– Πυρ ομαδόν κατά του υπουργού Παιδείας από τους εκπαιδευτικούς που αντιδρούν στις εξαγγελίες του υπουργού Παιδείας για το νέο εξεταστικό σύστημα – Οι οργισμένες ανακοινώσεις και η πολιτική αντιπαράθεση

Οι φιλόλογοι εκφράζουν τη σφοδρή αντίθεσή τους στην κατάργηση του μαθήματος των , ενώ θέτουν και θέμα περαιτέρω υποβάθμισης του μαθήματος της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας και Γραμματείας. Οι αλλαγές προκαλούν την αντίδραση και των μαθηματικών που μιλούν για υποβάθμιση και της μαθηματικής εκπαίδευσης.

«Απαράδεκτη» χαρακτηρίζει η Πανελλήνια Ενωση την κατάργηση της διδασκαλίας του μαθήματος των Λατινικών, που ανακοίνωσε ο υπουργός Παιδείας Κ. Γαβρόβου, σύμφωνα με το Πρώτο Θέμα.

Το μέτρο αυτό, τονίζει η Ενωση Φιλολόγων, «αποκόπτει το ελληνικό σχολείο από τις ρίζες του ευρωπαϊκού πολιτισμού και επιχειρείται στο όνομα μιας καινοφανούς, έξω από κάθε επιστημονική τεκμηρίωση, άποψης ότι στο μάθημα αυτό αρίστευαν σχεδόν όλοι οι υποψήφιοι(!)».

Η Ενωση ζητεί την άμεση απόσυρση του υπουργικού σχεδίου, το οποίο, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «αιφνιδιαστικά και χωρίς να έχει προηγηθεί διάλογος με την επιστημονική κοινότητα, εξαπολύει ολομέτωπη επίθεση κατά των φιλολογικών μαθημάτων και πλήττει βαρύτατα την ουσία της ανθρωπιστικής παιδείας, η οποία βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σε πορεία προϊούσας υποβάθμισης».

Παράλληλα η ΠΕΦ σημειώνει, στο σχετικό ανακοινωθέν της:

«Με αγανάκτηση παρακολουθεί την περαιτέρω υποβάθμιση του μαθήματος της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας και Γραμματείας, η οποία συνίσταται στην κατάργηση της μετάφρασης του διδαγμένου κειμένου και στην υπομοριοδότηση (με 10 μόλις μόρια, αντί των 20 που ισχύουν) του αδίδακτου από το οποίο ο υποψήφιος θα καλείται πλέον να μεταφράσει έως έξι (6) μόνον σειρές (!).

Η ενοχοποίηση της μετάφρασης του αρχαιοελληνικού κειμένου, με το έωλο επιχείρημα ότι οι μαθητές την αποστηθίζουν μηχανικά, στρέφεται εναντίον μιας κορυφαίας πνευματικής άσκησης, η οποία οξύνει την κρίση των μαθητών και αναδεικνύει τις ικανότητές τους τόσο στον αρχαιοελληνικό όσο και στον νεοελληνικό λόγο.

Ενδεχόμενη υιοθέτηση των μέτρων αυτών θα αποκόψει την ελληνική εκπαίδευση από ιστορικούς δεσμούς με τον ανεκτίμητο γλωσσικό πλούτο των κλασικών γραμμάτων, στην κοιτίδα της δημιουργίας τους γεγονός που θα έχει συνέπειες -θλιβερές και απρόβλεπτες- για το μέλλον και της Νέας Ελληνικής Γλώσσας και Γραμματείας.

Καλούμε τους συναδέλφους μας φιλολόγους που δίνουν στους μαθητές το περίσσευμα της καρδιάς τους, ώστε να κρατηθούν ζωντανές οι αξίες της ανθρωπιστικής παιδείας, να ενώσουν τις δυνάμεις τους ώστε να αναμορφώσουμε δημιουργικά τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών και λατινικών κειμένων αποδεικνύοντας ότι τα κλασικά γράμματα δεν ανήκουν σε μια αποστεωμένη αντίληψη για την εκπαίδευση, αλλά διαθέτουν εσαεί την άφθαρτη νεότητα ενός αγέραστου πολιτισμού».

