«Δυστυχώς, το Υπουργείο Παιδείας έχει διαστρεβλώσει πολλαπλώς αυτήν την καινοτόμο και προοδευτική παιδαγωγική κι επιστημονική ιδέα. Από τη μία, στα μεν Πειραματικά θα επιλέγονται μεν με κλήρωση οι μαθητές τυχαία αλλά θα υπάρχει σκληρή αξιολόγηση με απώλεια οργανικών θέσεων για όλους τους εκπαιδευτικούς και υποβάθμιση των Συλλόγων Διδασκόντων με τη λειτουργία των ΕΠΕΣ και των ΣΣ» αναφέρει η Ενωτική Αγωνιστική Κίνηση Α ΕΛΜΕ Κορινθίας σε ανακοίνωση της.
Η ανακοίνωση:
Από τη δική μας μεριά, ως ΕΑΚ πιστεύουμε μεν στον θεσμό των Πειραματικών σχολείων τα οποία συνδέονται με Πανεπιστήμια ώστε να δοκιμάζουν και να εφαρμόζουν νέα προγράμματα σπουδών και τεχνικές σε τυχαία επιλεγμένους μαθητές και με τυχαία επιλεγμένους διδάσκοντες ώστε αυτό το μάθημα να ανταποκρίνεται σε πραγματικές συνθήκες. Αυτό μάλιστα θα μπορούσε να γίνεται και σε όλα τα σχολεία με εναλλαγή κάθε χρόνο.
Δυστυχώς, το Υπουργείο Παιδείας έχει διαστρεβλώσει πολλαπλώς αυτήν την καινοτόμο και προοδευτική παιδαγωγική κι επιστημονική ιδέα. Από τη μία, στα μεν Πειραματικά θα επιλέγονται μεν με κλήρωση οι μαθητές τυχαία αλλά θα υπάρχει σκληρή αξιολόγηση με απώλεια οργανικών θέσεων για όλους τους εκπαιδευτικούς και υποβάθμιση των Συλλόγων Διδασκόντων με τη λειτουργία των ΕΠΕΣ και των ΣΣ (βλ παρακάτω).
Ακόμη χειρότερα, το Υπουργείο προωθεί τη δημιουργία των «Πρότυπων» σχολείων»: ελιτίστικα, αριστοκρατικά σχολεία για τους «άριστους» μαθητές (που θα εισάγονται με εξετάσεις κι όχι με τυχαία επιλογή – έτσι καταργούνε το «σχολείο της γειτονιάς»), με δυσμενείς εργασιακούς όρους για τους διδάσκοντες. Αυτά τα «Πρότυπα» σχολεία θα αποτελούν εξ ορισμού μια διαφορετική κατηγορία σχολείων. Ενάντια στην κατηγοριοποίηση των σχολείων δώσαμε ήδη μεγάλους αγώνες με πιο πρόσφατη τη μαζική συμμετοχή στην απεργία-αποχή της ΟΛΜΕ από τις διαδικασίες αξιολόγησης των σχολείων που προβλέπονται στον ν. 4692/20.
Εφιστούμε την προσοχή των συναδέλφων στα εξής σημεία που περιλαμβάνονται στον Ν4692/2020 με βάση τον οποίο καλούνται οι Σύλλογοι Διδασκόντων εντός ολίγων ημερών και με όλα τα σχολεία του Νομού μας κλειστά (!) να αποφασίσουν αν επιθυμούν τη μετατροπή τους σχολείου τους σε Πρότυπο ή/και Πειραματικό:
- Εργασιακό καθεστώς εκπαιδευτικών
α) Άρθρο 19 παρ.15:
«Οι εκπαιδευτικοί που είναι τοποθετημένοι οριστικά σε σχολείο που χαρακτηρίζεται ως Π.Σ. ή ΠΕΙ.Σ. παύουν να είναι οριστικά τοποθετημένοι σε αυτό…»
Επομένως, αν ένα σχολείο μετατραπεί σε Πρότυπο, οι ήδη υπηρετούντες σε αυτό χάνουν αυτόματα την οργανική τους. Μπορούν να παραμείνουν με διετή θητεία κατά την οποία θα πρέπει να φροντίσουν για την αυτοεπιμόρφωσή τους, καθώς θα ακολουθήσει σχετική αξιολόγησή τους για το αν θα παραμείνουν ή όχι στο σχολείο.
