«Κάποιοι σκληροί τόνοι στο παρελθόν δεν βοήθησαν στην επίλυση των προβλημάτων, αλλά διαπιστώνει κανείς με ικανοποίηση ότι η κατάσταση έχει αλλάξει. Η Ελλάδα και η Γερμανία έχουν ένα τόσο θετικό παρελθόν και μια φιλική παράδοση, που φτάνουν μέχρι την ελληνική επανάσταση.

Έχω την αίσθηση ότι υπάρχει ένα κλίμα συνεργασίας, και αυτό είναι ό,τι καλύτερο, διότι εργαζόμαστε από κοινού για να ξεπεραστούν τα προβλήματα. Αυτή είναι μια καλή προϋπόθεση, που με κάνει να αισιοδοξώ και για τα άλλα θέματα», λέει στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο υφυπουργός Παιδείας και Έρευνας της Γερμανίας Τόμας Ράχελ, οποίος ήταν ο κεντρικός ομιλητής (με θέμα «Η συμβολή της εκπαίδευσης και της έρευνας στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων») στην Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου.

Κατά τον Χριστιανοδημοκράτη Γερμανό πολιτικό, «η Ελλάδα πρέπει να γίνει ελκυστική για τους ξένους -και όχι μόνο- επενδυτές» και υπογραμμίζει ότι «για να γίνει μια οικονομία ανταγωνιστική, χρειάζεται εξειδικευμένους επαγγελματίες». Αυτό επιτυγχάνεται, όπως αναφέρει, και «με τη διττή εκπαίδευση (σ.σ. συνδυασμός θεωρίας και εξάσκησης σε επιχειρήσεις), η οποία υποστηρίζεται και από τα συνδικάτα στη χώρα του, όπου χάρη σε αυτήν υπάρχει η χαμηλότερη ανεργία στους νέους στην Ευρώπη». Το βασικό είναι πώς θα εκσυγχρονιστεί η επαγγελματική εκπαίδευση, πώς θα γίνει ελκυστική, πώς μπορούμε να κάνουμε λ.χ. την ψηφιακή οικονομία ή την τεχνητή νοημοσύνη τμήμα της, λέει χαρακτηριστικά.

Ο κ. Ράχελ αναφέρει στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ το ιδιαίτερα επιτυχημένο πρόγραμμα (τουριστικής) διττής εκπαίδευσης «MENDI», χάρη στο οποίο πάνω από το 90% των νέων που συμμετείχαν βρήκαν δουλειά. Επίσης, το καινοτόμο πρόγραμμα κατάρτισης εξειδικευμένων ηλεκτρολόγων για την ηλιακή και την αιολική ενέργεια «GRAEDUCATION», με το οποίο «δημιουργείται στην Ελλάδα ένας νέος τομέας «πράσινων επαγγελμάτων», πρότυπο και για άλλες χώρες της Ευρώπης, όπως σημειώνει. Επισημαίνει δε την αξία της μεταφοράς εξειδικευμένης τεχνογνωσίας, όπως στην περίπτωση του ΟΣΕ, ο οποίος εκπαιδεύει νέους Έλληνες τεχνικούς «με βάση τα μεταφρασμένα εγχειρίδια των γερμανικών σιδηροδρόμων. Πρόκειται για ενα εξαιρετικό πρόγραμμα. Ξεκινούν με 125 μαθητευόμενους, ενώ υπήρχαν τριπλάσιες αιτήσεις. Το βλέπει κανείς ότι κάτι κινείται. Τα προγράμματα αυτά συντελούν στο να μειωθεί η ανεργία. Έτσι έγινε στην Γερμανία».

