευτικό σκοπό τους και να διαμορφώνουν Ελληνες πολίτες σύγχρονους. Επίσης, βρίσκονται σε ισχυρή απόκλιση από τις επιστημονικές συμβολές, που έχουν πληθύνει τα τελευταία χρόνια, σε έναν επιστημονικό κλάδο, την Ιστορία, που από τη μεταπολίτευση και κατόπιν έχει επιδείξει δραστήριο και διεθνοποιημένο έργο. Γιατί σε μερικές δημόσιες παρεμβάσεις αναδεικνύεται η υποχρέωση άμυνας σε κάθε απόπειρα να αναθεωρηθούν θέσφατα που διακρίνονται από “ηλικιακό μαρασμό”; Γιατί ανανεώσεις, ακόμη και οι πλέον ήπιες και προσεκτικές, που παρακολουθούν την ενισχυόμενη σύγχρονη βιβλιογραφία, προκαλούν τάσεις επιστροφής στα επικρινόμενα ως απαρχαιωμένα διδακτικά εγχειρίδια με το έωλο επιχείρημα ότι γαλούχησαν επιστημονικά γενιές και γενιές;».
Και σε άλλο σημείο, η ΕΛΕΙΕ επισημαίνει: «Εφόσον σκοπός της Ιστορίας είναι να διαμορφώσει την ιστορική/κοινωνική συνείδηση των μαθητών και να διαπλάσει στοχαστικούς πολίτες, γιατί να επικρίνονται προτάσεις-διαδικασίες οργάνωσης του μαθήματος που προάγουν την πρόσληψη της πολυπαραγοντικής διάστασης των κοινωνικών εξελίξεων; Με τον τρόπο αυτόν μήπως μπαίνουν συστηματικά στο περιθώριο σημαντικές παράμετροι της μάθησης, όπως είναι τα κίνητρα των μαθητών, η ενασχόλησή τους με το πρωτογενές υλικό και η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης;»