Αναφορές και επισημάνσεις για τη Σύνοδο στην Κρήτη
Μέρος Ε΄ – Το Αυτόνομο και οι Μητροπόλεις των «Νέων Χωρών».
Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Τα Πατριαρχεία Αντιοχείας και Γεωργίας εξέφρασαν έντονες διαφωνίες επί του περιεχομένου του θέματος «Το Μυστήριον του γάμου και τα κωλύματα αυτού».
Ήταν μια από τις αιτίες που δεν προσήλθαν στη Σύνοδο της Κρήτης. Ο Πατριάρχης Γεωργίας δεν υπέγραψε το σχετικό κείμενο στο Σαμπεζί και το Πατριαρχείο Αντιοχείας, δια του εκπροσώπου του, Μητροπολίτη Ισαάκ, αντί υπογραφής ανέγραψε: «Η Εκκλησία του Πατριαρχείου Αντιοχείας έχει αντίθετη γνώμη και γι’ αυτό δεν συνυπογράφει». Σύμφωνα με τον Κανονισμό, πουείχε εγκριθεί ομοφώνως, το θέμα περί γάμου δεν θα έπρεπε να συζητηθεί στη Σύνοδο, λόγω του ότι δεν ήρθε με την ομόφωνη γνώμη των Προκαθημένων. Όμως προχώρησε, αφού ο Οικουμενικός Πατριάρχης πήρε επάνω του την ευθύνη.
Οι τροποποιήσεις στο τελικό κείμενο, σε σχέση με το προταθέν από τη Σύνοδο των Προκαθημένων στο Σαμπεζί, τον Ιανουάριο του 2016, είναι στα κωλύματα του γάμου.
Στο προταθέν κείμενο η παράγραφος 5 – υποπαράγραφος i-έγραφε: «Ο γάμος Ορθοδόξων μεθ’ ετεροδόξων κωλύεται κατά κανονικήν ακρίβειαν, μη δυνάμενος να ευλογηθή (Κανών 72 της Πενθέκτης εν Τρούλλω Συνόδου), δυνάμενος όμως να ευλογηθή κατά συγκατάβασιν και δια φιλανθρωπίαν, υπό τον ρητόν όρον ότι τα εκ τούτου τέκνα θέλουν βαπτισθή και αναπτυχθή εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία». Στο τελικό κείμενο αφαιρέθηκε το δεύτερο μέρος της υποπαραγράφου, από το «δυνάμενος» έως το τέλος, που αναφερόταν στην υποχρέωση τα παιδιά να βαπτίζονται και να ανατρέφονται ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Το κείμενο που απέμεινε έχει δύο αναγνώσεις. Η μία είναι πως κωλύονται απολύτως οι γάμοι με ετεροδόξους και η άλλη ότι δια της διαγραφής των υποχρεώσεων που ανελάμβανε το Ορθόδοξο μέλος του ζεύγους αφήνεται η ελευθερία τα παιδιά να μην βαπτισθούν και αναπτυχθούν Ορθόδοξα… Στο τέλος της συζήτησης όλοι οι συμμετασχόντες συμφώνησαν ότι η οικονομία λύνει στην Ορθόδοξη Εκκλησία όλα τα θέματα…
Η εβδόμη παράγραφος του σχεδίου κειμένου του Σαμπεζί έγραφε τα ακόλουθα: «Η εφαρμογή της εκκλησιαστικής οικονομίας σχετικώς (Σημ. γρ. για τους γάμους με ετεροδόξους) οφείλει να αντιμετωπίζεται υπό της Ιεράς Συνόδου εκάστης αυτοκεφάλου Ορθοδόξου Εκκλησίας, συμφώνως προς τας αρχάς των ιερών κανόνων, εν τω πνεύματι της ποιμαντικής διακρίσεως, επί τω σκοπώ της σωτηρίας του ανθρώπου». Στο τελικό κείμενο η εν λόγω παράγραφος ετέθη ως 2ηυποπαράγραφος στην παράγραφο 5 και έχει κάποιες τροποποιήσεις. Γράφει: «Η δυνατότης εφαρμογής της εκκλησιαστικής οικονομίας ως προς τα κωλύματα γάμου δέον όπως αντιμετωπίζεται…» (Σημ. Ακολουθεί το ίδιο κείμενο με αυτό του σχεδίου). Οι προστεθείσες λέξεις «δυνατότης εφαρμογής», αντί «εφαρμογής» και το «δέον», αντί του «οφείλει» αφήνουν επίσης περιθώρια «οικονομίας» στις κατά τόπους Εκκλησίες στους γάμους με ετεροδόξους…
