30-08-16 Η ομιλία του Νίκου Φίλη κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για την παιδεία στην ολομέλεια της Βουλής
Συναινετικός εμφανίστηκε στη πρωτολογία του ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Νίκος Φίλης, απευθυνόμενος προς όλες τις πτέρυγες της Βουλής και τονίζοντας ότι είναι διατεθειμένος να ακούσει προτάσεις που πιθανόν να βελτιώσουν τις διατάξεις του νομοσχεδίου και θα αφορούν κυρίως την ιδιωτική εκπαίδευση και την ειδική αγωγή.
Απευθυνόμενος προς τη Νέα Δημοκρατία ειδικότερα αλλά και προς συμφέροντα που εκπροσωπούν την ιδιωτική εκπαίδευση επικαλέστηκε άρθρο του Παύλου Μπακογιάννη το οποίο και ανέγνωσε:
‘’Η έλλειψη της μονιμότητας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών δεν αποτελεί μειονέκτημα μόνο για τους εκπαιδευτικούς, που αν περιορίζεται σ΄ αυτό θα είχε μόνο κοινωνική σημασία. Προκαλεί σειρά άλλων ανωμαλιών. Οι διδάσκοντες εξαρτώνται πλήρως από τον εργοδότη που έχει ως βασικό στόχο το κέρδος. Και όσο περισσότερο εξαρτάται αυτός που διδάσκει από τον εργοδότη, τόσο περισσότερο είναι το σχολείο επιχείρηση και τόσο λιγότερο σχολείο και εκπαιδευτήριο. Η ανασφάλεια δε αυτή των ιδιωτικών εκπαιδευτικών οδηγεί αναγκαστικά σε σειρά υποχωρήσεων που τελικά καταλήγουν σε βάρος της εκπαιδεύσεως. Ιδιαίτερα εμφανές γίνεται αυτό στη κατηγορία εκείνη των ιδιωτικών σχολείων που συγκεντρώνουν μαθητές που για οποιοδήποτε λόγο δε μπόρεσαν να προχωρήσουν στο δημόσιο σχολείο’’. Και συνεχίζει : ‘’Η πρώτη υποχρέωση που θα έπρεπε ν επιβληθεί στους επιχειρηματίες-πωλητές παιδείας –αν τα λέγαμε αυτά εμείς σήμερα…-θα ‘χαμε ακούσει παρά σταλινισμού πολλές κατηγορίες-είναι η μονιμότητα του διδακτικού προσωπικού για να μπορεί αυτό απερίσπαστα και μακριά από επιχειρηματικές πιέσεις να αφιερωθεί στη δουλειά του. Με μόνιμο προσωπικό, διδακτικό στα ιδιωτικά σχολεία, θα ασκείται καλύτερα και αποτελεσματικότερα η κρατική εποπτεία σε αυτά. Κι όλα αυτά φυσικά για το μεταβατικό χρονικό διάστημα που θα υπάρχει ακόμα ιδιωτική εκπαίδευση. Γιατί η μακροχρόνια πολιτική της πολιτείας πρέπει να είναι η κατάργησή της και η προσφορά από το κράτος δωρεάν παιδείας’’.
Η σημερινή ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, συμπέρανε ο υπουργός, θα πρέπει να αναρωτηθεί πόσο βάσιμοι είναι οι ισχυρισμοί της περί δήθεν επιχείρησης «σοβιετοποιήσης» της Παιδείας από την κυβέρνηση.
Ο Νίκος Φίλης αναφέρθηκε εκτενώς στις ρυθμίσεις που προβλέπει το συζητούμενο νομοσχέδιο τόσο για την ιδιωτική εκπαίδευση όσο και για την ειδική αγωγή. Για την ιδιωτική εκπαίδευση τόνισε ότι μπαίνει μία τάξη, ενώ αντιθέτως η Νέα Δημοκρατία θέλει αυτόν το χώρο ασύδοτο. Για την ειδική αγωγή ανακοίνωσε ότι φέτος θα προσληφθούν 9.100 αναπληρωτές, περισσότεροι από κάθε άλλη χρονιά, καθώς επίσης και ότι ιδρύονται 543 νέα τμήματα ένταξης, μετά οκτώ χρόνια αδιαφορίας των ηγεσιών του Υπουργείου Παιδείας.
Ολόκληρη η ομιλία του Υπουργού έχει ως εξής:
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να ευχηθούμε «καλή χρονιά».
Η συζήτηση γίνεται σήμερα, λίγες μέρες πριν από τον αγιασμό και έντεκα μήνες μετά τις προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησης. Είμαστε εδώ για να αναμετρηθούμε όχι με τις δυσοίωνες προβλέψεις και την καταστροφολογία που τόσο καιρό ακούγαμε, αλλά με αυτά που εμείς είπαμε πριν από έντεκα μήνες και έχουμε πράξει. Τον Οκτώβριο είχαμε δεσμευτεί σε έναν εθνικό κοινωνικό διάλογο για την παιδεία χωρίς περιχαρακώσεις και τώρα αξιοποιούμε τα συμπεράσματα του διαλόγου.
