Τα ξενόγλωσσα εκσυγχρονίζουν τα ελληνικά πανεπιστήμια και τους δίνουν τα εφόδια για να γίνουν ανταγωνιστικά στον 21ο αιώνα, τόνισε ο υφυπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων , την Πέμπτη 4 Ιουνίου, στη συνεδρίαση της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, με την οποία ολοκληρώθηκε η συζήτηση επί του νομοσχεδίου του υπουργείου, πριν τεθεί ενώπιον της Ολομέλειας.

Ο κ. Διγαλάκης απάντησε με ισχυρά επιχειρήματα στις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης περί αμφισβητούμενης επιστημονικής συγκρότησης Προγράμματα Σπουδών που υπονομεύουν το βασικό ακαδημαϊκό πρόγραμμα και “χτίζουν” ένα παράλληλο σύστημα εκπαίδευσης στα πανεπιστήμια.

Επικαλούμενος το σχετικό άρθρο (άρθρ. 82, παρ. 2) του νομοσχεδίου, ο Υφυπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων τόνισε ότι η ίδρυση και η λειτουργία των ξενόγλωσσων Προγραμμάτων Σπουδών γίνεται με απόφαση της Συγκλήτου, μετά από εισήγηση της Συνέλευσης του Τμήματος του Πανεπιστημίου, και υπενθύμισε ότι αρμόδια όργανα για την οργάνωση, διοίκηση και λειτουργία των Προγραμμάτων αυτών είναι η Σύγκλητος, η Επιτροπή του Προγράμματος Σπουδών και ο Διευθυντής του Προγράμματος. Συνεπώς, τα Προγράμματα αυτά συνδέονται οργανικά με τα Τμήματα και υπόκεινται στον απόλυτο έλεγχο των αρμόδιων οργάνων τους, σημείωσε ο κ. Διγαλάκης.

Η ποιότητα των προγραμμάτων αυτών εξασφαλίζεται από το γεγονός ότι θα είναι αξιολογημένα και θα προκύπτουν με αποκλειστική απόφαση των πανεπιστημίων, χωρίς παρέμβαση του υπουργείου, πρόσθεσε ο κ. Διγαλάκης.

Υπενθύμισε, επίσης, ότι της απόφασης ίδρυσής τους από τη Σύγκλητο προηγείται μια εμπεριστατωμένη πρόταση για τη λειτουργία τους από το Τμήμα, η οποία περιλαμβάνει διεξοδική περιγραφή που αφορά το περιεχόμενό τους, τον αριθμό των εισακτέων, τα κριτήρια επιλογής, τα τέλη φοίτησης και τον προϋπολογισμό -που δεν θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό- καθώς και μελέτη σκοπιμότητας και επιστημονική και επιστημολογική μελέτη. Ο συγκεκριμένος φάκελος – πρόταση θα υποβάλλεται στην Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης, η οποία είναι υπεύθυνη για την πιστοποίηση και την περιοδική αξιολόγησή του. Αυτές είναι οι εγγυήσεις για την ποιότητα και την αξιοπιστία των προγραμμάτων, τόνισε με έμφαση ο κ. Διγαλάκης και αντιπαρέβαλε την προχειρότητα με την οποία χειρίστηκε αυτή τη διαδικασία η προηγούμενη κυβέρνηση, η οποία ίδρυσε “εκατοντάδες πανεπιστημιακά τμήματα, χωρίς αξιολόγηση, ενίοτε χωρίς τη συναίνεση των πανεπιστημίων, και νομοθετώντας ακόμα και με βουλευτικές τροπολογίες της τελευταίας στιγμής”.

Τέλος, αναφέρθηκε στο βασικό χαρακτήρα που θα έχουν αυτά τα προγράμματα, την ευελιξία και τη διεπιστημονικότητα. Η γνώση, όπως είπε ο κ. Διγαλάκης, τρέχει με εκθετικό ρυθμό -και με τη συμβολή του διαδικτύου στις μέρες μας- και τα επιστημονικά δεδομένα αλλάζουν κατά μέσο όρο κάθε 13 μήνες για πολλούς επιστημονικούς κλάδους, όπως έδειξε και η πρόσφατη εμπειρία της πανδημίας. Την ίδια στιγμή απαιτείται σύνθεση των επιστημονικών αντικειμένων και γι’ αυτό, πλέον, η τάση στα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου είναι τα Προγράμματα Σπουδών με διεπιστημονικό χαρακτήρα, που συνδυάζουν, για παράδειγμα, την Επιστήμη των Υπολογιστών με τη Μοριακή Βιολογία ή την Πληροφορική με τα Οικονομικά και την Επιστήμη Δεδομένων.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025