Καθηγητές Πανεπιστημίων εξηγούν γιατί αποφάσισαν να προσφύγουν στο  Συμβούλιο της Επικρατείας για την στα Πανεπιστήμια.

Ποιοί οι λόγοι

Ως καθηγητές πανεπιστημίου προσφύγαμε στο Συμβούλιο της Επικρατείας για την ακύρωση του νόμου που προβλέπει τη σύσταση σώματος της Ελληνικής Αστυνομίας που θα βρίσκεται εντός των ιδρυμάτων. Η αίτηση ακύρωσης που καταθέσαμε εκδικάζεται στις 11 Μαρτίου 2022.

Προσφύγαμε στην ελληνική δικαιοσύνη διότι πιστεύουμε ότι δεν είναι δουλειά της ΕΛ.ΑΣ η φύλαξη των ελληνικών πανεπιστήμιων. Το ίδιο προκύπτει ότι πιστεύει και η πλειοψηφία των Ελλήνων αστυνομικών, όπως δηλώνεται από τις θέσεις που κατά καιρούς έχουν δημόσια εκφραστεί από τα συνδικαλιστικά τους όργανα.

Σε μια δικαιοκρατούμενη χώρα, η ΕΛ.ΑΣ. δεν έχει απλώς δικαίωμα, αλλά χρέος να επεμβαίνει σε ένα πανεπιστήμιο εφόσον στο εσωτερικό του διαπράττονται εγκλήματα που διώκονται αυτεπάγγελτα. Άλλο όμως μόνιμη εγκατάσταση και άλλο επέμβαση στην περίπτωση εγκληματικής δραστηριότητας.

Για τα περισσότερα Συντάγματα του δυτικού κόσμου – και για το ελληνικό φυσικά – το πανεπιστήμιο είναι αυτοδιοίκητο. Εναπόκειται σε αυτό να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία του και να φυλάξει τον εαυτό του. Αυτό σημαίνει αυτοδιοίκητο.

Υποστηρίζουμε τις προβλέψεις φύλαξης των ελληνικών ΑΕΙ που θα υλοποιούνται από εξειδικευμένο προσωπικό που λογοδοτεί στις πανεπιστημιακές πρυτανικές αρχές. Θέλουμε τα ίδια τα πανεπιστήμια να αποφασίζουν με ποιο τρόπο θα οργανώνουν τη φύλαξη τους. Αυτό προβλέπει το Σύνταγμά μας. Αυτό είναι η πλέον θεσμικά δόκιμη, ακαδημαϊκά συνετή και πρακτικά αποτελεσματική λύση. Είναι απολύτως αδόκιμο η εξαίρεση να γίνει ο κανόνας και η ΕΛ.ΑΣ. να κατοικοεδρεύει ή να μπαινοβγαίνει άνευ άλλου τινός εντός του ελληνικού πανεπιστήμιου. Πουθενά δεν γίνεται αυτό στην Ευρώπη. Δεν είναι τυχαίο ότι καμία απολύτως χώρα του Συμβουλίου της Ευρώπης δεν έχει την αστυνομία της εντός του πανεπιστημιακού χώρου με την εξαίρεση της Τουρκίας, χώρα με τις επιδόσεις της οποίας στο κράτος δικαίου και τις πολιτικές ελευθερίες γενικώς δεν επιθυμούμε να συγκρινόμαστε.

Ο αντίλογος της κυβέρνησης και εκείνων που υπερασπίζονται την ανάγκη να κατοικοεδρεύει η ΕΛ.ΑΣ. στα πανεπιστήμιά μας είναι ότι στο χώρο αυτόν ενδημεί η βία επομένως πρέπει να προστατευθεί πέραν του κανονικού και ότι οι πανεπιστημιακές αρχές ως σήμερα αποτυγχάνουν να προστατέψουν τα ιδρύματα. Αυτό όμως το «πέραν του κανονικού» παραβιάζει το Σύνταγμα και υπονομεύει σφόδρα την ακαδημαϊκή ειρήνη. Το χειρότερο όμως που επιτελεί αυτό το αφήγημα είναι πως συνδράμει στην εδραίωση μιας πεποίθησης μέσα στην κοινωνία πως τάχα το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι άνδρο ανομίας, ακολασίας και εγκλήματος.

Αυτή η άποψη είναι πραγματολογικά αβάσιμη και πολιτικά επικίνδυνη. Ενώ κρούσματα βίας υπάρχουν στο ελληνικό πανεπιστήμιο, όπως υπάρχουν παντού στην κοινωνία μας, η γενίκευση πως συνολικά τα ελληνικά ΑΕΙ βιώνουν ένα καθεστώς ενδημικής βίας δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα και φυσικά δεν προκύπτει από καμία εγκληματολογική μελέτη. Δεν υποτιμάμε, ούτε εξωραΐζουμε την κατάσταση λοιπόν, ωστόσο διαπιστώνουμε με μεγάλη ανησυχία έναν εκτροχιασμό της δημόσιας συζήτησης σε ατραπούς επικίνδυνες και αναληθείς.

Μια πολιτική ηγεσία η οποία υποβάλλει στην κοινωνία την πεποίθηση ότι το πανεπιστήμιο είναι άνδρο ακολασίας και οι καθηγητές του ανίκανοι κηφήνες, εκπρόσωποι μιας εκφυλισμένης πνευματικής ελίτ, έχει πάρει λάθος δρόμο και δυστυχώς σπρώχνει και την κοινωνία σε αυτόν. Αυτό ακριβώς συμβαίνει σήμερα. Πάνω σε αυτήν την ολίσθηση επικάθεται πολιτικά και επικοινωνιακά η υποτιθέμενη ανάγκη εισαγωγής της ΕΛ.ΑΣ. στα ελληνικά ΑΕΙ. Αφού τάχα τα πανεπιστήμια δεν γίνεται να προστατευθούν αλλιώς, ο μόνος τρόπος είναι ουσιαστικά να καταργηθεί το αυτοδιοίκητό τους και να γίνουν όπως μια εφορία, ένα Υπουργείο ή ένα αστυνομικό τμήμα: μια οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία.