Όλες οι μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση, για να πετύχουν, έχουν ως προϋπόθεση την εμπιστοσύνη στον εκπαιδευτικό. Τού εμπιστευόμαστε τα παιδιά μας. Γιατί να μην εμπιστευτούμε και την κρίση του για την πορεία της εκπαίδευσης; Άλλωστε, το σχολείο ήταν και είναι πάντα οι άνθρωποί του, οι εκπαιδευτικοί, οι γονείς και, βεβαίως, οι μαθητές.
Η πρώτη πράξη της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ήταν να επαναφέρει το κλίμα δημοκρατίας στα σχολεία, να σταματήσουν οι εκδικητικές απολύσεις με το ψευδώνυμο της αξιολόγησης, να επιστρέψουν οι εκπαιδευτικοί σε διαθεσιμότητα και ακόμη να σταματήσει η κατρακύλα των δημοσίων δαπανών για την εκπαίδευση στο 2,8% του ΑΕΠ. Διότι αν κυβερνούσε ακόμη η συγκυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο που είχαν ψηφίσει, οι δαπάνες θα κατρακυλούσαν ακόμα περισσότερο στο 1,8% του ΑΕΠ και αυτή η διαφορά σε απόλυτους αριθμούς ισοδυναμεί με 175.000.000 ευρώ. Τόσο φτωχότερο θα ήταν το ήδη φτωχό δημόσιο σχολείο στη χώρα μας.
Σταματήσαμε, λοιπόν, την απαξίωση της δημόσιας εκπαίδευσης. Θέσαμε ως προτεραιότητα το σχολείο ισότητας και ποιότητας. Σχολείο ανοιχτό, φιλόξενο και δημοκρατικό για όλα τα παιδιά που ζουν στη χώρα μας. Το άριστο σχολείο παντού και όχι λίγες εκατοντάδες σχολεία αρίστων σε ένα τοπίο καθημαγμένης πραγματικότητας για τα υπόλοιπα χιλιάδες σχολεία.
Πολύς λόγος γίνεται για την αριστεία. Θα το κουβεντιάσουμε και σήμερα εδώ στη Βουλή. Δεν θα ήθελα να προκαταλάβω αυτόν τον διάλογο, αλλά ας γνωρίζουμε ότι πίσω από τη λέξη «αριστεία» διακυβεύονται διαφορετικές, μερικές φορές διαμετρικά αντίθετες πολιτικές. Υπάρχουν στοιχεία πως αυτή η επίκληση της λέξης «αριστεία» έχει οδηγήσει τα τελευταία χρόνια σε όξυνση των εκπαιδευτικών και κοινωνικών ανισοτήτων στα σχολεία.
Στο νομοσχέδιο που έχουμε μπροστά μας, αντιμετωπίζουμε πολλά κρίσιμα ζητήματα του σχολείου. Το ένα αφορά στην ελληνόγλωσση εκπαίδευση. Θα μιλήσει μετά ο Υφυπουργός, ο κ. Πελεγρίνης. Το δεύτερο ζήτημα αφορά στην ιδιωτική εκπαίδευση και έχει καταστεί αντικείμενο ενός έντονου δημόσιου διαλόγου. Το τρίτο ζήτημα αφορά στην ειδική αγωγή. Το τέταρτο ζήτημα αφορά στο θέμα του προσφυγικού.
Θα αναφερθώ εισαγωγικώς στα δύο ζητήματα που έχουν μια ιδιαίτερη σημασία.
Ιδιωτική εκπαίδευση. Γνωρίζετε όλοι ότι υπάρχει συνταγματική επιταγή. Η εκπαίδευση δημόσια ή μη κρατική τελεί υπό κρατική εποπτεία και έλεγχο, ακριβώς διότι το Σύνταγμα αναγνωρίζει ότι το δικαίωμα στην παιδεία είναι ενιαίο. Τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, λοιπόν, με βάση το Σύνταγμα δεν είναι αμιγείς επιχειρήσεις.
Η διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών είναι προϋπόθεση για την αξιοπιστία της εκπαίδευσης και του ιδιωτικού σχολείου. Δεν είναι συντεχνιακό δικαίωμα. Οι εκπαιδευτικοί είναι υπεύθυνοι για τους δημόσιους τίτλους σπουδών που εκδίδουν τα ιδιωτικά σχολεία. Μπορεί να τελούν υπό το άγχος, τον φόβο ή και την απειλή της αιφνίδιας, αναιτιολόγητης και συνήθως καταχρηστικής απόλυσης; Το δέχεται αυτό κανένας ως μια φυσιολογική κατάσταση;
Οι κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών μετά τη Μεταπολίτευση οδήγησαν, με βάση και τη συνταγματική επιταγή, στον νόμο Ράλλη του 1977. Έχει σημασία να διαβάσουμε τα Πρακτικά εκείνης της συνεδρίασης. Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή, Υπουργός Παιδείας Γεώργιος Ράλλης και από τους βασικούς υποστηρικτές της ρύθμισης, που σήμερα κατηγορείται ως σοβιετοποίηση της εκπαίδευσης, ο Ευάγγελος Παπανούτσος. Στα θεωρεία και τότε, όπως και σήμερα, διακρίνω μια ιστορική φυσιογνωμία του κινήματος των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, τον ιστορικό πρόεδρο της ΟΙΕΛΕ, τον Γιώργο Φυσάκη.