Στο θέμα του γάμου και κυρίως στα κωλύματα του εκτός από τις διαφωνίες των Πατριαρχείων Αντιοχείας και Γεωργίας υπήρξαν στη Σύνοδο της Κρήτης και άλλες ενστάσεις και προτάσεις που δεν πέρασαν. Οι εκπρόσωποι του Πατριαρχείου της Αλεξανδρείας και της Εκκλησίας της Αλβανίας λ.χ. ζήτησαν να επιτραπεί ο δεύτερος γάμος των κληρικών, αν η σύζυγός τους απεβίωσε, τους εγκατέλειψε, ή εμοίχευσε. Η πρόταση δεν έγινε δεκτή. Ορισμένοι επίσης ζήτησαν να αλλάξουν επί το επιεικέστερο οι Κανόνες 53 και 54 της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου. Η πρόταση απερρίφθη γιατί μια Σύναξη Επισκόπων δεν μπορεί να ανατρέψει αποφάσεις Οικουμενικής Συνόδου. Σημειώνεται ότι ο Κανόνας 53 απαγορεύει στον ανάδοχο να παντρεύεται τη χήρα (πολύ περισσότερο τη σύζυγο, ή τη ζωντοχήρα) μητέρα του αναδεκτού του. Και ο Κανόνας 54 απαγορεύει να παντρεύονται ξαδέλφια, ή πατέρας και γιός μητέρα και κόρη ή δύο αδελφές, ή μητέρα και κόρη δύο αδελφούς, ή δύο αδέλφια δύο αδελφές….
Το τελευταίο κείμενο που ετέθη και εγκρίθηκε στη Σύνοδο της Κρήτης ήταν «Το Αυτόνομον και ο τρόπος Ανακηρύξεως αυτού». Αυτό εξελίχθηκε πάλι σε πεδίο διένεξης μεταξύ Φαναρίου και Αθηνών. Στη Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, που συνεδρίασε στις 24 και 25 Μαΐου τρ. έ., πριν δηλαδή από τη Σύνοδο στην Κρήτη, φάνηκε ο σοβαρός προβληματισμός των μελών της επί του θέματος. Ήταν διάχυτη η φήμη ότι μετά την ψήφιση του εν λόγω κειμένου και με βάση αυτό το Φανάρι θα προχωρούσε στην κήρυξη ως «Αυτόνομης Εκκλησίας» των Μητροπόλεων των «Νέων Χωρών» (Ηπείρου, Μακεδονίας, Θράκης και νησιών Ανατολικού Αιγαίου). Αυτός ήταν ο λόγος που ομόφωνα εγκρίθηκε από την Ιεραρχία το κείμενο που πρότεινε η Διαρκής Ιερά Σύνοδος και το οποίο εξέφραζε αυτούς τους φόβους και προβληματισμούς.
Στην ομόφωνη απόφαση της ΔΙΣ και της Ιεραρχίας τονιζόταν: «Υπάρχει σοβαρός προβληματισμός περί του θέματος του . Η Αυτονομία είναι μέγας πειρασμός και δύναται να οδηγήση εις κατακερματισμόν Κρατών και εις διάσπασιν λαών και ίσως τείνη εις έξαρσιν του εθνικισμού, όστις έχει καταδικασθή Συνοδικώς και Πανορθοδόξως. Δια τους λόγους τούτους, προτείνεται (Σημ. γρ. Τονίζεται στην απόφαση) η μη συζήτησις του κειμένου τούτου… Επειδή δια το θέμα τούτο γίνονται διάφορα δυσμενή σχόλια και κυρίως ότι πίσω από το κείμενο τούτο υποκρύπτονται διάφορες σκοπιμότητες, προτείνεται στο κείμενο να προστεθή η ακόλουθη παράγραφος: ».
