Η ανατροπή της μακρόχρονης προαναφερθείσας παράδοσης από την πρόσφατη Υ.Α. συνιστά προφανή κοινωνική αδικία, αναφέρει Πανελλήνιος Σύλλογος Συμβούλων και Ωρομίσθιων

Η ανακοίνωση

Με την πρόσφατη Υ.Α. υπ’ αριθμό Κ1/83488 (ΦΕΚ Β΄/3136/19-7-2021) ορίστηκαν τα κριτήρια επιλογής και μοριοδότησης του ωρομίσθιου εκπαιδευτικού προσωπικού στα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας (Σ.Δ.Ε.). Τα κριτήρια αυτά παραμένουν τα ίδια με πέρυσι και ανατρέπουν μια παράδοση χρόνων, παρά το αναλυτικό και τεκμηριωμένο υπόμνημα του συλλόγου μας που υποβλήθηκε στην αρμόδια Γενική Γραμματεία του Υπουργείου Παιδείας. Η στάση αυτή του Υπουργείου φανερώνει ότι είτε δεν μπορεί είτε δεν θέλει να αντιληφθεί την ιδιαιτερότητα των Σ.Δ.Ε. ως σχολείων εκπαίδευσης ενηλίκων και ότι ο βασικός του στόχος είναι η προώθηση συγκεκριμένων κατηγοριών υποψηφίων, ώστε να αντικαταστήσουν τους εκπαιδευτικούς που επί χρόνια υπηρέτησαν με επιτυχία στα Σ.Δ.Ε., όπως θα δείξουμε στη συνέχεια. Παράλληλα με την από 28/7/2021 Πρόσκληση Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος του Ι.ΝΕ.ΔΙ.ΒΙ.Μ. για το ωρομίσθιο εκπαιδευτικό προσωπικό Σ.Δ.Ε. και για πρώτη φορά από την ίδρυση των Σ.Δ.Ε., δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις ανέργους και ημιαπασχολούμενους συναδέλφους για λίγες ώρες εργασίας στα Σ.Δ.Ε. Μέχρι τώρα δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι προσλαμβάνονταν μόνο όταν είχαν εξαντληθεί οι πίνακες των υπολοίπων συναδέλφων. Και εδώ πρωτοφανής αλλαγή που ευνοεί συγκεκριμένες κατηγορίες υποψηφίων και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από το σύλλογό μας.

Τα Σ.Δ.Ε. σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, τον ν. 3879/2010 (παρ.3, αρθρ.3) και τον Κανονισμό Οργάνωσης και Λειτουργίας των Σ.Δ.Ε. (παρ.1, αρθρ.1) αναγνωρίζονται ως σχολεία εκπαίδευσης ενηλίκων με ιδιαίτερες αρχές και εκπαιδευτικές μεθόδους. Μερικά σημεία της παραπάνω Υ.Α. για τα κριτήρια επιλογής και μοριοδότησης του ωρομίσθιου εκπαιδευτικού προσωπικού δεν συνάδουν με την προαναφερθείσα παραδοχή.

1) Αφού τα Σ.Δ.Ε. αποτελούν ένα εκπαιδευτικό θεσμό με αναγνωρισμένη ιδιαιτερότητα, θα ήταν λογικό και αναμενόμενο η διδακτική εμπειρία στα σχολεία αυτά να αποτελεί βασικό κριτήριο επιλογής των εκπαιδευτικών τους, όπως γίνεται και στους υπόλοιπους τομείς της εκπαίδευσης και κατάρτισης. Με την Υ.Α., όμως, και παραβιάζοντας μια δεκάχρονη παράδοση, μειώνεται γενικά η βαρύτητα της διδακτικής εμπειρίας στα Σ.Δ.Ε., εξισώνεται σχεδόν αυτή με την αντίστοιχη στην τυπική εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση και η ανώτατη σχετική μοριοδότηση επιτυγχάνεται με μόλις 2-3 έτη προϋπηρεσίας στα Σ.Δ.Ε. Να σημειωθεί ότι για τα σχολεία της τυπικής εκπαίδευσης, αλλά και της επαγγελματικής κατάρτισης, η βαρύτητα της εξειδικευμένης διδακτικής εμπειρίας είναι πολύ μεγαλύτερη και η ανώτατη μοριοδότηση επιτυγχάνεται με πολύ περισσότερα έτη εμπειρίας. Συμπεράσματα: Σύμφωνα με την Υ.Α. για την πρόσληψη στα Σ.Δ.Ε. η διδακτική εμπειρία γενικά δεν είναι τόσο σημαντική,κάθε είδους διδακτική εμπειρία έχει την ίδια αξία για πρόσληψη στα Σ.Δ.Ε. και ο εκπαιδευτικός μετά από 2-3 έτη απασχόλησης στα Σ.Δ.Ε. δεν επωφελείται από την επιπλέον εμπειρία του για να βελτιώσει την ποιότητα του εκπαιδευτικού του έργου. Ποιες κατηγορίες υποψηφίων ευνοούνται; Όσοι εκπαιδευτικοί έχουν εμπειρία σε άλλες δομές εκτός Σ.Δ.Ε. ή τυπικά προσόντα χωρίς διδακτική εμπειρία, σε βάρος όσων εκπαιδευτικών έχουν διδάξει για πολλά χρόνια σε Σ.Δ.Ε. Προφανής στόχος η εκτεταμένη ανανέωση του προσωπικού, στη λογική του «φύγε εσύ, έλα εσύ».