Δεν θα ήθελα να αναφερθώ αναλυτικά στο τι έλεγαν τότε ο Γεώργιος Ράλλης, ο Ευάγγελος Παπανούτσος. Θα αναφερθώ όμως σε ένα κείμενο, το οποίο κατά τη γνώμη μου έχει σημασία, διότι απαντά με τρόπο σαφή στα όσα ακούγονται.
Δεν τα υιοθετώ όλα, αλλά να τα ακούσουμε, πριν τα απορρίψουμε.
Λέει, λοιπόν, αυτό το κείμενο ενός προσώπου, που, αν του αποδώσουμε τους χαρακτηρισμούς που έχουμε δεχθεί αυτόν τον καιρό, πρέπει να είναι απαίδευτος, να είναι σοβιετόφρων, να είναι άνθρωπος της ήσσονος προσπάθειας, να είναι άνθρωπος που θέλει να ισοπεδώσει τη δημόσια εκπαίδευση και ταυτοχρόνως να διαλύσει το ιερό δικαίωμα της ιδιοκτησίας στον χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, λέει αυτό το πρόσωπο – διαβάζω:
«Η έλλειψη της μονιμότητας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών δεν αποτελεί μειονέκτημα μόνο για τους εκπαιδευτικούς, που αν περιοριζόταν σε αυτό θα είχε μόνο κοινωνική σημασία. Προκαλεί σειρά άλλων ανωμαλιών». «Οι διδάσκοντες εξαρτώνται πλήρως από τον εργοδότη που έχει ως βασικό στόχο το κέρδος. Κι όσο περισσότερο εξαρτάται αυτός που διδάσκει από τον εργοδότη, τόσο περισσότερο είναι το σχολείο επιχείρηση και τόσο λιγότερο είναι σχολείο και εκπαιδευτήριο. Η ανασφάλεια δε αυτή των ιδιωτικών εκπαιδευτικών οδηγεί αναγκαστικά σε σειρά υποχωρήσεων, που τελικά καταλήγουν σε βάρος της εκπαιδεύσεως. Ιδιαίτερα εμφανές γίνεται αυτό στην κατηγορία εκείνη των ιδιωτικών σχολείων που συγκεντρώνουν μαθητές που για οποιονδήποτε λόγο δεν μπόρεσαν να προχωρήσουν στο δημόσιο σχολείο».
Και συνεχίζει: «Η πρώτη υποχρέωση που θα έπρεπε να επιβληθεί στους επιχειρηματίες-πωλητές παιδείας» -αν τα λέγαμε αυτά εμείς σήμερα θα είχαμε ακούσει επί σταλινισμό πολλές κατηγορίες- «είναι η μονιμότητα του διδακτικού προσωπικού, για να μπορεί αυτό απερίσπαστο και μακριά από επιχειρηματικές πιέσεις να αφιερωθεί στη δουλειά του. Με μόνιμο διδακτικό προσωπικό στα ιδιωτικά σχολεία θα ασκείται καλύτερα και αποτελεσματικότερα και η κρατική εποπτεία σε αυτά. Κι όλα αυτά φυσικά για το μεταβατικό χρονικό διάστημα που θα υπάρχει ακόμα ιδιωτική εκπαίδευση. Γιατί η μακροχρόνια πολιτική της πολιτείας πρέπει να είναι η κατάργησή της και η προσφορά από το κράτος δωρεάν παιδείας».
Ποιος τα λέει αυτά; Παύλος Μπακογιάννης, Κυριακή 7 Νοεμβρίου 1976, στην εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής».
Εμείς τίποτα από αυτά τα οποία περιγράφει τότε ο Παύλος Μπακογιάννης δεν εισηγούμαστε. Πολύ λιγότερα, θα έλεγα, εισηγούμαστε.
Βέβαια, τότε ο Μπακογιάννης ζούσε στον αστερισμό του πολιτικού βίου όπου υπήρχε ένας πολιτικός ριζοσπαστισμός που έφερνε η Μεταπολίτευση στη χώρα μας. Υπήρχαν κινήματα, διεκδικήσεις, υπήρχε ενδιαφέρον για μια πραγματική δημοκρατική εκπαίδευση στη χώρα μας μετά από το έρεβος της επταετίας. Υπήρχε, βεβαίως, τότε και η ιστορία της «σοσιαλμανίας» – αυτό σε πολλά εισαγωγικά. Και κατηγορείτο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και γι’ αυτά και για άλλα ζητήματα ότι ήταν σοσιαλμανής.
