Εζήλευσε την «δόξαν» του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως ο Πατριάρχης Μόσχας, ώστε επεδίωξε να συναντηθή με τον Πάπαν εις την Κούβαν μόλις προ δέκα περίπου ημερών.
Το παρασκήνιον μεγάλον, εκτενές και όζον παιγνίων, τα οποία δεν συνάδουν με το εκκλησιαστικόν ήθος. Εκείνον όμως το οποίον κατέπληξε τους Ορθοδόξους ήτο το κοινόν ανακοινωθέν, το οποίον είναι οικουμενιστικώτερον και από τον Οικουμενισμόν! Το κείμενον αποτελείται από τριάντα σημεία, αρκετά εκ των οποίων αφορούν εις τον πόλεμον της Μ. Ανατολής και της Ουκρανίας, τον θεσμόν του γάμου, ο οποίος πλήττεται, τας εκτρώσεις, την ευθανασίαν, την πτωχείαν κ.α. Εξ ίσου μέγα μέρος αφορά εις τας σχέσεις με τους Παπικούς.
Οι Παπικοί «Εκκλησία»;
Το κείμενον αρχίζει με την φράσιν «Δια του θελήματος του Θεού και Πατρός… έχουμε συναντηθεί σήμερα στην Αβάνα… ως αδελφοί στην χριστιανική πίστη, δια… να συζητήσουμε τις αμοιβαίες σχέσεις μεταξύ των Εκκλησιών». Ήτο θέλημα Θεού η κεκανονισμένη συνάντησις με τον Αρχιαιρεσιάρχη, όταν γνωρίζωμεν, ήδη από τα χρόνια των Αποστόλων ότι ο Απόστολος Ιωάννης δεν ετόλμησεν ούτε να εισέλθη εις δημόσιον λουτρώνα, όταν είδεν ότι εκεί τυχαίως ήτο ο αιρετικός Κήρυνθος;
Από που πηγάζει αυτή η αναγνώρισις ότι οι Παπικοί είναι Εκκλησία; Εις την τρίτην και τετάρτην παράγραφον αναφέρει: «καλούμενοι μετά πραΰτητος και φόβου να δώσουμε απολογία ενώπιον του κόσμου περί της εν ημίν ελπίδος (Α´ Πέτρ. 3. 15)… Μετέχουμε της κοινής Παραδόσεως της πρώτης χιλιετίας του χριστιανισμού». Μόνον αγράμματοι (η εις την συγκεκριμένην περίπτωσιν άνθρωποι σκοπιμοτήτων) θα ηδύναντο να συνυπογράψουν την αφελεστάτην θεωρίαν ότι μετέχουν μιας κοινής Παραδόσεως των πρώτων χιλίων ετών και εξ αυτού να συμπεραίνουν ότι Ορθόδοξοι και Παπικοί έχομεν την ιδίαν «ελπίδα». Χωρίζεται η Παράδοσις χρονικώς; Αν ισχυρισθώμεν κάτι τέτοιο τότε είμεθα αδέλφια εις την πίστιν και με τους Εβραίους, εφ᾽ όσον μοιραζόμεθα την κοινήν παράδοσιν της Παλαιάς Διαθήκης, πράγμα άτοπον.
Δυστυχώς εις την πέμπτην και έκτην παράγραφον το κείμενον με σαφήνειαν αναδεικνύει την πλάνην, εις την οποίαν περιέπεσεν ο Πατριάρχης: «Διαιρεθήκαμε από πληγές που προκλήθηκαν από παλιές και πρόσφατες διαμάχες, από διαφορές που κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας, στην κατανόηση και έκφραση της πίστεώς μας στον Θεό… Λυπούμεθα δια την εξαιτίας της ανθρωπίνης αδυναμίας και αμαρτωλότητας απώλεια ενότητας… Η συνάντησή μας ας εμπνεύσει τους ανά τον κόσμο χριστιανούς με ανανεωμένο ζήλο να επικαλούνται τον Κύριο, προσευχόμενοι δια την πλήρη ενότητα των μαθητών Αυτού». Ως είναι καταφανές η αλλοίωσις των δογμάτων χαρακτηρίζεται «διαφορά», ενώ υποβαθμίζεται πλήρως ως μία κακή κληρονομία του παρελθόντος, προϊόν παρανοήσεων! Επιπροσθέτως δεν διευκρινίζεται ποίον βαραίνει η ευθύνη, αλλά είμεθα συνυπόλογοι και οι Ορθόδοξοι εις αυτό! Απηχεί βεβαίως η θέσις προσφάτους δηλώσεις του Πάπα προς τον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως ότι αμφότεραι αι «Εκκλησίαι» οφείλουν να ζητήσουν συγγνώμην εις αλλήλους! Η μεγίστη προδοσία όμως είναι η τελευταία φράσις περί μαθητών του Κυρίου: αναγνωρίζονται Ορθόδοξοι και Παπικοί άνευ διακρίσεως ως μαθηταί του Χριστού! Ο υπαινιγμός περί της αληθούς Αποστολικής διαδοχής και στους Παπικούς είναι σαφέστατος!
Άμβλυνσις συνειδήσεων
Με ποίον τρόπον επιχειρούν να πείσουν τον κόσμον ότι είμεθα όλοι σχεδόν το ίδιο; Πρώτον, εις την εβδόμην παράγραφον αναφέρουν: «οφείλουμε να μάθουμε να καταθέτουμε την συμπεφωνημένη μαρτυρία της αληθείας στους τομείς, όπου αυτή καθίσταται εφικτή και αναγκαία». Δημιουργούν την ψεδαίσθησιν ότι η αλήθεια μπορεί να επιμερίζεται, δηλ. υπάρχουν τμήματα της αληθείας, εις τα οποία συμφωνούμε και τμήματα εις τα οποία δεν συμφωνούμε, οπότε εις εκείνα τα οποία συμφωνούμε δυνάμεθα να έχωμεν κοινήν γραμμήν. Όμως η αλήθεια είναι ενιαία και δεν δύναται να κατατμηθή. Εις την Ορθοδοξίαν το ήθος είναι απόρροια του δόγματος. Εφ᾽ όσον λοιπόν δεν έχομεν κοινόν δόγμα δεν υπάρχει κοινόν ήθος, ούτε κοινή γραμμή, έστω και αν φαντάζη να ομοιάζη, αλλά ο,τι γυαλίζει δεν είναι χρυσός.
Δεύτερον, εις την ογδόην παράγραφον ισχυρίζονται ότι η Μέση Ανατολή είναι «το έδαφος, απ᾽ όπου άρχισε η εξάπλωση της πίστεώς μας». Προσπαθούν να δημιουργήσουν την αίσθησιν κοινών, καταβολών, κοινής πατρίδος, ενώ παραλλήλως δηλητηριάζουν τον αναγνώστην ανεπαισθήτως ομιλούντες περί «πίστεώς μας». Υποκρύπτεται δια τον μη ειδικόν η θεωρία ότι η πίστις δεν είναι όλα όσα ανεπτύχθησαν εκ των υστέρων, αλλά αρκεί μόνον η ομολογία εις τον Ιησούν Χριστόν, την Σταύρωσιν και την Ανάστασίν Του. Αυτό τεκμηριώνεται με παράδειγμα εις την δωδεκάτην παράγραφον: «Θαυμάζουμε το θάρρος εκείνων, οι οποίοι έδωσαν τη ζωή τους, δια να μαρτυρήσουν περί της αληθείας του Ευαγγελίου, προτιμώντας να πεθάνουν παρά να αρνηθούν τον Χριστό. Πιστεύουμε ότι οι μάρτυρες της εποχής μας, προερχόμενοι από διάφορες Εκκλησίες, αλλά τους οποίους ενώνει το κοινό τους μαρτύριο, αποτελούν εχέγγυο δια την ενότητα των χριστιανών». Ποιά είναι η δολιότης του συλλογισμού; Την ελπίδα ότι πιθανόν ο Κύριος θα συγκαταλέξη κάποιους που εμαρτύρησαν εις την Μ. Ανατολήν, εις τους κόλπους Του την ανάγουν εις δεδομένον σημείον φανερώσεως της Μιας Εκκλησίας, δι’ αυτό και αυτοί απ’ όπου και αν προέρχωνται, παραβάλλονται με τους όντως μάρτυρας!
