Θέρος. Για τους χιλιάδες αδιόριστους εκπαιδευτικούς σηματοδοτεί, πέρα από την έναρξη των σχολικών διακοπών, την έναρξη των συζητήσεων περί αιτήσεων αναπληρωτών, περί κατάρτησης πινάκων και περί στελέχωσης θέσης αναπληρωτή σε κάποιο σχολείο της ελληνικής επικράτειας.
Της Βάγιας Τσιώλη vforvagia.wordpress.com
Για αναπληρώσεις, διότι για διορισμούς δεν κουνιέται «φύλλο» εδώ και χρόνια (ας μην πω πόσα και μας πιάσει η κατάθλιψη). Κρίση. Κι όπου κρίση, να κι η γκρίνια. Να κι ο «βλογιάρης» με τα γένια του. Κι αναφέρομαι στο γνωστό από παλιά θέμα-πρόταση του διαχωρισμού του κλάδου των Φιλολόγων σε επιμέρους ειδικότητες, το οποίο επανέρχεται δυναμικά σχεδόν αποκλειστικά από τους «καθαρόαιμους» φιλολόγους, τους αποφοίτους και τους Καθηγητές δηλαδή του κλασικού τμήματος της Φιλολογίας, ενός από τα τρία ελληνικά τμήματα (υπάρχουν και τα ξενόγλωσσσα: Αγγλικής, Γαλλικής, Γερμανικής κλπ) που συναποτελούν τη Φιλοσοφική Σχολή.
Και μπορεί η αντιπαλότητα αυτή να έχει την αφετηρία της τρόπον τινά στην«τριχοτόμηση» της Φιλοσοφικής Σχολής που επέφερε διαφοροποιήσεις στα γνωστικά αντικείμενα και στο πρόγραμμα σπουδών από τμήμα σε τμήμα (αλλά και διαφορετικές βάσεις εισαγωγής), έχει όμως ως απώτερη αιτία την επαγγελματική απαξίωση του φιλολόγου και γενικότερα, θα έλεγα, του εκπαιδευτικού στην ελληνική κοινωνία. Χιλιάδες φιλόλογοι συνωστίζονται σε πίνακες αναπληρωτών, αυτών με προϋπηρεσία κι εκείνων με μηδενική, μη βλέποντας κανένα «φως στο βάθος του τούνελ». Και δε φταίνε μόνο οι μνημονιακές πολιτικές των τελευταίων 7 ετών.
Το πρόβλημα διογκώνεται έτι περισσότερο με την «παραγωγή» χιλιάδων φιλολόγων κάθε χρόνο από πολλές, παρεμφερείς με τη Φιλοσοφική, σχολές ανά την επικράτεια. Έτσι έχουμε και το ζήτημα-πρόβλημα της ίδρυσης σωρηδόν ΑΕΙ Φιλοσοφικού- Ιστορικού- Εθνολογικού τίτλου (και προσανατολισμού), των οποίων οι απόφοιτοι θεωρούνται στην αγορά εργασίας όλοι Φιλόλογοι. Κι εδώ το φταίξιμο είναι όλο των πολιτικών ηγεσιών του Υπουργείου που εδώ και μια 20ετία περίπου για ίδιον πολιτικό/οικονομικό όφελος έδωσαν σε αυτά τα ΑΕΙ χαρακτηριστικά «μανιταριού».
Το «κακό» ωστόσο έχει συντελεσθεί και δεν μπορεί κανείς, καμιά κυβέρνηση, να αρνηθεί στους αποφοίτους αυτών των σχολών να διεκδικήσουν εργασιακά δικαιώματα ως φιλόλογοι. Έχει δε γίνει τέτοιο «ανακάτεμα» πολιτικών σχεδιασμών και «μεταρρυθμιστικών» τακτικών με τους αναπληρωτές και τα κριτήρια διορισμών (βλ. ΑΣΕΠ) που όλα έχουν γίνει ένα «κουβάρι» ζόρικων και δυσεπίλυτων καταστάσεων με μοριοδοτούμενους ΑΣΕΠίτες και μοριοδοτούμενους εκτός ΑΣΕΠ (παλαιοτέρων εποχών κι όχι μόνο), έτσι που ο δεσμός του Γορδίου ωχριά μπροστά του. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο (μεγάλο) θέμα.
Όσον αφορά τώρα στην αξίωση των «καθαρόαιμων» φιλολόγων για επαγγελματική διάσπαση (προκειμένου για διορισμό στα δημόσια σχολεία) των αποφοίτων των τριών ελληνικών τμημάτων της Φιλοσοφικής Σχολής, προς απάντησή τους συνοψίζω παρακάτω τα επιχειρήματά μου:
1. Η Φιλοσοφική Σχολή εξακολουθεί να είναι ΜΙΑ, με τρία τμήματα βέβαια και με ακόμα περισσότερες κατευθύνσεις (Κλασικό, Νεοελληνικό, Γλωσσολογικό, Ιστορικό, Αρχαιολογικό, Λαογραφικό (υπάρχει και αυτή η κατεύθυνση), Φιλοσοφικό, Παιδαγωγικό, Ψυχολογικό (μετρήσαμε ήδη 9!), λογικότατο αφού, αφενός τα βασικά επιστημονικά πεδία προς σπουδή και διερεύνηση είναι αυτά (κι ακόμα πιο πολλά, αν το καλοσκεφτούμε υπάρχει και η ειδίκευση πχ Ομηρικά έπη, Δραματουργία, Λατινική Γραμματεία, Ποίηση Επτανησιακής Σχολής, Μεταπολεμική Ποίηση, Αρχαία Ελληνική Ιστορία, Βυζαντινή, Επιγραφική, Νομισματική ………) κι αφετέρου ο στόχος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι η ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ (σε αντιδιαστολή προς την γενική μόρφωση της δευτεροβάθμιας).