Η Εταιρεία Ελλήνων Φιλολόγων, εξάλλου, διαμαρτύρεται εντονότατα για τη συνεχιζόμενη, συστηματική υποβάθμιση έως και εκμηδένιση της Κλασσικής Παιδείας στους δύο βασικούς πυλώνες της, τα Αρχαία Ελληνικά και τα Λατινικά, που αβασάνιστα επιχειρεί τον τελευταίο καιρό το υπουργείο Παιδείας, χωρίς ουσιαστικό διάλογο με τα Πανεπιστήμια και τους ειδικούς επιστημονικούς φορείς.

Οπως τονίζει: «Προηγήθηκε η δραστική μείωση των ωρών διδασκαλίας και η αφαίρεση του μαθήματος των Αρχαίων Ελληνικών από τις προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις του Γυμνασίου, που οδήγησαν στην πλήρη περιθωριοποίηση και απαξίωση της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας και Γραμματείας και στέρησαν τους μαθητές από την κατανόηση της διαχρονίας της γλώσσας μας και των σταθερών αξιών που εκφράζουν τα κλασσικά κείμενα».

Οι φιλόλογοι επισημαίνουν ότι: «Ακολούθησε η μείωση της διδασκαλίας κειμένων από το πρωτότυπο στο Λύκειο και η πρόσφατη Υπουργική Απόφαση για την κατάργηση στις Πανελλήνιες Εξετάσεις της μετάφρασης του διδαγμένου κειμένου και την υποβάθμισή της στην εξέταση του αδίδακτου κείμενου. Τώρα το Υπουργείο Παιδείας καταφέρει τη χαριστική βολή κατά του άλλου βασικού άξονα της Κλασικής Γραμματείας, της Λατινικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας. Με βάση κυρίως πρόταση του Ι.Ε.Π. ο υπουργός Παιδείας κ. Κ. Γαβρόγλου εξαγγέλλει «εκπαιδευτική μεταρρύθμιση», που αφορά πρωτίστως τη Γ΄ Λυκείου και τις Πανελλήνιες Εξετάσεις. Στο πλαίσιο αυτό αντικαθιστά το μάθημα των Λατινικών με το μάθημα της Κοινωνιολογίας, με προδήλως ανέρειστα επιχειρήματα όπως ότι η μόνη χρησιμότητα των Λατινικών είναι για τα Τμήματα Φιλολογίας και ότι τα Λατινικά συμβάλλουν στην αποστήθιση και τη βαθμοθηρία. Οι ισχυρισμοί αυτοί εύκολα ανασκευάζονται από πανθομολογούμενες διαπιστώσεις για την ουσιαστική αξία της διδασκαλίας και γνώσης των Λατινικών: η ορολογία των φυσικών, ιατρικών και γενικά όλων των θετικών επιστημών βασίζεται κυρίως στα Λατινικά. Και γι’ αυτό και μόνο, έστω και στοιχειώδης γνώση της Λατινικής θα ήταν χρήσιμο να προσφέρεται και στη γενική παιδεία, όπως συνέβαινεπαλαιότερα, όταν η ανθρωπιστική παιδεία συνέβαλλε ουσιαστικά στην ολόπλευρη πνευματική καλλιέργεια των πολιτών. Καταργώντας τα Λατινικά και από τη Θεωρητική Κατεύθυνση το Υπουργείο λησμονεί ότι η Λατινική τροφοδότησε με απαράμιλλη γλωσσική αρτιότητα το Ρωμαϊκό Δίκαιο, που συνιστά τον ακρογωνιαίο λίθο της σύγχρονης Νομικής Επιστήμης».

