Το υπουργείο, εφαρμόζοντας τον νόμο 4692/2020 με τίτλο «Αναβάθμιση του σχολείου και άλλες διατάξεις», άρθρα 20 και 21, καλεί του Συλλόγους Διδασκόντων να αποφασίσουν αν θέλουν το σχολείο τους να χαρακτηριστεί ως Πρότυπο ή Πειραματικό, αναφέρει η ανακοίνωση της ΕΛΜΕ Κέρκυρας.
Η ανακοίνωση:
Η προσπάθεια γενίκευσης των Πρότυπων και Πειραματικών Σχολείων δεν είναι ξεκομμένη από την υπόλοιπη αντιεκπαιδευτική πολιτική. Συνδέεται άμεσα με την προσπάθεια να ενισχυθεί η διαφοροποίηση, η πολυκατηγοριοποίηση, η δημιουργία σχολείων πολλών ταχυτήτων. Δεν έχει καμία σχέση με την αναγκαία αναβάθμιση όλων των σχολείων.
Ο βασικός ρόλος της εκπαιδευτικής διαδικασίας δε θα πρέπει να υποβαθμίζεται στην «εκπαίδευση των λίγων άριστων μαθητών», αλλά να είναι η ανύψωση του μορφωτικού επιπέδου ανεξαιρέτως όλων των παιδιών ανεξάρτητα από την οικονομική κατάσταση, τη φυλή, το χρώμα και τη θρησκεία. Αυτή πρέπει να είναι η πραγματική πρόκληση του κάθε σχολείου και του κάθε εκπαιδευτικού και στον τομέα αυτό χρειάζεται στήριξη και βοήθεια, οι οποίες δεν δίνονται. Αποτελεί μεγάλη υποκρισία του Υπ. Παιδείας όταν μετά από ένα χρόνο πανδημίας έχει πραγματικά αφήσει χιλιάδες σχολεία, μαθητές και εκπαιδευτικούς κυριολεκτικά στην τύχη τους, χωρίς κανένα ουσιαστικό μέτρο, να μιλά για «αριστεία» των λίγων.
Εφιστούμε την προσοχή στους συναδέλφους και επισημαίνουμε:
- οι νυν υπηρετούντες συνάδελφοι χάνουν τις οργανικές τους θέσεις, ενώ στην πράξη αμφισβητείται γενικά η οργανικότητα, η σταθερή και μόνιμη εργασία. Το υπάρχον εκπαιδευτικό προσωπικό των σχολείων που θα μετατραπούν σε Πρότυπα και Πειραματικά θα έχει μια «περίοδο χάριτος» για να προσαρμοστεί, να «αυτομορφωθεί» και να μπει στην παρέα των «λίγων και εκλεκτών», αλλιώς θα χάσει και αυτό την οργανική του θέση. Οι εκπαιδευτικοί των προτύπων δεν έχουν οργανική αλλά είναι με θητεία. Η θητεία και η παραμονή στη θέση γίνεται μετά από αξιολόγηση από το Επιστημονικό Εποπτικό Συμβούλιο, τον ΣΕΕ και τον Διευθυντή.
- Η κατάληψη της θέσης προυποθέτει «υψηλά» προσόντα (κατηγοριοποίηση των εκπαιδευτικών). Στα σχολεία, δηλαδή, που θα γίνουν πρότυπα-πειραματικά, οι συνάδελφοι θα πρέπει να «αναβαθμίσουν τα προσόντα τους» διαφορετικά θα πηγαίνουν στα «κανονικά» σχολεία
- Η αξιολόγηση σε αυτά τα σχολεία είναι μια διαρκής και ατέρμονη διαδικασία και αφορά «…το βαθμό συμμετοχής στις δράσεις εσωτερικής αξιολόγησης του σχολείου, την αποδοτικότητα (!) των μαθητών στις δράσεις που περιλαμβάνονται στα σχέδια προγραμματισμού δράσεων και εκπαιδευτικών στόχων του σχολείου…».
- Το κάθε σχολείο αξιολογείται με βάση δείκτες για την μέτρηση της απόδοσης του σχολείου ( οι βαθμοί και η πρόσβαση στα ΑΕΙ, οι προγραμματιζόμενες δραστηριότητες, οι εκπαιδευτικές δράσεις κλπ. ). Και η έκθεση απόδοσης του σχολείου (εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση) θα αναρτάται στην ιστοσελίδα του σχολείου, έτσι για να μπορεί ο καθένας να ξέρει αν αυτό το σχολείο είναι “καλό” ή όχι ή αν το διπλανό ΠΠΣ είναι “καλύτερο” κλπ…
- Ο τρόπος επιλογής των μαθητών, η επιλογή των διευθυντών και των εκπαιδευτικών των σχολείων, το ωρολόγιο πρόγραμμα, η διδακτέα ύλη, άλλα ακόμα και η χρηματοδότηση των σχολείων θα αποφασίζεται από Διοικούσα Επιτροπή (Δ.Ε.Π.Π.Σ.), που θα διορίζεται εξολοκλήρου από το Υπουργείο Παιδείας και θα μπορεί με απόφαση του να τροποποιεί, δηλαδή να «κάνει λάστιχο», το διδακτικό πρόγραμμα των υπηρετούντων εκπαιδευτικών στα Πρότυπα και Πειραματικά Σχολεία.
