Της Έλενας Λαζαρίδου*
Παραγγέλματα σε συνδυασμό με σφυρίχτρες, τύμπανα και στρατιωτικά εμβατήρια. Αυτά θα ακούσεις αν περάσεις κάθε χρόνο τέτοιες μέρες έξω από τα σχολεία της χώρας. Οι μαθητές και οι μαθήτριες ετοιμάζονται για την παρέλαση με την οποία θα τιμήσουν την εθνική μας επέτειο.
Ατελείωτες ώρες κλεμμένες από τη διδασκαλία και αφιερωμένες στον σκοπό αυτό, ενώ δάσκαλοι και γυμναστές πασχίζουν να παρουσιάσουν ένα θέαμα που να μοιάζει με στρατιωτικό άγημα. Οι οδηγίες προς τα πιτσιρίκια; Υποχρεούνται να περπατήσουν ο ένας πίσω από τον άλλον, σε ευθεία γραμμή, χωρίς να παρεκκλίνουν, να κινούν ζωηρά τα χέρια τους, όχι όμως υπερβολικά, δεν πρέπει να χάσουν το βήμα τους, ούτε να επιταχύνουν, ούτε να επιβραδύνουν, ούτε να πατήσουν τον μπροστινό τους και να έχουν σταθερή απόσταση από τον διπλανό τους, όχι μεγάλη, ούτε μικρή.
Μπροστά μπαίνουν πάντα οι άριστοι, οι μόνοι δηλαδή που έχουν δικαίωμα να φέρουν την ελληνική σημαία είναι εκείνοι που έχουν καλές επιδόσεις στα μαθήματα, λες και οι παππούδες μας που έχασαν τη ζωή τους στον πόλεμο ήταν όλοι διπλωματούχοι. Στη συνέχεια τοποθετούνται οι ψηλότεροι, οι πιο ευπαρουσίαστοι, με τη σειρά να ακολουθεί φθίνουσα πορεία. Αποτέλεσμα; Πολλά παιδιά είναι πάντα καταδικασμένα να βλέπουν τις πλάτες των συμμαθητών τους επειδή δεν είναι αρκετά ψηλά ή δεν τα πάνε καλά στα μαθήματα. Ο «χοντρούλης», η «ασουλούπωτη» και το αγόρι με το κινητικό πρόβλημα μένουν πάντα στο τέλος για να μην καθυστερήσουν ή ασχημύνουν ή ντροπιάσουν την τελετή, με όποιες συνέπειες έχει αυτό στην ψυχολογία τους.
Όλα έτοιμα λοιπόν για τη μεγάλη στιγμή. Βέβαια, όχι όλα, καθώς σε πολλά παιδιά έτυχε κάτι τελευταία στιγμή και δε θα μπορέσουν να παρευρεθούν (και δεν είναι δικαιολογία για κοπάνα). Οι υπόλοιποι ξεκινούν! Στο τρίτο βήμα ο ρυθμός πάει περίπατο, οι αποστάσεις έχουν καταργηθεί, τα γέλια δίνουν και παίρνουν, περπάτημα αδιάφορο, άλλα παιδιά να ψάχνουν τη μαμά τους για να τα βγάλει φωτογραφία και άλλα να εγκαταλείπουν πρόωρα την παρέλαση για να πάνε στην πλατεία για παιχνίδι ή καφέ. Δε λείπουν φυσικά και οι περιπτώσεις όπου η παρέλαση συγχέεται με την πασαρέλα (μοιάζουν κιόλας οι λέξεις) και πολλά παιδιά βρίσκουν την ευκαιρία να κάνουν επίδειξη του μαλλιού, του σώματος ή των ρούχων τους, ενώ άλλες φορές γονείς τα “ψάλλουν” στους εκπαιδευτικούς καθώς δεν έδωσαν τη σημαία στο παιδί τους ή το έβαλαν στο τέλος της γραμμής κι ας έδωσαν μια περιουσία για τα καινούρια του ρούχα.
Κάπως έτσι η μαθητιώσα νεολαία αποδίδει φόρο τιμής στους νεκρούς του πολέμου και στους ήρωες της ιστορίας μας. Χωρίς να το θέλει όμως, μάλλον τους προσβάλλει. Με λίγα λόγια, το μόνο μας μέλημα για τις εθνικές επετείους είναι η στρατιωτικοποίηση των παιδιών και όχι η απόκτηση συνείδησης των ιστορικών γεγονότων, κάτι που φαίνεται από τις απαντήσεις τους για τον λόγο του σημερινού εορτασμού, οι οποίες μας αφήνουν άφωνους. Δίνουμε όλο το βάρος στην παρέλαση, έναν θεσμό αναχρονιστικό, απομεινάρι άλλων εποχών που γεννά ανισότητες και αδικίες και δεν έχει θέση σε ένα δημοκρατικό σχολείο, ενώ θα μπορούσαμε αντ’ αυτού να οργανώσουμε εκδηλώσεις με ουσιαστικό νόημα για τα παιδιά, σε επίπεδο σχολείων ή δήμων: Ιστορικά αφιερώματα, ομιλίες των ίδιων των παιδιών για τα γεγονότα και τα συναισθήματα που τους προκαλούν, εικαστικά δρώμενα (τραγούδια/χορούς), επίσκεψη σε ιστορικά μνημεία, συγκέντρωση και μελέτη μαρτυριών, προβολές ταινιών, αναπαραστάσεις μαχών, εκθέσεις φωτογραφίας κ.α.
Η απόδοση τιμής στους νεκρούς μας είναι αδιαμφισβήτητη υποχρέωση. Αυτό όμως προϋποθέτει βαθιά γνώση και κατανόηση των γεγονότων. Ο σεβασμός δεν αποδίδεται με επιδείξεις στρατιωτικών ικανοτήτων, που αποτελούν φόρο τιμής μόνο προς τους αυτοαποκαλούμενους “επισήμους” της εκδήλωσης αλλά με την αναγνώριση της θυσίας και της προσφοράς των προγόνων μας, κάτι που μπορεί να γίνει και με λιγότερες φανφάρες και σφυρίγματα.
Έλενα Λαζαρίδου