Με την κατάργηση των Λατινικών, τονίζουν οι φιλόλογοι παραγνωρίζεται επίσης η ουσιαστική σχέση της Λατινικής με την Ελληνική γλώσσα στη δομή, στη μορφολογία και στο λεξιλόγιο. Η Ελληνική, κατά τον Μεσαίωνα και μετά την πτώση του Βυζαντίου, διαδόθηκε στη Δύση κυρίως μέσω της Λατινικής, έτσι ώστε οι ευρωπαϊκές γλώσσες που έχουν ως βάση τη Λατινική να χαρακτηρίζονται από τον μεγάλο σύγχρονο γλωσσολόγο F.R. Adrados ως «κρυπτοελληνικές».

Ως εκ τούτων, οι κλασσικές γλώσσες, τα Αρχαία Ελληνικά και τα Λατινικά, δεν είναι νεκρές, αλλά ζουν, ενυπάρχουν ενσωματωμένες στη σύγχρονη γλώσσα των επιστημών και της καθημερινής ζωής, συμβάλλοντας έτσι στην πνευματική και πολιτισμική ανάπτυξη του σύγχρονου οικουμενικού ανθρώπου. Ως προς την «αποστήθιση» που επικαλείται το Υπουργείο, αυτή οφείλεται στον τρόπο διαμόρφωσης της ύλης των Λατινικών και στον μηχανιστικό τρόπο διδασκαλίας, χωρίς επαφή με τα μεγάλα κλασικά κείμενα της Λατινικής Γραμματείας, πρόσφορα για γλωσσική διδασκαλία αλλά και ανάδειξη των μορφωτικών αξιών του ρωμαϊκού πολιτισμού. Βελτίωση, επομένως, της ύλης και του τρόπου διδασκαλίας και όχι κατάργηση των κλασικών γλωσσών απαιτείται για μία καλύτερη παιδεία. Σε μια εποχή επικράτησης της τεχνολογίας, τα κλασικά γράμματα ενισχύουν το μορφωτικό επίπεδο των νέων, οξύνουν την κριτική τους σκέψη και καλλιεργούν τον ψυχικό τους κόσμο.

Για τους λόγους αυτούς, οι περισσότερες χώρες του κόσμου μας, αναγνωρίζοντας την πολύπλευρη αυτή προφορά των κλασσικών γλωσσών, αναβαθμίζουν την παρουσία της Ανθρωπιστικής Παιδείας στην εκπαίδευση, όπως προσφάτως έπραξε η Γαλλία. Θλιβερή εξαίρεση αποτελεί η χώρα μας, η γενέτειρα του Δυτικού Πολιτισμού. Με βάση τα παραπάνω, θεωρούμε ότι η απόφαση κατάργησης των Λατινικών είναι λανθασμένη και ζητούμε την άμεση ανάκλησή της.

Ανάκληση της απόφασης ζητεί και η Κοσμητεία της Φιλοσοφικής Σχολής του ΕΚΠΑ

Την έκπληξη και απογοήτευση διατυπώνει η Κοσμητεία της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών , σχολιάζοντας, με ανακοινωθέν της, την κατάργηση των Λατινικών που ανακοίνωσε χθες ο υπουργός Παιδείας Κ. Γαβρόγλου.

Η Κοσμητεία απευθύνει έκκληση προς το υπουργείο Παιδείας «να επανεξετάσει και τελικά να αναθεωρήσει και να ανακαλέσει αυτή την απολύτως εσφαλμένη απόφασή του, η οποία δυστυχώς θα συντελέσει με μαθηματική ακρίβεια στην περαιτέρω υποβάθμιση των σπουδών των μαθητών και μαθητριών της χώρας μας».

Σε κείμενο που υπογράφεται από 332 φιλολόγους τονίζεται: «Εδώ και δεκαετίες οι φιλόλογοι γινόμαστε μάρτυρες της μεθοδευμένης, συστηματικής υποβάθμισης και αποψίλωσης των κλασικών και ανθρωπιστικών σπουδών στα σχολεία. Τομές της επιδείνωσης η κατάργηση των εξετάσεων των Αρχαίων Ελληνικών στο Γυμνάσιο, της Λογοτεχνίας στις Πανελλαδικές Εξετάσεις, η εκμηδένιση σχεδόν της διδασκαλίας του Επιταφίου και της Αντιγόνης και η σοβαρή υποβάθμιση των Λατινικών. Τα επόμενα βήματα είναι ο πλήρης εξοβελισμός των Λατινικών από την Ομάδα Ανθρωπιστικών Σπουδών της Γ’ Λυκείου και η περαιτέρω υποβάθμιση των Αρχαίων μέσω της κατάργησης της εξέτασης της μετάφρασης στο Γνωστό».

