Μυτιλήνη 12 Φεβρουαρίου 2016
Αριθ. Πρωτ. 6
Οφειλόμενη απάντηση σε συναδέλφους Θεολόγους
Με αγάπη και ενδιαφέρον απευθυνθήκαμε, ως Ένωση Θεολόγων Λέσβου, στους Ορθόδοξους συμπολίτες μας, μετά από προτροπή αρκετών εξ’ αυτών να πάρουμε θέση για όσα γίνονται τελευταία από το Δήμο Μυτιλήνης για τον εορτασμό του «αγίου Βαλεντίνου».
Θεωρήσαμε καθήκον μας να τοποθετηθούμε για να υπενθυμίσουμε στους Ορθοδόξους Χριστιανούς αυτά που λογικά θα έπρεπε να είναι αυτονόητα, από τη στιγμή που ο Δήμος Μυτιλήνης έκανε αυτήν την ανακοίνωση που μπορούσε να δημιουργήσει σύγχυση, όταν αναφέρεται σε «κατανυκτικό αρχιερατικό εσπερινό…. λιτάνευση λειψάνων του αγίου Βαλεντίνου με κάθε τιμή στο κέντρο της πόλης…… πανηγυρική θεία λειτουργία και κοπή βασιλόπιτας της ενορίας…..». Άλλωστε η καλόπιστη κριτική όχι προσώπων αλλά πράξεων, στα πλαίσια της Δημοκρατίας, ωφελεί και εμπλουτίζει τους κρινόμενους, όταν μάλιστα στη συγκεκριμένη περίπτωση, διαπιστώνεται ότι ίσως δεν γνώριζαν επακριβώς το περιεχόμενο της εκκλησιαστικής ορολογίας που χρησιμοποίησαν.
Η ανακοίνωσή μας, είχε ως αποτέλεσμα διάφοροι συμπολίτες, για δικούς τους λόγους, να στραφούν εναντίον μας με προσβλητικούς χαρακτηρισμούς. Δεν απαντήσαμε, καθώς έτσι μας δίδαξε Εκείνος που «λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει, πάσχων ουκ απείλει, παρεδίδου δε τω κρίνοντι δικαίως», δηλαδή, «τις λοιδωρίες δεν τις ανταπέδιδε, κι όταν έπασχε δεν απειλούσε, εμπιστευόταν δε στον δίκαιο Κριτή» (Α΄ Πέτρ. 2, 23).
Δεν περιμέναμε όμως ότι στην ίδια γραμμή θα συστρατεύονταν και κάποιοι συνάδελφοι Θεολόγοι (έστω και αν κάποιοι από τους τέσσερις που υπογράφουν δεν ανήκουν στην Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, αλλά στον «ΚΑΙΡΟ»), οι οποίοι μάλιστα, στα πλαίσια φιλικών και συναδελφικών σχέσεων, θα μπορούσαν να επικοινωνήσουν μαζί μας και να πληροφορηθούν σχετικά με την ανακοίνωση μας, προτού εκδώσουν τη δική τους σαν να ήταν έτοιμοι από καιρό.
Επίσης, οι συγκεκριμένοι συνάδελφοι, αντί να απαντήσουν, στα πλαίσια ενός ελεύθερου, δημοκρατικού και επιστημονικού διαλόγου, με επιχειρήματα στις δικές μας θέσεις, προτίμησαν να μας χαρακτηρίσουν φανατικούς, μισαλλόδοξους, φονταμενταλιστές, γράφοντας μια έκθεση ιδεών περί φονταμενταλισμού για να αποδείξουν τι; Ότι εμείς είμαστε οι φανατικοί, αλλά ευτυχώς που υπάρχουν Θεολόγοι σαν εκείνους, που είναι οι καλοί, οι προοδευτικοί και οι δημοκρατικοί;
Αφήνουν ακόμα υπαινιγμούς εναντίον μας για πολιτικές σκοπιμότητες. Θα μπορούσαμε να τους ανταποδώσουμε τους ίδιους υπαινιγμούς, αλλά δεν θα κινηθούμε σε αυτό το επίπεδο. Θα επισημάνουμε όμως, ότι η τοποθέτηση τους αυτή, είναι ενδεικτική μιας καχύποπτης νοοτροπίας, που εξ ιδίων κρίνει τα αλλότρια, θεωρώντας, πως ό, τι κάνουν οι άλλοι, το πράττουν κινούμενοι πάντοτε από ταπεινά ελατήρια και ποταπές σκοπιμότητες, ενώ, ό, τι κάνουν οι ίδιοι, είναι εξ ορισμού απαλλαγμένο από κάθε ευτελή στοχοθεσία και λουσμένο στο φως της καθαρότητας και της προοδευτικότητας.
