Ας έρθουμε τώρα σε ένα πολιτικό ζήτημα. Μας υπενθυμίζετε συνεχώς ότι το ισχύον θεσμικό πλαίσιο ψηφίστηκε με 255 βουλευτές και πως αυτό εκφράζει μία πρωτοφανή κοινοβουλευτική συναίνεση, και, άρα, δεν πρέπει να αλλάξουμε τίποτα μιας και έχουμε στο παρελθόν ψηφισμένο έναν νόμο με τέτοια πλειοψηφία.
Ναι όντως έτσι έχουν τα γεγονότα, αλλά ας δούμε τις λεπτομέρειες ενός θέματος που ακούγεται λογικό, πλην όμως είναι απολύτως προβληματική αυτή η επιχειρηματολογία για το συγκεκριμένο νόμο.
Τέσσερα σημεία.
Το πρώτο. Ας αρχίσουμε με ορισμένες διαπιστώσεις που τις βρίσκει κανείς σε κάθε εγχειρίδιο εισαγωγής στο δημοκρατικό πολίτευμα. Σήμερα στη Βουλή υπάρχει μία νέα πλειοψηφία, αποτέλεσμα της βούλησης του ελληνικού λαού. Μια από τις πολλές εντολές που έχει λάβει η πλειοψηφία αυτή είναι να καταφέρει να διορθώσει παθογένειες του παρελθόντος.
Παθογένειες όπως η κατασπατάληση δημόσιου χρήματος για υποδομές στα σχολεία που δεν έγιναν ποτέ, οι διαπλοκές που καθυστερούσαν το άνοιγμα των σχολείων για τόσες δεκαετίες, την υποβάθμιση του κοινωνικού λειτουργήματος των εκπαιδευτικών που εκφράστηκε με την απόλυση τους και το βίαιο κλείσιμο των Πανεπιστημίων και ΤΕΙ μέσα από το σχέδιο Αθηνά.
Αν η βούληση του ελληνικού λαού ήταν να παραμείνουν όλα αυτά ως έχουν δεν θα μας ψήφιζε για να έχουμε την ευθύνη της εκπαίδευσης προσπαθώντας να κάνουμε ότι καλύτερο μπορούμε για τη βελτίωση της υλικοτεχνικής υποδομής με τα απειροελάχιστα χρήματα που διαθέτουμε, με το άνοιγμα των σχολείων στην ώρα τους, με την σαφέστατη αναγνώριση της τεράστιας σημασίας του κοινωνικού λειτουργήματος των εκπαιδευτικών, με την επαναπρόσληψη των απολυμένων αλλά και με την αναβάθμιση των ΤΕΙ που τόσο πολύ ταλαιπωρήθηκαν από το περίφημο σχέδιο Αθηνά.
Η δημοκρατία, λοιπόν, επιβάλλει να σεβόμαστε την λαϊκή βούληση και να μην την ακυρώνουμε με επικλήσεις πλειοψηφιών του παρελθόντος. Αλλιώς η δημοκρατία αντί να είναι παράγοντας προόδου θα ήταν παράγοντας συντήρησης.
Ας έρθουμε, όμως, στο δεύτερο σκέλος της περίφημης πλειοψηφίας του 2011. Ποιες ήταν οι τομές που εισήγαγε ο νόμος του 2011, γνωστός και ως νόμος Διαμαντοπούλου. Δύο ήταν οι ρηξικέλευθες προτάσεις. Η πρώτη ήταν η ίδρυση των Συμβουλίων Ιδρυμάτων και η δεύτερη η κατάργηση του Τμήματος ως ακαδημαϊκή μονάδα που καλλιεργεί ένα γνωσιακό πεδίο και η αντικατάσταση του από προγράμματα σπουδών, όπως ακριβώς επέβαλλε η πιο επιθετική εκδοχή της λεγόμενης Μπολόνια.
Αυτά τα δύο ήταν οι σοβαρές παρεμβάσεις οι οποίες, όντως, θα άλλαζαν ριζικά τον χαρακτήρα των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ. Γνωρίζετε, όμως, τι ακριβώς έγινε στο μεταξύ; Προφανώς το γνωρίζετε αλλά επιμελώς το κρύβετε.