Σε τελευταία ανάλυση, σου λέει, «γιατί να μην είναι όπως κάθε υπηρεσία;».Η απάντηση όμως έχει δοθεί εδώ και περίπου χίλια χρόνια στην Ευρώπη. Το πανεπιστήμιο δεν είναι όπως κάθε δημόσια υπηρεσία. Είναι χώρος που σμιλεύεται η γνώση που θέλει τη δική της ελευθερία, αυτό που το Σύνταγμά μας ορίζει «ακαδημαϊκή ελευθερία». Έναν ζωτικό χώρο ελευθερίας που προϋποθέτει το αυτοδιοίκητό του.

Όταν απειλείται η ασφάλεια του, με τρόπο που οι αρχές του δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν, το πανεπιστήμιο θα προσφεύγει στην ΕΛ.ΑΣ. και το καθήκον της τελευταίας είναι να έρχεται στο χώρο του. Όπως ακριβώς όταν απειλείται η ασφάλεια στο σπίτι μας καλούμε την αστυνομία. Αξιώνουμε από την Αστυνομία να μας προστατέψει από μια κλοπή, αλλά η προσδοκία μας αυτή δεν εκμαιεύει τη συναίνεσή μας να δεχθούμε έναν αστυνομικό μονίμως στο καθιστικό του σπιτιού μας, όπως μας βάζει η κυβέρνηση στα πανεπιστήμια. Με την ευκαιρία, ούτε αυτός θέλει διότι καλύτερα απ’ όλους γνωρίζει ότι η δουλειά του δεν είναι αυτή. Θέλουμε λοιπόν, όταν καλούμε την αστυνομία, να έρχεται στην ώρα της, να κάνει τη δουλειά της με αποτελεσματικότητα και σεβασμό στο Σύνταγμα και τους νόμους. Δεν την θέλουμε να στρατοπεδεύει εντός του. Θέλουμε κάτι απολύτως κανονικό.

Το δίλημμα λοιπόν δεν είναι «ανομία ή αστυνομία». Υπάρχει πολύ χώρος ανάμεσα στα δύο και αυτόν τον χώρο συστηματικά παλεύουμε με μεγάλες δυσκολίες να διανύουμε καθημερινά στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Τα προβλήματα μας εκεί, πιστέψτε μας, είναι πολύ πιο ζωτικά από αυτό με το οποίο ασχοληθήκαμε στο κείμενο αυτό. Δεν χρειαζόμαστε ακόμη ένα πρόβλημα στα ελληνικά πανεπιστήμιο. Και ναι, η παρουσία της ΕΛ.ΑΣ σε αυτό, πρόβλημα θα είναι. Όχι λύση.

Τα προηγούμενα πιστεύουμε και γι’αυτό προσφύγαμε στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

Γιώργος Αγγελόπουλος, αναπλ. καθηγητής Α.Π.Θ.

Αλεξάνδρα Ανδρούσου, καθηγήτρια ΕΚΠΑ

Νέλλη Ασκούνη, καθηγήτρια ΕΚΠΑ

Λίνα Βεντούρα, καθηγήτρια Παντείου

Ανθούλα Βηδενμάιερ, αναπλ. καθηγήτρια ΑΠΘ

Πολυμέρης Βόγλης, καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Αλέξανδρος Γαρύφαλλος, καθηγητής ΕΚΠΑ

Στέφανος Δημητρίου, καθηγητής Παντείου

Ανδρέας Καλλιώρας, αναπλ. καθηγητής ΕΜΠ

Γιάννης Καλομενίδης, καθηγητής ΕΚΠΑ

Μαρία Καβάλα, επίκουρη καθηγήτρια ΑΠΘ

Βαγγέλης Καραμανωλάκης, αναπλ. καθηγητής ΕΚΠΑ

Δήμητρα Λαμπροπούλου, επίκουρη καθηγήτρια ΕΚΠΑ

Νίκη Μαρωνίτη, καθηγήτρια Παντείου

Δημήτρης Μαυροσκούφης, ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ

Μαρία Μενεγάκη, καθηγήτρια ΕΜΠ

Ειρήνη Μίχα, αναπλ. καθηγήτρια ΕΜΠ

Νικήτας Μυλόπουλος, καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Αθηνά Σκουλαρίκη, επίκουρη καθηγήτρια Πανεπιστημίου Κρήτης

Γιάννης Σταυρακάκης, καθηγητής Α.Π.Θ.

Ηλίας Σκουλίδας, επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Κώστας Σταμάτης, καθηγητής ΑΠΘ

Άρης Στυλιανού, αναπλ. καθηγητής ΑΠΘ

Ανδρέας Τάκης, αναπλ. καθηγητής ΑΠΘ

Γιώτα Τουλούμη, καθηγήτρια ΕΚΠΑ

Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης, καθηγητής Πανεπιστημίου Μακεδονίας

Φωτεινή Τσιμπιρίδου, Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Μακεδονίας

Γρηγόρης Ζαρωτιάδης, Καθηγητής ΑΠΘ

Νικόλαος Θεοχαράκης, Καθηγητής ΕΚΠΑ

Δημήτρης Χριστόπουλος, καθηγητής Παντείου

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025