Έχουμε δε τονίσει ότι οι Συναντήσεις αυτές προωθούνται και χρηματοδοτούνται από ισχυρούς πολιτικούς παράγοντες, από τα υπόγεια και σκοτεινά ρεύματα της Νέας Εποχής, υπό το πρόσχημα της καταπολεμήσεως της διεθνούς τρομοκρατίας και της προωθήσεως της παγκόσμιας ειρήνης. Ο πραγματικός όμως στόχος αυτών είναι η διαμόρφωση μιας παγκόσμιας θρησκευτικής συνειδήσεως, της λεγόμενης Πανθρησκείας. Τον παρά πάνω στόχο υπηρετώντας με συνέπεια και πιστότητα ο Παπισμός, ξεκίνησε τις Συναντήσεις αυτές για πρώτη φορά το 1986 στην Ασίζη της Ιταλίας και από τότε καθιερώθηκε να διοργανώνονται κάθε χρόνο σε διάφορες χώρες του κόσμου παρόμοιες συναντήσεις, στις οποίες προσκαλούνται εκπρόσωποι όλων των θρησκειών απ’ όλο τον πλανήτη. Η φετινή Διαθρησκειακή Συνάντηση έγινε πάλι στην Ασίζη με την ευκαιρία της συμπληρώσεως 30 χρόνων από της καθιερώσεώς των, με την συμμετοχή δυστυχώς πολλών Ορθοδόξων Ιεραρχών, με επί κεφαλής τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο, είχε δε ως θέμα: «Δίψα για την Ειρήνη. Θρησκείες και Πολιτισμοί σε Διάλογο».
Η νέα διαθρησκειακή συνάντηση της Ασίζης
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 3η Οκτωβρίου 2016
Η ΝΕΑ ΔΙΑΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΣΙΖΗΣ
Πολλές φορές έχουμε σχολιάσει σε άρθρα και μελέτες μας το φαινόμενο των Διαθρησκειακών Συναντήσεων και Συνεδρίων, τα οποία αποτελούν την πιο χαρακτηριστική έκφραση του συγχρόνου Διαθρησκειακού Οικουμενισμού.
Για μια ακόμη φορά παρατηρήθηκε, κατά την Συνάντηση αυτή, το κατ’ εξοχήν λυπηρό φαινόμενο του συμφυρμού των Ορθοδόξων με τον Πάπα, τους ηγέτες των Προτεσταντών και τους αρχηγούς όλων σχεδόν των θρησκειών του κόσμου. Ορθόδοξοι επίσκοποι, καρδινάλιοι, πάστορες, μουλάδες, ραβίνοι, ινδουιστές, βουδιστές, κουμφουκιανιστές, ταοϊστές, σαμάνοι, μάγοι, κ.α. συνέθεταν το ψηφιδωτό της αντίχριστης αυτής Συνάντησης! Για μια ακόμη φορά η Εκκλησία του Χριστού, έγινε «θρησκεία», και υποβιβάστηκε σε μια από τις δαιμονοθρησκείες του κόσμου! Για μια ακόμη φορά καταπατήθηκαν και κουρελιάστηκαν οι Ιεροί Κανόνες που απαγορεύουν τις συμπροσευχές. Αλήθεια, σε ποιο Θεό προσευχήθηκαν όλοι αυτοί που συμμετείχαν στην φιέστα της Ασίζης; Ο φωτογραφικός φακός «απαθανάτισε» και το θλιβερό φαινόμενο του χειροφιλήματος του Πάπα Φραγκίσκου από Ορθοδόξους Ιεράρχες, οι οποίοι προχώρησαν στη σειρά, δίκην μαθητών δημοτικού σχολείου, να σκύβουν και να φιλούν το χέρι του αμετανόητου αιρεσιάρχη του Βατικανού! Η θλιβερή και αξιοθρήνητη «παράσταση» έκλεισε με την πλέον εξωφρενική σκηνή. Στήθηκε ένα πολύφωτο, όπου οι ηγέτες των αιρέσεων και των θρησκειών, μαζί και ο κ. Βαρθολομαίος, άναψαν τις λαμπάδες του! Προφανώς «ευκρινέστερη» εικόνα της σχεδιαζόμενης εφιαλτικής Πανθρησκείας δε θα μπορούσε να υπάρξει!
