Του

Οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι για δεκαετίες ο μόνος θεσμός του ελληνικού κράτους – ακόμα και στην περίοδο των δικτατορίας – που διασφάλιζε την αντικειμενικότητα και τη διαφάνεια του τρόπου επιλογής˙ σήμερα έχουν προστεθεί και οι διαγωνισμοί του Α.Σ.Ε.Π. Βέβαια από μόνα τους αυτά τα δύο στοιχεία δεν επαρκούν για την απόλυτη αρτιότητα μιας ορθολογικής και αξιοκρατικής λειτουργίας, αλλά σε μια χώρα των εκτεταμένων πελατειακών σχέσεων έχουν την αξία τους και πρέπει να διαφυλαχτούν σε ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα όσο η μετάβαση από τη δευτεροβάθμια στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Μάλλον εύκολα μπορεί να προσεγγιστεί μια εξέλιξη αποσάθρωσης των πανεπιστημίων αρκεί να αναλυθούν μερικές βασικές πτυχές του όλου ζητήματος. Βέβαια τα «συντρίμμια» που θα προκληθούν δεν θα αφορούν μόνο την τριτοβάθμια εκπαίδευση˙ αφορούν και το λύκειο. Σε μια πιθανή εξέλιξη τεμαχισμού του τρόπου εισαγωγής και κυρίως με τη δημαγωγική αντίληψη των μη προαπαιτούμενων εφοδίων που εκ των πραγμάτων θέτουν οι ίδιες οι σπουδές, θα έχουμε μια θεσμική αποδόμηση του λυκείου. Σήμερα όλα τα λύκεια της χώρας κάνουν έναν αγώνα δρόμου για να μορφώσουν τους μαθητές με τα μαθησιακά εφόδια για τους εκπαιδευτικούς στόχους που έχει θέσει η πολιτεία. Αν αυτά τα εφόδια δεν είναι τελικά απαιτητά, τα σχολεία δεν θα κινούνται με την όποια δική τους αντίληψη; Ας λάβουμε υπόψη μας το εξής στοιχείο. Σήμερα η μοναδική τάξη που ολοκληρώνει όσο πιο άρτια γίνεται τη διδακτέα ύλη με βάση τις ισχύουσες διατάξεις είναι η Γ΄λυκείου. Σε οποιαδήποτε άλλη τάξη δημοτικού, γυμνασίου και λυκείου, αν το σχολείο δεν ολοκληρώσει την ύλη σε οποιοδήποτε μάθημα, δεν έχει καμιά άμεση «επίπτωση». Ο όλος σχεδιασμός της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας για σχολές δύο ταχυτήτων συνδέεται προφανώς με την αντίληψη της χαλαρότητας στη σχολική εκπαίδευση θεωρώντας ότι έτσι υπηρετεί τα λαϊκά στρώματα και τις αριστερές ιδεοληψίες της. Αλλά αν σήμερα έχουμε ένα ποσοστό περίπου 20% λειτουργικού αναλφαβητισμού, πώς θα εξελιχθεί αυτό το ποσοστό αν ευδοκιμήσουν οι δημαγωγίες˙ δεν θα έχουμε μια έκρηξη της αμάθειας και της ημιμάθειας, όταν ακόμα και σήμερα η προαγωγή των μαθητών από τάξη σε τάξη γίνεται με πολύ εύκολο τρόπο;

Θα αναρωτηθεί κάποιος: είναι αναγκαία μια ισχυρή απαιτητικότητα από την πολιτεία για να λειτουργούν τα σχολεία αποτελεσματικά; Βεβαίως και είναι, ειδικά όταν έχουν να αντιμετωπίσουν την επέλαση του λαϊκισμού στην εκπαίδευση: αμφισβήτηση της αριστείας και των πρότυπων και των πειραματικών σχολείων, κατάργηση της Τράπεζας Θεμάτων, επιστροφή της βάσης του 9,5 για την προαγωγή των μαθητών στο λύκειο, απόρριψη κάθε μορφής αξιολόγησης του εκπαιδευτικού συστήματος κλπ. Έτσι το λύκειο ενώ είναι ένας από τους λίγους θεσμούς στη χώρα μας που λειτουργεί με συγκροτημένο τρόπο και με απόλυτη προσήλωση σε ένα σαφές πλαίσιο διδασκαλίας, θα αποδομηθεί θυσιαζόμενο ως Ιφιγένεια για να υπηρετηθεί ο λαϊκισμός του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.

Η δήθεν «ελεύθερη πρόσβαση» συνδέεται δημαγωγικά και με δύο άλλα ζητήματα α) την κατάργηση των φροντιστηρίων και β) την πρόκριση της αυτονομίας του λυκείου. Είναι αλήθεια ότι κάθε φορά που επιχειρείται αλλαγή του συστήματος πρόσβασης προβάλλεται ως παράπλευρη ωφέλεια και η κατάργηση των φροντιστηρίων, αλλά το μόνο που γίνεται είναι το φούντωμά τους ή ο απλός μετασχηματισμός τους. Τα φροντιστήρια είναι σαφώς η μεγάλη πληγή της εκπαίδευσης αλλά έχουν πάψει προ πολλού να είναι μόνο εκπαιδευτικό πρόβλημα, γιατί έχουν μετασχηματιστεί σε κοινωνικό. Τα φροντιστήρια είναι απόρροια μιας γενικευμένης νοοτροπίας με πολλές αφετηρίες και με πιο βασική την εν τοις πράγμασι αμφισβήτηση της προσωπικής προσπάθειας και του προσωπικού διαβάσματος των μαθητών. Τα φροντιστήρια είναι μια γενική ιδέα υποκουλτούρας που αφορά όχι μόνο τους υποψήφιους των εισαγωγικών εξετάσεων αλλά τους «πάντες και τα πάντα», τα παιδιά του Δημοτικού και του Γυμνασίου, τους αριστούχους μαθητές, τους φοιτητές, τους κάθε λογής υποψηφίους των διαγωνισμών του Α.Σ.Ε.Π., τις ξένες γλώσσες, τους μεταπτυχιακούς φοιτητές κλπ

Η αυτονομία του λυκείου έχει λεηλατηθεί όσο καμιά άλλη έννοια της εκπαίδευσης. Τόσο τα διεθνή εκπαιδευτικά συνέδρια και η UNESCO και οι παγκόσμιες και οι ευρωπαϊκές εκπαιδευτικές ομοσπονδίες όσο και η σχετική επιστημονική βιβλιογραφία ως αυτονομία του λυκείου θεωρούν τη διαμόρφωση αυτού του εκπαιδευτικού θεσμού με τέτοιο τρόπο ώστε να παρέχει τα απαραίτητα μορφωτικά εφόδια και εκείνες τις δεξιότητες στους μαθητές που θα τους διασφαλίζουν επαγγελματική εξέλιξη, δημιουργική κοινωνική ένταξη και ανέλιξη και διαρκή πνευματική του καλλιέργεια. Δεν έχει καμιά αναφορά με τη σχέση του λυκείου και του τρόπου εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Πώς οι αυθεντικοί εκφραστές της «αριστερής» δημαγωγίας στη χώρα μας ανακάλυψαν έναν τόσο εύκολο δρόμο που δεν τον ξέρει κανένας άλλος στον κόσμο, αυτό είναι απορίας άξιον…