Σήμερα, ζούμε την εποχή κατά την οποία η Αξιωματική Αντιπολίτευση έχει δει το φως το αληθινό του νεοφιλελευθερισμού. Αλλά, αν είναι να απαντήσει η Αξιωματική Αντιπολίτευση με επιχειρήματα στην πολιτική της Κυβέρνησης, πρέπει να απαντήσει ταυτοχρόνως με πιο ισχυρά επιχειρήματα στο παρελθόν του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού και όχι του νεοφιλελευθερισμού της παράταξής της, δηλαδή, στο παρελθόν εκείνου του καραμανλισμού.
Είναι προφανές ότι η κατάργηση του καθεστώτος των αιτιολογημένων απολύσεων –γιατί αυτό συζητάμε σήμερα- από την Κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου με Υπουργό Παιδείας των Κωνσταντίνο Αρβανιτόπουλο άνοιξε μια μεγάλη τρύπα σε όλα αυτά τα οποία νωρίτερα ανέφερε ο μακαρίτης Παύλος Μπακογιάννης.
Τώρα, βεβαίως, μου κάνει εντύπωση ότι ο κ. Αρβανιτόπουλος υιοθετεί ανερυθρίαστα την προπαγάνδα των σχολαρχών για το νομοσχέδιο ότι «έρχονται τα Σοβιέτ στην Ελλάδα».
Παρακαλώ να κατατεθεί στα Πρακτικά της Βουλής το άρθρο του κ. Αρβανιτόπουλου, συνηγόρου των σχολαρχών, από τις 12 Αυγούστου του ’16 στην εφημερίδα «Τα Νέα».
Είναι προφανές ότι οι αιτιολογημένες απολύσεις και το όργανο –συμβούλιο πέστε το- που κρίνει προτού το θέμα αχθεί ενώπιον της Δικαιοσύνης αποτελεί το αντικείμενο της πολιτικής δημόσιας διαφωνίας.
Αν θα είναι υπηρεσιακά συμβούλια ή κάποιο άλλο όργανο –υπάρχουν προτάσεις, τις ακούμε και τις συζητούμε- έχει μικρή σημασία. Το βασικό είναι να υπάρξει διακομματική συνεννόηση. Συζητούμε, λοιπόν, σχήματα που επί της ουσίας δεν έχουν μεγάλη διαφορά, αλλά θέτουν ένα όργανο που θα κρίνει επί του αν είναι αιτιολογημένες οι απολύσεις ή όχι, πριν το θέμα αχθεί ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Θα ήθελα στο σημείο αυτό να κρατήσουμε το κλίμα σύγκλισης που φάνηκε στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων. Από διαφορετικούς δρόμους το ΚΚΕ, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, αλλά και από τη Νέα Δημοκρατία ο κ. Φορτσάκης συνέκλιναν στην επαναφορά του καθεστώτος των αιτιολογημένων απολύσεων, που είχε δυστυχώς ξηλωθεί επί υπουργίας Διαμαντοπούλου και καταργήθηκε εντελώς επί υπουργίας Αρβανιτόπουλου.
Θα ήθελα στο σημείο αυτό να αναφερθώ στη δήλωση που έκανε ο πρώην Πρόεδρος της Βουλής, ο κ. Απόστολος Κακλαμάνης, ο οποίος με παρρησία διατυπώνει την άποψη υπέρ του νομοσχεδίου και μάλιστα στο επίμαχο αυτό ζήτημα. Παρακαλώ η δήλωση του κ. Κακλαμάνη να καταχωρηθεί στα Πρακτικά της Βουλής.
(Στο σημείο αυτό ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων κ. Νικόλαος Φίλης καταθέτει για τα Πρακτικά την προαναφερθείσα δήλωση, η οποία βρίσκεται στο Αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής)
Αλλά υπάρχει και η δήλωση της ΓΕΣΕΕ, που θα βάλουμε στα Πρακτικά, νεότερη δήλωση, καθώς επίσης και η κοινή ανακοίνωση των τριών συνδικάτων των εκπαιδευτικών, της ΔΟΕ, της ΟΛΜΕ και της ΟΙΕΛΕ. Παρακαλώ και αυτή η δήλωση να καταχωρηθεί στα Πρακτικά.
(Στο σημείο αυτό ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων κ. Νικόλαος Φίλης καταθέτει για τα Πρακτικά τα προαναφερθέντα έγγραφα, τα οποία βρίσκονται στο Αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής)
Είναι προφανές ότι υπάρχει ένα κοινωνικό μέτωπο υπέρ της εκπαίδευσης, υπέρ της εκπαίδευσης όχι ως εμπόρευμα, αλλά ως κοινωνικό δικαίωμα. Αυτό διατυπώνεται –στον ένα ή άλλο βαθμό συμπίπτουν οι απόψεις με πολλά κόμματα μέσα στη Βουλή– και με τις δράσεις, με τις ανακοινώσεις, με τις δημόσιες παρεμβάσεις των παραγόντων που ανέφερα νωρίτερα.