Το πρόγραμμα περιελάμβανε και ομιλίες διαφόρων θρησκευτικών ηγετών. Μεταξύ αυτών ομίλησε και ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, ο οποίος μεταξύ άλλων τόνισε ότι: «Η οικοδόμηση της ειρήνης ξεκινά από μέσα μας και ακτινοβολεί προς τα έξω, από το τοπικό έως το παγκόσμιο επίπεδο. Έτσι η ειρήνη απαιτεί μια εσωτερική μετατροπή, μια αλλαγή στις πολιτικές και τη συμπεριφορά»! Ο Οικουμενικός Πατριάρχης, θέλοντας να εναρμονιστεί με το πνεύμα και την ατμόσφαιρα της Συναντήσεως, δεν είπε τίποτε για την αληθινή ειρήνη, που δεν είναι μια ιδεολογία, αλλά ο ίδιος ο Χριστός. Δεν θέλησε να διασαφήσει ότι η ειρήνη μέσα στον χώρο της Εκκλησίας έχει χαρισματικό περιεχόμενο, ότι δεν σημαίνει την απουσία πολέμου, αλλά είναι χάρισμα και καρπός του αγίου Πνεύματος, (βλ.Γαλ.5,22). Ότι η αποστολή της Εκκλησίας είναι να ειρηνεύσει τον άνθρωπο με τον Θεό, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση, για να ειρηνεύσουν και οι άνθρωποι στη συνέχεια μεταξύ τους. Να προσφέρει τον Χριστό, τον μόνον ειρηνοποιόν, ο οποίος είναι «η ειρήνη ημών» (Εφ.2,14) κατά τον απόστολο Παύλο.
Τίποτε από τα παρά πάνω δεν ανέφερε, διότι τότε θα δυσαρεστούσε τους αρχηγούς των άλλων θρησκειών και θα δημιουργούσε μια ανεπιθύμητη παραφωνί! Εξ’ άλλου, έπρεπε να ευθυγραμμιστεί και με τις αποφάσεις της «Συνόδου» της Κρήτης, εις ό, τι αφορά τις Διαθρησκειακές Συναντήσεις και Διαλόγους, σύμφωνα με τις οποίες: «Αι κατά τόπους Ορθόδοξοι Εκκλησίαι είναι δυνατόν να συμβάλουν εις την διαθρησκειακήνσυνεννόησιν και συνεργασίαν δια την ειρηνικήν συνύπαρξιν και κοινωνικήν συμβίωσιν των λαών».(Από το συνοδικό κείμενο με τίτλο «Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω», (κεφ. Α΄ §5). Έτσι προτίμησε να μιλήσει για μια άλλη ειρήνη, που είναι ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα, για μια ειρήνη κοσμικού τύπου, που κατανοείται ως αποτροπή του πολέμου, για μια παγκόσμια ειρήνη, που καλούνται να οικοδομήσουν όλες οι θρησκείες μαζί, αγαπημένες και συναδελφωμένες. Κατά τον κ. Βαρθολομαίο, αυτού του είδους η ειρήνη πραγματώνεται στον εσωτερικό κόσμο του κάθε άνθρωπου και επιτυγχάνεται με μια «εσωτερική μετατροπή, μια αλλαγή στις πολιτικές και τη συμπεριφορά»! Καλεί δε τους αλλοθρήσκους να καταβάλουν προσπάθειες να αλλάξουν εσωτερικά και να γίνουν «ειρηνικοί», χωρίς την απαραίτητη Χάρη του Θεού, και την ανακαινιστική δύναμη του Χριστού! Ωστόσο αδυνατεί να κατανοήσει, ότι αυτού του είδους η ειρήνη τελικά είναι μια χίμαιρα, μια ουτοπία, όπως απέδειξε η παγκόσμια ιστορία μέχρι σήμερα.
Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και η ομιλία του στο Πανεπιστήμιο της Περούτζια, στις 19 Σεπτεμβρίου 2016, κατά την τελετή αναγορεύσεώς του σε επίτιμο διδάκτορα. Μεταξύ άλλων τόνισε ότι «ο διάλογος χρειάζεται ισορροπία, δεν υπερκαλύπτει, αλλά ιδίως δεν αφαιρεί από το συνομιλητή τα χαρακτηριστικά του. Σημαίνει αμοιβαία γνωριμία, συνάντηση, αλλά δεν είναι ποτέ πολιτιστικός, η θρησκευτικός συγκρητισμός». «Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν φοβάται τον διάλογο, διότι δεν τον φοβάται η αλήθεια. Αντιθέτως, αν η Ορθοδοξία κλεινόταν στον εαυτό της και δεν συνδιαλεγόταν με όσους βρίσκονται πέρα από το χώρο της, όχι μόνο θα αποτύχαινε στην εκπλήρωση της αποστολής της, αλλά, από “καθολική”, και από εκκλησία “διαμέσου της Οικουμένης”, όπως είναι, θα μετατρεπόταν σε εσωστρεφή ομάδα, σε “γκέτο” στο περιθώριο της ιστορίας».
Εδώ, κατ’ αρχήν, μας δίδει μερικά στοιχεία της μεθοδολογίας του διαλόγου. Κατά τον κ. Βαρθολομαίο ο διάλογος πρώτον απαιτεί τήρηση ισορροπιών, που σημαίνει σεβασμό των θρησκευτικών πεποιθήσεων και από τις δύο πλευρές των διαλεγομένων. Δεύτερον θα πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην υπερκαλύπτεται η άλλη πλευρά, δηλαδή να μην καταβάλλει η μία πλευρά καμία προσπάθεια να πείσει την άλλη, να αποδεχτεί τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις. Αντίθετα μάλιστα, θα πρέπει να προσέχουν οι διαλεγόμενοι, να μην αφαιρούν από το συνομιλητή τα χαρακτηριστικά του, να μην προσπαθούν δηλαδή, να αποδομήσουν και να ανατρέψουν τις πλάνες, που χαρακτηρίζουν το θρησκευτικό ιδεολόγημα του συνομιλητή! Τρίτον ο διάλογος θα πρέπει να παραμένει στα επίπεδα μιας «αμοιβαίας γνωριμίας» και «συνάντησης» και τίποτε περισσότερο! Όταν τηρούνται οι παρά πάνω προϋποθέσεις, ο διάλογος ποτέ δεν κινδυνεύει από τον «θρησκευτικό συγκρητισμό». Και όμως! Αν ρίξουμε μια ματιά στους μέχρι τώρα γενομένους διαλόγους, θα διαπιστώσουμε ότι το στοιχείο του θρησκευτικού συγκρητισμού ήταν αυτό, που κατ’ εξοχήν κυριάρχησε σ’ όλους αυτούς τους διαλόγους. Το ότι βέβαια τέτοιου είδους διάλογοι δεν έχουν καμιά σχέση με τους διαλόγους που έκαναν οι άγιοι Πατέρες μας με τους αιρετικούς και τους αλλοθρήσκους, μόλις είναι ανάγκη να υπογραμμιστεί.