- Η χρηματοδότηση των Προτύπων και Πειραματικών θα γίνεται «από δωρεές, χορηγίες, κληρονομίες, κληροδοσίες και άλλες παροχές τρίτων, καθώς και επιχορηγήσεις από άλλες πηγές».
- Προβλέπεται σε αυτά η ύπαρξη «Συμβούλιου Στήριξης Σχολειού». Σε αυτό συμμετέχουν δυο «διακεκριμένες προσωπικότητες της τοπικής κοινωνίας» και ένας «εκπρόσωπος τους Δήμου» και ερευνά ποιες είναι οι ανάγκες της τοπικής οικονομίας και βάσει ποιων οικονομικών συμφερόντων θα πρέπει να λειτουργεί το σχολείο.
Συνάδελφοι,
Το Δημόσιο Σχολείο υπάρχει για να υπηρετεί όλα τα παιδιά και εμείς αυτό το διεκδικούμε. Δεν μπορεί το Δημόσιο Σχολείο να αντιμετωπίζει τα παιδιά ως άλογα κούρσας.
Ακούγεται υποκριτικό τουλάχιστον, από την πλευρά του Υπουργείου, τη στιγμή που έχει αφήσει τα σχολεία, τους μαθητές, τους εκπαιδευτικούς στην τύχη τους και μάλιστα μέσα στην πανδημία, να έρχεται με το καθρεφτάκι των προτύπων – πειραματικών, να εξαγοράσει τη συναίνεση μας, όταν απαξιώνει μαθητές και εκπαιδευτικούς. Ας φροντίσει το Υπουργείο να υπάρχουν εκπαιδευτικοί στα σχολεία, ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες, ας φροντίσει το Υπουργείο να μειωθεί ο αριθμός των μαθητών ανά τμήμα, ας φροντίσει το Υπουργείο για την υλικοτεχνική υποδομή τους, για την ασφαλή μεταφορά των μαθητών, για την επαναφορά των μαθημάτων της κοινωνιολογίας και των καλλιτεχνικών, ας φροντίσει τα αναλυτικά προγράμματα, ας φτιάξει ένα σχολείο που να μορφώνει και όχι να εξοντώνει .
Είναι προφανές για μας ότι δεν ταυτίζουμε τα πρότυπα με τα πειραματικά σχολεία. Άλλος ο ρόλος των πειραματικών, ο οποίος, ακόμα και σήμερα, δεν φαίνεται να «επιστρέφεται» στην εκπαιδευτική κοινότητα επί πραγματικής βάσης. Εξάλλου οι όροι για ένα πειραματικό πρέπει κάθε φορά να επαναπροσδιορίζονται με όρους κοινωνικούς, γεωγραφικούς και μορφωτικούς.
Η γενίκευση των Πρότυπων και Πειραματικών σχολείων σε κάθε περιοχή, η επιλογή και η συγκέντρωση των «καλών» μαθητών αντικειμενικά υποβαθμίζει το σύνολο των σχολείων, ανακατανέμει το μαθητικό δυναμικό, καταργεί τα γεωγραφικά όρια, ανοίγει το δρόμο για την επιλογή σχολείου από τους γονείς. Αντικειμενικά ανοίγει ο δρόμος για τη δημιουργία σχολείων πολλών ταχυτήτων, με διαφορετική χρηματοδότηση, διαφορετικό πρόγραμμα, διαφορετικά μαθήματα. Οι στοχεύσεις της λεγόμενης «εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης» που απέρριψε μαζικά ο κλάδος με τη μαζική συμμετοχή στην απεργία – αποχή υπηρετούνται μέσα από την επέκταση τέτοιων θεσμών και λειτουργούν ως πολιορκητικός κλοιός για τα υπόλοιπα σχολεία
Στην πράξη, το «πρότυπο και πειραματικό» στοιχείο που στοχεύει η κυβέρνηση να καλλιεργήσει στα σχολεία αυτά είναι να ανοίγουν το δρόμο για την καθολική εφαρμογή των πιο αντιδραστικών και αντιεκπαιδευτικών πολιτικών, την πλήρη εφαρμογή της αξιολόγησης παντού, την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων.
Καλούμε τους Συλλόγους Διδασκόντων να μην αιτηθούν την ένταξη στο θεσμό των Πρότυπων και Πειραματικών και να δυναμώσουν, από κοινού με τους γονείς, τον αγώνα για ουσιαστική αναβάθμιση της εκπαίδευσης για όλα τα παιδιά, για την ικανοποίηση των σύγχρονων μορφωτικών αναγκών των παιδιών του λαού μας.