Την Τετάρτη, 22 Ιουνίου, ήρθε προς συζήτηση το θέμα του Αυτονόμου. Ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος έφερε προς συζήτηση την απόφαση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, τους φόβους της και την πρότασή της να αποκλεισθεί αυτονόμηση Μητροπόλεων για τις οποίες έχει εκδοθεί Τόμος ή Πράξη. Πριν αρχίσει η συζήτηση ο Πατριάρχης τόνισε ότι διαβεβαιώνει τα μέλη της Συνόδου, ότι δια του κειμένου περί Αυτονόμου δεν έχει πρόθεση να θέσει τέτοιο ζήτημα για τις «Νέες Χώρες». Στην ένσταση γιατί αφού δεν έχει αυτή την πρόθεση, δεν δέχεται να προστεθεί στο κείμενο η πρόταση της Εκκλησίας της Ελλάδος απάντησε ότι το λέγει ενώπιον τόσων Αρχιερέων και επομένως ο λόγος του αρκεί. Οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν επέμειναν στο να τεθεί σε ψηφοφορία η πρότασή τους, όμως αμέσως, την 22αΙουνίου, η Ιερά Σύνοδος εξέδωσε Δελτίο Τύπου, στο όποιο εγράφησαν τα εξής:
«Επί γενομένης προτάσεως – προσθήκης υπό της Εκκλησίας της Ελλάδος επί του κειμένου «ΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟΝ ΚΑΙ Ο ΤΡΟΠΟΣ ΑΝΑΚΗΡΥΞΕΩΣ ΑΥΤΟΥ» ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος διαβεβαίωσε ενώπιον της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας ότι σέβεται απολύτως το υφιστάμενο εκκλησιαστικό καθεστώς των Μητροπόλεων των λεγομένων Νέων Χωρών της Εκκλησίας της Ελλάδος και ουδεμία πρόθεση υπάρχει αμφισβητήσεως ή αλλαγής των ισχυόντων».
Στην έκδοση του Δελτίου Τύπου της Εκκλησίας της Ελλάδος απάντησε αμέσως με αυθημερόν Ανακοινωθέν της η Αρχιγραμματεία της «Αγίας και Ιεράς Συνόδου», η οποία ελεγχόταν από το Φανάρι:
«Σήμερον Τετάρτην, 22αν Ιουνίου 2016, συζητουμένου ενώπιον της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου του θέματος του Αυτονόμου, επί σχετική δε προτάσει τροπολογίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, η Α.Θ. Παναγιότης, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος διεβεβαίωσεν ότι το Οικουμενικόν Πατριαρχείον ουδεμίαν πρόθεσιν έχει να χορηγήση αυτονομίαν εις τας Μητροπόλεις των λεγομένων Νέων Χωρών και ότι αύται υπάγονται πάντοτε κανονικώς και πνευματικώς υπό το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, η δε διοίκησις αυτών έχει εκχωρηθεί επιτροπικώς εις την Αυτοκέφαλον Εκκλησίαν της Ελλάδος, την οποίαν η Α.Θ. Παναγιότης και ηυχαρίστησεν δια την τοιαύτην εξυπηρέτησιν προς την Μητέρα Εκκλησίαν».