Παρακάτω προσπαθεί να πείσει ότι οι διάλογοι πρέπει να συνεχιστούν, παρά το γεγονός ότι χρεοκόπησαν. Ήδη σε αδιέξοδο έφθασε και ο πρόσφατα διεξαγόμενος Διάλογος Ρωμαιοκαθολικών και Ορθοδόξων στο Κιέτι της Ιταλίας και ήδη βαίνει σε μια θνησιγενή φθορά, επιβεβαιώνοντας τον χαρακτηρισμό του τέως συμπροέδρου Σεβασμιωτάτου Αυστραλίας κ. Στυλιανού, ως «ανούσιου παίγνιου»! Επισημαίνει ο κ. Βαρθολομαίος ότι «Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν φοβάται τον διάλογο, διότι δεν τον φοβάται η αλήθεια» και δεύτερον διότι «αν η Ορθοδοξία κλεινόταν στον εαυτό της…. θα μετατρεπόταν σε εσωστρεφή ομάδα, σε “γκέτο” στο περιθώριο της ιστορίας». Όντως η «αλήθεια» που είναι ο Χριστός «δεν φοβάται τον διάλογο», φοβούνται όμως να εκφράσουν και να διακηρύξουν αυτή την «αλήθεια» – Χριστός, αυτοί που διαλέγονται με τους αιρετικούς και αλλοθρήσκους, αφού όπως τόνισε παραπάνω ο κ. Βαρθολομαίος, κατά τον διάλογο, πρέπει να τηρούνται ισορροπίες. Να μην καταβάλει δηλαδή η μία πλευρά καμία προσπάθεια να πείσει την άλλη, να αποδεχτεί τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις. Αυτό άλλωστε έκανε ο Πατριάρχης κατά την φετινή συνάντηση της Ασίζης. Φοβήθηκε να προβάλει και να διακηρύξει την «αλήθεια» -Χριστός, την αλήθεια της Ορθοδοξίας, για να μην δυσαρεστήσει τους αιρετικούς και αλλοθρήσκους! Τι να συμπεράνουμε από τα λεγόμενα του Πατριάρχου; Σύγχυση φρενών, αντίφαση λόγων και έργων, η παραλογισμό;
Όσο για τον κίνδυνο της απομονώσεως της Ορθοδοξίας, και της μετατροπής της «σε εσωστρεφή ομάδα, σε “γκέτο”», απαντούμε τα εξής: Πρόκειται για ένα επιχείρημα, που όπως πολύ ωραία επισημαίνει ο π. Γεώργιος Μεταλληνός, «σχετίζεται με την προσωρινότητα του παρόντος αιώνος και τις ταπεινές στοχοθεσίες του, σε πλήρη αντίθεση με τον λόγο του Χριστού μας προς τους ‘Δώδεκα’, όταν τον εγκατέλειψαν ‘πολλοί εκ των μαθητών αυτού’, μη δεχόμενοι όλη την Αλήθειά Του. ‘Μη και υμείς θέλετε υπάγειν;’ (Ιω. 6, 66-67). ‘Απομόνωσις’ υπάρχει εκεί όπου απουσιάζει ο Χριστός, ως Ορθοδοξία».(Από την ομιλία του με τίτλο: «Οι Θεολογικοί Διάλογοι και η αποτυχία τους» στην Ημερίδα στο Στάδιο ειρήνης και Φιλίας, στις 23.3.2016). Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αισθάνεται απομονωμένη, διότι κατέχει τον Χριστό, που είναι το παν, το Α και το Ω, η αρχή και το τέλος. Διότι κατέχει Εκείνον που πληρεί και κυβερνά τα σύμπαντα με την παρουσία του, Εκείνον που είναι η καθολική αλήθεια των πάντων, ορατών και αοράτων. Απομονωμένος είναι ο διάβολος και τα κατασκευάσματά του, οι θρησκείες του κόσμου τούτου. Είναι φυσικό και επόμενο να ομιλεί ο κ. Βαρθολομαίος και οι περί Αυτόν περί απομονώσεως και να αισθάνονται απομονωμένοι, διότι δεν έχουν τον Χριστό κατοικούντα εν ταις καρδίαις αυτών, (Βλ.Εφ.3,17). Αν είχαν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος μέσα στις καρδιές τους σύμφωνα με τον λόγο του αποστόλου «ο και σφραγισάμενος ημάς και δους τον αρραβώνα του Πνεύματος εν ταις καρδίαις ημών» (Β Κορ.1,22) δεν θα αισθάνονταν απομονωμένοι.