Και οι μαθηματικοί κατά του υπουργείου Παιδείας: Υποβάθμιση της μαθηματικής εκπαίδευσης

Για κακή αντιγραφή, πρόχειρη συρραφή και βιαστική, άκριτη υιοθέτηση των κατευθύνσεων του ΟΟΣΑ και επαναλαμβανόμενων πρακτικών ψωροκώσταινας, κάνει λόγο η Ελληνική Μαθηματική Εταιρεία, κάνοντας λόγο για εξοβελισμό της μαθηματικής καλλλιέργειας.

«Κρίσιμα επιστημολογικά ερωτήματα και ισχυρές εκπαιδευτικές αντιδράσεις προκαλεί η πρώτη ανάγνωση των υπουργικών εξαγγελιών για την οργάνωση και το περιεχόμενο της Γ’ Λυκείου» τονίζει η Ελληνική Μαθηματική Εταιρεία και ερωτά: «Μήπως οι εξαγγελίες αναδεικνύουν μια κακή αντιγραφή, πρόχειρη συρραφή και βιαστική, άκριτη υιοθέτηση των κατευθύνσεων του ΟΟΣΑ; Κατευθύνσεων που κινούνται ανάμεσα σε ερευνητικά πορίσματα και σε νεοφιλελεύθερες πρακτικές, όχι πάντα με ισορροπημένο τρόπο και ανθρωπιστική ευαισθησία, και σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζονται με κριτικό τρόπο και ουσιαστικές διαβουλεύσεις;»

Η ΕΜΕ κατηγορεί τον υπουργό Παιδείας για αντιφατική τοποθέτηση του σχετικά με τη σημασία και το ρόλο των Μαθηματικών και της Μαθηματικής Εκπαίδευσης, και καταγγέλλει:

Εξοβελισμό της μαθηματικής καλλιέργειας: «Ο εξοβελισμός της μαθηματικής καλλιέργειας από τον «κορμό» των μαθημάτων της Γ’ Λυκείου, αναδεικνύει την λανθασμένη κατανόηση της διεθνούς εκπαιδευτικής εγρήγορσης για τη μετάβαση της κοινωνίας και της παιδείας των πολιτών στην εποχή της διεπιστημονικότητας, της ψηφιακότητας και του διαδικτύου, τριών διαστάσεων που έχουν συνδετικό κρίκο τα Μαθηματικά και τις λογικομαθηματικές διαστάσεις της ανθρώπινης νοημοσύνης».

Απουσία εκπροσώπησης της χώρας μας στις ευρωπαϊκές επιτροπές και διεθνείς οργανισμούς: «Στην πρόσφατη συνάντηση με το ΙΕΠ η ΕΜΕ έθεσε τη σημασία της παρουσίας εκεί που υπήρχε μακρόχρονη απουσία και της αναβάθμισης της εκπροσώπησης της χώρας μας στις ευρωπαϊκές επιτροπές, τους διεθνείς οργανισμούς και τα προγράμματα (όπως το PISA) για ζητήματα μαθηματικής εκπαίδευσης.»

Πρακτικές ψωροκώσταινας: «Την επίσημη αποδοχή αυτής της αναγκαιότητας από το ΙΕΠ και το Υπουργείο, απορρόφησαν, όπως δείχνουν οι σημερινές εξαγγελίες, οι επαναλαμβανόμενες πρακτικές ψωροκώσταινας.»

