Η Νεοελληνική Γλώσσα στη μέγγενη των Πανελλαδικών: προτάσεις για μια αναγκαία ρήξη
Διαπιστώσεις
Ο μεγάλος ασθενής του γλωσσικού μαθήματος είναι η παραγωγή κειμένου. Αυτό διαπιστώσαμε και φέτος όσοι κληθήκαμε να βαθμολογήσουμε τα μαθητικά κείμενα της “Έκθεσης” των “Πανελληνίων”.
Ζήσαμε ως βαθμολογητές την αγωνία των μαθητών, που μετασχημάτιζαν το θέμα παραγωγής λόγου – κειμένου. Προκειμένου να πείσουν γιατί πρέπει το ευρύ κοινό να πλησιάσει τους χώρους και τα μνημεία της πολιτισμικής μας κληρονομιάς, ανέλυαν γιατί πρέπει να γνωρίζουμε τον πολιτισμό μας, την ιστορία μας, την τέχνη, την ελληνική αρχαιότητα, αλλά απέφευγαν να πουν γιατί αυτά πρέπει να γίνονται με την προσέγγιση των χώρων της πολιτισμικής μας κληρονομιάς, τι το ιδιαίτερο δηλαδή έχει αυτός ο τρόπος επαφής. Και προκειμένου να προτείνουν δραστηριότητες με τις οποίες οι πολίτες, ενήλικες και νέοι, θα εξοικειωθούν με τους χώρους και τα μνημεία της πολιτισμικής μας κληρονομιάς, αντί να ανακαλέσουν τις εμπειρίες τους από την οικογενειακή ή σχολική τους ζωή, αντί να σταθούν κριτικά απέναντι στην πραγματικότητα, αντί έστω να αξιοποιήσουν τις σχετικές νύξεις του κειμένου αναφοράς, κατέφευγαν στη μονότονη παραγωγή «ιδεών» μέσω ενός εργαλείου που εξετάζει τι μπορεί να κάνει η οικογένεια, το σχολείο, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, πάντα με τις ίδιες στερεότυπες αναφορές , γενικόλογες , χωρίς έμπνευση και πειθώ.
Στα κείμενα των μαθητών μας πλεόναζαν η μηχανική αναπαραγωγή λόγου, η προσαρμογή σε μια (από ποιους άραγε;) συμφωνημένη νόρμα και εξέλειπαν η άποψη, η προσωπική θέση, οι πεποιθήσεις.
Δεν είναι ανόητοι οι μαθητές μας. Είναι φανερό ότι προσάρμοζαν το θέμα όχι στα ενδιαφέροντά τους και τα βιώματά τους αλλά σε έτοιμη ύλη που θα τους εξασφάλιζε όσα έχουν πειστεί ότι είναι απαραίτητα: “πλούσιες” “ιδέες”, “επαρκή ανάπτυξη” μέσα σε ένα ισορροπημένο καλούπι, διευρυμένο και “ιδιαιτέρων απαιτήσεων” λεξιλόγιο. Γι’ αυτό αντί να σκεφτούν, έσπευσαν να στραφούν σε έτοιμες ιδέες από τους “θεματικούς κύκλους” που έχουν διδαχθεί ή , ακόμη χειρότερα, σε έτοιμα σχήματα περιεχομένου, που προσαρμόζονται σε “κάθε” θέμα με επιτυχία ανάλογη της ωριμότητας του εξεταζομένου.
Κι έτσι διαβάσαμε ακόμα μια φορά τις ίδιες ιδέες , με τις ίδιες λέξεις σε απίθανους συνδυασμούς επιχειρηματολογίας και διατύπωσης , γελοίους συχνά, θλιβερούς πάντα λόγω της τυποποίησης του μαθητικού λόγου και της μαθητικής σκέψης.
Δυστυχώς όσο πιο μελετηροί φαίνονταν οι μαθητές μας, όσο πιο καλά προετοιμασμένοι, τόσο πιο φιμωμένοι αποδεικνύονταν. Σαν να είναι πια η μελέτη εχθρός της σκέψης και της ελευθερίας του λόγου, σαν να είναι η γνώση (των) γλωσσικών κανόνων εμπόδιο της φυσικής έκφρασης και της δημιουργικότητας.
Τι φταίει;
Έλλειψη αυτοπεποίθησης; Έλλειψη προβληματισμού; Ενσυνείδητη και πρόσκαιρη – ας ελπίσουμε – προσαρμογή σε όσα “ζητούν, αποδέχονται , επιβραβεύουν” οι βαθμολογητές;
Ό,τι κι αν διαγνώσει κανείς, σημασία έχει ότι πίσω από όλα αυτά δεσπόζει μια παρεξήγηση: ότι για να αλλάξει η πνευματοκτόνα αυτή κατάσταση αρκεί – πρέπει να έχουμε νέα αναλυτικά προγράμματα , νέα βιβλία, καινοτόμες μεθόδους διδασκαλίας, επιμορφωμένους εκπαιδευτικούς.
