ΔΟΕ: «Παράνομες οι εκλογές για την ανάδειξη αιρετών στα συμβούλια». Όπως γνωρίζετε, η Δ.Ο.Ε. διαβίβασε στο Υπουργείο Παιδείας, δηλώσεις του συνόλου των υποψηφίων των επιμέρους παρατάξεων, με τις οποίες αποσύρουν τις υποψηφιότητές τους, προσθέτουν στην ανακοίνωση.
Κυρία Υπουργέ,
Όπως γνωρίζετε, η Δ.Ο.Ε. διαβίβασε στο Υπουργείο Παιδείας, δηλώσεις του συνόλου των υποψηφίων των επιμέρους παρατάξεων, με τις οποίες αποσύρουν τις υποψηφιότητές τους και δηλώνουν τη βούλησή τους να μην συμμετάσχουν στις εκλογικές διαδικασίες που προωθείτε, με ηλεκτρονική ψηφοφορία, για τις 7-11-2020.
Δυστυχώς, ωστόσο, διαπιστώνουμε, για μία ακόμα φορά, ότι, αυθαίρετα, επιμένετε σε μία αδιέξοδη διαδικασία που μόνο δεινά θα προκαλέσει στον χώρο της εκπαίδευσης, διαλύοντας ουσιαστικά τη λειτουργία των υπηρεσιακών συμβουλίων, αφού παρά τη ρητή απόσυρση των υποψηφίων εμμένετε να τους θεωρείτε ως υποψήφιους και να μην προχωράτε, ως οφείλετε, στην έκδοση πράξης ανάκλησης των υποψηφιοτήτων.
Ωστόσο, ως υπεύθυνος φορέας για την διαδικασία, την οποία με τόση ζέση προωθείτε θα έπρεπε να γνωρίζετε, ότι η διαδικασία αυτή είναι ευθύς εξαρχής παράνομη, και τούτο με δική σας και μόνο ευθύνη, καθώς δεν έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις, που επιβάλλονται για την συγκρότηση των συνδυασμών, που εμφανίζονται να συμμετέχουν στην εκλογική διαδικασία. Αποτέλεσμα αυτού είναι, ότι η υπ’ αρ. Φ.350 /47/136650/E3/9-10-2020 απόφαση της Γενικής Γραμματέως του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων για την ανακήρυξη των υποψηφίων για το Κ.Υ.Σ.Π.Ε. είναι παράνομη.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 21 του Π.Δ. 1/2003 προβλέπεται ότι: «1. Οι υποψήφιοι αιρετοί εκπρόσωποι στα Υπηρεσιακά Συμβούλια ανακηρύσσονται, ύστερα από έλεγχο των προϋποθέσεων για την εκλογή τους, με απόφαση: α) Του οικείου διευθυντή εκπαίδευσης, όταν πρόκειται για υποψήφιους των περιφερειακών συμβουλίων.
β) Του οικείου περιφερειακού διευθυντή εκπαίδευσης, όταν πρόκειται για υποψήφιους των ανωτέρων περιφερειακών συμβουλίων.
γ) Του γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, όταν πρόκειται για υποψήφιους των κεντρικών συμβουλίων. 2. Οι αποφάσεις αυτές εκδίδονται το πρώτο δεκαήμερο του μηνός Οκτωβρίου του έτους που θα γίνει η εκλογή και ανακοινώνονται στα σχολεία κάθε περιοχής. 3. Για την ανακήρυξη των υποψηφίων πρέπει να έχουν υποβληθεί από τους εκπροσώπους των συνδυασμών, τους μεμονωμένους υποψήφιους μέχρι 20 Σεπτεμβρίου του έτους, που θα γίνει η εκλογή, στον αρμόδιο διευθυντή ή περιφερειακό διευθυντή εκπαίδευσης ή στο Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, κατά περίπτωση, οι πίνακες των υποψηφίων που επιθυμούν να λάβουν μέρος στην εκλογή. Η υποβολή των πινάκων αυτών γίνεται με τη φροντίδα και την ευθύνη των οικείων συνδικαλιστικών οργανώσεων των εκπαιδευτικών».