Οι σημερινές εξαγγελίες θυμίζουν διοικητικές ρυθμίσεις: «Μακριά από την ευρωπαϊκή και διεθνή αναζήτηση, οι σημερινές εξαγγελίες θυμίζουν διοικητικές ρυθμίσεις προσαρμογής των προγραμμάτων σπουδών στις ποσοτικές αναλογίες και τα συντεχνιακά αιτήματα των ειδικοτήτων του υπάρχοντος εκπαιδευτικού προσωπικού.»

Παρακάμφθηκε η παιδαγωγική αυτονομία των σχολικών μονάδων: «Η έννοια του εκπαιδευτικού σχεδιασμού, της περιφερειακότητας και της παιδαγωγικής αυτονομίας των σχολικών μονάδων έχουν παρακαμφθεί από την ευκολία της προχειρότητας και της γραφειοκρατικής διευθέτησης.»

Οι εξαγγελίες αγνοούν το εύρος της σκιώδους εκπαίδευσης: «Ενδεικτικά, οι εξαγγελίες αγνοούν το εύρος της σκιώδους εκπαίδευσης και την «βλέπουν» αποκλειστικά στην Γ’ Λυκείου. Αγνοούν τις αγοραίες πρακτικές τύπου International Baccalaureate. Αγνοούν τη διεθνή ανησυχία από την σχολική αποτυχία στην επιστημονική και τεχνολογική εκπαίδευση, αγνοούν τα πορίσματα των ερευνητικών μελετών και τις προτάσεις των επιστημονικών συνεδρίων.»

Το ΙΕΠ: «Εξάλλου το ΙΕΠ με την ψευδαίσθηση της αυτάρκειας απέχει συστηματικά από την παρακολούθηση της εκπαιδευτικής μαθηματικής έρευνας και από κάθε συνεργασία με τους επιστημονικούς φορείς.»

Υποβάθμιση της μαθηματικής εκπαίδευσης: «Αντί για την αναβάθμιση της μαθηματικής καλλιέργειας στην ελληνική κοινωνία, όπως διατείνεται το Υπουργείο με την ανακήρυξη του 2018 ως έτους Μαθηματικών προς τιμήν των 100 χρόνων από την ίδρυση της , παρατηρούμε την υποβάθμιση της μαθηματικής εκπαίδευσης, από κεντρικό στοιχείο του σύγχρονου αλφαβητισμού σε περιορισμένο εργαλείο μαθηματικοποίησης μόνο των φανερά εκμαθηματικευμένων πεδίων. Σαν να μην χρειάζεται την βαθιά και κριτική μαθηματική καλλιέργεια η κατανόηση των κοινωνιολογικών δεικτών ή των μετρήσεων και συσχετίσεων στα φαινόμενα που μελετάει η βιολογία, η ιατρική και η επιδημιολογία.»

Η ΕΜΕ εκφράζει τη διαφωνία της για τις εξαγγελίες του Υπουργείου Παιδείας και θεωρεί πως η μαθηματική επάρκεια είναι δικαίωμα του σύγχρονου πολίτη και η μαθηματική εκπαίδευση υποχρέωση του κράτους.

Η ΕΜΕ τονίζει πως «Θα επανέλθει και θα διεκδικήσει τη συμμετοχή της στις διαβουλεύσεις με στόχο να αναπτυχθεί μια νέα ευκαιρία για τα Μαθηματικά στην Ελληνική Εκπαίδευση όλων των βαθμίδων και μια νέα δυνατότητα για την καλλιέργεια ποιοτικής μαθηματικής παιδείας για όλα τα παιδιά και όλους τους πολίτες, χωρίς κανενός είδους αποκλεισμό».

Πολιτική αντιπαράθεση

Οι ανακοινώσεις για την αλλαγή του εξεταστικού συστήματος προκάλεσαν και πολιτική αντιπαράθεση.