Είναι, επίσης, σαφές ότι την πολιτική επιλογή της Κυβέρνησης να δημιουργήσει ένα κλίμα ανόρθωσης της αξιοπιστίας συνολικά της εκπαίδευσης μέσα από την ενίσχυση της αξιοπιστίας των εκπαιδευτικών και ειδικότερα ένα κλίμα ανόρθωσης της αξιοπιστίας συνολικά και της ιδιωτικής εκπαίδευσης μέσα από τη δημιουργία συνθηκών που να μπορεί ο εκπαιδευτικός να ασκεί ανεπηρέαστος το λειτούργημά του υπέρ της μορφώσεως των παιδιών μας, αυτήν την απόφαση δεν υπάρχει περίπτωση να την πάρουμε πίσω. Θα την θέσουμε στην κρίση της ελληνικής Βουλής όσο και αν δημιουργούνται και παρακινούνται, από τα ιδιοτελή συμφέροντα, άλλου τύπου παρενέργειες και παρεμβάσεις. Η Κυβέρνηση διαθέτει τη νομοθετική πρωτοβουλία και την αυτονομία της νομοθετικής πρωτοβουλίας. Αυτά, για να μην υπάρχουν όνειρα θερινής ή μάλλον, τώρα πια, φθινοπωρινής νυκτός.
Το δεύτερο ζήτημα, το οποίο περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο για την ιδιωτική εκπαίδευση, αφορά στα φροντιστήρια. Είναι προφανές ότι τα φροντιστήρια πρέπει να λειτουργούν με στοιχειώδεις εργασιακές συνθήκες των νέων συνήθως σε ηλικία εργαζομένων εκπαιδευτικών σε αυτά.
Καθιερώνουμε τη διαδικασία, ώστε με είκοσι μία ώρες εργασίας εβδομαδιαίως να έχουν πλήρη ασφάλιση κοινωνική και αυτό σημαίνει και μια καλύτερη αμοιβή. Και είναι προφανές ότι για δεκάδες χιλιάδες –επαναλαμβάνω- νεότερους εκπαιδευτικούς είναι ένας δρόμος μιας στοιχειώδους εργασιακής εξασφάλισης, που ταυτοχρόνως τους δίνει την δυνατότητα να μπορούν με καλύτερο τρόπο να εργάζονται απέναντι στα παιδιά στα φροντιστήρια.
Υπάρχει και το ζήτημα που αφορά τα παράτυπα πτυχία. Και αυτό έχει πολυσυζητηθεί. Θα ήθελα να πω ότι εμείς θα εφαρμόσουμε τον νόμο Γιαννάκου, μετά από πολλά χρόνια απραξίας των προηγουμένων μνημονιακών κυβερνήσεων. Και κυρίως είναι χαρακτηριστική και εξόφθαλμη η απραξία του σημερινού Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, ο οποίος αν και ψήφισε τον νόμο Γιαννάκου, τον υποστήριξε, τον γνώριζε, κατόπιν ως Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης δεν τον εφάρμοσε.
Εμείς τον εφαρμόζουμε. Τον εφαρμόζουμε και θα έχουμε συντόμως αποτελέσματα. Η περίπτωση να ισχύουν άτυπα πτυχία δεν υπάρχει. Θα μπει τάξη. Για τα πλαστά δεν συζητούμε. Είναι το έργο της εισαγγελίας.
Για το θέμα των ελέγχων στα ιδιωτικά σχολεία: Πρέπει να σας πω ότι επί των ημερών της Κυβερνήσεώς μας έγινε ο μοναδικός έλεγχος για τις κτιριολογικές προδιαγραφές που αφορά αυθαίρετα, πυροπροστασία, πρόσβαση για ΑΜΕΑ στα ιδιωτικά σχολεία από την ψήφιση του ν.4093 του 2012. Θα έπρεπε όλοι αυτοί οι έλεγχοι να έχουν τελειώσει στις 31/8/2013, δηλαδή τρία χρόνια πριν.
Από τα μέχρι σήμερα στοιχεία, σε σύνολο διακοσίων δεκαεννέα ιδιωτικών σχολείων που υπέβαλαν φάκελο για χορήγηση άδειας λειτουργίας –τα οποία ήλεγξε ο ΕΟΠΠΕΠ, ο αρμόδιος φορέας του Υπουργείου Παιδείας-, το 27% απ’ αυτά είχαν προβλήματα ως προς τις κτιριολογικές τους προϋποθέσεις. Από τα εκατόν δύο σχολεία που εγκρίθηκε ο φάκελός τους, μόνο το 30% δεν παρουσίαζε κανένα πρόβλημα. Πρόθεση του Υπουργείου είναι να ολοκληρωθούν συντόμως όλοι οι έλεγχοι των ιδιωτικών σχολείων.
