Ερώτηση προς τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων
Με αφορμή την αναστάτωση που έχει προκληθεί μετά τις πρόσφατες κρίσεις των Διευθυντών σχολικών μονάδων, όπου η βαθμολογία της τελικής συνέντευξης ανέτρεψε άρδην τα αποτελέσματα κατάταξης των υποψηφίων, ο βουλευτής Αττικής και Γραμματέας Κοινοβουλευτικού Έργου του Ποταμιού, Γ. Μαυρωτάς, κατέθεσε ερώτηση προς τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, κ. Γαβρόγλου.
Δυστυχώς, οι ανησυχίες που είχε εκφράσει από την αρχή το Ποτάμι επιβεβαιώθηκαν, καθώς όταν η συνέντευξη γίνεται χωρίς συγκεκριμένη δομή δεν μπορεί παρά να λειτουργήσει ως δυνάμει πεδίο προώθησης των φίλα προσκείμενων εκπαιδευτικών, αλλά και καταποντισμού των μη αρεστών.
Σε πολλές περιπτώσεις, που καθημερινά έρχονται στο φως της δημοσιότητας, όπως για παράδειγμα στο ΠΥΣΔΕ Πειραιά, οι τελικώς πρωτεύσαντες υποψήφιοι ήταν στελέχη ή φίλα προσκείμενοι των παρατάξεων ΣΥΝΕΚ (ΣΥΡΙΖΑ) και ΔΑΚΕ (Νέα Δημοκρατία), που όμως βρίσκονταν πολύ χαμηλότερα στην προσωρινή κατάταξη βάσει των αντικειμενικών προσόντων σε σχέση με τους συνυποψήφιούς τους, αλλά ως εκ θαύματος αρίστευσαν στη συνέντευξη.
Επιπλέον, το γεγονός ότι ως μοναδικό κριτήριο για τη συμμετοχή στα Συμβούλια Επιλογής Διευθυντών Εκπαίδευσης τέθηκε η 15ετής προϋπηρεσία εκπαιδευτικού, οδήγησε στο παράδοξο να καλούνται να αξιολογήσουν τους υποψήφιους σχολικούς διευθυντές, εκπαιδευτικοί με λιγότερα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα.
Όμως, τα παράδοξα δεν σταματούν εδώ. Ακόμη και η γνωμοδότηση του Συλλόγου Διδασκόντων των συνυπηρετούντων εκπαιδευτικών, αξιολογήθηκε διαφορετικά από τα μέλη των Συμβουλίων Επιλογής. Έτσι την ίδια γνωμοδότηση, άλλο μέλος έκρινε ως θετική για τον υποψήφιο, άλλο αρνητική και άλλο μέτρια.
Η επιλογή των Διευθυντών Εκπαίδευσης, όπως και όλων των στελεχών σε όλες τις βαθμίδες διοίκησης της εκπαίδευσης, πρέπει να γίνεται σύμφωνα με ένα δίκαιο, διαφανές και αξιοκρατικό σύστημα αξιολόγησης και με βάση ένα πλαίσιο συγκεκριμένων και αντικειμενικών κριτηρίων, το οποίο θα εξετάζει και θα επιλέγει τους πιο άξιους και ικανούς και δεν θα «προωθεί» αναγκαστικά και καθ’ υπέρβαση τα κομματικά στελέχη.
Συνεπώς, δεν μπορεί ο Υπουργός Παιδείας να ζητάει τη συναίνεσή του Ποταμιού για το νέο σχέδιο για το Λύκειο από τη μία και από την άλλη να ανέχεται -κλείνοντας τα μάτια- τέτοια φαινόμενα εξώφθαλμης κομματοκρατίας και πελατειακών σχέσεων, τα οποία κατ’ εξοχήν αντιστρατεύεται το Ποτάμι.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης:
Προς: Τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων
ΘΕΜΑ: «Κρίσεις Διευθυντών Σχολικών Μονάδων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και Εργαστηριακών Κέντρων»
Με το άρθρο 1 του ν. 4473/2017 καθορίζεται ο τρόπος επιλογής των Διευθυντών σχολικών μονάδων και Εργαστηριακών Κέντρων (Ε.Κ.). Ως Διευθυντές σχολικών μονάδων και Ε.Κ. επιλέγονται εκπαιδευτικοί της οικείας βαθμίδας με δεκαετή τουλάχιστον εκπαιδευτική υπηρεσία σε αυτήν, οι οποίοι έχουν ασκήσει για οκτώ (8) τουλάχιστον έτη διδακτικά καθήκοντα στην πρωτοβάθμια ή/και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση συνολικά, τα τρία (3) τουλάχιστον σε αντίστοιχους με την προς κάλυψη θέση τύπους σχολείων της οικείας βαθμίδας.