2. Από τη Φιλοσοφική Σχολή και κατ’ επέκταση από τα τμήματά της δε βγαίνουμε έτοιμοι εκπαιδευτικοί στην πράξη (και στη τάξη), δηλαδή παιδαγωγοί που έχουν ειδικευτεί στην Παιδαγωγική επιστήμη (ασχέτως αν θεωρείται καθηγητική σχολή). Το να έχεις ειδικευτεί, λοιπόν, πχ στα ΑΕ ή στην Νεότερη Ιστορία, δε σε κάνει αυτομάτως καλό παιδαγωγό. Ούτε οι γνώσεις που θα κληθείς να μεταδώσεις στα παιδιά της δευτεροβάθμιας είναι ακριβώς εκείνες οι εξειδικευμένες των φοιτητικών σου χρόνων. Χρειάζεται συνεχή κόπο, διά βίου μελέτη και προπάντων αγάπη για το λειτούργημα του δασκάλου των παιδιών.
3. Με την ίδια λογική κι ο Φυσικός να διδάσκει μόνο Φυσική (κι όχι και Γεωγραφία-Χημεία-Μαθηματικά), ο Βιολόγος μόνο Βιολογία, ο Μαθηματικός μόνο Μαθηματικά, ο Χημικός μόνο Χημεία, ο Ιστορικός μόνο Ιστορία, ο Λατινιστής μόνον Λατινικά, ο Νεοελληνιστής μόνον Νεοελληνική Λογοτεχνία, ο ΦΠΨας μόνο Έκθεση, Φιλοσοφία και Ψυχολογία κ.ο.κ. Αντιλαμβάνεστε, όμως, πόσες ώρες θα απασχολείται εβδομαδιαίως ο κάθε ένας από αυτές τις ειδικότητες; και θα πληρώνεται από το κράτος (από όλους εμάς δλδ) τι μισθό; θα είμαστε όλοι ωρομίσθιοι με μισθούς των 200 ε. μηνιαίως, όπως στα φροντιστήρια; ή θα πρέπει να προσλάβει το κράτος για το κάθε σχολείο καμιά 100ριά εκπαιδευτικούς; και τι κράτος θα ‘ναι αυτό; και τι εκπαιδευτική πολιτική και τι οικονομικό πλάνο και ποια η λειτουργικότητά του; αυτά πρέπει να τα λάβουμε σοβαρά υπόψην και να τα σκεφτούμε ψύχραιμα, χωρίς να «βλογάμε τα γένια μας».
Εγώ θα προτιμούσα να δω να πληθαίνουν οι αντιδράσεις για τις β’ αναθέσεις φιλολογικών μαθημάτων στους ξενόγλωσσους και Θεολόγους, που εδώ όντως υπάρχει πρόβλημα.
Επίσης άλλο το αίτημα για ΜΑΖΙΚΟΥΣ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥΣ κι άλλο ο διαχωρισμός ειδικοτήτων εξειδικεύσεων. Το πρώτο θεμιτό και δίκαιο, το άλλο διασπαστικό, κανιβαλιστικό και απαράδεκτο.
Κι όσο για τον τίτλο «φιλόλογος*» που μόνον οι «καθαρόαιμοι» – του κλασικού – θεωρούν εαυτούς άξιους να φέρουν, σημαίνει «αγαπώ τον λόγο», ό,τι δηλαδή έχει να κάνει με τον ανθρώπινο λόγο (γραπτό και προφορικό), διά του οποίου εκφράζεται ο άνθρωπος και με τον οποίο δημιούργησε τον πολιτισμό του και τις κοινωνίες του. Γενικό το περιεχόμενο, λοιπόν και καθόλου εξειδικευμένο.
* Σύμφωνα με το Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης του Ι. Σταματάκου, Αθήνα 1994, σ. 1074, φιλόλογος (φίλος + λέγω>λόγος) = ο αγαπών το λέγειν, ο λάλος- // ο αγαπών την διαλεκτικήν, την φιλοσοφικήν συζήτησιν και διαπραγμάτευσιν θέματός τινος, ο φίλος των γραμμάτων, ο αγαπών την σπουδήν των Συγγραφέων, ο φιλομαθής, ο πολυμαθής – //ως ουσ. ο φιλόλογος= ο σπουδάζων την γλώσσαν, την ιστορίαν,ο λόγιος, ο πεπαιδευμένος.