Από την παραπάνω διάταξη προκύπτει σαφώς, ότι οι υποψηφιότητες θα πρέπει να έχουν υποβληθεί είτε από τους εκπροσώπους των συνδυασμών είτε από τους επιμέρους υποψήφιους. Από την προσεκτική μελέτη του Π.Δ. 1/2003 δεν φαίνεται να προκύπτει πώς συστήνονται οι συνδυασμοί ούτε με ποιον τρόπο ορίζεται ο εκπρόσωπος κάθε συνδυασμού. Πρόκειται συνεπώς για κενό, το οποίο θα πρέπει να καλυφθεί μέσω αναλογίας και μάλιστα από τις αντίστοιχες διατάξεις, που διέπουν τη διαδικασία ανάδειξης των αιρετών εκπροσώπων των εργαζομένων στο εν γένει Δημόσιο, αφού πρόκειται για διατάξεις γενικής εφαρμογής.
Έτσι, η ΥΑ ΔΙΚ ΠΡ/Φ80/8703 [ΦΕΚ Β 684, 1988] «Τρόπος, διαδικασία και προϋποθέσεις εκλογής των εκπροσώπων των υπαλλήλων στα Υπηρεσιακά Συμβούλια των δημοσίων Υπηρεσιών και των νομικών προσώπων Δημοσίου Δικαίου» προβλέπει [αρ. 4 παρ. 3] «Κάθε συνδυασμός καταρτίζεται με γραπτή δήλωση των υποψηφίων, που τον απαρτίζουν. Η δήλωση αυτή περιλαμβάνει
α] την ονομασία του συνδυασμού
β] το ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, υπαλληλική ιδιότητα και ταχυδρομική διεύθυνση των υποψηφίων των συνδυασμών κατά αλφαβητική σειρά γ] το ονοματεπώνυμο του υποψηφίου, που ορίζεται ως εκπρόσωπος του συνδυασμού. Η ιδιότητα του εκπροσώπου αποδεικνύεται από κοινή ή μεμονωμένη δήλωση των υποψηφίων των συνδυασμών».
Επιπροσθέτως, στην παρ. 4 του ιδίου ως άνω άρθρου προβλέπεται: «Η δήλωση για την κατάρτιση των συνδυασμών υποψηφίων υποβάλλεται στις αρμόδιες υπηρεσίες της παρ. 1 του άρ. 3 ή αποστέλλεται τηλεγραφικά σε αυτές» ενώ στην παρ.1 του ιδίου άρθρου προβλέπεται «Συνδυασμός θεωρείται η κοινή συμμετοχή στις εκλογές τουλάχιστον τεσσάρων υποψηφίων στο ίδιο ψηφοδέλτιο». Από τα ανωτέρω προκύπτει, ότι για την κατάρτιση συνδυασμού απαιτείται τουλάχιστον κοινή δήλωση των υποψηφίων του κάθε συνδυασμού καθώς και ορισμός εκπροσώπου αυτού.
Με το υπ’ αρ. Φ.350 /47/136650/E3/9-10-2020 έγγραφο της Γενικής Γραμματέως του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων ανακηρύχθηκαν οι υποψήφιοι για το Κ.Υ.Σ.Π.Ε. Μεταξύ των εγγράφων, που ελήφθησαν υπόψη από την ανωτέρω απόφαση είναι και «Το υπ’ αριθμ. 1018/2-10-2020 έγγραφο της Δ.Ο.Ε.(Α.Π. Γ.Γ.Γ.:1422/2-10-2020), «Κατάθεση αιτήσεων υποψηφιότητας για εκλογή αιρετών στο Κ.Υ.Σ.Π.Ε.», με το οποίο κατατέθηκαν στις 2-10-2020 στο Υ.ΠΑΙ.Θ. οι αιτήσεις υποψηφιότητας για εκλογή αιρετών εκπροσώπων στο Κ.Υ.Σ.Π.Ε.».