Και όμως, αυτό το έκτρωμα δεν το προωθούν ούτε τα πεπαλαιωμένα μας βιβλία ούτε τα προγράμματα σπουδών μας ούτε οι αναχρονιστικές μας τεχνικές στην διδασκαλία. Κανένα βιβλίο του Γυμνασίου και του Λυκείου δεν εισάγει καταλόγους ιδεών και δεοντολογία τεχνικών ανάπτυξης περιεχομένου με τομείς και φορείς αγωγής. Κανένα δεν προωθεί τον συγκεκριμένο γλωσσικό κώδικα που διαβάζουμε στα μαθητικά κείμενα των Πανελληνίων.
Ο ένοχος βρίσκεται στον άτυπο κανόνα επιτυχίας που διδάσκεται σε σχολεία και φροντιστήρια από την εποχή της “Εκθέσεως Ιδεών” πέρα και πάνω από κάθε παιδαγωγική και επιστημονική βάση , πέρα και πάνω από κάθε σχολικό βιβλίο και κάθε πρόγραμμα σπουδών. Η κυριαρχία του κανόνα αυτού είναι τόσο ακλόνητη που ακυρώνει κάθε απόπειρα πειραματισμού και απόκλισης , ακόμη κι αν έχει την στήριξη της πολιτείας. Οι γονείς και οι μαθητές (από την Α΄ Λυκείου κιόλας) δυσπιστούν στον αντίλογο και αντιδρούν διότι, όπως “βεβαιώνουν”, κάθε άλλη γλωσσική διδασκαλία δεν είναι χρήσιμη για την επίλυση του Γόρδιου δεσμού των “Πανελληνίων”.
Κατά πάσα πιθανότητα ο άτυπος κανόνας διδασκαλίας της Έκθεσης δεν είναι καν συνταγή επιτυχίας: πολλοί από μας που βαθμολογούμε Έκθεση κάθε χρόνο, ομολογούμε ότι ο τρόπος αυτός της ανάπτυξης ενός θέματος συχνά γελοιοποιεί μαθητές μέτριους, ενώ τους καλούς τους εγκλωβίζει σε μια μέση επίδοση που έτσι κι αλλιώς θα πετύχαιναν, αν έγραφαν με ειλικρίνεια, φυσικότητα και φρεσκάδα τα δικά τους επιχειρήματα για τις δικές τους σκέψεις σύμφωνα με το προσωπικό τους ύφος, κατάλληλα προσαρμοσμένο για την επικοινωνιακή περίσταση.
Προτάσεις
Αξιοποίηση των γραπτών των Πανελληνίων εξετάσεων
Σε όλα αυτά όλοι οι αρμόδιοι φορείς επιμόρφωσης, ιδίως οι Σχολικοί Σύμβουλοι των Φιλολόγων, θα πρέπει να συνεισφέρουν με πρώτο και κύριο στόχο τη διάλυση των μύθων. Να πειστούν μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί ότι όλη η βιομηχανία συνταγών για την παραγωγή κειμένων είναι περιττή ή και βλαπτική. Μπορεί προς τούτο να αξιοποιηθεί το υλικό των Πανελληνίων εξετάσεων: να παρουσιαστούν κριτικά σε ειδικές συγκεντρώσεις (επιμορφωτικές ημερίδες, συναντήσεις, εργαστήρια βαθμολόγησης, δειγματικές διδασκαλίες αυτοαξιολόγησης και ετεροαξιολόγησης) ενδεικτικές περιπτώσεις μαθητικών κειμένων που αναδεικνύουν όλη την παθολογία της τυποποιημένης παραγωγής λόγου. Στον αντίποδα καλό θα ήταν να προβληθούν και δείγματα ανεπιτήδευτου μαθητικού λόγου που βαθμολογήθηκαν θετικά. Κι όλα αυτά να γίνουν από την αρχή της χρονιάς και να αφορούν διδάσκοντες και μαθητές όχι της Γ΄ Τάξης, αλλά όλων των τάξεων του Λυκείου, διότι η περί του αντιθέτου «προπαγάνδα» ριζώνει κι εξαπλώνεται τουλάχιστον από την Α΄ Λυκείου.
Επιμόρφωση
Κατά τις επιμορφωτικές συναντήσεις φιλολόγων Λυκείων έμφαση θα πρέπει να δοθεί (και) στην παραγωγή λόγου: σε εναλλακτικές προτάσεις ανάπτυξης του προβληματισμού, με την επικοινωνιακή μέθοδο προσέγγισης των κειμένων , με προσαρμογή σε ποικίλες επικοινωνιακές περιστάσεις, με την καλλιέργεια και του προφορικού λόγου, με (τυπικούς ή άτυπους) αγώνες επιχειρηματολογίας και αντιλογίας, με διαμόρφωση περιβαλλόντων δημιουργικής έκφρασης κα
Η συμβολή των Βαθμολογικών Κέντρων
Η επιμορφωτική προσπάθεια πρέπει να περιλάβει και τα Βαθμολογικά Κέντρα, για τα οποία έχει διαμορφωθεί στο ευρύ κοινό και στους μαθητές η πεποίθηση ότι επιβραβεύουν τον τυποποιημένο μαθητικό λόγο. Πιο συγκεκριμένα , είναι αναγκαίο οι Βαθμολογητές να ενημερωθούν και να ασκηθούν στην αξιολόγηση των δεικτών ποιότητας του μαθητικού λόγου , με ιδιαίτερη έμφαση α) στην φυσικότητα της έκφρασης και την καταλληλότητα του ύφους, β) στην αποτελεσματικότητα του κειμένου, η οποία συνδέεται με την πρωτοτυπία των ιδεών και τη στενή τους συνάφεια με το θέμα και γ) στην άρθρωση των ιδεών με τρόπο που να φανερώνει προσωπική δημιουργία και όχι φορμαλιστική αναπαραγωγή γνωστών παραγόντων και φορέων. Οι δε Συντονιστές του μαθήματος να επιμείνουν στα σχετικά κριτήρια κατά την διαμόρφωση των οδηγιών βαθμολόγησης, το κείμενο των οποίων καλό είναι να δημοσιοποιείται (διαδικτυακά), ώστε να διαχέεται αξιόπιστα ο τρόπος της βαθμολόγησης.
Ευρύτεροι προβληματισμοί
Πέρα από αυτά βέβαια υπάρχουν και γενικότεροι προβληματισμοί σχετικά με το Γλωσσικό μάθημα. Ενδεικτικά:
- Πώς θα προωθηθούν οι αναγκαίες αλλαγές στο Γλωσσικό μάθημα, όταν κάθε πειραματισμός προσκρούει στην εξεταστική φόρμα των Πανελληνίων; Πώς θα εφαρμοστεί χωρίς να παρεμποδίζεται από την αμφιβολία μαθητών κι εκπαιδευτικών για την αποτελεσματικότητα της μεθόδου στις Πανελλήνιες, ένα νέο ή το υπάρχον για την Α΄ Λυκείου (με τις προεκτάσεις του) Πρόγραμμα Σπουδών, όχι με προκαθορισμένες θεματικές περιοχές και προσεγγίσεις ευάλωτες σε συνταγές ανάπτυξης, αλλά με επίκεντρο την ανάπτυξη κριτικού λόγου, τον σχολιασμό και την σύνθεση ιδεών; Πώς θα δοκιμαστούν εναλλακτικοί τρόποι αξιολόγησης οι οποίοι θα στρέφουν την διδασκαλία στην δημιουργικότητα και την έκφραση και θα υπερβαίνουν τα όρια εφαρμογής των συνταγών «επιτυχίας», σαν κι εκείνους λόγου χάριν που αποτυπώθηκαν στο εξεταστικό δοκίμιο των εξετάσεων εισαγωγής στα Πρότυπα Πειραματικά Λύκεια; Μήπως μια λύση θα ήταν να οριστούν κάποια σχολεία ως πειραματικά για μια τριετία τουλάχιστον, στο τέλος της οποίας οι τελειόφοιτοι θα εξεταστούν σε ένα καινοτόμο, ευφυές κι ανθεκτικό στην εργαλειακή χειραγώγηση, εξεταστικό κριτήριο , προκειμένου να καταλάβουν ειδικό ποσοστό θέσεων στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση;
- Είναι επαρκές το δίωρο της γλωσσικής διδασκαλίας δεδομένου ότι αυτή περιλαμβάνει τουλάχιστον τρία στάδια παραγωγής λόγου; Ποιες ευκαιρίες προσωπικής έκφρασης , εξάσκησης, διορθωτικών παρεμβάσεων προσφέρουμε στους μαθητές μας; Μήπως έτσι ωθείται ο μαθητής στην παραπαιδεία κι ο καθηγητής στην άλωση του χρόνου διδασκαλίας άλλων μαθημάτων «γενικής παιδείας» ; Μήπως πρέπει να εισηγηθούμε και να διεκδικήσουμε την αύξηση του διατιθέμενου κατά μαθητή χρόνου;
- Ποια είναι η θέση των Αρχαίων Ελληνικών και της Λογοτεχνίας στο Γλωσσικό μάθημα και με ποια διδακτική μπορούν να υπηρετήσουν τους στόχους του (πέρα από την ανάγκη προετοιμασίας υποψηφίων της Φιλοσοφικής);
Καιρός είναι να γίνει μια συντονισμένη προσπάθεια από όλους μας ώστε να αλλάξουν οι παγιωμένες μέθοδοι διδασκαλίας που έχουν εδραιωθεί στη διδασκαλία της Γλώσσας και να αναπτυχθεί ένας ειλικρινής προβληματισμός για την ποιότητα της γλωσσικής διδασκαλίας που προσφέρεται σήμερα στο ελληνικό σχολείο. Ο ρόλος των Σχολικών Συμβούλων προς αυτή την κατεύθυνση μπορεί να είναι καίριος, γιατί αποτελούν τον κρίκο που συνδέει την επιστημονική γνώση με την σχολική πραγματικότητα. Αρκεί να εμπνεύσουν τους μαχητές των τάξεων και να προσγειώσουν τους επιτελείς των στρατηγείων.