Πρώτον ως προς τα Συμβούλια Ιδρυμάτων: υπάρχει κάποιο κόμμα στην αίθουσα που συνεχίζει να τα υποστηρίζει; Υπάρχει; Υπάρχει κάποιο κόμμα που επισήμως λέει να μείνουν ως έχουν τα Συμβούλια, να συνεχίσουν να ανακατώνονται στην καθημερινή λειτουργία των ΑΕΙ, να ορίζουν τους υποψηφίους πρυτάνεις κτλ.; Ή, υπάρχει το αίτημα να συνεχίσουν να υπάρχουν επειδή αποδείχθηκαν τόσο επιτυχημένα στην εκπλήρωση των άλλων δύο αποστολών τους που ήταν η προσέλκυση χρηματοδοτήσεων και διαμόρφωση ενός στρατηγικού σχεδιασμού για το κάθε ΑΕΙ;
Ούτε ένα ευρώ δεν έγινε δυνατόν να έρθει λόγω των Συμβουλίων, ενώ από τότε που είμαστε εμείς Κυβέρνηση έχει για πρώτη φορά έχει ενισχυθεί η έρευνα και οι υποτροφίες για διδακτορούχους και ερευνητικές ομάδες νέων επιστημόνων, με δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Διαφωνεί κανείς με αυτές τις διαπιστώσεις; Εμείς σεβόμαστε την πρόθεση πολλών επιστημόνων από το εξωτερικό να βοηθήσουν.
Τρία χρόνια αργότερα, όμως, φάνηκε ότι χρησιμοποιήθηκαν για ένα πολιτικό σχέδιο της τότε κυβέρνησης, ένα σχέδιο άλωσης εκ των άνω της δημοκρατικής λειτουργίας των ΑΕΙ, ένα σχέδιο που ήθελε την βαθμιαία μετατροπή ενός δημόσιου πανεπιστημίου σε ιδιωτικό. Χρησιμοποιήθηκαν αυτοί οι επιστήμονες από ένα αδίστακτο πολιτικό προσωπικό που ήθελε να πραγματοποιήσει ένα σχέδιο που όμως δεν κατάφερε να ολοκληρώσει. Το κακό, όμως, είναι ότι τώρα θα είναι ακόμη πιο δύσκολο να πείσουμε πολλούς συναδέλφους μας από το εξωτερικό να εμπλακούν στα πανεπιστημιακά, μιας και η εμπειρία της κοροϊδίας που είχαν υποστεί από το καταστροφικό πολιτικό σχέδιο είναι τόσο αποκρουστική.
Και έρχομαι στο τρίτο και φαρμακερό στοιχείο που η επιμονή να διατηρήσουμε ό,τι ψήφισαν οι 255 δείχνει να θέλει να συσκοτίσει. Ο νόμος Διαμαντοπούλου ψηφίστηκε τέλη Αυγούστου 2011 Γνωρίζετε τι έγινε στις αρχές Αυγούστου του 2012; Δηλαδή σε λιγότερο από έναν χρόνο. Γνωρίζετε; Λοιπόν τότε, με έναν εξίσου μεγάλο αριθμό βουλευτών ψηφίστηκε ο νόμος του κ. Αρβανιτόπουλου που ανέτρεπε το νόμο Διαμαντοπούλου. Απίστευτο αλλά αληθινό. Οι ίδιοι ακριβώς που ψήφισαν τον πρώτο, ψήφισαν σε λίγους μήνες την ανατροπή του. Ο νόμος Αρβανιτόπουλου αναγκάστηκε να επαναφέρει τα Τμήματα ως την βασική ακαδημαϊκή μονάδα, αντικαθιστώντας τα προγράμματα του προηγούμενου νόμου με κάτι που είναι απείρως ορθότερο.
