Του Πάνου Ντούλα,
Καθηγητή Αγγλικής,
Κόρινθος, 06/01/2017

Η Περιγραφική Αξιολόγηση που καθιερώνει το Υπουργείο σε Δημοτικά-Γυμνάσια παρουσιάζει διάφορα προβλήματα και κυρίως δεν λύνει άλλα πιο σημαντικά (όπως πχ την αναπαραγωγή των κοινωνικών ανισοτήτων στην εκπαίδευση).
Έστω ότι έχουμε τάξη “τέλεια”, με Χ αριθμό μαθητών-τριών, χωρίς κοινωνικές ανισότητες, με κατακτημένους τους βασικούς κώδικες επικοινωνίας από όλους το ίδιο, με συμφωνημένους από όλους των μαθησιακών στόχων και των Αναλυτικών Προγραμμάτων Σπουδών, κτλ κτλ.
Ο σημερινός τρόπος αριθμητικής αξιολόγησης σε Δημοτικό-Γυμνάσιο έχει…

δύο βασικές λειτουργίες: απόλυτη αξιολογική αλλά και ταξινομική.

Με την πρώτη, διαπιστώνεται πόσο μια μαθήτρια έχει κατακτήσει την Ύλη, μέσω αξιολόγησης. Πχ αν στην Ύλη των Μαθηματικών της Δ’ προβλέπεται μόνο η γνώση του πολλαπλασιασμού και ο μαθητής διαπιστωθεί ότι την κατέχει, τότε παίρνει το Άριστα (το “10”, το “20”, το “Α”, κτλ). Αν την έχει κατακτήσει μερικώς, παίρνει, πχ “8” ή “Β”, κ.ο.κ.
Με τη δεύτερη λειτουργία, δε μετράμε μόνο την κατάκτηση της Ύλης αλλά και τη σχετική σειρά σε σύγκριση με τις υπόλοιπες μαθήτριες. Πχ αν ένας μαθητής έχει κατακτήσει ΠΙΟ ΠΟΛΥ τον πολλαπλασιασμό από ότι άλλοι μες στην τάξη του, τότε μπορεί να πάρει το “10” ή το “9”, έστω κι αν δεν τον κατέχει απόλυτα.
Αυτό το νυν Σύστημα έχει συν: είναι σύντομο, κατανοητό από όλους, πρακτικό, εύκολο, και λειτουργεί και ταξινομικά (δηλ κατανεμητικά: πρώτος-δεύτερος-κ.ο.κ.). Τα πλην του: είναι απόλυτο, γενικόλογο, πιο υποκειμενικό, ψυχολογικά βάρβαρο ενώ επιτελεί και ιδεολογική λειτουργία – πχ οι μαθήτριες αυτο-προσδιορίζονται συχνά ταυτοτικά: «…είμαι του 19…», ενσωματώνοντας την αποτυχία κι άρα μειωμένες προσδοκίες για τον μελλοντικό τους ρόλο στην κοινωνία.

Με το Νέο Σύστημα, ίσως πολλοί (όπως κι εγώ αρχικά) νομίζουν ότι θα κάθονται να γράφουν ελέυθερα εκθέσεις κτλ για τα παιδιά. Αυτό είναι λάθος και βασικά αφελές.

Στην πράξη, πέρα από τα λίγα εκσυγχρονιστικά και θετικά στοιχεία του, επειδή το Νέο Σύστημα είναι εξ ορισμού χαοτικό και δεν μπορεί βεβαίως ο καθείς να γράφει ό,τι και όσο θέλει, το Υπουργείο θα αναγκαστεί (αργά ή γρήγορα) να σπάσει την Ύλη σε Δεξιότητες και να βγάλει rubrics, δηλ Πίνακες με αξιολογικές κατηγορίες που θα περιέχουν συγκεκριμένες δεξιότητες. Πχ “Ο μαθητής μπορεί να πολλαπλασιάζει μονοψήφιους αριθμούς“, “Η μαθήτρια μπορεί να περιγράφει τον εαυτό της με απλές λέξεις“, κτλ κτλ.
Τα συν αυτού του συστήματος είναι ότι είναι πιο ακριβές και λιγότερο αυθαίρετο. Τα πλην: ότι είναι λιγότερο πρακτικό, πιο χρονοβόρο, ότι “φακελώνει” τον μαθητή-αυριανό εργαζόμενο (αφού όλα αυτά θα καταγράφονται για μελλοντική χρήση στο portfolioτου), ότι δεν λειτουργεί ταξινομικά (για αυτό και στο Λύκειο-Πανελλήνιες δεν το εισάγουν), ότι διασπά τη Γνώση σε κομματάκια-δεξιότητες, κ.ά.
Στην πραγματικότητα, το Νέο Σύστημα παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα, θα ΠΕΡΙΟΡΙΖΕΙτην παιδαγωγική ελευθερία του Αξιολογητή και άρα και του Διδάσκοντος, αφού δε θα του επιτρέπει ούτε καν να ιεραρχήσει αυτός τη σημασία των κομματιών της Γνώσης (Πληροφοριών) που προκρίνει ως σημαντικά αλλά θα τον «υποχρεώνει» σε συγκεκριμένες δεξιότητες.


Και το κυριότερο μείον του: όποιο τρόπο κι αν βρει κανείς να περιγράψει τις διαφορετικές δεξιότητες ή γνώσεις των μαθητριών-τών, είτε με αριθμούς/γράμματα είτε με πολύπλοκα rubrics-Πίνακες Δεξιοτήτων είτε ακόμη και με “ελεύθερη γραφή”, η όποια προτεινόμενη Αξιολόγηση απλά δεν αντιμετωπίζει το πώς και γιατί φτάνουν τα παιδιά σε τέτοια διαφορετικά αποτελέσματα, τις κοινωνικές ανισότητες που όχι απλά δεν αμβλύνονται αλλά αντίθετα οξύνονται με όλα αυτά τα Συστήματα. Το αρχικό μας «έστω» (Έστω ότι έχουμε τάξη “τέλεια”,… , πάνω στο οποίο βασίζεται η Μεταρρύθμιση, είναι δηλαδή τόσο αυθαίρετο κι αναληθές που όχι απλά όλα αυτά δεν έχουν εύκολη εφαρμογή στην ελληνική μνημονιακή πραγματικότητα αλλά αντίθετα μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και σε μεγαλύτερη όξυνση των νυν ανισοτήτων.