2) Την τελευταία δεκαετία  οι μεταπτυχιακοί τίτλοι στην εκπαίδευση ενηλίκων μοριοδοτούνταν κατά δύο μόρια περισσότερο, απ’ ότι οι αντίστοιχοι τίτλοι σε άλλες κατευθύνσεις. Απόλυτα λογικό, αν λάβουμε υπόψη μας ότι τα Σ.Δ.Ε. είναι σχολεία εκπαίδευσης ενηλίκων και επομένως όσοι διαθέτουν εξειδικευμένες παιδαγωγικές σπουδές είναι, κατά τεκμήριο, καταλληλότεροι να διδάξουν σ’ αυτά. Αν έπρεπε να γίνει κάποια αλλαγή στο σημείο, αυτή θα έπρεπε να είναι η ακόμη μεγαλύτερη διαφοροποίηση από τους μη συναφείς μεταπτυχιακούς τίτλους, αφού στα σχολεία Ειδικής Αγωγής, σχολεία επίσης με ιδιαίτερες αρχές και μεθόδους, ακολουθείται η ακραία ρύθμιση οι κάτοχοι συναφών μεταπτυχιακών τίτλωννα προτάσσονται έναντι όλων των άλλων. Η πρόσφατη Υ.Α. κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση μειώνοντας τη διαφορά στο μόλις ένα μόριο. Ζητούμε την επαναφορά της διαφοράς στα δύο μόρια.

Επίσης για πρώτη φορά μοριοδοτείται το Πιστοποιητικό Παιδαγωγικής Κατάρτισης ΠΑΤΕΣ/ΣΕΛΕΤΕ, ΕΠΠΑΙΚ/ΑΣΠΑΙΤΕ. Το πιστοποιητικό αυτό απευθύνεται σε όσες ειδικότητες εκπαιδευτικών επιθυμούν διορισμό στη συμβατική δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δεν έχουν λάβει παιδαγωγική κατάρτιση κατά τις πανεπιστημιακές σπουδές τους και ουδεμία σχέση έχει με την εκπαίδευση ενηλίκων, ώστε να μοριοδοτείται για την πρόσληψη σ’ ένα σχολείο εκπαίδευσης ενηλίκων. Επιπλέον το πιστοποιητικό αυτό συγκαταλέγεται στα μοριοδοτούμενα τυπικά προσόντα (πτυχία, μεταπτυχιακά, διδακτορικά), χωρίς να έχει αναγνωριστεί ως διαβαθμισμένος τίτλος σπουδών, αλλά ως αδιαβάθμητο πιστοποιητικό παιδαγωγικής επιμόρφωσης. Τέλος, σημειώνεται ότι κανένας άλλος τίτλος που πιστοποιεί παιδαγωγική επιμόρφωση δεν μοριοδοτείται.

Συμπέρασμα: Κάθε μεταπτυχιακή εξειδίκευση έχει την ίδια αξία και όσοι επένδυσαν στην εκπαίδευση ενηλίκωνγια να ανταποκριθούν κατά το δυνατό καλύτερα στα καθήκοντά τους, απλά δεν ήταν τόσο «τυχεροί» όσο αυτοί που επένδυσαν στην ειδική αγωγή και ήδη έχουν διοριστεί σε σχολεία αντίστοιχα της εξειδίκευσής τους. Ποιες κατηγορίες υποψηφίων ευνοούνται; Όσοι εκπαιδευτικοί δεν έχουν καμία σχέση ή έχουν απασχοληθεί ευκαιριακά στην εκπαίδευση ενηλίκων και αναμενόμενα δεν έχουν την αντίστοιχη κατάρτιση και πάλι σε βάρος όσων επέλεξαν την εκπαίδευση ενηλίκων ως επάγγελμα, απασχολούμενοι επί χρόνια σ’ αυτή, πολλοί εκ των οποίων έχουν φροντίσει να λάβουν την αντίστοιχη εξειδίκευση. Στόχος και πάλι μη εξειδικευμένοι να καταλάβουν τις θέσεις των έμπειρων και καταρτισμένων.

Μέχρι και την περυσινή σχολική χρονιά οι υποψήφιοι ωρομίσθιοι εκπαιδευτικοί Σ.Δ.Ε. που είχαν τη δημοσιοϋπαλληλική ιδιότητα ή αυτή του συνταξιούχου, σύμφωνα με τις σχετικές Προσκλήσεις Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος του Ι.ΝΕ.ΔΙ.ΒΙ.Μ., κατατάσσονταν στο τέλος των αξιολογικών πινάκων και προσλαμβάνονταν στα Σ.Δ.Ε. μόνο εφόσον είχε εξαντληθεί ο πίνακας με τους υπόλοιπους υποψήφιους. Στην περυσινή και τη φετινή Υ.Α. σχετικά με τα κριτήρια  επιλογής  και μοριοδότησης  του ωρομίσθιου εκπαιδευτικού προσωπικού στα Σ.Δ.Ε. η πρόβλεψη αυτή απαλείφθηκε και κατά συνέπεια, σύμφωνα με τη φετινή Πρόσκληση του Ι.ΝΕ.ΔΙ.ΒΙ.Μ. και κατ’ εφαρμογή της Υ.Α., δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι κατατάσσονται στους αξιολογικούς πίνακες αυστηρά σύμφωνα με τα μόρια τους. Αυτό σημαίνει ότι έχουν τη δυνατότητα να καταλάβουν τη θέση ενός ανέργου ή μερικώς απασχολούμενου υποψήφιου.

Η ανατροπή της μακρόχρονης προαναφερθείσας παράδοσης από την πρόσφατη Υ.Α. συνιστά προφανή κοινωνική αδικία. Η πρόσληψη στα Σ.Δ.Ε. ως ωρομίσθιων εκπαιδευτικών πολιτών που το εισόδημα και η εργασιακή τους απασχόληση είναι προστατευμένα,στερεί αυτή τη δυνατότητα από νέους επιστήμονες που προσβλέπουν στα Σ.Δ.Ε. ως τη μοναδική (ή κύρια) ευκαιρία απασχόλησής τους -ιδίως σε μια περίοδο αυξημένης ανεργίας- και οι οποίοι διαθέτουν πιστοποιημένη εκπαιδευτική επάρκεια και πλούσια τυπικά προσόντα. Ο πιθανός αντίλογος ότι μέχρι τώρα δεν ίσχυε αντίστοιχος περιορισμός για τους πλήρως απασχολούμενους στον ιδιωτικό τομέα-που αποτελούσαν σχετικά μικρό ποσοστό των ωρομίσθιων εκπαιδευτικών στα Σ.Δ.Ε.- αντικρούεται εύκολα, γιατί ακόμη και αυτοί δεν έχουν βέβαιη απασχόληση ούτε σταθερό εισόδημα, όπως οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι συνταξιούχοι.

Πρέπει να τονιστεί ότι η αλλαγή αυτή, που ευνοεί συγκεκριμένες κατηγορίες υποψηφίων, δεν αποτελεί προϊόν νομικού καταναγκασμού, αλλά καθαρά πολιτική απόφαση. Αυτό γιατί το Γ΄ τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας με την 607/2017 απόφαση που εξέδωσε, απέρριψε την αίτηση ακύρωσης 59 δημοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων που στρέφονταν ακριβώς κατά της πρόβλεψης σε αντίστοιχη Πρόσκληση που αφορούσε τα Ι.Ε.Κ. ότι «Οι συνταξιούχοι και οι δημόσιοι υπάλληλοι κατατάσσονται στο τέλος των αξιολογικών πινάκων». Το ΣτΕ έκρινε ότι δικαιολογείται η διαφορετική μεταχείριση των δημοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων έναντι των συνυποψήφιων τους που στερούνται των ίδιων πλεονεκτημάτων, όπως ιδίως οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα.

Όταν λοιπόν το ΣτΕ έχει αποφασίσει ότι δικαιολογείται η διακριτική μεταχείριση των δημοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων έναντι των παραπάνω κατηγοριών συνυποψηφίων- πόσο μάλλον έναντι των ανέργων ή ημιαπασχολούμενων- ποιος ο λόγος να αποφασίσει το Υ.ΠΑΙ.Θ. μια τέτοια αλλαγή; Για την ηγεσία του Υπουργείου είναι πιο σημαντικό το επιπλέον εισόδημα για δημόσιους υπάλληλους και συνταξιούχους από την ευκαιρία απασχόλησης για άνεργους νέους επιστήμονες; Το Υπουργείο οφείλει μια ξεκάθαρη απάντηση στα ερωτήματα αυτά. Από τη μεριά μας δεν μπορούμε να αποδεχθούμε την κατάφωρη αυτή αδικία σε βάρος των μελών του συλλόγου μας και επιφυλασσόμαστε για κάθε νόμιμο δικαίωμά μας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025