Με μικροπολιτική έπαρση, ο ΣΥΡΙΖΑ υποστέλλει τη σημαία της αριστείας, επιχειρώντας να εμφανίσει ένα αριστερό προοδευτικό πρόσωπο. Ωστόσο, η παρουσία των ΑΝΕΛ στη θέση του κυβερνητικού εταίρου αποτελεί «αγκάθι» στην προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να βελτιώσει την αριστερή εικόνα που πλήττεται από τα σκληρά οικονομικά –και δη στο σκέλος της φορολογίας– μέτρα.
Ειδικότερα, ύστερα από την κόντρα με την Εκκλησία για τα νέα προγράμματα στα Θρησκευτικά, από την οποία η κυβέρνηση εξήλθε με βαθιές πολιτικές πληγές, το υπουργείο Παιδείας ανέλαβε με ιδεοληπτικά πυροτεχνήματα να τονώσει το αριστερό α λα ΣΥΡΙΖΑ προφίλ της κυβέρνησης. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται οι δύο αποφάσεις που θα ισχύσουν για τη σημαία και τους σημαιοφόρους στα δημοτικά σχολεία από την επόμενη σχολική χρονιά.
Ανηρτημένη στον ιστό
Συγκεκριμένα, το υπουργείο Παιδείας, σε προεδρικό διάταγμα για τα δημοτικά σχολεία, όρισε ότι «η επιλογή σημαιοφόρων, παραστατών και υπευθύνων κατάθεσης στεφάνου πραγματοποιείται με κλήρωση ανάμεσα στο σύνολο των μαθητών της τάξης, στοχεύοντας στη δημιουργία θετικού παιδαγωγικού κλίματος στη σχολική μονάδα και αποφεύγοντας τους ανταγωνισμούς και τις διενέξεις μεταξύ των μαθητών». Επίσης, στο ίδιο προεδρικό διάταγμα ορίζεται ότι «η σημαία παραμένει ανηρτημένη στον ιστό του σχολείου, όπως προβλέπεται σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες». Ουσιαστικά, καταργείται η υποχρέωση για επίσημη έπαρση της σημαίας την πρώτη Δευτέρα κάθε μήνα και κατά τις εθνικές επετείους και τις τοπικές εορτές, όπως όριζε το προηγούμενο προεδρικό διάταγμα από το 1998. Με βάση το διάταγμα αυτό, η έπαρση γινόταν με τους μαθητές να ψάλλουν τον εθνικό μας ύμνο, ενώ σε αρκετά σχολεία, με απόφαση του συλλόγου διδασκόντων, η έπαρση γινόταν κάθε Δευτέρα.
Η νυν ηγεσία του υπουργείου εξηγεί τις αποφάσεις της, και δη για την επιλογή του σημαιοφόρου με κλήρωση, προβάλλοντας παιδαγωγικούς λόγους. «Για εμάς η σημαία δεν πρέπει να είναι βαθμολογικό έπαθλο. Ολοι έχουν δικαίωμα να την κρατούν, όπως και υποχρέωση να την υπερασπίζονται. Στρατό δεν πάνε μόνον οι άριστοι μαθητές, πάνε όλοι, ανεξάρτητα από τις επιδόσεις τους», απάντησε ο υπουργός Κ. Γαβρόγλου.
Η απόφαση βέβαια δίχασε, καθώς το θέμα είναι ιδιαίτερο και με πολλές πτυχές. Ενδεικτικά, ο διευθυντής Σπουδών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Γιώργος Πολίτης, μιλώντας στην «Κ», ανέφερε ότι ουκ ολίγοι γονείς πιέζουν τους δασκάλους για τη βαθμολογία των παιδιών έχοντας ως έγνοια τη διεκδίκηση της θέσης του σημαιοφόρου στη Στ΄ Δημοτικού. «Πίσω από τα προβλήματα όμως βρίσκεται η αδυναμία σωστής εφαρμογής μιας κατεξοχήν παιδαγωγικής διαδικασίας, της αξιολόγησης των μαθητών, που αφορά την ουσία του εκπαιδευτικού έργου», σχολίασε από την πλευρά του στην «Κ» ο Γιάννης Κατσαρός, διδάκτωρ Διοίκησης στην Εκπαίδευση, σχολικός σύμβουλος και μέλος της ΠΡΩΠΑΙΔΕΙΑ.
Εύλογα, το θέμα προκάλεσε αντιδράσεις σε πολιτικό επίπεδο. Η αποδοκιμασία της απόφασης του υπουργείου Παιδείας από το σύνολο της αντιπολίτευσης ώθησε τον Αλέξη Τσίπρα να την υπερασπιστεί, επιχειρώντας παράλληλα να της προσδώσει χαρακτηριστικά απονομής «ισότητας», λέγοντας πως «όλοι πρέπει να κρατούν το εθνικό σύμβολο». Ο πρόεδρος της Ν.Δ. Κυριάκος Μητσοτάκης, από την πλευρά του, έκανε λόγο για «θεσμοθέτηση της ήσσονος προσπάθειας και εξίσωση προς τα κάτω», και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι βάλλει κατά «της Ελλάδας των καλύτερων».
Κριτική εκ των έσω
Ωστόσο, κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ γίνεται και εκ των έσω, καθώς υποστηρίζεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταργεί τις παρελάσεις, όπως ζητούσαν τα στελέχη του πριν από το 2015. Ο τέως υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης, επιτιθέμενος στα επιχειρήματα της αντιπολίτευσης, ανέφερε με νόημα ότι «θα περίμενε κανείς ότι το βασικό αντικείμενο κριτικής θα ήταν αυτός καθαυτόν ο μεταξικής εμπνεύσεως θεσμός των παρελάσεων, που η κυβέρνηση καλώς ή κακώς έκρινε ότι δεν είναι ώριμες οι συνθήκες να καταργηθεί».
Ο Κώστας Γαβρόγλου και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατήργησαν τις παρελάσεις όπως ζητούν πολλοί, προσφέροντας επιχειρήματα σε όσους υποστηρίζουν ότι, την ίδια στιγμή που δεν θέλει να στενοχωρήσει τους ΑΝΕΛ, «πουλάει» αριστεροσύνη και αριστεύει στη μικροπολιτική υποκρισία.