Ακούμε ένα επιχείρημα αντιπερισπασμού για τα δημόσια. Ο κτιριολογικός έλεγχος των δημόσιων σχολείων είναι έργο των δήμων και των κοινοτήτων. Προχωρεί κι όσο προχωρεί, θα επισπευσθεί. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να αφήσουμε τα κτίρια των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων στο έλεος των παρανομιών που μπορεί να έχουν και πολύ σοβαρές συνέπειες για τη λειτουργία τους.
Προχωρώ στο θέμα της ειδικής αγωγής. Είναι μια τροπολογία, η οποία κατατέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, όπου συμμετείχαν περίπου πέντε χιλιάδες ενδιαφερόμενοι, αναπτύχθηκε πλούσιος διάλογος και με αντιθετικά επιχειρήματα.
Θα ήθελα να πω, κατ’ αρχάς, ότι για εμάς η ειδική αγωγή είναι υποχρέωση και δεν είναι απλώς μία από τις συνηθισμένες πολιτικάντικες ρουκέτες. Το αποδείξαμε εμπράκτως τη χρονιά που πέρασε, όπου υπήρξε ρεκόρ προσλήψεων αναπληρωτών για την ειδική αγωγή. Κάναμε και τώρα κάνουμε νέα βήματα για τη συμπερίληψη, ώστε το σχολείο να είναι για όλα τα παιδιά, χωρίς γκέτο για τα παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Αυτό σημαίνει διαφοροποιημένη διδασκαλία και συνεπώς επιμόρφωση του διδακτικού προσωπικού. Το Ι.Ε.Π. θα προχωρήσει σε ανάλογο πρόγραμμα συντόμως. Σημαίνει, επίσης, προσλήψεις, αλλά και διορισμούς – και τονίζω τη λέξη «διορισμούς», διότι ειδικά η ειδική αγωγή έχει μικρό αριθμό μόνιμων διορισμών. Τη χρονιά που έρχεται, που θα προχωρήσουμε σε μόνιμους διορισμούς, κατά προτεραιότητα θα έχουμε διορισμούς στην ειδική αγωγή.
Όμως, θα ήθελα να αναφερθώ και στη δημιουργία εκατοντάδων νέων δομών ειδικής αγωγής. Μετά από οχτώ χρόνια αδιαφορίας για την κάλυψη των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών των μαθητών, ιδρύθηκαν φέτος και θα λειτουργήσουν από φέτος πεντακόσια τριάντα ένα τμήματα ένταξης, εξήντα ένα σε νηπιαγωγεία, τριακόσια σαράντα τέσσερα σε δημοτικά και εκατόν είκοσι έξι σε γυμνάσια. Τρία ειδικά νηπιαγωγεία, έξι ειδικά δημοτικά σχολεία, πέντε Ε.Ε.Ε.Ε.Κ., εννέα ειδικά επαγγελματικά γυμνάσια και δώδεκα λυκειακές τάξεις.
Από τη μεθεπόμενη σχολική χρονιά, όλα τα ειδικά επαγγελματικά γυμνάσια, παλιά και νέα, δηλαδή τριάντα δύο συν εννέα, θα λειτουργήσουν υπό τη νέα μορφή του Ενιαίου Ειδικού Επαγγελματικού Γυμνασίου – Λυκείου, τέσσερα συν τέσσερα χρόνια.
Για τις προσλήψεις αναφέρθηκα νωρίτερα και θα ήθελα να πω και τούτο: Φέτος θα προσληφθούν εννέα χιλιάδες εκπαιδευτικοί για την ειδική αγωγή. Είναι εξασφαλισμένες οι πιστώσεις. Κι ακόμα εξασφαλίσαμε άλλες τετρακόσιες πιστώσεις για ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς, που θα ενισχύσουν το δίκτυο υποστήριξης των σχολείων και γενικής εκπαίδευσης.
Αποτελέσματα: Υπερδιπλασιάζεται το σύνολο των σχολείων γενικής εκπαίδευσης, που οι μαθητές τους θα τύχουν εξειδικευμένης εκπαιδευτικής και ψυχοσυναισθηματικής υποστήριξης από ειδικό επιστημονικό προσωπικό.
Οι προσλαμβανόμενοι για τον σκοπό αυτό δεν θα αμείβονται με τους μισθούς των Προγραμμάτων Κοινωφελούς Εργασίας, αλλά με τους μισθούς των αναπληρωτών, πράγμα που σημαίνει ότι διπλασιάζονται οι αποδοχές τους σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Άρα, μιλάμε για ένα σύνολο 9.500 εργαζομένων που θα στελεχώσουν την ειδική αγωγή κατά τη σχολική χρονιά 2016-2017.