«Ο άλλος τομέας, ο οποίος μπορεί να συμβάλει στον εκσυγχρονισμό μιας οικονομίας και στην ανάπτυξη, είναι η έρευνα και η καινοτομία. Θα ξεκινήσουμε ένα δεύτερο πρόγραμμα έρευνας και καινοτομίας υψηλού επιπέδου, που θα δημιουργήσει προοπτικές για νέους επιστήμονες εδώ στην Ελλάδα. Υπάρχει ένα πυκνό δίκτυο Ελλήνων και Γερμανών επιστημόνων, το οποίο εργάζεται και σε διεθνές επίπεδο, το οποίο δημουργεί τεράστιες ευκαιρίες», τονίζει ο Γερμανός υφυπουργός στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Το μήνυμά του προς τους νέους Ελληνες είναι να μην «προσανατολίζονται μόνο σε κλάδους με γόητρο, αλλά να διερευνούν πού υπάρχουν μελλοντικές ευκαιρίες και να αξιοποιούν τις δικές τους ικανότητες, τα ταλέντα τους, σε όλους τους τομείς όταν αποφασίζουν ποιον δρόμο θα ακολουθήσουν».

 

Η πλήρης συνέντευξη του υφυπουργού Παιδείας και Έρευνας της Γερμανίας, Τόμας Ράχελ στον Αντώνη Πολυχρονάκη για το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων

 

 

AΠΕ-ΜΠΕ: Κύριε υφυπουργέ, μετά την έξοδο της Ελλάδας από τα μνημόνια τον Αύγουστο, το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη. Πώς μπορεί να συμβάλει η εκπαίδευση και η έρευνα κατά την γνώμη σας;

 

Τόμας Ράχελ: Πρόκειται για το ερώτημα πώς μπορεί να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Η Ελλάδα πρέπει να γίνει ελκυστική για τους ξένους -και όχι μόνο- επενδυτές. Για να γίνει μια οικονομία ανταγωνιστική, χρειάζεται εξειδικευμένους επαγγελματίες. Απαιτείται, δηλαδή, παράλληλα με τα πανεπιστήμια να μην χάνεται από το βλέμμα μας η επαγγελματική εκπαίδευση των νέων. Αυτό γίνεται λ.χ. με τη διττή εκπαίδευση (σ.σ. συνδυασμός θεωρίας και εξάσκησης σε επιχειρήσεις). Ο άλλος τομέας, ο οποίος μπορεί να συμβάλλει στον εκσυγχρονισμό μιας οικονομίας και στην ανάπτυξη, είναι η έρευνα και η καινοτομία. Γι’ αυτό και δημιουργήσαμε ένα ελληνογερμανικό ερευνητικό πρόγραμμα, μια συνεργασία-σταθμό.

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ: Οι Έλληνες όμως προτιμούν τα πανεπιστήμια. Πώς μπορεί να αλλάξει αυτό;

Τόμας Ράχελ: Πράγματι είναι δύσκολο, διότι απαιτείται αλλαγή νοοτροπίας. Το σημαντικό όμως είναι να βρίσκουν οι νέοι εργασία στην ίδια την Ελλάδα, να αποκτήσουν εδώ προοπτική. Προς τα εκεί πρέπει να στραφεί η πολιτική, η κοινωνία, η οικονομία. Φυσικά τα πανεπιστήμια θα συνεχίσουν να παίζουν το ρόλο τους, αλλά δεν μπορούμε να λέμε ότι το 70% θα σπουδάζει, ορισμένοι μάλιστα χωρίς προοπτική να βρουν δουλειά, και να μην ασχολούμαστε με το υπόλοιπο 30%. Χιλιάδες επιχειρήσεις στην Ελλάδα δεν έχουν το απαιτούμενο καταρτισμένο προσωπικό. Εδώ υπάρχει ένα κενό και πρέπει να συμβάλλουν όλοι στην εξάλειψή του. Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση. Στη Γερμανία, χάρη στη διττή εκπαίδευση, η οποία υποστηρίζεται και από τα συνδικάτα και τα επαγγελματικά σχολεία, έχουμε τη χαμηλότερη ανεργία στους νέους στην Ευρώπη. Το βασικό είναι πώς θα εκσυγχρονιστεί η επαγγελματική εκπαίδευση, πώς θα γίνει ελκυστική, πώς μπορούμε να κάνουμε λ.χ. την ψηφιακή οικονομία ή την τεχνητή νοημοσύνη τμήμα της.