Το παραπάνω έγγραφο της Δ.Ο.Ε., ωστόσο, όπως μπορείτε εύκολα να διαπιστώσετε, αποτελεί απλώς διαβίβαση των αιτήσεων υποψηφιοτήτων και μάλιστα με την απλή μορφή πίνακα, χωρίς να περιέχονται σε αυτό τα αναγκαία στοιχεία για την συγκρότηση συνδυασμών, δηλαδή κοινή δήλωση των υποψηφίων περί συγκρότησης συνδυασμού και ορισμός εκπροσώπου και αυτό γιατί ποτέ δεν μας ζητήθηκε με έγγραφο του Υπουργείου Παιδείας. Από τα παραπάνω προκύπτει, ότι η απόφαση της Γενικής Γραμματέως για την ανακήρυξη των υποψηφίων στο Κ.Υ.Σ.Π.Ε. έχει εκδοθεί χωρίς να συντρέχει η αναγκαία προϋπόθεση για την συγκρότηση συνδυασμών, αφού δεν υφίσταται η κοινή δήλωση των υποψηφίων και ορισμός εκπροσώπου κάθε συνδυασμού.
Τονίζουμε ότι μετά την ανακήρυξη των υποψηφίων με την παραπάνω παράνομη πράξη, το σύνολο των υποψηφίων με ατομικές δηλώσεις τους προέβησαν σε ανάκληση των υποψηφιοτήτων τους, το σύνολο δε των παρατάξεων των εκπαιδευτικών δήλωσαν, ότι δεν συμμετέχουν στην εκλογική διαδικασία.
Με την ανάκληση των επιμέρους υποψηφιοτήτων δεν υπάρχει πλέον η αναγκαία προϋπόθεση για την ανακήρυξη των υποψηφίων, που δεν είναι άλλη από την επιθυμία των συγκεκριμένων εκπαιδευτικών να συμμετέχουν στη διαδικασία ως υποψήφιοι, γεγονός που επιβάλλει την ανάκληση της πράξης ανακήρυξης. Δεν φανταζόμαστε, ότι μπορείτε (ως νομικός μάλιστα η ίδια) πιστεύετε, ότι δικαιούστε να διατηρήσετε έναν εκπαιδευτικό ως υποψήφιο, τη στιγμή, που ο ίδιος δεν επιθυμεί κάτι τέτοιο.
Τέλος, οι παρατάξεις των εκπαιδευτικών δηλώνουν, ότι δεν συμμετέχουν στην διαδικασία ανάδειξης αιρετών στα Υπηρεσιακά Συμβούλια και ότι δεν σας έχουν παραχωρήσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο, το δικαίωμα να κάνετε χρήση των ονομάτων και των διακριτικών τους. Η συνέχιση μίας τέτοιας χρήσης, αυθαίρετα, επιφέρει συνέπειες, τις οποίες θέτουμε υπόψη σας και σας καλούμε για μία ακόμα φορά να ανακαλέσετε την παράνομη πράξη της Γενικής Γραμματέως και να απέχετε από την χρήση του ονόματος και των διακριτικών στοιχείων των επιμέρους παρατάξεων, οι οποίες επιφυλάσσονται παντός νόμιμου δικαιώματός τους.
Σας καλούμε να σταματήσετε, επιτέλους, αυτήν την παντελώς έωλη διαδικασία και να προχωρήσετε σε διενέργεια των εκλογών ανάδειξης των αιρετών όταν θα υπάρξουν οι ευμενείς υγειονομικές συνθήκες που θα καταστήσουν τη διενέργειά τους ασφαλή, με τη δια ζώσης παρουσία των συναδέλφων, σε εργάσιμη ημέρα χωρίς άδεια και έως τότε να παρατείνουν τη θητεία των νυν αιρετών. Ταυτόχρονα, να καταργήσετε την τροπολογία του Π.Δ. 1/2003 που ψηφίστηκε με το νόμο 4728/20 και την εφαρμοστική Υ.Α. (Φ.350/52/139940) όπου ορίζεται η διεξαγωγή των εκλογών για την ανάδειξη αιρετών στα Υπηρεσιακά Συμβούλια με ηλεκτρονική ψηφοφορία και να καλέσετε τις εκπαιδευτικές Ομοσπονδίες σε ουσιαστικό διάλογο δίχως προειλημμένες αποφάσεις.