Με  αφορμή τη δημοσίευση του νέου (ΠΣ) για το Περιβάλλον και την Αειφόρο Ανάπτυξη (ΦΕΚ 2820/Β/6-6-2022), επιθυμούμε αρχικά να τονίσουμε ότι κάθε προσπάθεια ενίσχυσης της Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία στην Ελλάδα αποτελεί γεγονός αδιαμφισβήτητα θετικό.
 Ιδιαίτερα δε ένα πρόγραμμα σχεδιασμένο σε διεθνή πρότυπα (UNESCO, UNEP και UNECE) που απευθύνεται σε όλες τις σχολικές βαθμίδες από το Νηπιαγωγείο ως το Γυμνάσιο, αποσκοπώντας στην «καλλιέργεια περιβαλλοντικής συνείδησης των μαθητών/-τριων και τη διαμόρφωση περιβαλλοντικά ενήμερων μαθητών/-τριών-πολιτών».

Ωστόσο, αποτελεί μόνο ένα μικρό βήμα αντιστροφής της δυσμενούς πραγματικότητας που βιώνει διαχρονικά η «Περιβαλλοντική Εκπαίδευση» στα σχολεία της χώρας, και ειδικά τα τελευταία χρόνια.

 Η σημερινή εικόνα της Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία

Σήμερα η εκπαίδευση που αφορά το Περιβάλλον και την Αειφορία γίνεται:

1)        στην Πρωτοβάθμια μέσα από το μάθημα «Μελέτη Περιβάλλοντος» (Α’-Δ’) και τη «Γεωγραφία» (Ε’ και Στ’) και εν μέρει από τα «Εργαστήρια Δεξιοτήτων»,

2)        στη Δευτεροβάθμια μέσα από το μάθημα «Γεωλογία-Γεωγραφία» (η ύλη του αφορά κατά κύριο λόγο τη Γεωγραφία, αλλά επειδή διδάσκεται με α’ ανάθεση κυρίως από Γεωλόγους το βιβλίο ονομάστηκε «Γεωλογία-Γεωγραφία»), εν μέρει από τη «Βιολογία» και εν μέρει από τα «Εργαστήρια Δεξιοτήτων»,  και

3)        μέσα από προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, στα οποία συμμετέχει ένας πολύ μικρός αριθμός μαθητών.

Οι ώρες της εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφόρο Ανάπτυξη ατονούν σημαντικά στην Ε’ και στη Στ’ Τάξη του Δημοτικού, στο Γυμνάσιο είναι ελάχιστες σε σχέση με άλλα αντικείμενα και στο Λύκειο τέτοια εκπαίδευση είναι ανύπαρκτη. Παράλληλα, τα Προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης δεν παρέχουν, πλέον, ικανοποιητικά κίνητρα ενασχόλησης και υποδομές σε εκπαιδευτικούς και μαθητές, ενώ τα Κέντρα Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία (πρώην «Κέντρα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης») έχουν υποβαθμιστεί. 

Η παραπάνω πραγματικότητα δεν συνάδει με τις προθέσεις του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων όπως αυτές διαφαίνονται μέσα από το νέο Πρόγραμμα Σπουδών. Συνεπώς, χρειάζονται ριζικές επαναπροσεγγίσεις.

Να τονισθεί ότι η συμμετοχή εκπαιδευτικών σε προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης είναι πλέον εθελοντική, απαιτεί αρκετές ώρες εργασίας εκτός σχολείου (καθώς και οικονομική επιβάρυνση, π.χ. σε εκπαιδευτικές επισκέψεις), χωρίς να παρέχεται κανένα κίνητρο ενασχόλησης με αυτά (παλαιότερα ισοδυναμούσε με δυο διδακτικές ώρες την εβδομάδα, πράγμα που παραδόξως καταργήθηκε).

 Ο κεντρικός ρόλος της Γεωγραφίας στην Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Αειφόρο Ανάπτυξη

Από το δημοσιοποιημένο νέο Πρόγραμμα Σπουδών παρατηρείται ότι τα αντικείμενα συνάδουν περισσότερο με το μάθημα της Γεωγραφίας (κάτι που ευκόλως διαπιστώνεται εξετάζοντας συνολικά την ύλη της Γεωγραφίας και συγκρίνοντάς την με την ύλη των άλλων μαθημάτων) και γενικότερα αφορούν την επιστήμη της Γεωγραφίας, η οποία είναι τόσο φυσική όσο και κοινωνική (και κακώς κατατάσσεται μόνο στις «φυσικές επιστήμες»). Πρακτικά, συμπεραίνεται ότι αναγνωρίζεται και προάγεται ο ρόλος και η αξία της Γεωγραφίας!