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ: Στην Ελλάδα πού βρισκόμαστε σε αυτά τα θέματα;

Τόμας Ράχελ: Σήμερα ενημερωθήκαμε για το καινοτόμο πρόγραμμα «GRAEDUCATION», το οποίο υλοποιείται σε συνεργασία με τον ΟΑΕΔ, το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ), ιδιωτικές επιχειρήσεις, το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο και τρεις γερμανούς εταίρους. Στο πρόγραμμα αυτό επιδιώκεται ο εκσυγχρονισμός της κατάρτισης εξειδικευμένων ηλεκτρολόγων για την ηλιακή και την αιολική ενέργεια. Οι νέες τεχνολογίες το απαιτούν. Δημιουργείται έτσι ένας νέος τομέας «πράσινων επαγγελμάτων», στον οποίο η Ελλάδα γίνεται πρότυπο και για άλλες χώρες της Ευρώπης.

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ: Μπορείτε να κάνετε έναν απολογισμό της μέχρι τώρα συνεργασίας της Γερμανίας με την Ελλάδα στον τομέα της διττής εκπαίδευσης;

Τόμας Ράχελ: Θα σας αναφέρω ένα ιδιαίτερα επιτυχημένο πιλοτικό πρόγραμμα, το «MENDI»: 150 νέοι ανθρώποι ολοκλήρωσαν τη διττή εκπαίδευση, με πρότυπο τη γερμανική, σε 60 τουριστικές επιχειρήσεις της Αθήνας και του Ηρακλείου Κρήτης. Πάνω από το 90% από αυτούς βρήκαν δουλειά! Μάλιστα έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον και άλλες επιχειρήσεις. Αυτό δείχνει ποια δυναμική έχει η διττή εκπαίδευση.

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ: Ποια ήταν τα αποτελέσματα των συνομιλιών σας στην Αθήνα;

Τόμας Ράχελ: Θα ξεκινήσουμε ένα δεύτερο συγχρηματοδοτούμενο ελληνογερμανικό πρόγραμμα καινοτομίας και έρευνας υψηλού επιπέδου, που θα δημιουργήσει προοπτικές για νέους επιστήμονες εδώ στην Ελλάδα. Λάβαμε εξαιρετικές προτάσεις για συνεργασία γερμανικών και ελληνικών πανεπιστημίων, ερευνητικών κέντρων και επιχειρήσεων, σε τομείς όπως η υγεία, η ενέργεια, η νανοτεχνολογία, ο πολιτισμός, οι τεχνολογίες αιχμής. Το διαμορφώσαμε με τέτοιο τρόπο, ώστε εάν σε 3 χρόνια τα αποτελέσματα είναι καλά, να μπορούμε χρηματοδοτήσουμε μελλοντικά προγράμματα από τα ευρωπαϊκά ερευνητικά κονδύλια. Η Γερμανία είναι ο στενότερος εταίρος της Ελλάδας σε όλα τα ευρωπαϊκά προγράμματα. Υπάρχει ένα πυκνό δίκτυο Eλλήνων και Γερμανών επιστημόνων, οι οποίοι γνωρίζονται και επιθυμούν τη συνεργασία. Αυτό το δίκτυο, το οποίο εργάζεται και σε διεθνές επίπεδο, δημιουργεί τεράστιες ευκαιρίες.

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ: Τι θα μπορούσε να γίνει και δεν έχει γίνει ακόμα;

Τόμας Ράχελ: Στον τουρισμό, για παράδειγμα, πρέπει να επεκταθεί η διττή εκπαίδευση μετά το επιτυχημένο προηγούμενο σε όλη την Ελλάδα, αλλά αυτό πρέπει να το αποφασίσει η ελληνική κυβέρνηση.

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ: Το μήνυμά σας προς τους νέους Έλληνες ποιο θα ήταν;

Τόμας Ράχελ: Νομίζω πως δεν θα πρέπει να προσανατολίζονται μόνο σε κλάδους με γόητρο, αλλά να διερευνούν πού υπάρχουν μελλοντικές ευκαιρίες και να αξιοποιούν τις δικές τους ικανότητες, τα ταλέντα τους, σε όλους τους τομείς όταν αποφασίζουν ποιον δρόμο θα ακολουθήσουν. Εχουμε κοινή αποστολή να κάνουμε πιο σαφή την αξία της διττής εκπαίδευσης, διότι με αυτήν δημιουργούνται θέσεις εργασίας στο μέλλον και προοπτικές ζωής. Σήμερα ενημερωθήκαμε, για παράδειγμα, και για την εξέλιξη ενός άλλου προγράμματος.