Και ερωτώ: τι ακριβώς μας καλείτε να κάνουμε; Να ακολουθήσουμε τους 255 που ψήφισαν τον νόμο της κ. Διαμαντοπούλου, ή να ακολουθήσουμε τους 250 που σε λίγους μήνες ψήφισαν τον νόμο του κ. Αρβανιτόπουλου που καταργούσε τον νόμο της κ. Διαμαντοπούλου;
Καταλαβαίνετε το μέγεθος της σύγχυσης που έχετε; Καταλαβαίνετε το επίπεδο επιχειρηματολογίας που θέλετε να καθιερώσετε στο δημόσιο λόγο; Καταλαβαίνετε σε τι απελπισία βρισκόσαστε και επικαλείστε έναν νόμο που έφερε δύο αλλαγές εκ των οποίων η μία ακυρώθηκε ιστορικά και η άλλη, ξεψηφίστηκε από εσάς τους ίδιους που είχατε ψηφίσει το ακριβώς αντίθετο λίγους μήνες προηγουμένως;
Αυτό όλο ονομάζεται πολιτικό αδιέξοδο. Και όταν υπάρχει τέτοιο αδιέξοδο, υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που χάνουν τη ψυχραιμία τους. Υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που θα γίνουν αδίστακτες, που θα χρησιμοποιήσουν ό,τι θεμιτό αλλά κυρίως αθέμιτο μέσο διαθέτουν ώστε να λοιδορήσουν, να δηλητηριάσουν τον δημόσιο λόγο, να διαδώσουν φήμες και να αμαυρώσουν πρόσωπα. Τέτοια επίθεση με τέτοια μέσα και τόσο καθολική στην επιχειρηματολογία της, ενάντια στη Κυβέρνηση και στον Υπουργό Παιδείας είχαμε να δούμε πολύ καιρό. Υπάρχει κόσμος που θεωρεί ότι αφού μας γίνεται τέτοια επίθεση και με τέτοια μέσα, τα πάμε καλά.
Εγώ θα ήθελα να διαφοροποιηθώ από μία τέτοια αίσθηση: οτιδήποτε θολώνει τον δημόσιο λόγο, επιχειρηματολογεί υπέρ του πλουτισμού των λίγων σε βάρος των πολλών, αποκλείει από τα πανεπιστήμια τους οικονομικά ασθενέστερους και δεν θέλει το δημόσιο πανεπιστήμιο να είναι ανοικτό στην κοινωνία και να συμβάλλει στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, τελικά υποβαθμίζει τη δημοκρατία, συμβάλλει στην ποδοσφαιροποίηση της πολιτικής και κοινωνικής ζωής του τόπου.
Οι επιθέσεις που με τόση μεθοδικότητα έγιναν αυτούς τους μήνες και, κυρίως, με τον τρόπο που έγιναν στόχο έχουν την υπονόμευση της δημοκρατίας. Ελπίζω οι πανεπιστημιακοί και ο ελληνικός λαός να έχει διαπιστώσει ότι δεν παρασυρθήκαμε να απαντήσουμε με τον ίδιο τρόπο. Μας είπαν υπερσυγκεντρωτικούς, αγράμματους, άσχετους, εσωστρεφείς, ότι δεν ξέρουμε τι γίνεται διεθνώς, οπισθοδρομικούς, εμμονικούς, δέσμιους κομματικών φίλων και συμμαχιών. Στις ύβρεις δεν απαντήσαμε με ύβρεις. Δεν απαντήσαμε καθόλου γιατί δεν πρόκειται να απαντάμε σε σχολιαστές ακόμη και σε κάποιους πρυτάνεις που έχουν απολέσει την υποχρέωση να είναι ευπρεπείς. Εμάς η μαγκιά δεν μας ενδιαφέρει, την αφήνουμε σε αυτούς που γνωρίζουν ότι τα επιχειρήματα τους είναι έωλα και χρησιμοποιούν ύβρεις.
Το τέταρτο και τελευταίο σημείο. Η πρωτοφανής σύμπραξη της Νέας Δημοκρατίας, του ΠΑΣΟΚ και του ΛΑΟΣ (μην ξεχνάμε τη συμμαχία που οδήγησε στους 255) έγινε γύρω από έναν συγκεκριμένο ιδεολογικό άξονα. Η ιδεολογία αυτή στηρίχθηκε σε μια υπόσχεση που έδωσε το επιτελείο του Υπουργείου Παιδείας το 2011. Ότι ο νόμος εκείνος θα ήταν η ταφόπλακα της μεταπολίτευσης, θα ήταν το τέλος της κυριαρχίας της αριστεράς. Αυτά όλα είναι γραμμένα στα πρακτικά. Επιφανή στελέχη της Νέας Δημοκρατίας όταν ο κ. Βορίδης μαζί με την κ. Διαμαντοπούλου προσπαθούσαν να πείσουν την κοινωνία όχι για το περιεχόμενο και τις λεπτομέρειες του νόμου, αλλά να πείσουν ότι τα Πανεπιστήμια θα αρχίσουν να ανασαίνουν ξανά, μιας και τελείωνε η μεταπολίτευση.
Αυτή η μεταπολίτευση που έρχεται και επανέρχεται στο κοινωνικό και πολιτικό προσκήνιο ως ένας εφιάλτης για όλους όσους τρέμουν τις δυνατότητες που ανοίχτηκαν στην κοινωνία αλλά και στα Πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ. Νέος κόσμος έγινε μέλος τους διδακτικού προσωπικού, γράφτηκαν νέα και σύγχρονα βιβλία, διαμορφώθηκαν νέα γνωστικά πεδία, ενεπλάκησαν οι διδάσκοντες στα Πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ στο Ευρωπαϊκό ερευνητικό γίγνεσθαι, τα εργαστήρια μας εξοπλίστηκαν χάρη στις επίμονες προσπάθειες των διδασκόντων και, εντάθηκαν οι ακαδημαϊκές συζητήσεις αλλά και διαμάχες στα Πανεπιστήμια.
Η μεταπολίτευση ήταν και όλα αυτά. Και όλα αυτά που τρομάζουν τις συντηρητικές δυνάμεις γιατί δεν τα ελέγχουν. Τις τρομάζουν γιατί έχουν πειστεί ότι το σύγχρονο περιβάλλον και τα καινούργια γνωστικά πεδία είναι προνομιακός χώρος για την αριστερά. Τόσα ξέρουν, τόσα λένε. Αντί όλοι να είναι περήφανοι για αυτήν την αναγέννηση του Ελληνικού πανεπιστημίου, οι 255 λειτούργησαν φοβικά και ψήφισαν έναν νόμο που θα οδηγούσε στον απόλυτο έλεγχο των τεκταινομένων, για να τον ξεψηφίσουν λίγους μήνες αργότερα δημιουργώντας ένα ακόμη πιο θολό τοπίο.
Ακούστε τι έλεγε ο κ. Βορίδης στη διάρκεια της συζήτησης του νομοσχεδίου του κ. Αρβανιτόπουλου:
Θα ήθελα κυρίως να απαντήσω στο επιχείρημα ότι υπάρχει ο λάθος συμβολισμός και ότι αυτό αποτελεί μία υποχώρηση. Αναλύθηκε προηγουμένως από συναδέλφους της Νέας Δημοκρατίας γιατί στην πραγματικότητα δεν υπάρχει η παραμικρή υποχώρηση σε οποιοδήποτε ζήτημα. Γιατί; Διότι αν μιλάμε για το θέμα του τμήματος, αυτή υπήρξε η θέση της Νέας Δημοκρατίας ήδη κατά τη συζήτηση του προηγούμενου νόμου.
Επομένως ξεκαθαρίζουμε ότι εμείς είχαμε υπερασπιστεί το τμήμα, αλλά για λόγους που είχαν να κάνουν με τη συνολική προσέγγιση του ζητήματος και με το γεγονός ότι ο προηγούμενος νόμος όντως ήταν εξαιρετικά σημαντικός, όντως ήταν κορυφαίας σημασίας και αυτό ήταν ένα επιμέρους ζήτημα, η Νέα Δημοκρατία ψήφισε το νόμο, διατηρώντας όμως τις επιφυλάξεις της ήδη από τότε. Διαβάστε τα Πρακτικά στα οποία έχει κατατεθεί η άποψη της Νέας Δημοκρατίας ως προς το ζήτημα του τμήματος. Επομένως κατά τη γνώμη μας αυτό που γίνεται στο συγκεκριμένο σημείο είναι μία διόρθωση.