Σύμφωνα με την Υπουργική Απόφαση Φ361.22/21/90780/Ε3 (ΦΕΚ 1890/Β΄/31-05-2017) και το άρθρο 1 «Διαδικασία υποβολής των αιτήσεων», κατόπιν της υποβολής των φακέλων υποψηφιοτήτων, με ευθύνη των Διευθύνσεων Εκπαίδευσης καταρτίζεται προσωρινός ενιαίος αξιολογικός πίνακας υποψηφίων Διευθυντών σχολικών μονάδων και Ε.Κ., βάσει του συνόλου των μορίων που προέκυψαν από την αποτίμηση των κριτηρίων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 14 του ν. 3848/2010 όπως ισχύει.
Το επόμενο στάδιο, σύμφωνα με το άρθρο 3 της ίδιας Υπουργικής Απόφασης, αποτελεί η διατύπωση γνώμης των συνυπηρετούντων μόνιμων εκπαιδευτικών που συνέρχονται σε ειδική συνεδρίαση για τον σκοπό αυτό. Το αντίστοιχο πρακτικό διαβιβάζεται στη Διεύθυνση Εκπαίδευσης. Ακολουθεί η συνέντευξη των υποψηφίων κατά την οποία υποβάλλονται σε ερωτήσεις, προκειμένου να αξιολογηθεί η προσωπικότητα, η ικανότητα και η καταλληλότητά τους για την άσκηση των καθηκόντων της θέσης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι για την πρόσφατη επιλογή των μελών των Συμβουλίων Επιλογής Διευθυντών (διευρυμένα ΠΥΣΔΕ) δεν προηγήθηκε καμία πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, όπως γινόταν όλα τα χρόνια, ενώ μοναδικό κριτήριο για τη συμμετοχή στα Συμβούλια αυτά τέθηκε μόνο η 15ετής προϋπηρεσία εκπαιδευτικού. Έτσι συνέβη και το παράδοξο ότι κλήθηκαν να αξιολογήσουν τους υποψήφιους σχολικούς διευθυντές εκπαιδευτικοί με λιγότερα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα.
Κατά την εξέλιξη της διαδικασίας επιλογής των Διευθυντών Εκπαίδευσης επαληθεύθηκαν πολλές από τις ανησυχίες τις οποίες εκ των προτέρων είχαμε διατυπώσει ως Ποτάμι αλλά και πολλά στελέχη της εκπαίδευσης και αντίστοιχα Ενώσεις Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης, ότι στο προβλεπόμενο σύστημα κρίσης έχοντας ως τελευταίο στάδιο μια αδόμητη συνέντευξη, ελλοχεύει ο κίνδυνος αμφισβήτησης ή και διαβλητότητας.
Συγκεκριμένα σε πολλές περιπτώσεις θέσεων Διευθυντών Εκπαίδευσης υπάρχουν έντονες διαμαρτυρίες υποψηφίων διότι η βαθμολογία της τελικής συνέντευξης ανέτρεψε άρδην τα αποτελέσματα κατάταξης των υποψηφίων.
Και βέβαια αυτό δεν θα ήταν αξιοπερίεργο εάν στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων οι τελικώς πρωτεύσαντες υποψήφιοι δεν ήταν στελέχη ή φίλα προσκείμενοι των παρατάξεων ΣΥΝΕΚ (ΣΥΡΙΖΑ) και ΔΑΚΕ (Νέα Δημοκρατία), που όμως βρίσκονταν πολύ χαμηλότερα στην προσωρινή κατάταξη βάσει των αντικειμενικών προσόντων σε σχέση με τους συνυποψήφιούς τους και ως εκ θαύματος αρίστευσαν στη συνέντευξη.
Μάλιστα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ΠΥΣΔΕ Πειραιά που η βαθμολογία του 25% των υποψηφίων έλαβε κάτω από 6,0 βαθμούς στη συνέντευξη, όταν το πανελλαδικό ποσοστό στα άλλα ΠΥΣΔΕ ανέρχεται στο 10%.
Τα παράδοξα δεν τελειώνουν όμως εδώ. Από έντυπα αξιολόγησης υποψήφιων Διευθυντών σχολικών μονάδων προκύπτει ότι τη γνωμοδότηση του Συλλόγου Διδασκόντων που είχε αποτέλεσμα για τον υποψήφιο 56 θετικές ψήφους και 20 αρνητικές (στο σύνολο των 4 ερωτημάτων που τέθηκαν), η ίδια επιτροπή αξιολόγησε ως εξής: ένα μέλος ως αρνητική (!), ένα ως μερική αποδοχή του Συλλόγου Διδασκόντων, άλλος ως μέτρια, και άλλος ως καλή.
Όπως το Ποτάμι έχει υποστηρίξει από την αρχή, όταν η συνέντευξη γίνεται χωρίς κάποια συγκεκριμένη δομή δεν μπορεί παρά να λειτουργήσει ως πεδίο προώθησης των φίλα προσκείμενων εκπαιδευτικών, αλλά και καταποντισμού των μη αρεστών. Ερωτήσεις του τύπου «ποια η γνώμη σας για την απόφαση του ΣτΕ για τον νόμο Μπαλτά-Κουράκη» όπως καταγγέλλουν εκπαιδευτικοί, μόνο στην κατεύθυνση της αξιολόγησης των προσόντων των υποψηφίων δεν συμβάλει.