Με τα δύο Δελτία Τύπου αποτυπώθηκε για μιαν ακόμη φορά η ένταση που υπάρχει στις σχέσεις μεταξύ Φαναρίου και Αθηνών για το θέμα των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών, το οποίο είναι πράγματι μείζον εκκλησιολογικά και εθνικά. Η Εκκλησία της Ελλάδος, με το Δελτίο Τύπου Της, θέλησε να προβάλει τη δέσμευση του Πατριάρχη, με τα όσα είπε προφορικά στη Σύνοδο, και να τονίσει ότι ο κ. Βαρθολομαίος σέβεται το υφιστάμενο καθεστώς για τις Μητροπόλεις των λεγομένων Νέων Χωρών, που ανήκουν στην Εκκλησία της Ελλάδος. Απαντώντας το Φανάρι τόνισε ότι οι εν λόγω Μητροπόλεις ανήκουν «κανονικώς και πνευματικώς στο Οικουμενικό Πατριαρχείο» και πως η διοίκησή τους έχει εκχωρηθεί στην Εκκλησία της Ελλάδος επιτροπικώς…. Μάλιστα στο τέλος του Πατριαρχικού Ανακοινωθέντος υπάρχει και μια απαράδεκτη, ακόμη και για κοσμική εξουσία, νότα ειρωνείας – ειρωνείας ισχύος –. Ενώ υπάρχει όλη αυτή η γνωστή ένταση την «ευχαριστεί για την εξυπηρέτηση προς την Μητέρα Εκκλησία»…
Σημειώνεται ότι ακόμη και ο μη ειδικός φανατικός υποστηρικτής του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθηγητής του Αστικού Δικαίου, Κων. Βαβούσκος παραδέχεται ότι δια της Πατριαρχικής Πράξεως του 1928 «εδημιουργήθη ιδιόμορφον νομοκανονικόν καθεστώς» ως προς τις Μητροπόλεωις των Νέων Χωρών της Ελληνικής Επικράτειας. Γράφει και μιαν ανακρίβεια, ότι ο Νόμος 3615 του 1928 «εκύρωσε το δια της Πράξεως εν λόγω καθεστώς». Πρόκειται περί οφθαλμοφανούς ανακριβείας, αφού ο Νόμος προηγήθηκε! Ψηφίστηκε στις 10 Ιουλίου του 1928 και η Πράξη αποφασίστηκε στις 4 Σεπτεμβρίου του 1928. Εκ των προτέρων νομοθετική κύρωση Εκκλησιαστικής Πράξης δεν υπάρχει στα παγκόσμια χρονικά. Επίσης στην Εγκύκλιό της 1ης Νοεμβρίου του 1928 η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, χωρίς ανταπόδοση των Φαναριώτικων φιλοφρονήσεων, αναφέρει ότι οι Μητροπολίτες των «Νέων Χωρών» «άρτι διοικητικώς υπήχθησαν στην Εκκλησία της Ελλάδος», και τους κανόνες που διέπουν τα καθήκοντά τους, «συμφώνως προς τε τους κειμένους νόμους, ως και προς την σχετικήν Πράξιν του Οικουμ. Πατριαρχείου και την επ’ αυτής απόφασιν της Δ.Ι. Συνόδου». Τους κανόνες αυτούς αποδεχόταν και το Οικουμενικό Πατριαρχείο έως την Πατριαρχία του κ. Βαρθολομαίου…
Ενώ όλα δείχνουν ότι η ένταση μεταξύ των δύο Εκκλησιών είναι πάντα σε επικίνδυνο σημείο ανάφλεξης Μητροπολίτες, προσκείμενοι ιδεολογικά ή συμφεροντολογικά στο Φανάρι, θριαμβολόγησαν διότι ο Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος διαβεβαίωσε ότι δεν θα θέσει υπό τη δικαιοδοσία του τις Μητροπόλεις των Νέων Χωρών, για το αυτονόητο δηλαδή… Δεν σχολίασαν όμως ότι οι συγκεκριμένες Μητροπόλεις έχουν γίνει πεδίο συνεχούς ενόχλησης της Εκκλησίας της Ελλάδος, με τις σ’ αυτές συνεχείς, ενοχλητικές και πολυδάπανες επισκέψεις του Πατριάρχη…
Για το θέμα των Νέων Χωρών απορίες προκάλεσε η δήλωση του εκπροσώπου Τύπου της Εκκλησίας της Ελλάδος στη Σύνοδο της Κρήτης κ. Χάρη Κονιδάρη. Την ώρα που ήσαν γνωστές οι αποφάσεις της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος και το Δελτίο Τύπου Αυτής, καθώς και το Ανακοινωθέν που εξέφραζε τις γνωστές απόψεις του κ. Βαρθολομαίου εκείνος μιλώντας στην ενημέρωση των ΜΜΕ είπε, μεταξύ των άλλων:
« Υπάρχουν πρόσωπα που επιδιώκουν την κρίση στις σχέσεις μεταξύ των δύο Εκκλησιών, που ζουν μέσα από την αντιπαράθεση και εργάζονται πυρετωδώς για την κρίση. Τα δύο κείμενα (Σημ. γρ. Το Δελτίο Τύπου της Εκκλησίας της Ελλάδος και το Ανακοινωθέν της Συνόδου) κινούνται στην ίδια κατεύθυνση (Σημ.γρ. !!!). Τα πρόσωπα αυτά θέλουν να γεμίσουν με σύννεφα τις σχέσεις των δύο Εκκλησιών. Τα πρόσωπα αυτά ζουν μέσα από την καλλιέργεια της κρίσης στις σχέσεις του Οικ. Πατριαρχείου και της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος. Είναι πρόσωπα τα οποία η ζωή της Εκκλησίας τα προσπερνά, είναι πρόσωπα τα οποία το μόνο που θα πετύχουν να κάνουν είναι να αποτελέσουν θλιβερές υποσημειώσεις στα πολύ σημαντικά κεφάλαια της εκκλησιαστικής ζωής, που γράφονται και εδώ, στα πλαίσια της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Από εκεί και πέρα η Εκκλησία της Ελλάδος και προσωπικά ο Προκαθήμενος της, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος και όλα τα μέλη της αντιπροσωπείας αισθάνονται απόλυτα ικανοποιημένοι και χθες και σήμερα και αύριο με την πραγματικά γενναία παρέμβαση του Οικουμενικού μας Πατριάρχης, με την οποία διέλυσε όλα τα σύννεφα τα οποία καλλιεργούσαν τεχνηέντως και για δικούς τους σκοπούς κάποιοι. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης ήταν απόλυτα ξεκάθαρος και απέδειξε για μιαν ακόμη φορά ότι διακονεί την ενότητα της Εκκλησίας και ότι κινείται πάντα στο πνεύμα της καταλλαγής. Τόσο ο ίδιος, όσο και ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος είναι εκκλησιαστικοί ηγέτες σοφοί, που διακρίνονται από σύνεση και διάκριση και είναι εκκλησιαστικοί ηγέτες που συνεργάζονται και ο ένας δίνει το χέρι στον άλλο και κυκλοφορούν μαζί για το καλό της Ορθόδοξης Εκκλησίας».
Μητροπολίτης, που του ήταν γνωστή η δήλωση του κ. Χάρη Κονιδάρη, μας διαβεβαίωσε ότι δεν είχε σκοπό με αυτήν να προσβάλει ούτε να θίξει τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο, που έκανε δηλώσεις αυστηρές στη Σύνοδο της Ιεραρχίας για το Φανάρι και προσωπικά για τον κ. Βαρθολομαίο, ούτε τα υπόλοιπα μέλη της Ιεραρχίας, για τον προβληματισμό τους περί του Αυτονόμου και των επιπτώσεων αυτού στις Μητροπόλεις των Νέων Χωρών. Στόχος του ήταν νέος στη χειροτονία Μητροπολίτης του Φαναρίου, για τον οποίο υπάρχουν έγκυρες πληροφορίες ότι υπονομεύει την Εκκλησία της Ελλάδος στα κυβερνητικά κλιμάκια, προκαλώντας επικίνδυνη όξυνση στις σχέσεις των δύο τοπικών Εκκλησιών.