β) Άρθρο 19 παρ.18:
«Λειτουργικά κενά που προκύπτουν, για οποιονδήποτε λόγο, κατά την έναρξη ή κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους σε Π.Σ. και ΠΕΙ.Σ., καλύπτονται από εκπαιδευτικούς άλλων Π.Σ. ή ΠΕΙ.Σ. που δεν συμπληρώνουν το υποχρεωτικό διδακτικό τους ωράριο, σύμφωνα με την παρ. 22. Αν δεν είναι δυνατή η κάλυψη των κενών από τους εκπαιδευτικούς του πρώτου εδαφίου, τα λειτουργικά κενά καλύπτονται με αποσπάσεις εκπαιδευτικών που υπηρετούν σε σχολεία της οικείας Π.Δ.Ε. και διαθέτουν αυξημένα ακαδημαϊκά προσόντα.».
Ακόμα και οι εκπαιδευτικοί που τοποθετούνταν με προσωρινή τοποθέτηση στα σχολεία αυτά, με βάση τα μόρια που κατείχαν, εξοβελίζονται από αυτά, αφού προτεραιότητα δίνεται σε συναδέλφους με αυξημένα προσόντα, ακόμα κι αν αυτοί προέρχονται από άλλο ΠΥΣΔΕ.
γ) Άρθρο 19 παρ. 23:
«…Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, που εκδίδεται μετά από εισήγηση της Δ.Ε.Π.Π.Σ., μπορεί να τροποποιείται το διδακτικό ωράριο των υπηρετούντων εκπαιδευτικών στα Π.Σ. και ΠΕΙ.Σ….».
δ) Επιπλέον αρμοδιότητες και φόρτος εργασίας των εκπαιδευτικών σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ.2:
«Ο Σύλλογος Διδασκόντων των Π.Σ. και ΠΕΙ.Σ., πέραν των αρμοδιοτήτων των Συλλόγων Διδασκόντων των λοιπών σχολικών μονάδων, έχει και τις ακόλουθες ειδικές αρμοδιότητες:….»
- Αξιολόγηση εκπαιδευτικών και σχολικής μονάδας
α) Αξιολόγηση εκπαιδευτικών:
Οι νεοεισερχόμενοι στα Πρότυπα τοποθετούνται με μονοετή θητεία και εφόσον αξιολογηθούν θετικά, τοποθετούνται με τετραετή θητεία (άρθρο 19, παρ. 14).
Αξιολογούνται, επίσης, στη διάρκεια του τελευταίου έτους της 2ετους ή 4ετούς τους θητείας (άρθρο 20, παρ.1) από το Επιστημονικό Εποπτικό Συμβούλιο, από τον ΣΕΕ και από τον Διευθυντή.
β) Αξιολόγηση σχολικής μονάδας (άρθρο 21):
Εσωτερική: Ο Διευθυντής του Π.Σ. ή του ΠΕΙ.Σ., σε συνεργασία με τον Υποδιευθυντή και τον Σύλλογο Διδασκόντων και υπό την καθοδήγηση του Προέδρου και του Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργου του οικείου ΕΠ.Ε.Σ., στην αρχή του έτους συντάσσουν προγραμματισμό δράσεων και στο τέλος του έτους έκθεση εσωτερικής αξιολόγησης, που δημοσιοποιούνται στην ιστοσελίδα του σχολείου και υποβάλλονται σε ηλεκτρονική πλατφόρμα του Ι.Ε.Π.
Εξωτερική: Η εξωτερική αξιολόγηση πραγματοποιείται από τη Δ.Ε.Π.Π.Σ., σε συνεργασία με το Ι.Ε.Π. και Α.Ε.Ι. της ημεδαπής στο τέλος του σχολικού έτους και υποβάλλεται σε ηλεκτρονική πλατφόρμα του Ι.Ε.Π.
Μεταξιολόγηση: Η Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε. αξιοποιεί το περιεχόμενο της ηλεκτρονικής πλατφόρμας σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, με έμφαση στις εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης και συντάσσει ανά τετραετία έκθεση μεταξιολόγησης.
