Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής-Π.Ε.Σ.Ε.Α., αναφορικά με το νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας που πραγματεύεται τη συγχώνευση του ΤΕΙ Ηπείρου με το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και την ίδρυση νέου Τμήματος Ειδικής Αγωγής στα Ιωάννινα, εκφράζει την έντονη διαμαρτυρία του προς την ηγεσία του Υπουργείου του Παιδείας που αποδέχεται τις πιέσεις διαφόρων κύκλων της ευρύτερης περιοχής της Περιφέρειας Ηπείρου, οι οποίοι προτάσσουν τα «οικονομικά συμφέροντα» τους, εις βάρος των δημοκρατικών επιλογών της Ελληνικής Δημοκρατίας που προστατεύει το δικαίωμα της ελεύθερης πρόσβασης των μαθητών και μαθητριών με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο ενταξιακό και συμπεριληπτικό δημόσιο σχολείο.
Η ίδρυση και η λειτουργία Πανεπιστημιακών Τμημάτων Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία και συνδέεται με καταδικαστέες πολιτικές του σκοτεινού παρελθόντος των ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών συστημάτων. Εκπαιδευτικών θεσμών και πολιτικών που είχαν επιβάλει το ιατρο-παιδαγωγικό και διαχωριστικό μοντέλο αγωγής και εκπαίδευσης για τα άτομα με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και τα υποχρέωναν να εγγράφονται και να φοιτούν σε ειδικά σχολεία εγκλεισμού και σε άθλια κτίρια υποβαθμισμένων και περιθωριοποιημένων περιοχών-γκέτο των αστικών κέντρων.
Απευθυνόμενοι στην Ελληνική Κυβέρνηση, τα Ελληνικά Πολιτικά Κόμματα, στην Πανεπιστημιακή Κοινότητα, τους φορείς των Οργανώσεων των Αναπήρων και των Εκπαιδευτικών και κάθε επιστημονική, συνδικαλιστική και κοινωνική συλλογικότητα της Ελληνικής Κοινωνίας ζητάμε να μελετήσουν προσεχτικά την ιστορία της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης στην Ελλάδα, η οποία ουσιαστικά άρχισε να εγγράφεται με θετικά πρόσημα για τα ανάπηρα άτομα από το 1982 με το Προεδρικό Διάταγμα 603/1982 και το Νόμο 1566/1985 (άρθρα 32 έως 35). Κάνουμε έκκληση στους/στις κ.κ. Βουλευτές, αντιπροσώπους του Ελληνικού Λαού στη Βουλή των Ελλήνων, να προβούν σε ανασκόπηση των Νόμων: 2817/2000, 3699/2008, 4115/2013, 4186/2013, 4368/2016, 4415/2016, 4452/2017 οι οποίοι υιοθέτησαν τις διεθνείς διακηρύξεις και διεθνείς συμβάσεις για τα δικαιώματα προσβασιμότητας στην εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, μέσα στο πλαίσιο της φιλοσοφίας της ένταξης και της συνεκπαίδευσης (Διακήρυξης της Σαλαμάγκα, 1994 & Νόμος 4074/2012), υπενθυμίζοντας την αρνητική αξιολόγηση της Ε.Ε., σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα βρίσκεται στην 28η θέση (τελευταία) στο κριτήριο «ισότιμη εκπαίδευση» των Κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Βλ. Δείκτη Κοινωνικής Δικαιοσύνης της Ε.Ε. Schraad-Tischler and Kroll, 2014).
Σήμερα η συνεκπαίδευση των μαθητών και μαθητριών με αναπηρίες και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στα γενικά σχολεία θεωρείται πλέον, ως η πιο ενδεδειγμένη μορφή εκπαίδευσης, κι αποτελεί πολιτική προτεραιότητα στις περισσότερες χώρες του κόσμου, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας.
Για το σκοπό αυτό απαιτείται η εκπαιδευτική πολιτική να προωθεί την «Παιδαγωγική της Ένταξης», στηρίζοντας ένα σχολείο σε μια κοινωνία για όλους, ένα σχολείο το οποίο πρέπει να αποτελεί εστία καταπολέμησης ρατσιστικών και διαχωριστικών στάσεων, με τη δημιουργία φιλόξενων κοινοτήτων όπου η εκπαίδευση κι η σχολική ένταξη των παιδιών να είναι υποχρέωση και έγνοια όλων των δομών του εκπαιδευτικού συστήματος. Προκειμένου να επιτευχθεί επί της ουσίας η συμπεριληπτική εκπαίδευση είναι απαραίτητο το σχολείο μέσα από την οργάνωσή του να παρέχει ενοποιημένες υπηρεσίες μεγάλου εύρους για όλους τους/τις μαθητές/μαθήτριες με τρόπο που να εστιάζει στην πρόληψη και όχι στα ελαττώματα και τις αδυναμίες τους (European Agency for Development in Special Needs Education, 2013).
Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής-Π.Ε.Σ.Ε.Α., επιδιώκει να υπενθυμίσει, προς κάθε κατεύθυνση, ότι η όποια προσπάθεια για δημιουργία «νέων» Τμημάτων Ειδικής Αγωγής στα Ελληνικά Πανεπιστήμια, βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με όλα τα παραπάνω γιατί: α) οι μαθητές κατηγοριοποιούνται με κύριο επίκεντρο τη παθολογία και τη θεραπεία τους και όχι από τις εκπαιδευτικές ανάγκες και τις δυνατότητές τους, β) υιοθετείται μια στρεβλή διάκριση, στην οποία ο «ειδικός» και ο «γενικός» παιδαγωγός αποτελούν ξεχωριστές οντότητες και κατηγοριοποιούνται σαν να προέρχονται από διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους, γ) ενισχύει το ξεπερασμένο διαχωριστικό ιατρικο-παιδαγωγικό μοντέλο και βρίσκεται σε αντίθεση με την όποια προσπάθεια εναρμόνισης της φιλοσοφίας του εκπαιδευτικού συστήματος με την πολιτική της ένταξης και των ίσων ευκαιριών (Σύμβαση των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Αναπηρία, που επικυρώθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων με το Ν. 4074/2012).
Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής-Π.Ε.Σ.Ε.Α., έχει τονίσει την αναγκαία αναμόρφωση σπουδών των Παιδαγωγικών Τμημάτων με στόχο «τη διαμόρφωση ενός νέου προφίλ του εκπαιδευτικού της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ο οποίος θα μπορεί ν’ ανιχνεύει και να αντιμετωπίζει παιδαγωγικά όλα τα παιδιά μέσα στο πλαίσιο της γενικής εκπαίδευσης» (Π.Ο.Ε.Δ./Δ.Ο.Ε., 2003). Άλλωστε, στη Συνθήκη της Σαλαμάνκα επισημαίνεται στις κυβερνήσεις να διασφαλίσουν, στα πλαίσια μιας δομικής αλλαγής του εκπαιδευτικού συστήματος, τα προγράμματα εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών, πριν και κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους εξίσου και να προσανατολίζουν τη φροντίδα των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών σε σχολεία για όλους (UNESCO, 1996). Επίσης είναι άξιο αναφοράς ότι στο νομοσχέδιο για τις νέες δομές στην εκπαίδευση μεγάλο μέρος της διαχείρισης των προβλημάτων που προκύπτουν στην εκπαιδευτική διαδικασία και πράξη, λόγω των εγγενών δυσκολιών των μαθητών, μετακυλίεται στους εκπαιδευτικούς της τάξης και είναι αναγκαίο να έχουν επιμόρφωση πάνω σε ζητήματα ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης. Η ειδική αγωγή και εκπαίδευση είναι αναπόσπαστο κομμάτι της γενικής εκπαίδευσης και προβάλλεται ως αδήριτη ανάγκη η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών της Γενικής Εκπαίδευσης, αντί επιδιώκεται η μονομερής εκπαίδευσή τους μόνο προς την κατεύθυνση της Ειδικής Εκπαίδευσης αγνοώντας το γενικό πλαίσιο μέσα στο ίδιο το σχολείο! Τα Πανεπιστήμια της χώρας μπορούν να υλοποιήσουν με επιτυχία μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών και μετεκπαίδευσης που να προωθούν τις ενταξιακές εκπαιδευτικές πολιτικές για την πρόσβαση, χωρίς προσκόμματα και εμπόδια, των ατόμων με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο «Σχολείο για Όλους». Μπορούν επίσης με την επιμήκυνση των σπουδών στα ΠΤΔΕ και τις καθηγητικές σχολές να δίνεται η δυνατότητα επιπλέον σπουδών πάνω στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση.
Τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών κατέθεσαν μια σπουδαία πρόταση στο Υπουργείο Παιδείας ζητώντας να επαναλειτουργήσουν τα Διδασκαλεία υπό την εποπτεία των ΠΤΔΕ ή των καθηγητικών σχολών με εκσυγχρονισμένα προγράμματα σπουδών για να αγκαλιάσει το Ελληνικό Σχολείο το σύνολο του μαθητικού πληθυσμού, χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις.
Οι σημερινές σύνθετες και εκπαιδευτικές συνθήκες οδηγούν στην αναγκαιότητα της σύνταξης ενός νέου Ενιαίο Νόμο για την Εκπαίδευση. Στον νόμο αυτό η Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση πρέπει να αναφέρεται ως αναπόσπαστο μέρος της Γενικής Εκπαίδευσης και οι ειδικές νομοθετικές παρεμβάσεις -όπου και όταν απαιτούνται- θα πρέπει να είναι μέρος της γενικότερης νομοθετικής παρέμβασης, να εναρμονίζονται με τους γενικούς και ειδικούς στόχους, να συνυφαίνονται με την γενική εκπαιδευτική διαδικασία και κατά κανόνα να υλοποιούνται στους χώρους, τα πλαίσια και τα προγράμματα της Γενικής Εκπαίδευσης. Αντίθετα δεν έχουν θέση συντεχνιακές σχέσεις που εμποδίζουν τη ριζική αναπλαισίωση και αλλαγή φιλοσοφίας και πολιτικής πρακτικής στην ειδική εκπαίδευση με καταστροφικές συνέπειες στην εκπαίδευση των παιδιών με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.