Αυτά τα διασπαστικά, συνθηματολογικά, πολιτικά τσιτάτα, που φύτρωσαν μάλιστα, ως ζιζάνια και στον θεολογικό χώρο, να διαχωρίζονται δηλαδή οι Θεολόγοι, σε δύο κατηγορίες, από τη μια οι αντιδραστικοί, συντηρητικοί, οπισθοδρομικοί, ζηλωτές, φονταμενταλιστές και, από την άλλη, οι δημοκράτες, οι εκσυγχρονιστές, οι μοντέρνοι, οι προοδευτικοί, θεωρούμε ότι έχουν ξεθωριάσει, έχουν κουράσει και, με όλα αυτά που βιώνουμε στην καθημερινότητά μας, έχουν χάσει πλέον την «αίγλη» τους, έχουν παλιώσει, ως κάτι το τετριμμένο και απαρχαιωμένο.
Εν προκειμένω, θα θυμίσουμε αυτό που έλεγε ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης, «χέρι που δεν κάνει σταυρό, είτε δεξιό είναι, είτε αριστερό, για εμένα είναι το ίδιο», για να τονίσουμε, έτσι, ότι για μας, μοναδικό κριτήριο των πράξεών μας δεν είναι η πολιτική θέση του καθενός, ούτε οι όποιες σκοπιμότητες, αλλά η αλήθεια της πίστης μας στον Χριστό και ο λόγος των Αγίων μας.
Ίσως βέβαια για κάποιους Θεολόγους ο Κύριος Ιησούς Χριστός να μην είναι ο μοναδικός Σωτήρας. Ίσως για εκείνους να υπάρχει σωτηρία και μέσα από άλλες θρησκείες, ακόμα και μέσα από αιρέσεις. Ίσως γι’ εκείνους οι Άγιοι και οι Πατέρες της Εκκλησίας να είναι κάποιοι φανατικοί, συντηρητικοί, αρτηριοσκληρωτικοί και ξεπερασμένοι λόγω του χρόνου.
Ο καθένας όμως κρίνεται από τις θέσεις του και από τα έργα του.
Όσον αφορά τα όσα ειπώθηκαν για τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη μας, επειδή πολύ τον αγαπάμε και τον σεβόμαστε, γι΄ αυτό και κατανοούμε απόλυτα τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται το Οικουμενικό Πατριαρχείο μέσα στην Τουρκία. Πιστεύουμε λοιπόν, πως, όπως δεν πρέπει κάποιοι με ευκολία να τον κατακρίνουν, άλλο τόσο δεν πρέπει κάποιοι άλλοι να χρησιμοποιούν το όνομά του για να δικαιολογούν τους εαυτούς τους.
Επειδή αναφέρονται οι συνάδελφοι σε «άγιο Βαλεντίνο», να σημειώσουμε ότι ο συγκεκριμένος «άγιος» δεν μνημονεύεται πουθενά στο ορθόδοξο εορτολόγιο και, όπως ήταν φυσικό, η Ορθόδοξη Εκκλησία ποτέ δεν τον αποδέχτηκε ως «άγιο» μέσα στην Ιερά Παράδοσή της. Ο Άγιος μάρτυρας Βαλεντίων λεγεωνάριος απ’ τη Μοισία – Βουλγαρία- τον οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία γιορτάζει 24 Απριλίου και ο άγιος μάρτυρας Ουαλεντίνος, που γιορτάζει 24 Οκτωβρίου, ουδεμία σχέση έχουν με τον αποκαλούμενο «άγιο» Βαλεντίνο των Ρωμαιοκαθολικών. Αλλά και η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στην αναθεώρηση του γενικού εορτολογίου της, το 1969, υποβίβασε την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου σε τοπική εορτή, επειδή δεν γνώριζε σχεδόν τίποτα για τον βίο του, παρά μόνο ότι ετάφη στη Βία Φλαμίνια της Ρώμης στις 14 Φεβρουαρίου. Τα τελευταία χρόνια με την εξάπλωση της «ημέρας των ερωτευμένων» προσπάθησαν διάφοροι κύκλοι να επωφεληθούν…
Αναφορικά με τον Ρωμαιοκαθολικισμό, σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε κι έχουμε διδαχθεί, δεν είναι «Εκκλησία», αλλά αίρεση, και διαστροφή της αλήθειας, δηλαδή του ίδιου του Θεανθρώπου Χριστού.
Πλήθος Ορθοδόξων Συνόδων έχουν καταδικάσει τον Παπισμό ως αίρεση.
