Το Διοικητικό Συμβούλιο της Πανελλήνιας Επιστημονικής Ένωσης Διευθυντών Σχολικών Μονάδων Π.Ε., με αφορμή την κατάθεση στη Βουλή του σχεδίου νόμου για την επιλογή Διευθυντών σχολικών μονάδων, με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, έχει να επισημάνει τα εξής:
1. Θεωρούμε απαράδεκτη την τακτική του ΥΠ.Π.Ε.Θ. να καταθέσει στη Βουλή το σχέδιο νόμου για την επιλογή Διευθυντών σχολικών μονάδων με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, χωρίς προηγουμένως να το θέσει σε δημόσια διαβούλευση, παρακάμπτοντας τις δημοκρατικές διαδικασίες, όπως ορίζονται από το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής. Κι ενώ η απόφαση του ΣτΕ για το Ν.4327/2015 ήταν ουσιαστικά γνωστή εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο, μετά την απόφαση του Γ΄ τμήματος του ΣτΕ, παρόλα αυτά δεν έγινε καμιά προσπάθεια όλο αυτό το χρονικό διάστημα ώστε να υπάρξει μια άλλη ποιοτική διαδικασία για τον τρόπο επιλογής των Διευθυντών σχολικών μονάδων. Όλα γράφτηκαν και ετοιμάστηκαν εσπευσμένα και πρόχειρα. Επίσης, για δύο χρόνια δεν έγινε η παραμικρή προσπάθεια αποκατάστασης της κανονικότητας, ώστε να γίνεται η επιλογή των στελεχών εκπαίδευσης με τη σειρά που είναι αποδεκτή εδώ και χρόνια: Διευθυντές Εκπαίδευσης, Σχολικοί Σύμβουλοι, Διευθυντές Σχολείων, Προϊστάμενοι Εκπαιδευτικών Θεμάτων, Υποδιευθυντές Σχολείων και Υπεύθυνοι Τομέων ΣΕΚ, Υπεύθυνοι ΕΚΦΕ, ΚΕΣΥΠ κ.λπ., με αποτέλεσμα οι Σχολικοί Σύμβουλοι να διανύουν τον έκτο χρόνο της θητείας τους μετά από τρεις παρατάσεις και οι Διευθυντές σχολικών μονάδων να βρίσκονται σε διαδικασία κρίσεων για δεύτερη φορά μέσα σε δύο χρόνια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη λειτουργία των σχολικών μονάδων.
2. Θεωρούμε αδιανόητη και απαράδεκτη την καθιέρωση οποιασδήποτε μορφής περιορισμού στις δηλώσεις προτίμησης σχολικών μονάδων από τους νυν Διευθυντές, αφού αντίκειται στις αρχές τις ισότητας και της αξιοκρατίας. Ευελπιστούμε ότι θα ισχύσει η δήλωση του Υπουργού Παιδείας για κατάργηση της σχετικής διάταξης που εμπεριέχεται στο σχέδιο νόμου. Αποτελεί όμως χαρακτηριστικό παράδειγμα της προχειρότητας με την οποία συντάχθηκε το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου, καθώς τα προβλήματα που θα δημιουργούσε η συγκεκριμένη διάταξη θα ήταν έως και ανυπέρβλητα.
3. Σε ό,τι αφορά την αποτίμηση του κριτηρίου της επιστημονικής και παιδαγωγικής συγκρότησης και κατάρτισης των υποψήφιων Διευθυντών υπενθυμίζουμε την από καιρό διατυπωμένη θέση μας για: “Αποτίμηση όλων των προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδών τους, καθώς και όλων των επιμορφώσεών τους που έχουν πραγματοποιηθεί ή πιστοποιηθεί από δημόσιους φορείς, με δίκαιη και αναλογική μοριοδότηση κάθε επιμέρους στοιχείου”.
4. Θεωρούμε απαράδεκτο το γεγονός να μην μοριοδοτούνται και να πετιούνται στον κάλαθο των αχρήστων θεσμοθετημένες από την Πολιτεία επιμορφώσεις, όπως η πιστοποιημένη επιμόρφωση στις Τ.Π.Ε. επιπέδου 2, η τρίμηνη επιμόρφωση στα ΠΕΚ, τα σεμινάρια διάρκειας 40 ωρών από τα ΠΕΚ, το Μείζον Πρόγραμμα Επιμόρφωσης διάρκειας 200 ωρών για την οποίο υπήρχε γραπτή δέσμευση του ΥΠ.Π.Ε.Θ. ότι θα μοριοδοτηθεί, και τα πιστοποιημένα σεμινάρια του ΕΚΔΔΑ, τα οποία μοριοδοτούνται για όλους τους δημοσίους υπαλλήλους εκτός των εκπαιδευτικών.
5. Θεωρούμε αδιανόητο το να μην αποτελεί προϋπόθεση για την υποβολή αίτησης για θέση Διευθυντή σχολικής μονάδας η πιστοποιημένη επιμόρφωση στις ΤΠΕ επιπέδου 1.
