Έρευνα σχετικά με την εικόνα των μαθητών σε ιδιωτικά και δημόσια σχολεία.
Πόσο ευτυχισμένος είναι ένας έφηβος στο σχολείο του, τι εφόδια προσδοκά να τού προσφέρει για το μέλλον του και τι αλλαγές θα επιθυμούσε να γίνουν; Πόσο διαφορετική μπορεί να είναι η οπτική ενός μαθητή από δημόσιο σχολείο στην Καρδίτσα, έναντι κάποιου άλλου από ιδιωτικό σχολείο της Θεσσαλονίκης ή από ένα δημόσιο Λύκειο στη Ρώμη;
Κοινή διαπίστωση είναι, ότι όλοι οι μαθητές επιθυμούν -σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό- το σχολείο τους και το εκπαιδευτικό σύστημα εν γένει, να αλλάξουν. Κοινή είναι και η αγωνία τους για τη μελλοντική επαγγελματική τους αποκατάσταση, όπως κοινή και η παραδοχή, ότι οι φιλίες που δημιουργούνται στα θρανία συνιστούν πολύτιμο εφόδιο ζωής.
Τα ενδιαφέροντα συμπεράσματα προκύπτουν από μαθητική έρευνα με θέμα “Το σχολείο που ζω και ονειρεύομαι”, που διεξήχθη τη φετινή σχολική χρονιά (2014-2015), στο πλαίσιο συμμετοχής τριών σχολείων στο Ευρωπαϊκό έργο “eTwinning” και συγκεκριμένα του 3ου Γενικού Λυκείου Καρδίτσας, του Αριστοτέλειου Κολεγίου Θεσσαλονίκης (ιδιωτικό σχολείο) και του δημόσιου Λυκείου Liceo Tito Lucrezio Caro της Ρώμης.
Τα ερωτηματολόγια της έρευνας ετοίμασαν ομάδες μαθητών και από τα τρία σχολεία και απάντησαν σε αυτά 182 μαθητές της α’ και β’ Λυκείου από το Αριστοτέλειο Κολέγιο, 162 από το Λύκειο Καρδίτσας και 150 από το Λύκειο της Ρώμης.
Οι απαντήσεις για τα προγράμματα σπουδών και την επαγγελματική αποκατάσταση παραπέμπουν σε ένα γενικό κλίμα απογοήτευσης των μαθητών και αγωνίας για τη μελλοντική επαγγελματική τους αποκατάσταση.
Από τους μαθητές του Αριστοτελείου Κολεγίου το 26,4% δήλωσε, ότι δεν είναι “καθόλου ικανοποιημένο” από τα προγράμματα σπουδών στην Ελλάδα, το 33,8% ότι είναι “λίγο ικανοποιημένο”, το 30,8% απάντησε “μέτρια ικανοποιημένο” και το 9,9% απάντησε “πολύ ή πάρα πολύ ικανοποιημένο”. Η άποψη, ότι τα προγράμματα σπουδών προωθούν την απομνημόνευση, βρήκε σύμφωνο το 45% των ερωτηθέντων (18,1% απάντησε “πολύ” και 26,9% “πάρα πολύ”), ενώ το 11% δήλωσε, ότι δεν την προωθούν “καθόλου”, το 20,9% “λίγο” και το 23,1% “μέτρια”.
Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση, που προσφέρεται στην Ελλάδα, δεν μπορεί να ανταγωνιστεί “καθόλου” ή μπορεί να ανταγωνιστεί “λίγο” αυτή των άλλων κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τις απαντήσεις άνω του 70% των ερωτηθέντων.
Στο ερώτημα, αν “οι μέθοδοι και το υλικό διδασκαλίας (π.χ βιβλία) αναβαθμίζονται, όσο απαιτούν οι σύγχρονες ανάγκες”, 18,7% απάντησαν “καθόλου”, 24,2% “λίγο”, 34,6% “μέτρια”, 13,7% “πολύ” και 8,8% “πάρα πολύ”.
Πάνω από το 60% των ερωτηθέντων υποστήριξε, ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα δεν καλύπτει τις ανάγκες όλων των μαθητών, ή τις καλύπτει “λίγο”. Το 65,9% εξέφρασε την άποψη, ότι το λειτουργικό σύστημα ενός σχολείου θα έπρεπε να διαρκεί καθημερινά πέντε ώρες, το 29,7% είπε επτά ώρες και το 4,4% πάνω από επτά ώρες.
Στο ερώτημα, εάν “ο μαθητής νιώθει ευτυχισμένος στο σημερινό σχολείο” το 31,9% απάντησε “καθόλου”, το 28% απάντησε “λίγο”, το 29,1% “μέτρια”, το 7,7% “πολύ” και το 3,3% “πάρα πολύ”. Μάλιστα, η συντριπτική πλειονότητα των ερωτηθέντων (85,2%) δήλωσε ότι θα καταργούσε το μοντέλο εξετάσεων που υπάρχει, ενώ ανάλογο ποσοστό (84,6%) απάντησε καταφατικά, όταν ρωτήθηκε αν θέλει μαθήματα πρακτικής άσκησης στο σχολείο.