Η τομεάρχης Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Επικρατείας, κυρία Νίκη Κεραμέως, σχετικά με τις ανακοινώσεις του υπουργού Παιδείας για τις αλλαγές στο Λύκειο και το νέο σύστημα εισαγωγής στην ανώτατη εκπαίδευση, έκανε την ακόλουθη δήλωση:

«Έχει περάσει σχεδόν 1,5 χρόνος αντικρουόμενων δηλώσεων από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό και στελέχη της Κυβέρνησης περί κατάργησης ή μη των πανελλαδικών εξετάσεων, και ακόμη οι πειραματισμοί στην παιδεία δεν έχουν τέλος από την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, λίγες μόλις μέρες πριν από την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς. Τόση αναμονή, λοιπόν, για να βρεθούμε αντιμέτωποι με τη μεγαλειώδη κυβίστηση της Κυβέρνησης, και από την ολική κατάργηση των πανελλαδικών να επιστρέψουμε στις 4 δέσμες, σε ένα παλιό δηλαδή σύστημα, “στολισμένο” αυτή τη φορά με την ιδεολογική πατίνα του ΣΥΡΙΖΑ. Ένα σχέδιο γεμάτο προβληματικά σημεία.

Ενδεικτικά:

Πρώτον, με τον διαχωρισμό σε σχολές ελεύθερης πρόσβασης και σε σχολές “κατόπιν εξετάσεων”, στην ουσία αυτό που επιτυγχάνουν είναι η “κατηγοριοποίηση” των σχολών σε εκείνες που διατηρούν αυξημένο κύρος και σε εκείνες που ρίχνονται στον Καιάδα της πλήρους απαξίωσης.

Δεύτερον, η αδιαβλητότητα του συστήματος τίθεται εν αμφιβόλω. Το νέο σύστημα θα οδηγεί σε απολυτήριο δύο ταχυτήτων, καθώς, χωρίς τράπεζα θεμάτων, στην οποία ιδεολογικά αντιτίθεται ο ΣΥΡΙΖΑ, πώς θα διασφαλίζεται η ομοιογένεια και ο κοινός βαθμός δυσκολίας των θεμάτων από περιοχή σε περιοχή;

Τρίτον, προτείνεται ένα σύστημα που δεν εξασφαλίζει καμία αναβάθμιση του παιδαγωγικού ρόλου του Λυκείου, παρά τους δύο Εθνικούς Διαλόγους που πραγματοποιήθηκαν γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό, καθώς η Α’ και η Β’ Λυκείου θα εξακολουθήσουν να είναι προθάλαμοι για την εισαγωγή στην ανώτατη εκπαίδευση.

Τέταρτον, τα κλασικά γράμματα βάλλονται σφοδρά εκ νέου, αυτή τη φορά με την πλήρη κατάργηση της Λατινικής Γλώσσας και Γραμματείας. Ενώ διεθνώς η παρουσία της κλασικής παιδείας στα προγράμματα σπουδών αναβαθμίζεται, εμείς πάλι καινοτομούμε καταργώντας την.

Πέμπτον, το σχέδιο χαρακτηρίζεται από πολυδαίδαλη δομή, αφήνει πολλά σημεία αδιευκρίνιστα και γκρίζες ζώνες ερμηνείας. Και όλα αυτά θα φανούν αμέσως, με την πρώτη εφαρμογή, που ο Υπουργός φιλοδοξεί να γίνει από την φετινή κιόλας χρονιά, δηλαδή, αυτή που ξεκινά σε λιγότερο από μια εβδομάδα! Ας μας απαντήσουν, λοιπόν, με ποιο τρόπο “σε λίγες μέρες”, όπως χαρακτηριστικά είπε ο Υπουργός, μετά την κατάθεση των μηχανογραφικών, τα οποία θα κληθούν να συμπληρώσουν οι μαθητές της Β’ Λυκείου φέτος, θα γίνεται η αντιστοίχιση και κατόπιν θα δίνεται η σχετική κατεύθυνση προς τις σχολές ελεύθερης πρόσβασης ή τις άλλες με εισαγωγή μέσω πανελλαδικών; Πώς θα γίνεται η καθοδήγηση, σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα στο οποίο ο σχολικός επαγγελματικός προσανατολισμός δυστυχώς δεν έχει την θέση που του αρμόζει;