- Επιστημονικό Εποπτικό Συμβούλιο (άρθρο 17)
Δημιουργείται μια «σκιώδης διεύθυνση» σε κάθε Πρότυπο, το Επιστημονικό Εποπτικό Συμβούλιο το οποίο αποτελείται από: ένα (1) μέλος Δ.Ε.Π. ελληνικού Α.Ε.Ι., τον Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργο, τον Διευθυντή ή Προϊστάμενο του σχολείου, δύο (2) εκπαιδευτικούς του Π.Σ. ή ΠΕΙ.Σ., οι οποίοι επιλέγονται με τους αναπληρωτές τους με απόφαση της Π.Ε.Π.Π.Σ., με κριτήριο τα ακαδημαϊκά τους προσόντα και κατόπιν αξιολόγησης της «προσφοράς» τους στο σχολείο, Το ΕΠΕΣ έχει αυξημένες αρμοδιότητες, αποφασιστικού χαρακτήρα (αξιολόγηση εκπαιδευτικών, υποβολή της έκθεσης εσωτερικής αξιολόγησης, δημιουργία ομίλων, αναμόρφωση του αναλυτικού και ωρολόγιου προγράμματος, προγράμματα πρακτικής άσκησης προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών, ερευνητικές δραστηριότητες κλπ) υποβαθμίζοντας έτσι τον ρόλο του Συλλόγου Διδασκόντων.
- Συμβούλιο στήριξης σχολείου (Άρθρο 22)
Δημιουργείται πενταμελές συμβούλιο στήριξης του σχολείου με τετραετή θητεία, το οποίο αποτελείται από: α) τον Διευθυντή του Π.Σ. ή ΠΕΙ.Σ., ως Πρόεδρο, β) έναν (1) εκπρόσωπο του Δήμου με γνώσεις και εμπειρία σε θέματα εκπαίδευσης που επιλέγεται από το δημοτικό συμβούλιο, ως Αντιπρόεδρο, γ) έναν (1) εκπρόσωπο του Συλλόγου Γονέων και δ) δύο (2) διακεκριμένες προσωπικότητες της τοπικής κοινωνίας, το οποίο αποφασίζει για θέματα που σχετίζονται με την προσφορά του σχολείου στην τοπική κοινωνία, θέματα που σχετίζονται με την υλικοτεχνική υποδομή και τους οικονομικούς πόρους του σχολείου, την αξιοποίηση και διάθεση των οικονομικών πόρων της σχολικής μονάδας κλπ. Βασικές διαδικασίες του σχολείου περνούν σε εξωσχολικούς και άρα αναρμόδιους φορείς.
- Χρηματοδότηση Προτύπων (άρθρο 23, παρ. 2)
«…Η χρηματοδότηση των Π.Σ. και ΠΕΙ.Σ. πραγματοποιείται με τους όρους και τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων χρηματοδοτούνται τα λοιπά σχολεία και επιπροσθέτως: α) από τον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας (Ε.Λ.Κ.Ε.) του Α.Ε.Ι., με το οποίο συνεργάζονται ή άλλον συνεργαζόμενο φορέα, β) από δωρεές, χορηγίες, κληρονομίες, κληροδοσίες και άλλες παροχές τρίτων, καθώς και επιχορηγήσεις από άλλες πηγές…»
Συμπερασματικά, τα Πειραματικά και ιδίως τα Πρότυπα σχολεία, πέραν της προφανούς κατηγοριοποίησης των σχολείων που επιφέρουν, αποτελούν μία συνεχώς αξιολογούμενη δομή στην οποία οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν οργανική θέση, έχουν επιπλέον γραφειοκρατικό φόρτο εργασίας και αξιολογούνται διαρκώς. Ο Σύλλογος Διδασκόντων δεν αποτελεί επί της ουσίας το κυρίαρχο όργανο του σχολείου καθώς το ΕΠ.Ε.Σ. και το Συμβούλιο Στήριξης αποφασίζουν για όλα σχεδόν τα θέματα του σχολείου. Ταυτόχρονα, θεσμοθετείται και επίσημα η αναζήτηση χορηγιών και δωρεών για τη χρηματοδότησή τους.
Το ΥΠΑΙΘ και η κυβέρνηση επιμένουν εμμονικά στον αντιεπιστημονικό διαχωρισμό των μαθητών, θέλοντας να δημιουργήσει μία «ελίτ» μαθητών, που τίποτα δεν έχει να προσφέρει στην παρεχόμενη εκπαίδευση. Διαβρώνουν τις εργασιακές μας σχέσεις. Διαστρεβλώνουν την επιστημονικά ορθή ιδέα των Πειραματικών Σχολείων. Προάγουν την είσοδο ιδιωτών χορηγών αντί να ενισχύουν με επιπλέον χρηματοδότηση όλα τα σχολεία μας.