Τι λέει η ΝΔ:
- Να μην αλλάξουμε τίποτα στα ΠΜΣ
- Να μην αλλάξει τίποτα στον τρόπο διοίκησης
- Δεν θέλουν τους νέους θεσμούς που ιδρύουμε και εξασφαλίζουν την εξωστρέφεια, όπως είναι τα Ακαδημαϊκά Περιφερειακά Συμβούλια και τις διετής δομές που θα παρέχουν επαγγελματικά πιστοποιητικά.
- Δεν θέλουν το Εθνικό Συμβούλιο ~Παιδείας και `Ανθρωπίνου Δυναμικού
- Θέλουν να πληρώνουν δίδακτρα όλοι ανεξάρτητα από την οικονομική τους κατάσταση.
- Να πληρώνονται επιπλέον επιμίσθιο όλοι όσοι έχουν ήδη μισθό και να μένουν έξω οι νέοι επιστήμονες που είναι άνεργοι.
- Θέλουν τα δίδακτρα σε ένα δημόσιο Πανεπιστήμιο να καθορίζονται με βάση τη ζήτηση και όχι το κόστος όπως προτείνουμε εμείς.
- Και μας κατηγορούν ότι είμαστε οπισθοδρομικοί. Έχουν καταλάβει τι ακριβώς υπερασπίζονται;
Να δούμε και σε τι συγκεκριμένα διαφωνεί η Σύνοδος των Πρυτάνεων ως σώμα;
- Συμφωνούν με τις διατάξεις για τους λογαριασμούς έρευνας.
- Συμφωνούν με τα Ακαδημαϊκά Περιφερειακά Συμβούλια, απλώς βρίσκουν ότι υπάρχουν ασάφειες ως προς τη λειτουργία τους.
- Συμφωνούν με τη κατάργηση των Συμβουλίων Ιδρυμάτων, μιας και δεν έχει υπάρξει ούτε μία λέξη στις ανακοινώσεις τους ότι θέλουν την παραμονή των Συμβουλίων.
- Συμφωνούν και με την καθιέρωση των διετών δομών που θα παρέχουν επαγγελματικά πιστοποιητικά σε αποφοίτους των ΕΠΑΛ.
- Συμφωνούν με τη συμμετοχή των φοιτητών στα όργανα διοίκησης.
- Συμφωνούν με την δημιουργία των Κέντρων Επιμόρφωσης και δια βίου εκπαίδευσης.
- Με τι διαφωνούν:
- Με τον τρόπο ανάδειξης των νέων διοικήσεων, αλλά ακόμη και για αυτό δεν έχουν δεσμευτεί δημόσια ως προς το σύστημα που προτείνουν.
- Και διαφωνούν για το άσυλο.
Οι συγκλήσεις δεν είναι μεταφυσικές, ήταν αποτέλεσμα πολύωρων συζητήσεων, και δεν θα πρέπει οι δυναμικές μειοψηφίες –για μειοψηφίες πρόκειται – ανάμεσα στους πρυτάνεις να δίνουν την εντύπωση που προβάλλουν τα μέσα.
Υπάρχει, όμως, και η Σύνοδος των Προέδρων των ΤΕΙ οι ανακοινώσεις των οποίων είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές για το εγχείρημα που προτείνουμε.
Επιπλέον, έχουν γίνει συζητήσεις με όλους τους Κοσμήτορες όλων των Σχολών των πανεπιστημίων και ΤΕΙ και εκεί υπήρξαν ακόμη πιο σημαντικές συγκλίσεις.
Όλοι δηλώνουν ότι χρειαζόμαστε αλλαγές. Και όλοι έχουν μετακινηθεί σε θέσεις που θα εξασφαλίζουν τη λειτουργικότητα των νέων θεσμών και την καθιέρωση των ακαδημαϊκών κανόνων. Οι φωνασκίες είναι μιας θλιβερής μειοψηφίας, που αρνείται να την παραπέρα εδραίωση του δημόσιου χαρακτήρα των Πανεπιστημίων μας και των ΤΕΙ.