Παρακάτω δίνει και το «στίγμα» των απόψεών του: «Πολιτισμοί και Θρησκείες ήδη συναντήθηκαν για να δώσουν ουσιαστική διάσταση σε οδούς ειρήνης, αλλά σίγουρα η διαδικασία αυτή πρέπει να συνεχισθεί, για να μην επιτραπεί η εμφάνιση φαινομένων έλλειψης ανοχής και θρησκευτικού φανατισμού, για την προστασία της αξίας κάθε πολιτισμού, ώστε να μη θυσιαστεί στον βωμό της παγκοσμιοποίησης, η ενός πολιτισμού που κυριαρχεί των άλλων». Κατά τον κ. Βαρθολομαίο «ουσιαστική διάσταση σε οδούς ειρήνης» δεν έδωσε ο Χριστός με το απολυτρωτικό του έργο, αλλά οι «Πολιτισμοί» και οι «Θρησκείες» με την συνάντησή τους και την συμφιλίωσή τους! Αν αυτός ο λόγος δεν είναι συσχηματισμός με τον κόσμο, τότε τι είναι; Πέραν αυτού φαίνεται να αγνοεί την σύγχρονη σκληρή πραγματικότητα. Το γεγονός δηλαδή ότι παρ’ όλο που οι Πολιτισμοί και οι Θρησκείες «συναντήθηκαν για να δώσουν ουσιαστική διάσταση σε οδούς ειρήνης» εδώ και δεκαετίες, το ζητούμενο της ειρήνης όχι μόνο δεν επιτεύχθηκε, αλλά κατέληξε σε οικτρή αποτυχία. Η περίφημη «σύγκρουση των πολιτισμών», την οποία είχε προβλέψει ο Χάντιγκτον,δυστυχώς πραγματοποιήθηκε. Οι θρησκευτικοί πόλεμοι θέριεψαν. Χιλιάδες αθώοι, κατά κανόνα Χριστιανοί, σε όλο τον κόσμο, διώκονται και εξοντώνονται, στο όνομα «κάποιου Θεού»! Η διεθνής τρομοκρατία, που προωθείται από φανατικές ισλαμικές ομάδες, έχει γίνει ο καθημερινός εφιάλτης της ανθρωπότητας. Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι η συναδέλφωση των λαών, ως εικόνων του Θεού, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί έξω από το Σώμα του Χριστού, την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Θα κλείσουμε την μικρή αυτή ανακοίνωσή μας με τους θεοφώτιστους λόγους του αείμνηστου αρχιμανδρίτου κυρού Γεωργίου Καψάνη, προηγουμένου της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους από ομιλία του με τίτλο «Οι διαθρησκειακές εκδηλώσεις και η παράδοσις της Εκκλησίας»: «Η αγία μας Ορθόδοξος Εκκλησία είναι η Εκκλησία των Προφητών, των Αποστόλων και των Πατέρων. Γι αυτὸ στην Εκκλησία μας δεν αυτοσχεδιάζουμε, ούτε ακολουθούμε τον λογισμό μας, αλλά ‘επόμεθα τοις θείοις Πατράσιν’ (Δ´ Οικουμενική Σύνοδος), όπως και εκείνοι ήποντο τοις αγίοις Αποστόλοις και Προφήταις. Θα πρέπη λοιπόν και στο θέμα των διαθρησκειακών σχέσεων και εκδηλώσεων να ακολουθούμε τους Προφήτας, τους Αποστόλους και τους Πατέρας. Όπως διδάσκει και ο ιερός Ιωσήφ Βρυέννιος: ‘Αμήχανον άλλως την αλήθειαν γνώναι, η θεολογίας άπτεσθαι, μη τοις αγίοις επόμενον’».
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών