Και τώρα τι κάνουμε;
Γράφει ο Φώτης Μιχαήλ
Ο μήνας Οκτώβριος, στα χρόνια αυτά τα δύσκολα της μνημονιακής κατοχής, παίρνει, θαρρείς, μια ιδιαίτερη αξία στις συνειδήσεις των εν εγρηγόρσει Ελλήνων.
Δυο γεγονότα μεγάλης ιστορικής σημασίας για το Έθνος μας -το ένα, ο Μακεδονικός Αγώνας και το άλλο, το ΟΧΙ του ’40- μοιάζουν με αστέρες ολόλαμπρους, που καταυγάζουν την αργόσυρτη ιστορική μας διαδρομή και δείχνουν αλάνθαστα τον δρόμο για τα πεπρωμένα της φυλής μας.
Ο Οκτώβριος είναι μήνας εθνικής μνήμης, αλλά και μήνας εθνικού προβληματισμού και αποφάσεων.
Οι εθνικές μνήμες δεν καθιερώθηκαν ως ευκαιρίες, μονάχα για ευχές, λογίδρια και δεξιώσεις επισήμων. Ούτε ορίστηκαν από τον νομοθέτη ως αργίες, για να γεμίζουμε ανήμερα τα τραπεζάκια των πεζοδρομίων.
Οι εθνικές μνήμες -για όσους τουλάχιστον εξακολουθούν και κρατάνε στις καρδιές τους άσβεστη την φλόγα της ελευθερίας- θυμίζουν και διδάσκουν. Φωτίζουν και παραδειγματίζουν.
Οι εθνικές μνήμες -όταν όντως εορτάζονται και δεν αποτελούν απλώς και μόνον ευκαιρίες για δημόσιες σχέσεις- δρουν αφυπνιστικά στις ναρκωμένες συνειδήσεις και λειτουργούν ταυτόχρονα ως γνώμονες για τον μελλοντικό βηματισμό του Γένους μας.
Λένε οι Πατέρες της Εκκλησίας μας: ’’Μνήμη (εορτασμός) Αγίου, μίμησις Αγίου’’.
Αναλογικά θα μπορούσαμε να πούμε κι εμείς σήμερα: Εορτασμός Εθνικής επετείου, δηλαδή μνήμη Ηρώων, σημαίνει έμπνευση από το φρόνημα των Ηρώων και μίμηση των κατορθωμάτων τους. Διαφορετικά σε τι ωφελούν οι δοξολογίες, οι πανηγυρικοί, οι φιλαρμονικές, οι παρελάσεις και οι ευκαιριακές δηλώσεις των πολιτικών αρχόντων;
Ιστορία δεν είναι η απλή και στεγνή παράθεση γεγονότων και χρονολογιών. Η ιστορία του Γένους μας σαρκώνεται ολοζώντανη στα πρόσωπα, στην δράση και την προσφορά των Ηρώων μας. Με αυτούς οφείλουμε να γνωριστούμε και αυτούς να βάλουμε μπροστά μας για παραδείγματα προς μίμηση.
Η οικείωσή μας με τους Αγίους και τους Ήρωές μας είναι η μόνη μας ελπίδα να ξαναδούμε Θεού πρόσωπο. Μονάχα εάν ξαναβάλουμε στις σχολικές μας αίθουσες και μέσα στις καρδιές μας τα πρόσωπα που σαρκώνουν το Πνεύμα της Ρωμηοσύνης, δηλαδή τους Ήρωες και τους Αγίους μας, μονάχα τότε θα θεμελιώσουμε ελπίδα για αποκατάσταση στο δύσμοιρο Γένος μας των πανανθρώπινων αξιών της Ελευθερίας, της Αξιοπρέπειας, της Αρετής, του Κάλλους και της Αγάπης.
Αυτό, όμως, δεν είναι δυνατόν να γίνει με άνευρες γιορτούλες, με ανόρεχτες ομιλίες, με προαιρετικές παρελάσεις, με αποκαθήλωση των ηρώων μας από τις σχολικές αίθουσες, με απάλειψη από τα βιβλία γλώσσας κάθε σοβαρής αναφοράς στις ιστορικές μας μνήμες, με εξοβελισμό από τα σχολικά εγχειρίδια του Εθνικού μας Ύμνου και των δημοτικών μας τραγουδιών, με περιφρόνηση των παραδοσιακών αξιών της φυλής μας και των ιδανικών του Γένους μας, με καταλήστευση του γλωσσικού μας θησαυρού, με εκκοσμίκευση της πολυτίμητης Ορθοδοξίας μας.
Θα γίνει μονάχα με την ολόψυχη συστράτευση των φιλότιμων Ελλήνων δασκάλων –που ευτυχώς δεν έλειψαν στην εποχή μας- οι οποίοι, μέσα στο σκοτάδι της μνημονιακής μας σκλαβιάς, καλούνται από την Ιστορία και από την Φωνή των πατέρων τους, πίσω από τις κλεισμένες πόρτες των τάξεών τους, να οργανώσουν το Κρυφό Σχολειό των ημερών μας. Να διδάξουν στα νιάτα μας, όλα εκείνα τα τιμαλφή του Γένους μας, που η μανία των ιθυνόντων τα πέταξε στο καλάθι των αχρήστων.
Θα γίνει μονάχα, εάν το θελήσουν με πείσμα οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας, οι ακούραστοι δάσκαλοι στο ’’κατ’ οίκον κρυφό σχολειό’’.
Και τέλος, θα γίνει μονάχα στην περίπτωση εκείνη, που το Νέο Κρυφό Σχολειό περάσει μέσα στις Ενορίες μας και το αγκαλιάσουν με ζήλο οι παραδοσιακοί μας παπάδες και οι Ελληνορθόδοξοι επίσκοποί μας.