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ: Ποιο είναι αυτό;

Τόμας Ράχελ: Ο ΟΣΕ και ο φορέας παροχής υπηρεσιών ROSCO σε συνεργασία με το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο και τον ΟΑΕΔ εκπαιδεύουν νέους σε τεχνικά επαγγέλματα, όπως κάνουν οι γερμανικοί σιδηρόδρομοι, οι οποίοι χρηματοδοτούν οι ίδιοι την εκπαίδευση των τεχνικών τους και τους προσλαμβάνουν. Με βάση τα μεταφρασμένα εγχειρίδια των γερμανικών σιδηροδρόμων γίνεται η εκπαίδευση και των νέων Ελλήνων τεχνικών του ΟΣΕ. Η κριτική επομένως, ότι οι ιδιώτες δεν κάνουν τίποτα, δεν ευσταθεί. Και ελληνικές εταιρείες αρχίζουν να κατανοούν την αξία του εκπαιδευμένου από τις ίδιες προσωπικού. Η σύγχρονη εκπαίδευση ενισχύει την ανταγωνιστικότητά τους. Πρόκειται για ενα εξαιρετικό πρόγραμμα. Ξεκινούν με 125 μαθητευόμενους, ενώ υπήρχαν τριπλάσιες αιτήσεις. Το βλέπει κανείς ότι κάτι κινείται. Τα προγράμματα αυτά συντελούν στο να μειωθεί η ανεργία. Έτσι έγινε στη Γερμανία.

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ: Όλα αυτά ακούγονται ιδιαίτερα αισιόδοξα κύριε υφυπουργέ, αλλά σε ποιο σημείο βρίσκονται σήμερα οι διμερείς μας σχέσεις γενικότερα; Θα υπάρξουν εμπόδια, τα οποία θα μπορούσαν να τις επιβαρύνουν;

Τόμας Ράχελ: Ο κόσμος γύρω από την Ευρώπη γίνεται πιο περίπλοκος. Έχουμε να αντιμετωπίσουμε κοινές προκλήσεις. Αυταρχικά καθεστώτα γύρω από την Ευρώπη ενισχύονται και προκαλούν τις δημοκρατικές μας ελεύθερες κοινωνίες. Πρέπει να είναι κοινό το ενδιαφέρον να καταπολεμήσουμε λ.χ. τη νεανική ανεργία στην Ευρώπη, ιδίως στη Νότια. Κάποιοι σκληροί τόνοι στο παρελθόν στις δύο χώρες, δεν βοήθησαν στην επίλυση των προβλημάτων, αλλά διαπιστώνει κανείς με ικανοποίηση ότι η κατάσταση έχει αλλάξει. Η Ελλάδα και η Γερμανία έχουν ένα τόσο θετικό παρελθόν και μια φιλική παράδοση, που φτάνουν μέχρι την ελληνική επανάσταση. Έχουμε σαφώς προχωρήσει προς τα μπρος. Το νιώθει κανείς.

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ: Στο άμεσο μέλλον δεν βλέπετε προβλήματα;

Τόμας Ράχελ: Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι θα συμβεί στο μέλλον. Η πολιτική βούληση όμως της γερμανικής κυβέρνησης, αλλά και στην Ελλάδα, τόσο από την πλευρά της κυβέρνησης όσο και της αντιπολίτευσης, είναι να εργαστούμε μαζί για την επίλυση των προβλημάτων. Έχω την αίσθηση ότι έχουμε ένα κλίμα συνεργασίας, και αυτό είναι ό,τι καλύτερο, διότι εργαζόμαστε από κοινού για να ξεπεραστούν τα προβλήματα και να βρούμε ποιοι είναι οι δρόμοι που οδηγούν προς τα εκεί. Αυτή είναι μια καλή προϋπόθεση, που με κάνει να αισιοδοξώ και για τα άλλα θέματα.

 

 

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025