Μιας Γεωγραφίας, όμως… χωρίς Γεωγράφους, μιας και το μάθημα διδάσκεται κυρίως από μη Γεωγράφους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται… Χαρακτηριστικό ότι στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ), όπου χαράσσονται οι πολιτικές για το Περιβάλλον και την Αειφόρο Ανάπτυξη, δεν υπάρχει κανένας σύμβουλος Γεωγράφος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται

Τα προβλήματα του νέου Προγράμματος Σπουδών (ΠΣ)

Το ΠΣ βασίστηκε σε πιλοτικά ΠΣ που πραγματοποιήθηκαν κατά το σχολικό έτος 2011-12 και συνεπώς το περιεχόμενό του θα μπορούσε να επικαιροποιηθεί. Είναι, επίσης, αυτονόητο -και φυσικά βασικό ζητούμενο- ότι η Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Αειφορία (πρέπει να) αφορά τόσο τις φυσικές όσο και τις κοινωνικές επιστήμες. Η βέλτιστη εφαρμογή του εν λόγω Προγράμματος Σπουδών οφείλει να αντιμετωπίσει την έλλειψη συνάφειας και κατάρτισης των ειδικοτήτων που θα κληθούν να διδάξουν τα ζητήματα αυτά. Το γεγονός αυτό, συνδυαστικά με το «γεμάτο» και βεβαρημένο ωρολόγιο πρόγραμμα, αναμένεται να δημιουργήσει πίεση σε εκπαιδευτικούς και μαθητές/-τριες, αποφέροντας ενδεχομένως αντίθετα αποτελέσματα. Ας μην ξεχνάμε ότι η περιβαλλοντική εκπαίδευση επιτάσσει πρακτική άσκηση… εκτός των τοίχων της σχολικής αίθουσας, κάτι που απαιτεί χώρο στο επίσημο ωρολόγιο πρόγραμμα και υποδομές.

 Οι προτάσεις μας

Συνεπώς θα προτείναμε επανεξέταση της περιβαλλοντικής πολιτικής στην Εκπαίδευση και σας παραθέτουμε κάποιες προτάσεις-ενέργειες:

1)    Επαναφορά και προσθήκη επιπλέον ωρών Γεωγραφίας στην Α/βάθμια και -ειδικά- στη Β/βάθμια, με επανασχεδιασμό των βιβλίων μαθήματος στη βάση των σύγχρονων εκπαιδευτικών αναγκών (με έμφαση στις χωρικές έννοιες του τόπου, του τοπίου, της αειφόρου ανάπτυξης, της αστικής ανάπλασης, της ανάπλασης της υπαίθρου κ.α.).

2)    Ένταξη του νέου ΠΣ για το Περιβάλλον και την Αειφόρο Ανάπτυξη στο ωρολόγιο πρόγραμμα, είτε ως αυτοτελές μάθημα ή σε σχέση με υφιστάμενα μαθήματα.

3)    Αναβάθμιση και ενίσχυση των Κέντρων Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία  (ΚΕΠΕΑ, πρώην ΚΠΕ) με επίλυση τεχνικών ζητημάτων (τροφή, στέγαση εκπαιδευόμενων και συνοδών) και αναγνώριση εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας για τους εκπαιδευτικούς που εργάζονται σε αυτά.

4)    Ενσωμάτωση Προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης στο ωρολόγιο πρόγραμμα. Τα περιβαλλοντικά προγράμματα οργανώνονται εθελοντικά, με εντατική εργασία εκτός ωραρίου, αλλά και με πρόσθετη οικονομική επιβάρυνση (π.χ. εκπαιδευτικές επισκέψεις), γεγονός που επιδρά αρνητικά στη συμμετοχή μαθητών και εκπαιδευτικών.

5)    Ενίσχυση υλικοτεχνικής υποδομής σχολείων (προτζέκτορες, διαδίκτυο, υπολογιστές ή διαδραστικούς πίνακες). Η Γεωγραφία -όπως και άλλα μαθήματα που βασίζονται στον Εθνικό Συσσωρευτή Εκπαιδευτικού Περιεχομένου «Φωτόδεντρο»- και γενικότερα η Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Αειφορία απαιτούν συγκεκριμένες τεχνολογικές υποδομές για τη βέλτιστη διάδοση της γνώσης και την αξιοποίηση ποικίλων σύγχρονων εκπαιδευτικών εργαλείων. Δυστυχώς, πολλά σχολεία σήμερα δεν διαθέτουν επαρκείς (ή και καθόλου) τέτοιες υποδομές.

6)    Ανάθεση του μαθήματος της Γεωγραφίας σε περισσότερους Γεωγράφους (που θα πρέπει να προστεθούν στον τίτλο της ειδικότητας ΠΕ04.05) και πρόσληψη τουλάχιστον ενός συμβούλου Γεωγράφου στο ΙΕΠ.

Η επιστήμη της Γεωγραφίας προσεγγίζει διαθεματικά και ολοκληρωμένα τον κόσμο που μας περιβάλλει και μπορεί να προσφέρει λύσεις σε πολλά σύγχρονα ζητήματα, γι’ αυτό και ο παιδαγωγικός της ρόλος είναι ιδιαίτερα κρίσιμος. Στην Ελληνική Εκπαίδευση, όμως, η διδασκαλία της είναι ανεπαρκής από πολλές απόψεις, με αποτέλεσμα να παρατηρείται σοβαρό έλλειμμα περιβαλλοντικής και χωρικής συνείδησης στους νέους πολίτες.

Με γνώμονα τα παραπάνω, η Ένωση Γεωγράφων Ελλάδας (Ε.ΓΕΩ) θα συνεχίζει να εργάζεται τόσο ως συλλογική οντότητα, όσο και μέσω του επιστημονικού έργου των μελών της, ώστε να υπάρξουν οι απαιτούμενες ριζικές επαναπροσεγγίσεις στη Γεωγραφία και την Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Αειφορία, στη βάση διεθνών προτύπων, κειμένων και αναγκών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025