Παρότι η οδηγία είναι σύννομη, η εξαιρετικά καθυστερημένη έκδοσή της και η παντελής έλλειψη ευελιξίας στην εφαρμογή της παρακωλύουν την ομαλή λειτουργία των σχολείων, ενώ πάρα πολλοί εκπαιδευτικοί κινδυνεύουν να χάσουν τη θέση τους, αναφέρει η ανακοίνωση.

Η ανακοίνωση

Ο Πανελλήνιος Σύλλογος Συμβούλων και Ωρομίσθιων Καθηγητών (ΠΑ.Σ.Σ.Δ.Ε.) θα ήθελε να καταγγείλει ότι τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας (Σ.Δ.Ε.) έκλεισαν για «διακοπές» πριν ξεκινήσουν καλά καλά να λειτουργούν, ενώ εκατοντάδες εξειδικευμένοι ωρομίσθιοι εκπαιδευτικοί, που επί χρόνια τα υποστηρίζουν, βρέθηκαν φέτος να παραγκωνίζονται κατά τη διαδικασία επιλογής από δημοσίους υπαλλήλους και συνταξιούχους, οι οποίοι διαθέτουν παράλληλη εξασφαλισμένη θέση και εισόδημα.

Η ευθύνη βαρύνει τόσο το Ι.ΝΕ.ΔΙ.ΒΙ.Μ. που εποπτεύει τη λειτουργία των Σ.Δ.Ε. όσο και την αρμόδια Γενική Γραμματεία Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, Κατάρτισης, Δια Βίου Μάθησης & Νεολαίας του Υπουργείου Παιδείας, η οποία αποτυγχάνει να επιλύσει τα πάγια προβλήματα υποστελέχωσης που αντιμετωπίζουν τα σχολεία, παρότι έχει επανειλημμένα δεχθεί εμπεριστατωμένες προτάσεις από τον Σύλλογό μας.

Η διαδικασία πρόσληψης ωρομίσθιων εκπαιδευτικών και συμβούλων διήρκεσε φέτος περισσότερους από 4 μήνες, ενώ λειτούργησε κανονικά το πολυδιαφημισμένο Μητρώο Εκπαιδευτών, που υποτίθεται ότι θα έλυνε το χρόνιο πρόβλημα. Αν και έχουν κατατεθεί σχετικά ερωτήματα στη Βουλή από κόμματα της αντιπολίτευσης (ΚΙΝΑΛ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ) και πρόσφατα παρενέβη για το θέμα η Ο.Ι.Ε.ΛΕ., όχι μόνο δεν επισπεύσθηκε η διαδικασία, αλλά τα Σχολεία βρίσκονται στο μέσο της χρονιάς σε αδιέξοδο εξ αιτίας οδηγίας που εξέδωσε το Ι.ΝΕ.ΔΙ.ΒΙ.Μ., αφού είχε δρομολογηθεί η διαδικασία τοποθετήσεων, η οποία στερεί για πρώτη φορά τη δυνατότητα αναδρομικής ισχύος της άδειας άσκησης ιδιωτικού έργου την οποία υποχρεούται να εκδίδει ένας πολύ μεγάλος αριθμός συναδέλφων (για παράδειγμα αναπληρωτές εκπαιδευτικοί) προκειμένου να διδάξουν.

Παρότι η οδηγία είναι σύννομη, η εξαιρετικά καθυστερημένη έκδοσή της και η παντελής έλλειψη ευελιξίας στην εφαρμογή της παρακωλύουν την ομαλή λειτουργία των σχολείων, ενώ πάρα πολλοί εκπαιδευτικοί κινδυνεύουν να χάσουν τη θέση τους αν η άδεια, χωρίς δική τους υπαιτιότητα, καθυστερήσει, με συνέπεια να δημιουργηθούν για αρκετές ακόμα εβδομάδες ή και μήνες κενά στα σχολεία. Παρά τις επίμονες προσπάθειες του Συλλόγου μας να βρεθεί έστω και αργά μία λύση στο πρόβλημα, αυτό έχει προς το παρόν σταθεί αδύνατο. Πρόκειται για τη δεύτερη κατά σειρά χρονιά που τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας και το προσωπικό τους όχι μόνο δεν υποστηρίζονται προκειμένου να ανταπεξέλθουν στις ιδιαίτερες συνθήκες που επιβάλλει η πανδημία, αλλά αντιθέτως καλούνται να αντιμετωπίσουν και νέα εμπόδια που θα μπορούσαν με τον κατάλληλο σχεδιασμό να έχουν αποφευχθεί.