Επειδή έχουμε ακούσει σε αυτήν την αίθουσα πολλές προτροπές να ακούσουμε τι λένε οι Πρυτάνεις. Διαβάσαμε την Κυριακή άρθρα μόνον τριών Πρυτάνεων που έκαναν έκκληση να τους ακούσουμε. Θα μου επιτρέψουν οι Πρυτάνεις να ακούσουν και εμάς. Η πείρα μας λέει ότι αν δεν διαφοροποιηθούν όσοι Πρυτάνεις έχουν και στην πράξη αποδείξει ότι νοιάζονται για το Πανεπιστήμιο και δεν ασκούν αντιπολίτευση για καθαρά πολιτικούς λόγους, θα τους καταπιεί η μειοψηφία. Όλοι γνωρίζουμε ότι οι θέσεις των ελάχιστων πρυτάνεων είναι θέσεις πολεμικής με βάση πολιτικά κριτήρια. Γνωρίζω ότι εξαγριώνω ορισμένους, αλλά αυτή είναι η αλήθεια. Και όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχουν πρυτάνεις που αυτούς τους μήνες έδωσαν ένα εξαιρετικά δύσκολο και γόνιμο αγώνα ώστε να μην επικρατήσουν οι ακραίοι και τους ευχαριστώ για αυτό.
Να γνωρίζουμε, όμως, ότι η επιτυχία του νόμου θα εξαρτηθεί όχι από τι θα λένε οι Σύνοδοι Πρυτάνεων. Θα εξαρτηθεί από τους χιλιάδες καθηγητές και καθηγήτριες των πανεπιστημίων και ΤΕΙ που μας παρακολουθούν, άλλοτε με αγανάκτηση, άλλοτε με προσδοκίες, άλλοτε ελπίζοντας ότι θα ξεκολλήσουμε από τα λογής αδιέξοδα, και άλλοτε ότι θα πιάσουν τόπο οι τόσο εντατικές προσπάθειες τους και, τελικά, η πεποίθηση τους ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε στο πλαίσιο ενός δημόσιου πανεπιστημίου. Γνωρίζουμε ότι ορισμένοι διδάσκοντες θα μας πουν ότι βαρέθηκαν τα λόγια τα μεγάλα, ότι δεν αντέχουν την γραφειοκρατία, ότι απελπίζονται με την αδιαφορία πολλών φοιτητών. Έχουν δίκιο. Τα πράγματα δεν θα αλλάξουν από την μία μέρα στην άλλη, υποσχόμαστε, όμως, πως τη χρονιά που έρχεται θα εργαστούμε μαζί με όλες τις διοικήσεις ώστε να δούμε με ποιον τρόπο θα μπορέσουμε να βελτιώσουμε ακόμη περισσότερα και σημεία του νόμου.
- Θέλω σε αυτό το πλαίσιο να ανακοινώσω επισήμως εκ μέρους της Κυβέρνησης ότι για την ερχόμενη χρονιά θα υπάρξει μία γενναία αύξηση της κρατικής επιδότησης των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ. Ο Πρωθυπουργός επανέλαβε την δέσμευση για 35 εκατ. για φέτος και 30 του χρόνου. Μετά από 2 χρόνια.
- Από το Σεπτέμβριο του 2017 και μέχρι τον Δεκέμβριο του 2020, η κυβέρνηση θα αξιοποιήσει ΤΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ21,5 εκ. €για την ενίσχυση των ΠΜΣ. Θα δοθεί ιδιαίτερη πρόνοια για τα δωρεάν ΠΜΣ και τα ΠΜΣ των περιφερειακών ΑΕΙ.
- Από το φθινόπωρο θα αρχίσουμε μία συζήτηση με όλους για να δούμε τις δυνατότητες να καθιερωθεί Εράσμους εσωτερικού
- Δυνατότητες να μπορούν να παίρνουν μαθήματα από άλλα Τμήματα ενδιαφέροντος τους
- Να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες της τεχνολογίας για να μπορούν να έχουν πρόσβαση οι φοιτητές σε περισσότερα συγγράμματα.
Απευθυνόμαστε στις καθηγήτριες και τους καθηγητές και ελπίζουμε, μέσα από τις διαφορές και συγκλίσεις μας να τα καταφέρουμε. Συναίνεση, συνεννόηση, συγκρουσιακή συνύπαρξη, και τελικά σύνθεση. Αυτό ζούμε καθημερινά στα Πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ, αυτήν την ζωντανή και προωθητική καθημερινότητα θέλουμε να βελτιώσουμε.
Ειδήσεις για το νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια