Αρθρογράφος:
Σταύρος Μούτσιος

H Διαδικασία της Μπολόνια, προωθεί μεταρρυθμίσεις στα πανεπιστήμια των 28 κρατών-μελών της ΕΕ καθώς άλλων 19 χωρών από την Ευρώπη, αλλά και την Κεντρική Ασία, που την συνυπογράφουν. Γενικά, θεωρείται ότι πρόκειται κυρίως για τη δημιουργία ενός ‘Ενιαίου Ευρωπαϊκού Χώρου Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης΄που καθιερώνει κοινές δομές και κριτήρια στις σπουδές, στις μονάδες μαθημάτων, την αξιολόγηση και τα πτυχία, και διευκολύνει την κινητικότητα φοιτητών και καθηγητών. Όπως όμως μαρτυρούν τα πολυάριθμα επίσημα έγγραφα, η Διαδικασία, από κοινού με τις πολιτικές της ΕΕ, έχει και έναν άλλο στόχο: την απομάκρυνση της ακαδημαϊκής αυτονομίας ως ιδέας άρρηκτα συνδεδεμένης με την ιστορία του ευρωπαϊκού πανεπιστημίου.

Μια ιδιαίτερη ευρωπαϊκή παράδοση

Πράγματι, αυτό που διακρίνει το ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο δεν είναι ούτε η αρχαιότητα του ως θεσμoύ, ούτε η ιδιότητά του να εκπαιδεύει διοικητικά και επαγγελματικά στελέχη, και να εκδίδει επίσημους τίτλους. Αυτές τις λειτουργίες επιτελούσαν ιδρύματα ανώτερης εκπαίδευσης στον ασιατικό και τον αραβικό χώρο αιώνες πριν εμφανιστούν τα ευρωπαϊκά studia generale. Το διακριτικό γνώρισμα του ευρωπαϊκού θεσμού είναι η ιδέα της ακαδημαϊκής αυτονομίας: της δυνατότητας των μελών του πανεπιστημίου, ως άτομα και ως κοινότητα, να θέτουν τους δικούς τους κανόνες σε σχέση με την έρευνα, τη διδασκαλία, και τη διεύθυνση του ιδρύματός τους.

Μπορούμε να διακρίνουμε τρία ορόσημα στη γενεαλογία αυτής της ιδέας κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής ιστορίας.Το πρώτο είναι η ελληνική αρχαιότητα. Παραδόξως, η ακαδημαϊκή αυτονομία γεννήθηκε εξαιτίας της γνωστής εχθρότητας του Πλάτωνα προς την δημοκρατία. Ο Πλάτων πίστευε ότι οι πολιτικές απόφασεις θα έπρεπε να λαμβάνονται από έναν περιορισμένο αριθμό ατόμων, φιλοσόφων ή πολιτικών, που θα εκπαιδεύονταν για αυτό το σκοπό σε έναν χώρο που θα ευνοούσε την ελεύθερη έρευνα και την πνευματική διαμάχη. Αυτός ο χώρος ήταν η Ακαδημία του Πλάτωνα, που την ίδρυσε το 387 π.χ., υπό μια έννοια, ως υποκατάστατο της αγοράς, του χώρου όπου όλοι οι πολιτές της Αθηναϊκής πόλης μπορούσαν να διαλέγονται ελεύθερα.

Το δεύτερο ορόσημο είναι η ίδρυση των πρώτων πανεπιστημίων κατά τους ύστερους μεσαιωνικούς χρόνους. Το αστικό περιβάλλον της μεσαιωνικής πόλης παρείχε τις συνθήκες για τις πρώτες κινήσεις αυτονομίας απέναντι στη εξουσία του Πάπα, του μονάρχη και των φεουδαρχών. Σε αυτό το περιβάλλον ιδρύθηκαν τα πρώτα studia generale, ως universitas διδασκόντων και διδασκομένων. Ο όρος universitas αναφερόταν στις επαγγελματικές συντεχνίες της εποχής και υποδήλωνε μια κοινότητα ατόμων που αναγνωριζόταν ως νομικό πρόσωπο – ένας θεσμός που δεν υπήρχε εκτός Ευρώπης. Με βάση αυτόν το θεσμό λοιπόν ιδρύθηκαν και τα πρώτα πανεπιστήμια, τα οποία, αν και η αναγνώρισή τους εξαρτιόταν από την παπική εξουσία, είχαν αυξημένες δικαιοδοσίες – ακόμη και δικό τους ποινικό σύστημα.

Το τρίτο και καθοριστικό ορόσημο για την ιδέα της ακαδημαϊκής αυτονομίας είναι τα τέλη του 18ου και αρχές του 19ου, με συμβολική χρονολογία το 1810, όταν Wilhelm von Humboldt ιδρύει το πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Είναι εποχή του γερμανικού ιδεαλισμού και οι μεγάλοι εκπρόσωποι του (π.χ. Kant, Fichte, Humboldt, Schelling, Schleiermacher και Steffens) θέτουν το χαρακτήρα του πανεπιστημίου στο επίκεντρο του προβληματισμού τους. Κοινή τους άποψη είναι ότι το πανεπιστήμιο αποτελεί μια κοινότητα διδασκόντων και διδασκομένων αφοσιωμένης στην ελεύθερη σκέψη και τη φιλοσοφική και επιστημονική αναζήτηση. Ρόλος του κράτους είναι να παρέχει στο πανεπιστήμιο τα απαραίτητα οικονομικά μέσα χωρίς όμως να επεμβαίνει για να καθορίσει τη γνώση που παράγεται και διδάσκεται σε αυτό. Ο Humboldt μάλιστα ήταν εμφατικός σε αυτό τόσο στο έργο του ‘Τα Όρια της Δράσης του Κράτους’ όσο και στο Μνημόνιο που δημοσιεύσε με αφορμή την ίδρυση του πανεπιστημίου του Βερολίνου.