Άλλωστε, όπως έχουμε επανειλημμένα επισημάνει και δημόσια, οι αυθαίρετες αλλαγές των κριτηρίων επιλογής του εκπαιδευτικού προσωπικού, τις οποίες έχει εισηγηθεί η  αρμόδια Γενική Γραμματεία του Υ.ΠΑΙ.Θ., φανερώνουν την έλλειψη αναγνώρισης της ιδιαιτερότητας των Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας ως σχολείων εκπαίδευσης ενηλίκων, ενώ το εξειδικευμένο ωρομίσθιο προσωπικό που έχει τα Σ.Δ.Ε. ως κύρια (ή και μοναδική) απασχόληση βρέθηκε στη φετινή προκήρυξη να υποσκελίζεται από δημόσιους υπαλλήλους και συνταξιούχους οι οποίοι διαθέτουν εξασφαλισμένη θέση και εισόδημα.

Πιο συγκεκριμένα, για πρώτη χρονιά φέτος δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι κατατάχθηκαν στους αξιολογικούς πίνακες αυστηρά σύμφωνα με τα μόρια τους, έχοντας τη δυνατότητα να καταλάβουν τη θέση ενός ανέργου ή μερικώς απασχολούμενου υποψήφιου με αυξημένα (συναφή) προσόντα. Αυτό συνέβη παρά το γεγονός ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας, σε αντίστοιχη υπόθεση που αφορούσε την επιλογή προσωπικού των ΙΕΚ, αποφάσισε (Απόφαση 607/2017) ότι δικαιολογείται η δυσμενής διακριτική μεταχείριση των δημοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων έναντι των υπολοίπων συνυποψήφιων τους, οι οποίοι στερούνται το πλεονέκτημα του προστατευμένου εισοδήματος, μέσω της πρόταξης των τελευταίων στους πίνακες, η οποία εφαρμοζόταν μέχρι και την περσινή χρονιά. Συνεπώς, δεν έχουμε να κάνουμε με μία αλλαγή που αποτελεί προϊόν νομικού καταναγκασμού, όπως έχουμε από το καλοκαίρι επισημάνει, αλλά με μία ξεκάθαρη πολιτική επιλογή, τα αποτελέσματα της οποίας θα είναι εξαιρετικά δυσμενή για τα σχολεία και το εξειδικευμένο προσωπικό που τόσα χρόνια, με αυταπάρνηση, τα υποστηρίζει.

Ως Σύλλογος συλλέξαμε και αναλύσαμε τα στοιχεία που αποτυπώνονται στους τελικούς πίνακες κατάταξης του ωρομίσθιου εκπαιδευτικού προσωπικού και συγκεκριμένα όσα αφορούν θέσεις που βρίσκονται στην κορυφή των πινάκων και αντιστοιχούν σε πραγματικές θέσεις εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των Σ.Δ.Ε. κάθε περιφέρειας. Κατά μέσο όρο, ένας στους τέσσερεις υποψήφιους σε θέσεις πρόσληψης  είναι δημόσιος υπάλληλος ή συνταξιούχος, ενώ σε συγκεκριμένες περιφέρειες και γραμματισμούς το ποσοστό είναι πολύ υψηλότερο. Στα μαθηματικά, για παράδειγμα, σχεδόν οι μισοί σε θέσεις πρόσληψης ως ωρομίσθιοι στα Σ.Δ.Ε. έχουν παράλληλη μόνιμη θέση εργασίας.

Αναρωτιέται κανείς με ποιο σκεπτικό οδηγούνται στην ανεργία ή την υποαπασχόληση κατ’ αυτό τον τρόπο εκατοντάδες άνθρωποι που διαθέτουν υψηλή εξειδίκευση και πολύχρονη εμπειρία στα Σ.Δ.Ε., άνθρωποι που τα έχουν έμπρακτα υποστηρίξει από το υστέρημά τους, όταν το Κράτος τα ξέχναγε; Ποιον ωφελεί ο παραγκωνισμός τους; Γιατί επιχειρούν οι αρμόδιοι να ανατρέψουν όσα έχουν κατακτηθεί μέσω διαβουλεύσεων με τους ανθρώπους που γνωρίζουν και πονάνε τον συγκεκριμένο τομέα, χωρίς καν να αναγνωρίζουν την υποχρέωση να καταθέσουν ένα στέρεο αιτιολογικό για τις αποφάσεις τους; Γιατί δεν αξίζουν τα Σ.Δ.Ε. τα οποία, ας σημειωθεί παραμένουν χωρίς χρηματοδότηση, έστω έναν έγκαιρο σχεδιασμό, ώστε να μη βρίσκονται για άλλη μία χρονιά σε αδιέξοδο;

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025