ΥΠΟΓΡΑΦΕΣ – Φιλόλογοι της Διαδικτυακής Κοινότητας Agathi.pbworks.com:
Απέργη Μαργαρίτα
Βελαλοπούλου Ασημίνα
Βογιατζή Ειρήνη
Βοκορόκος Τριαντάφυλλος
Γαλίτη Λυδία
Γερακίνη Αλεξάνδρα
Γεωργιάδου Αγάθη
Γεωργιάδου Κορίνα
Γιαρίμπαπα Βασιλική
Γιαγμουρίδου Ευδοκία
Γρηγοριάδου Αναστασία
Δακανάλη Βέρα
Δεληγιάννη Εριέττα
Δημερούκη Μαρία
Ζουρνατζή Τάνια
Ιωαννίδης Παναγιώτης
Καλαφάτης Κωνσταντίνος
Καλιώρα Στυλιανή
Καρακολίδου Ελένη
Καρακολίδης Παναγιώτης
Καρακώτσου Κατερίνα
Καρυώτη Ειρήνη
Κιτσούλης Δημήτρης
Κοσιάβελου Γιώτα
Κούτκος Βαγγέλης
Κωνσταντίνου Σεραφείμ
Λάζαρης Άγγελος
Λεουτσάκος Στάθης
Λουκοπούλου Κωνσταντίνα
Λουκρέζη Σμαράγδα
Μάμου Άννα
Μητρογιαννοπούλου Ευρυδίκη
Μιχαηλίδης Αντώνης
Μοίρα Πολίνα
Μουντάνου Ρούλα
Μουρκάκου Ρούλα
Μπαζάνης Βασίλης
Μπακάλη Γιάννα
Μπετσάκου Μαρία
Μπουγάδη Βάλια
Μπουκόρου Κατερίνα
Μπουκόρου Μαρία
Μύσταξ Γιώργος
Ναούμ Βίκυ
Νικολακόπουλος Βασίλειος
Οφρυδοπούλου Αθηνά
Παπαγιαννοπούλου Νεκταρία
Παπακίτσου Βασιλική
Παπακώστα Ιωάννα
Παπαμανώλη Ελευθερία
Περράκη Λιάνα
Πολίτου Άννα
Πρόδρομος Πολύβιος
Ρουμπάκης Γιάννης
Ρούσσου Βαρβάρα
Ρωμανού Ιωάννα
Σαμπάνη Μαρία
Σαρμπάνη Παρασκευή
Σακκά Βασιλική
Σερεμετάκης Γιώργος
Σιαμαντούρα Σωτηρία
Σιάσιου Αφροδίτη
Σιώτου Κωνσταντίνα
Σκόρδου Αναστασία
Σκούρτη Δέσποινα
Σπηλιοπούλου Ιωάννα
Σπυράτου Ζαχαρούλα
Σταθοπούλου Δήμητρα
Στριφτόμπολα Αλεξάνδρα
Σύρμα Ευαγγελία
Τακτικού Βασιλική
Ταμπάκη Παρασκευή
Τζουμέρκας Ελευθέριος
Τόλη Βασιλική
Τρίγκα Νάγια
Τσακός Παναγιώτης
Τσαλίκουσου Πηνελόπη
Τσιτσεκίδης Γιάννης
Τσιώλη Μαγδαληνή
Τσουκαλά Ειρήνη
Τσουκαλάς Παναγιώτης
Τσούτσα Σταυρούλα
Τυμπανίδου Καλλιόπη
Φατούρου Γεωργία
Φελλαχίδου Σοφία
Χαλούλος Παναγιώτης
Χαντζή Σοφία
Χαριζοπούλου Νάντια
Χλιαουτάκη Μυρσίνη
Χριστόπουλος Δημήτρης
Χρυσού Νίκη
Ψαροπούλου Αθηνά