Θα ήθελα τελειώνοντας να αναφερθώ στο θέμα –το ακούμε- που έχει ανακύψει. Διατυπώνεται ένας φόβος μήπως οι πτυχιούχοι των ειδικών τμημάτων, ειδικής αγωγής, δεν προσληφθούν. Αυτό δεν ισχύει. Η τροπολογία αφορά προσλήψεις αναπληρωτών. Έχουμε ανάγκη –επαναλαμβάνω- από 9.100 εκπαιδευτικούς. Οι πτυχιούχοι από τον Βόλο και το ΠΑΜΑΚ είναι 2.000 και είναι σίγουρο ότι θα προσληφθούν. Πολλοί απ’ αυτούς έχουν μεγάλη προϋπηρεσία. Ακόμα και λόγω της προϋπηρεσίας τους έχουν το προσόν να προσληφθούν.
Το ερώτημα το οποίο υπάρχει είναι πώς θα καλύψουμε την ανάγκη από τους 2.200 έως τους 9.100 του έκτακτου προσωπικού των αναπληρωτών. Και εκεί είναι λογικό να αξιοποιούμε ανθρώπους οι οποίοι έχουν αυξημένα τυπικά προσόντα και παρουσία στο έργο της ειδικής αγωγής στα σχολεία μας, ακόμα και δασκάλους –αυτό γίνεται την τελευταία πενταετία, δεν είναι καινούριο- οι οποίοι αναλαμβάνουν έργο στον χώρο της ειδικής αγωγής. Είναι μάλιστα δάσκαλοι χωρίς ειδικά προσόντα. Διότι είσαι σε ένα δίλημμα: τι θα κάνεις στην περίπτωση όπου υπάρχει ανάγκη στήριξης; Θα αφήσεις το παιδί χωρίς στήριξη ή θα στείλεις έναν δάσκαλο να τον βοηθήσει;
Δεν είναι δική μας –επαναλαμβάνω- αυτή η πραγματικότητα. Την τελευταία πενταετία-εξαετία -απ’ ό,τι έχω δει- προσλαμβάνονται από το Δημόσιο 500 έως 1.000 δάσκαλοι χωρίς ειδική εξειδίκευση και προσόντα –είναι η αλήθεια- για να στηρίξουν την ειδική αγωγή. Άρα, δεν υπάρχει κανείς φόβος να μην προσληφθούν φέτος όσοι είναι απόφοιτοι των δύο τμημάτων ειδικής αγωγής.
Το θέμα των διορισμών, που αφορά το μόνιμο καθεστώς, είναι ένα θέμα που πρέπει να συζητήσουμε και θα το συζητήσουμε ως Υπουργείο συντόμως από τον Νοέμβριο για το σύνολο των εκπαιδευτικών. Διότι δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ένα σαφές, δίκαιο σύστημα, κατά τη γνώμη μας, προκειμένου να υπάρξουν μαζικοί διορισμοί. Άρα, θα συζητήσουμε το θέμα αυτό και στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης βεβαίως θα ληφθούν υπ’ όψιν και τα καλώς εννοούμενα συμφέροντα των πτυχιούχων των δύο παιδαγωγικών σχολών ειδικής αγωγής.
Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να φοβόμαστε. Έχουμε αποδείξει ότι συζητούμε, ότι λύνουμε προβλήματα και δεν δημιουργούμε. Έχουμε αποδείξει ότι είναι δυνατόν να προχωρήσουμε και σε ένα σύστημα μόνιμων διορισμών τον Σεπτέμβριο του 2017. Για να γίνει αυτό, όμως, πρέπει να είμαστε έτοιμοι ήδη από τα Χριστούγεννα.
Πέρυσι θέλαμε να έχουμε αυτήν τη δυνατότητα των μόνιμων διορισμών για τον Νοέμβριο του 2016. Δεν έγινε δυνατό για τον απλούστατο λόγο ότι δεν είχε τελειώσει η πρώτη αξιολόγηση. Τώρα έχει τελειώσει και προχωρούμε.
Για το προσφυγικό θέμα, η Κυβέρνηση ανταποκρίνεται στην αλληλεγγύη που έχει δείξει η κοινωνία και στην υποδοχή της κοινωνίας προς τους πρόσφυγες. Ανταποκρινόμαστε όχι μόνο στις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας –επαναλαμβάνω- αλλά και στο κλίμα αγάπης και αλληλεγγύης που δείχνει η κοινωνία.
Το σχέδιο το έχουμε αναφέρει. Δεν μπορεί να διατυπωθεί σε έναν νόμο μέσα γιατί έχει πολλές μεταβλητές. Το γνωρίζουμε αυτό το πράγμα. Ποια είναι η κατεύθυνση; Τμήματα ένταξης στα σχολεία γύρω από τα camp, νηπιαγωγεία μέσα στα camp -διότι τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας δεν φεύγουν εύκολα μακριά από τη μητέρα τους ούτε η μητέρα τους τα αφήνει να φύγουν-, σχολικές μονάδες σε όσα camp είναι μακριά και εκτός από τον οικιστικό ιστό και συνεπώς, δεν είναι δυνατόν να μεταφερθούν για τάξεις υποδοχής και ένταξης σε σχολεία της περιοχής.