Αντίστοιχα το 75% των συμμετεχόντων στην έρευνα μαθητών του Λυκείου Καρδίτσας δήλωσε για τα ισχύοντα Προγράμματα Σπουδών, ότι είναι “λίγο ως καθόλου” ικανοποιημένοι από αυτά. Επίσης, το 60% των ερωτηθέντων δήλωσαν, ότι τα προγράμματα σπουδών σε βαθμό “αρκετά ως πάρα πολύ” προωθούν την απομνημόνευση, ενώ το 38% ότι “αρκετά ως πάρα πολύ” προωθούν την κριτική σκέψη.
Οι μαθητές, σε ποσοστό 73% δήλωσαν, ότι η Ελληνική Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση μπορεί να ανταγωνιστεί αυτή των Ευρωπαϊκών χωρών “λίγο ή καθόλου”. Στο ίδιο ποσοστό (73%) απάντησαν ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα βοηθά “λίγο ή καθόλου” τους μαθητές να επιλέξουν κατάλληλα τη μετεκπαιδευτική τους πορεία (επάγγελμα, πανεπιστήμιο κ.ά.).
Ποσοστό 56% των ερωτηθέντων απάντησε ότι το Απολυτήριο Λυκείου μπορεί να δώσει “λίγο ή καθόλου” τη δυνατότητα στο μαθητή να αντεπεξέλθει και να φανεί ανταγωνιστικός στη σημερινή Ευρωπαϊκή αγορά εργασίας. Ποσοστό 65% δήλωσε, ότι οι κατευθύνσεις που δίνονται στο Λύκειο καλύπτουν “λίγο ή καθόλου” τις απαιτήσεις των επαγγελμάτων του μέλλοντος.
Σε ένα ποσοστό 79%, οι μαθητές δήλωσαν ότι πιστεύουν “μέτρια ως πάρα πολύ” πως πρέπει να έχουν και οι ίδιοι λόγο στη διαμόρφωση του σχολικού προγράμματος, ενώ σε ποσοστό 70% δήλωσαν, ότι θα έπρεπε να διαρκεί πέντε ώρες καθημερινά το λειτουργικό σύστημα ενός σχολείου.
Το 66% των μαθητών απάντησε ότι είναι “πάρα πολύ” αναγκαία η παρακολούθηση φροντιστηριακών μαθημάτων εκτός από την ήδη υπάρχουσα ενδοσχολική διδασκαλία και το 69% ότι η εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας στο σχολείο ωφελεί “μέτρια ως πάρα πολύ” τους μαθητές στο καθημερινό τους πρόγραμμα, παρά τους επιβαρύνει.
Σε ποσοστό 64% οι μαθητές δήλωσαν, ότι στο σημερινό σχολείο ο μαθητής νιώθει “λίγο ή καθόλου” ευτυχισμένος.
Οι μαθητές στην Ιταλία, όπως προέκυψε από τις απαντήσεις των συμμετεχόντων στην έρευνα, δεν είναι ικανοποιημένοι από την επιμόρφωση, που τους προσφέρει το εκπαιδευτικό σύστημα, είτε επειδή θεωρούν ότι δεν αντεπεξέρχεται στις τρέχουσες απαιτήσεις της αγοράς εργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, είτε επειδή πιστεύουν, ότι δεν τους παρέχεται καθοδήγηση για την ορθή επιλογή του “δρόμου”, που θα ακολουθήσουν μετά το σχολείο.
Επιπλέον, πιστεύουν ότι το ιταλικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι λιγότερο ανταγωνιστικό σε σχέση με τα εκπαιδευτικά συστήματα άλλων χωρών, αν και από τις απαντήσεις τους προκύπτει, ότι δε γνωρίζουν επακριβώς τα προγράμματα αυτά.
Οι Ιταλοί μαθητές επιθυμούν από τους δασκάλους τους περισσότερη κατανόηση στην πίεση, που υφίστανται, καθώς και στα προβλήματά τους.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι περισσότεροι μαθητές, απάντησαν πως δεν κατανοούν την αξία της εκμάθησης ξένης γλώσσας και δεν επιθυμούν εντατικά μαθήματα.
Γενικά, οι μαθητές του ιταλικού Λυκείου επιθυμούν αλλαγές, τόσο στο σχολείο τους, όσο και στο εκπαιδευτικό σύστημα και θέλουν να έχουν λόγο στις αλλαγές αυτές. Πιστεύουν μάλιστα ότι κάθε αλλαγή μπορεί να γίνει στο άμεσο μέλλον, χωρίς ωστόσο να εξειδικεύουν κάποια.