Αναφέρουμε ενδεικτικά: Τη Σύνοδο του 879-880 στην Κωνσταντινούπολη, επί του Αγίου Οικουμενικού Πατριάρχου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης, Ισαποστόλου, Μεγάλου Φωτίου, όπου καταδικάστηκε ως αιρετική η διδασκαλία του Filioque. Στη Σύνοδο αυτή, μάλιστα, συμμετείχαν εκπρόσωποι όλων των Πατριαρχείων και του τότε Ορθοδόξου Πάπα της Ρώμης Ιωάννου του Η’ και οι αποφάσεις της έγιναν ομόφωνα αποδεκτές. Στη συνέχεια, όλες οι επόμενες Ορθόδοξοι Σύνοδοι, όπως οι εν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδοι του 1170, 1341, 1450, 1722, 1838, 1895, απεριφράστως καταδικάζουν τον παπισμό ως αίρεση. Όχι μόνο για το Filioque, αλλά για πολλές άλλες κακοδοξίες, όπως, για παράδειγμα, το πρωτείο και το αλάθητο. Για τον λόγο αυτό, εκτός από το Μέγα Φώτιο, όλοι οι μετά το σχίσμα του 1054 άγιοι, όπως ο άγιος Γερμανός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο άγιος Συμεών ο Θεσσαλονίκης, ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς κ.ά., ομοφώνως καταδικάζουν τον Παπισμό ως αίρεση.
Αναφέρουμε ενδεικτικά: Τη Σύνοδο του 879-880 στην Κωνσταντινούπολη, επί του Αγίου Οικουμενικού Πατριάρχου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης, Ισαποστόλου, Μεγάλου Φωτίου, όπου καταδικάστηκε ως αιρετική η διδασκαλία του Filioque. Στη Σύνοδο αυτή, μάλιστα, συμμετείχαν εκπρόσωποι όλων των Πατριαρχείων και του τότε Ορθοδόξου Πάπα της Ρώμης Ιωάννου του Η’ και οι αποφάσεις της έγιναν ομόφωνα αποδεκτές. Στη συνέχεια, όλες οι επόμενες Ορθόδοξοι Σύνοδοι, όπως οι εν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδοι του 1170, 1341, 1450, 1722, 1838, 1895, απεριφράστως καταδικάζουν τον παπισμό ως αίρεση. Όχι μόνο για το Filioque, αλλά για πολλές άλλες κακοδοξίες, όπως, για παράδειγμα, το πρωτείο και το αλάθητο. Για τον λόγο αυτό, εκτός από το Μέγα Φώτιο, όλοι οι μετά το σχίσμα του 1054 άγιοι, όπως ο άγιος Γερμανός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο άγιος Συμεών ο Θεσσαλονίκης, ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς κ.ά., ομοφώνως καταδικάζουν τον Παπισμό ως αίρεση.
Οι παραπάνω αγιοπατερικές θέσεις είναι ιστορικά καταγεγραμμένες είτε συμφωνεί, είτε διαφωνεί κανείς με αυτές.
Τέλος, να τονίσουμε, ότι βασικός κανόνας της Εκκλησίας μας είναι να αγαπάμε τα πρόσωπα των αιρετικών, αλλά να ελέγχουμε την πλάνη τους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία είναι η μόνη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, εύχεται υπέρ της των πάντων ενώσεως, αλλά αυτή η ένωση να είναι εν αληθεία. Όλοι ευχόμαστε, ακολουθώντας τα βήματα των αγίων Πατέρων μας, να επιστρέψουν στο σπίτι του Πατέρα, αυτοί που έφυγαν και που έχουν απομακρυνθεί. Διότι αγάπη αληθινή έχουμε, όταν νοιαζόμαστε για την πνευματική πορεία και σωτηρία των άλλων. Και τι άλλη μεγαλύτερη πράξη αγάπης υπάρχει άραγε, από το να υπενθυμίζεις στον αδελφό σου ότι «εκτός Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία»; Αντίθετα, δεν νοιαζόμαστε και δεν ωφελούμε αληθινά τους άλλους, όταν, στα πλαίσια μιας γενικής και αόριστης αγαπολογίας υποτιμούμε τις αλήθειες της πίστεώς μας και τους αφήνουμε στην πλάνη τους. Ταυτόχρονα, όμως, περιφρονούμε και τη στάση των Αγίων Πατέρων μας απέναντι στους αιρετικούς. Η διαχρονική πρακτική, αγιοπνευματική και θεάρεστη θέση της Εκκλησίας μας, στις περιπτώσεις αυτές, είναι μία και μοναδική: Μετάνοια και επιστροφή. Οι Ορθόδοξοι Θεολόγοι αυτήν παρέλαβαν, αυτήν έμαθαν και αυτήν κρατούν. Αν ορισμένοι πιστεύουν ότι είναι ώρα να ακολουθήσουν τη γραμμή των νεοορθοδόξων, μεταπατερικών, μεταμοντέρνων Θεολόγων της εποχής μας, ας το κάνουν μόνοι τους. Εμείς δεν θα τους ακολουθήσουμε σε αυτόν τον μη ορθόδοξο δρόμο, όσο κι αν λασπολογούν εναντίον μας.
Για το ΔΣ
της Ένωσης Θεολόγων Ν. Λέσβου
-Ο- -Ο-
Πρόεδρος Γραμματέας
Παναγιώτης Τσαγκάρης Βασίλειος Μαντζουράνης