Επειδή ο χώρος της διοίκησης της εκπαίδευσης δεν μπορεί να αποτελεί φέουδο της εκάστοτε Κυβέρνησης, αλλά τουναντίον πεδίο για την ανάδειξη άξιων και ικανών στελεχών τα οποία θα οδηγήσουν στον σωστό δρόμο την εκπαίδευση προς όφελος της κοινωνίας.
Επειδή το Ποτάμι, υποστηρίζει πως η επιλογή των Διευθυντών Εκπαίδευσης όπως και όλων των στελεχών σε όλες τις βαθμίδες διοίκησης της εκπαίδευσης, πρέπει να γίνεται σύμφωνα με ένα δίκαιο, διαφανές και αξιοκρατικό σύστημα αξιολόγησης και με βάση ένα πλαίσιο συγκεκριμένων και αντικειμενικών κριτηρίων το οποίο θα εξετάζει και θα επιλέγει τους πιο άξιους και ικανούς και δεν θα «προωθεί» αναγκαστικά και καθ’ υπέρβαση τα κομματικά στελέχη.
Και επειδή δεν μπορεί ο Υπουργός Παιδείας να ζητάει τη συναίνεσή μας για το νέο σχέδιο για το Λύκειο από τη μία και από την άλλη να ανέχεται κλείνοντας τα μάτια, τέτοια φαινόμενα εξώφθαλμης κομματοκρατίας και πελατειακών σχέσεων τα οποία κατ’ εξοχήν αντιστρατεύεται το Ποτάμι.
Ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1) Θεωρείτε ότι η επιλογή της διαδικασίας έτσι ώστε η συνέντευξη των υποψηφίων να έπεται των σταδίων α) της μοριοδότησης με βάση τα μετρήσιμα-αντικειμενικά κριτήρια και προσόντα, και β) της διατύπωσης γνώμης των συνυπηρετούντων εκπαιδευτικών, συμβάλει στην ανάδειξη των πιο άξιων και ικανών Σχολικών Διευθυντών ή έτσι δίνεται η δυνατότητα χειραγώγησης των αποτελεσμάτων ώστε οι «αρεστοί» να ξέρουν πόσα μόρια χρειάζονται σε σχέση με τους συνυποψήφιούς τους για συγκεκριμένες σχολικές μονάδες;
2) Αποκλείετε τυχόν επηρεασμό ή ειδική μεταχείριση από μέλη των ΠΥΣΔΕ με δεδομένο ότι ο Πρόεδρος αυτών, είναι ο κομματικά διορισμένος Περιφερειακός Διευθυντής Εκπαίδευσης; Με ποιο τρόπο θα αντιμετωπίσετε τέτοιες απαράδεκτες διακρίσεις σε βάρος των υποψηφίων;
3) Ποιο το ποσοστό των υποψηφίων με αντικειμενικά μόρια κάτω του 15,0 που βαθμολογήθηκαν στη συνέντευξη με μόρια μεταξύ 6-8 (άριστα), και τι ποσοστό αυτών ήταν συνδικαλιστές της ΣΥΝΕΚ και της ΔΑΚΕ; Ποιο το ποσοστό των υποψηφίων με αντικειμενικά μόρια 15,0 και άνω, που βαθμολογήθηκε με λιγότερα από 5,5 μόρια στη συνέντευξη; Πως διαμορφώνονται τα ποσοστά αυτά στο ΠΥΣΔΕ Πειραιά και για τις δύο περιπτώσεις;
4) Πόσες ενστάσεις κατατέθηκαν επί των καταρτιζόμενων πινάκων για τις θέσεις των Διευθυντών Εκπαίδευσης συνολικά, και πόσες από αυτές αφορούσαν τη διαδικασία και τη μοριοδότηση της συνέντευξης; Δόθηκε στους υποψήφιους πρόσβαση στο απομαγνητοφωνημένο κείμενο της συνέντευξης; Πόσες εισαγγελικές παραγγελίες επιδόθηκαν στις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης προκειμένου οι υποψήφιοι να έχουν πρόσβαση στο πρακτικό και απομαγνητοφωνημένο κείμενο της συνέντευξης;
5) Για ποια προβλήματα έχετε λάβει γνώση σχετικά με την όλη διαδικασία κρίσης των σχολικών διευθυντών εκπαίδευσης; Πώς σχεδιάζετε να τα επιλύσετε;
6) Προτίθεστε να επανεξετάσετε τον τρόπο επιλογής των Διευθυντών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, και στο πλαίσιο του Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία, ως προς το ορθότερο και αντικειμενικότερο των διαδικασιών και των κριτηρίων αξιολόγησης;
Ο ερωτών βουλευτής
Γιώργος Μαυρωτάς – Αττικής