6. Θεωρούμε απαράδεκτο το γεγονός η πιστοποιημένη επιμόρφωση στις ΤΠΕ επιπέδου 1 να μοριοδοτείται με 0,5 μονάδες , η πιστοποιημένη επιμόρφωση στις ΤΠΕ επιπέδου 2 να πετιέται στον κάλαθο των αχρήστων, λες και δεν έγινε ποτέ, και ταυτόχρονα να αυξάνεται η μοριοδότηση της γνώσης ξένης γλώσσας επιπέδου Β2 σε 0,8 μονάδες, από 0,5 μονάδες που ήταν μέχρι τώρα. Δηλαδή, το ΥΠ.Π.Ε.Θ. θεωρεί ότι για την άσκηση των καθηκόντων του Διευθυντή σχολικής μονάδας είναι σημαντικότερη η γνώση ξένης γλώσσας επιπέδου Β2 από τη δυνατότητα χρήσης Η/Υ;
7. Θεωρούμε απαράδεκτη τη μείωση της μοριοδότησης του δεύτερου πτυχίου κατά 0,5 μονάδες και ζητάμε την επαναφορά της μοριοδότησής του στις 2 μονάδες, όπως ίσχυε μέχρι τώρα.
8. Επικροτούμε τη βαρύτητα που δίνεται από το σχέδιο νόμου στην διδακτική εμπειρία στην τάξη, αφού ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας δεν είναι μόνο διοικητικός προϊστάμενος αλλά και επιστημονικά και παιδαγωγικά υπεύθυνος της σχολικής μονάδας, και άρα του είναι απολύτως απαραίτητη η πλούσια διδακτική εμπειρία για να μπορέσει να ανταποκριθεί στα καθοδηγητικά του καθήκοντα.
9. Ζητάμε την επαναφορά του δικαιώματος των υποψήφιων Διευθυντών να είναι υποψήφιοι σε ένα ακόμα ΠΥΣΠΕ, εκτός αυτού της οργανικής τους θέσης, όπως ίσχυε μέχρι τώρα.
10. Σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή του Συλλόγου Διδασκόντων στη διαδικασία επιλογής των Διευθυντών, υπενθυμίζουμε την από το 2015 διατυπωμένη θέση μας να μην υπάρχει εμπλοκή των Συλλόγων Διδασκόντων στην διαδικασία επιλογής των Διευθυντών σχολικών μονάδων, αφού θα οδηγήσει, όπως και στις κρίσεις του 2015, σε ομαδοποιήσεις, συγκρούσεις και πελατειακές σχέσεις μεταξύ των εκπαιδευτικών, οι οποίες θα διαταράξουν το ήρεμο σχολικό κλίμα και τη συνεργατική δράση που τόσο έχουν ανάγκη οι σχολικές μονάδες. Δεν αρνούμαστε την αξιολόγηση του έργου του Διευθυντή από τους Συλλόγους Διδασκόντων, αλλά προτείνουμε αυτό να γίνεται μέσω του μοντέλου της αυτοαξιολόγησης των σχολικών μονάδων με ανατροφοδοτικό χαρακτήρα, το οποίο έχουμε προτείνει εδώ και χρόνια, μέσα από την αποτίμηση του Τομέα: «Ηγεσία, Διοίκηση και Οργάνωση του σχολείου». Είναι άλλο όμως αυτό, και άλλο το να μετατρέπονται οι Σύλλογοι Διδασκόντων σε Συμβούλια Επιλογής Διευθυντών Σχολικών Μονάδων.
11. Ζητάμε την επαναφορά της δομημένης συνέντευξης για την αποτίμηση του κριτηρίου της συμβολής στο εκπαιδευτικό έργο, της προσωπικότητας και της γενικής συγκρότησης των υποψηφίων Διευθυντών από τα Συμβούλια Επιλογής, όπως προβλεπόταν από το Ν.3848/2010, και όπως προβλέπεται με τον πρόσφατο νόμο Βερναρδάκη(Ν.4369/2016) για τις κρίσεις Προϊσταμένων σε όλο το Δημόσιο.
12. Οι δηλώσεις προτίμησης σχολικών μονάδων θα πρέπει να γίνονται μετά την βαθμολόγηση της συνέντευξης και την ανάρτηση των τελικών πινάκων μοριοδότησης των υποψηφίων Διευθυντών, ώστε να είναι αδύνατη η επεξεργασία των προτιμήσεων και του βαθμού συνέντευξης των υποψηφίων σε λογιστικά φύλλα ( π.χ. Excel), με σκοπό να δίνονται συγκεκριμένες σχολικές μονάδες σε ημέτερους υποψήφιους Διευθυντές.
13. Θεωρούμε ότι τα μέλη στα Συμβούλια Επιλογής των Διευθυντών σχολικών μονάδων θα πρέπει να διαθέτουν οπωσδήποτε διοικητική εμπειρία και όχι να επιλέγονται με μοναδικό κριτήριο την 15ετή εκπαιδευτική προϋπηρεσία.
14. Τέλος, πιστεύουμε ότι η επιλογή των Διευθυντών σχολικών μονάδων είναι μια πολύ σοβαρή διαδικασία, την οποία η Πολιτεία θα πρέπει να σταματήσει επιτέλους να την αντιμετωπίζει αποσπασματικά και με προχειρότητα, διότι το κόστος για τη λειτουργία των σχολικών μονάδων είναι υψηλό.