Οι πραγματικοί στόχοι
Με τους δύο ανωτέρω τρόπους, αφού έχουν επιτύχει να αμβλύνουν το αίσθημα της ριζικής διαφοράς και να θολώσουν την κρίσιν διατρανώνουν τον σκοπόν τους. Πρώτος σκοπός η οικουμενιστική συμπροσευχή. Εις την ενδεκάτην παράγραφον Πάπας και Πατριάρχης ομολογούν ότι «Αναπέμπουμε τις δεήσεις μας προς τον Χριστό». Από κοινού μακαριώτατε; Συμπροσευχή εις γραπτήν μορφήν; Δεύτερος σκοπός η πανθρησκειακή σύγκλισις. Εις την δεκάτην τρίτην παράγραφον: «Δεν πρέπει οι διαφορετικές προσεγγίσεις των θρησκευτικών αληθειών να κωλύουν τους ανθρώπους διαφορετικών θρησκειών να συνυπάρχουν εν ειρήνη και ομονοία. Στις σημερινές συνθήκες οι θρησκευτικοί ηγέτες επωμίζονται ιδιαίτερη ευθύνη δια την καλλιέργεια στο ποίμνιό τους σεβασμού προς τις πεποιθήσεις εκείνων, οι οποίοι ανήκουν σε άλλες θρησκευτικές παραδόσεις». Άρα υπάρχουν πολλαί αλήθειαι η πολλαί διαφορετικαί αλλά ισότιμοι ερμηνείαι της αληθείας! Σεβασμός και προς τας θρησκείας των δαιμονίων;
Ποία η βάσις της οικουμενιστικής και πανθρησκειακής συγκλίσεως; Κατά την δεκάτην τετάρτην παράγραφον είναι ο ανθρωπισμός: «Πρεσβεύοντας την υψηλή αξία της θρησκευτικής ελευθερίας… Οι χριστιανικές κοινότητες έχουν αναπτύξει ένα ευρύ φιλανθρωπικό και κοινωνικό έργο, στηρίζοντας πολλαπλώς τους ενδεείς… Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις, όταν οι Ορθόδοξοι και οι Ρωμαιοκαθολικοί εργάζονται χέρι με χέρι. Υπερασπίζονται τις κοινές πνευματικές αρχές της ανθρώπινης κοινωνίας, καταθέτοντας τη μαρτυρία των Ευαγγελικών αξιών». Ο ουμανισμός έχει αναχθει εις το ανώτατον κριτήριον, το οποίον κρίνει και την αλήθειαν του Κυρίου Ιησού Χριστού. Μέλημά τους είναι πλέον όχι η λυχνία, αλλά το μόδιον, ώστε και η λυχνία να υπηρετή τον φωτισμόν του μοδίου. Το Ευαγγέλιον γίνεται υπηρέτης των σχετικών αξιών του ανθρωπισμού. Εφόσον «Είναι εντελώς απαράδεκτες οι προσπάθειες να δικαιολογηθούν οι εγκληματικές πράξεις με επίκληση της θρησκείας. Κανένα έγκλημα είναι δυνατόν να διαπραχθεί εν ονόματι του Θεού», άρα και αι άλλαι θρησκείαι υπηρετούν τας ανθρωπίνους αξίας. Έτσι, δια του επαγωγικού συλλογισμού Ευαγγέλιον, Κοράνιον κ.λπ. καταντούν ισότιμον μέρος του ανθρωπισμού.
Εντός αυτού του κλίματος αι διαφοραί μεταξύ Ορθοδόξων και Παπικών υποβαθμίζονται έτι περαιτέρω και ωθούνται εις το περιθώριον. Έτσι και η Ουνία δια κοινής συνεναίσεως πρέπει να πάψη να είναι εμπόδιον, ως συνυπογράφουν εις την εικοστήν πέμπτην παράγραφον: «οι εκκλησιαστικές κοινότητες, οι οποίες αναδύθηκαν ως αποτέλεσμα της ιστορίας έχουν δικαίωμα να υπάρχουν και να πράττουν το παν απαραίτητο προς κάλυψη των πνευματικών αναγκών των πιστών αυτών, επιδιώκοντας ειρήνη με τους γείτονες. Οι Ορθόδοξοι και οι Ελληνόρυθμοι Καθολικοί έχουν ανάγκη να συμφιλιωθούν». Αυτό θυμίζει το σχέδιον Ανάν: Από εισβολείς οι έποικοι χαρακτηρίζονται συμπολίται και εις το τέλος απαιτούμεν από τους Κυπρίους να αποδεχθούν να συγκυβερνούν με τους δολοφόνους των πατέρων τους!
Το τελικόν βήμα
Εφ᾽ όσον λυθή και αυτό περιγράφεται και το τελικόν βήμα ενώσεως με τους Παπικούς εις τας τελευταίας παραγράφους: «οι Ρωμαιοκαθολικοί και οι Ορθόδοξοι καλούνται να συνεργάζονται αδελφικά, δια να κηρύξουν το Ευαγγέλιο της σωτηρίας, δια μία κοινή μαρτυρία της ηθικής αξίας και γνήσιας ελευθερίας του ανθρώπου… εάν σε αυτή την κρίσιμη εποχή μπορέσουμε από κοινού να καταθέσουμε την μαρτυρία του Πνεύματος της αληθείας… Η Υπερευλογημένη Παρθένος Μαρία δια της πρεσβείας Αυτής ενδυναμώνει την αδελφοσύνη των πάντων, όσοι τιμούν Αυτήν, ώστε κατά την ώρα, την οποία ορίσει ο Θεός, να συναχθουν αυτοί εν ειρήνη και ομοφροσύνη ως ένας λαός του Θεού». Κοινή μαρτυρία με τους αιρετικούς; Ένας λαός ανεξαρτήτως δόγματος; Η ένωσις θα έλθη άνευ μετανοίας και αποκηρύξεως των αιρετικών θέσεων; Μάλιστα τέτοιος είναι ο βαθμός προδοσίας του Πατριάρχου Μόσχας ώστε να θέτουν αυταί αι δύο παράγραφοι το ζήτημα του Αγίου Πνεύματος και της Υπεραγίας Θεοτόκου, εις τα οποία έχομεν τας δογματικάς διαφοράς, και εκείνος να υπογράφη άνευ επιφυλάξεων!
Ορθόδοξος Τύπος, 26.2.16