Έχουμε εξασφαλίσει από τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης 9 εκατομμύρια ευρώ για τις μετακινήσεις, έχουμε 7 εκατομμύρια από κοινοτικούς πόρους για την οργάνωση και το εκπαιδευτικό προσωπικό.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να ενημερώσω την Εθνική Αντιπροσωπεία ότι 24 εκατομμύρια βιβλία έχουν πάει από τα μέσα Αυγούστου σε όλα τα σχολεία της χώρας. Και αυτό το αυτονόητο δεν ήταν αυτονόητο όταν, για παράδειγμα, τη χρονιά της κυρίας Διαμαντοπούλου μέχρι τον Δεκέμβριο τα μαθήματα γίνονταν με φωτοτυπίες.
Επίσης, θα υπάρξουν είκοσι χιλιάδες οκτακόσιοι αναπληρωτές, που οι περισσότεροι, η μεγάλη πλειοψηφία τους, επιδιώκουμε να πάνε από τις πρώτες ημέρες στα σχολεία και όχι κατά κύματα μέχρι τον Δεκέμβριο, όπως συνέβαινε τα τελευταία είκοσι χρόνια και ιδιαίτερα τα χρόνια των μνημονίων.
Το άνοιγμα των σχολείων στην ώρα τους είναι κέρδος για ολόκληρη την κοινωνία. Σηματοδοτεί τη σταθερή επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα, για να βγει από την κρίση. Καθιστά ακόμα πιο αξιόπιστο το δημόσιο σχολείο. Γι’ αυτό λίγες ημέρες πριν ανοίξουν τα σχολεία είναι λάθος να στήνεται κομματική αντιδικία και να μετατρέπεται το άνοιγμα των σχολείων, όπως ειπώθηκε από την Αξιωματική Αντιπολίτευση, ως «η μητέρα των μαχών» και από κοντά να αθροίζονται νοοτροπίες του πελατειακού κράτους στην εκπαίδευση και αντιλήψεις ενός κακώς εννοούμενου κηδεμονευόμενου συνδικαλισμού με μοναδικό στόχο να καθυστερήσει το άνοιγμα των σχολείων, έστω σε ορισμένα σημεία, μπας και υπάρξει φθορά της κυβερνητικής εικόνας.
Στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή σε λίγο καιρό, όταν το πρόγραμμα του Πρωθυπουργού το επιτρέψει, συντόμως, θα παρουσιάσει η καθεμιά παράταξη το σχέδιό της για το σχολείο. Για εμάς είναι το σχέδιο της δημοκρατικής μεταρρύθμισης της εκπαίδευσης για ένα σχολείο ποιότητας και ισότητας, για την αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης.
Αυτό το δημόσιο σχολείο υπονομεύει ο νεοφιλελευθερισμός, όταν μάλιστα επαναφέρει σήμερα και την ιστορία με τα κουπόνια, να μην έχει το κράτος την ευθύνη για τη λειτουργία του σχολείου, αλλά δήθεν να υπάρχει η επιλογή του γονιού να παίρνει το κουπόνι, το αντίτιμο των διδάκτρων, και να επιλέγει σε ποιο δημόσιο ή σε ποιο ιδιωτικό σχολείο θα πάει τα παιδιά του. Στη χειρότερη των περιπτώσεων αυτό σημαίνει, όπως καταλαβαίνετε, μια πλήρη διάλυση και της δημόσιας και της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Στην «καλύτερη» -σε πολλά εισαγωγικά- σημαίνει αδιαφάνεια και διαφθορά. Αντιλαμβάνεστε τι σημαίνει δημόσιο χρήμα, το οποίο το ενθυλακώνει ο καθένας και το αξιοποιεί κατά το δοκούν με συναλλαγές που δεν γνωρίζουμε, για να πάνε τα παιδιά του στο ένα ή το άλλο σχολείο; Είναι η λογική που θέλει σχολεία πολλών ταχυτήτων. Όχι καλά σχολεία, αλλά σχολεία τα οποία για κοινωνικούς λόγους θα ενισχύονται και σχολεία τα οποία για κοινωνικούς λόγους θα καταβαραθρώνονται.
Εμείς θέλουμε όλα τα σχολεία να είναι καλά, να είναι άριστα. Δεν θέλουμε σχολεία τα οποία θα λειτουργούν στη βάση συνταγών του Φρίντμαν και του Πινοσέτ, σχολεία δηλαδή που καταβαραθρώνουν τον δημόσιο χαρακτήρα του σχολείου της γειτονιάς και δίνουν κέρδη στην ιδιωτική εκπαίδευση, μια ιδιωτική εκπαίδευση την οποία μάλιστα η Νέα Δημοκρατία θέλει να την αφήσει ασύδοτη, χωρίς κανέναν νομικό έλεγχο, χωρίς καμία εποπτεία του κράτους, όπως λέει η Κυβέρνηση.
Σας ευχαριστώ.