Οι στόχοι της διαμόρφωσης της προσωπικότητας των μαθητών, της κοινωνικοποίησής τους και της δημιουργίας και ύπαρξης ενός φιλικού κλίματος ανάμεσά τους φαίνεται πως επιτυγχάνονται και στις τρεις εκδοχές των σχολείων.
Η άποψη της πλειοψηφίας είναι ότι το σχολείο θεωρείται χώρος κοινωνικοποίησης, καθώς οι νέοι αποκτούν καινούριους φίλους, αν και παρατηρούνται και περιπτώσεις εχθρικής συμπεριφοράς.
Συγκεκριμένα, οι μαθητές του Αριστοτελείου Κολεγίου, σε ποσοστό 82,9% δήλωσαν ότι το σχολείο σε βαθμό “μέτριο ως πάρα πολύ” συντελεί στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του μαθητή και αντίστοιχα σε ποσοστό 90,1% ότι το περιβάλλον του σχολείου κοινωνικοποιεί τους μαθητές.
Η πλειονότητα των ερωτηθέντων (92,3%) δήλωσε ότι στο σχολείο γεννιούνται φιλίες, αν και περίπου 6 στους 10 δήλωσαν πως έχουν παρατηρήσει και εχθρικές συμπεριφορές μεταξύ μαθητών.
Στο ερώτημα, αν “έχετε υπάρξει ποτέ θύμα/θύτης/παρατηρητής σχολικού εκφοβισμού”, οι μαθητές απάντησαν “πολύ συχνά” σε ποσοστό 9,9%, “συχνά” σε ποσοστό 6%, “μερικές φορές” σε ποσοστό 22,5%, “σπάνια” σε ποσοστό 27,5% και “ποτέ” σε ποσοστό 34,1%.
Στο ερώτημα, αν “η ποινή των αποβολών δρα αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων μεταξύ μαθητών” οι μαθητές απάντησαν σε ποσοστό 59,9% “λίγο ή καθόλου”, ενώ στο ερώτημα αν “η χρήση σχολικών στολών μπορεί να βοηθήσει στην εξάλειψη κοινωνικών διαχωρισμών”, σε ποσοστό 62,7% απάντησαν “λίγο ή καθόλου”.
Οι μαθητές, σε ποσοστό 74%, δήλωσαν ότι το σχολείο σε βαθμό “μέτριο ως πάρα πολύ” συντελεί στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του μαθητή, το 68% ότι το περιβάλλον του σχολείου κοινωνικοποιεί τους μαθητές “από αρκετά ως πάρα πολύ” και το 86% ότι στο σχολείο γεννιούνται φιλίες σε βαθμό “αρκετά ως πάρα πολύ”. Οι μαθητές δήλωσαν, σε ποσοστό 50%, ότι συμμετέχουν “αρκετά ως πάρα πολύ” σε ομαδικές εργασίες και στο ίδιο ποσοστό ότι η βαθμολόγηση των μαθητών επιδρά στην υπόστασή τους.
Σε ποσοστό 73%, οι συμμετέχοντες στην έρευνα απάντησαν ότι οι εχθρικές συμπεριφορές μεταξύ των μαθητών του σχολείου τους υπάρχουν από “μέτρια ή καθόλου”, ενώ σε ποσοστό 71% δήλωσαν ότι υπήρξαν θύματα/θύτες/παρατηρητές σχολικού εκφοβισμού “σπάνια ή ποτέ”. Ποσοστό 76% των ερωτηθέντων βαθμολόγησε από “μέτρια έως αρκετά καλή” τη συμπεριφορά των μαθητών στο σχολείο του.
Σε ποσοστό 58%, οι μαθητές δήλωσαν ότι πιστεύουν πως η χρήση σχολικών στολών θα συντελούσε “λίγο ή καθόλου” στην εξάλειψη κοινωνικών διαχωρισμών. Αναφορικά με τις ποινές στο σχολείο, απάντησαν σε ποσοστό 58% ότι η ποινή των αποβολών δρα “λίγο ή καθόλου” αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων μεταξύ μαθητών.
Το σχολείο, σύμφωνα με τους Ιταλούς μαθητές, που συμμετείχαν στην έρευνα, προωθεί την κοινωνικοποίηση και αποτελεί το ιδανικό περιβάλλον για τη δημιουργία φιλιών, που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη ζωή, γιατί αφενός βοηθούν τους μαθητές να ξεπεράσουν τις δυσκολίες που συναντούν στη σχολική του ζωή, αφετέρου τους ωθούν να λειτουργούν ομαδικά απέναντι σε επιθετικές συμπεριφορές άλλων μαθητών.
Θα πρέπει να σημειωθεί ωστόσο,πως η πλειοψηφία των ερωτηθέντων απάντησε ότι το πρότυπο συμπεριφοράς των μαθητών στο σχολείο τους είναι περίπου ιδανικό.
Σχεδόν όλοι συμφώνησαν, ότι η αποβολή ενός μαθητή δεν βοηθά στην επίλυση προβλημάτων μεταξύ των μαθητών