Ακόμη μια φορά, παρακολουθήσαμε έναν αμήχανο και απροετοίμαστο Υπουργό Παιδείας -με περισσή αλαζονεία- να προσπαθεί να δικαιολογήσει εις μάτην το αλαλούμ στις κυβερνητικές εξαγγελίες και τον επί μακρόν εμπαιγμό σύσσωμης της εκπαιδευτικής κοινότητας. Για να καταλήξει στην ανακοίνωση ενός δήθεν νέου σχεδίου χωρίς καμία προωθητική πνοή και χωρίς τις μείζονες τομές που χρειάζεται σήμερα η εκπαίδευση στη χώρα μας. Εάν, παρά τις αντιδράσεις σύσσωμης της εκπαιδευτικής κοινότητας, το σχέδιο αυτό κατατεθεί στη Βουλή, είναι προφανές πως θα το καταψηφίσουμε».

Η απάντηση του υπουργείου Παιδείας

Με αφορμή τη δήλωση της τομεάρχου Παιδείας της Νέας Δημοκρατίας Νίκης Κεραμέως το υπουργείο Παιδείας εξέδωσε την ακόλουθη απάντηση:

«H κ. Κεραμέως, βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας με τη δήλωσή της σχετικά με τη νέα Γ’ Λυκείου και το σύστημα εισαγωγής στην Ανωτάτη Εκπαίδευση που ανακοίνωσε το Υπουργείο, αποδεικνύει ότι δεν έχει καταλάβει ή δεν είναι σε θέση να καταλάβει τα σημαντικά σημεία των ρυθμίσεων. Κρίμα γιατί το κείμενο της πρότασης ήταν αναλυτικότατο όπως και η συνέντευξη τύπου που ακολούθησε. Ήταν και είναι όλα δημοσιοποιημένα.

Αμφιβάλλει για την αδιαβλητότητα των ενδοσχολικών εξετάσεων. Δηλαδή θεωρεί ότι οι καθηγητές διαφορετικών σχολείων δεν είναι σε θέση να συνεργαστούν και να διορθώσουν τα γραπτά όχι των δικών τους μαθητών αλλά άλλων σχολείων, μάλιστα σε κόλλες με κλειστά τα ονόματα. Είναι δυνατόν η εκπρόσωπος της αξιωματικής αντιπολίτευσης να θεωρεί τους καθηγητές εξορισμού απατεώνες;

Εκείνο, όμως, που έχει πολύ μεγάλη σημασία είναι γιατί η κ. Κεραμέως αποφεύγει να τοποθετηθεί στο μείζον πρόβλημα, που είναι η ακυρωμένη σήμερα Γ’ Λυκείου και αν διαφωνεί με τον τρόπο που προτείνουμε για την επανασυγκρότησή της. Προτείνουμε να γίνει όπως σε πολλά άλλα μέρη της Ευρώπης ένα προπαρασκευαστικό έτος με λίγα μαθήματα που θα διδάσκονται σε πολλές ώρες ώστε τα παιδιά να μπορούν να εμπεδώσουν τις γνώσεις τους στο σχολείο και όχι στα φροντιστήρια.

Δεν αναφέρεται στις δυνατότητες που υπάρχουν για τη δραματική αναβάθμιση του απολυτηρίου, εκτός αν η Ν.Δ. είναι περήφανη με τον τρόπο που παρέχεται το απολυτήριο και τις γνώσεις που (δεν) εκφράζει! Και αυτό παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των εκπαιδευτικών.

Και βέβαια δεν γίνεται καμία κουβέντα για την αρχή της ελεύθερης πρόσβασης με μόνο το απολυτήριο. Αυτό και αν απεχθάνεται η Ν.Δ.!

Η κ. Κεραμέως όπως έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Κώστας Γαβρόγλου, είναι πάντοτε ευπρόσδεκτη στο Υπουργείο για λεπτομερή ενημέρωση και απαντήσεις για όλα τα θέματα».