Η διετής υποχρεωτική προσχολική εκπαίδευση, αίτημα πολλών ετών του κλάδου Δασκάλων και Νηπιαγωγών και υπόσχεση πολλών υπουργών και κυβερνήσεων, κοντεύει να γίνει επιτέλους πραγματικότητα, έστω και σε βάθος τριετίας, από τη σημερινή κυβέρνηση, που δείχνει να κατανοεί τη σημασία της και να συμφωνεί με την ισότιμη ενσωμάτωση της στον ενιαίο σχεδιασμό της εκπαίδευσης, δεδομένου ότι η Προσχολική Αγωγή αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο του εκπαιδευτικού συστήματος κάθε προηγμένης κοινωνίας.
Της Bάσως Βασίλα*
Η εξαγγελία για την 14χρονη υποχρεωτική βασική εκπαίδευση τόσο στη χώρα μας όσο και στις χώρες της ΕΕ, γίνεται επιτέλους πραγματικότητα. Σταματά ένας εμπαιγμός πολλών χρόνων σε βάρος της εκπαιδευτικής κοινότητας και των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών και δεν επιδέχεται καμία παρερμηνεία.
Δύο ξεχωριστές δομές
Στη χώρα μας έχουμε δυο ξεχωριστές, διαφορετικές δομές για τη φοίτηση των παιδιών της προσχολικής ηλικίας. Η μια είναι τα νηπιαγωγεία, που υπάγονται στο υπουργείο Παιδείας, διδάσκουν νηπιαγωγοί και εφαρμόζουν σύγχρονα αναλυτικά προγράμματα, που έχουν σύνδεση και συνέχεια με τη Δημοτική Εκπαίδευση. Έχουν, επίσης, σκοπό την ολόπλευρη και ισόρροπη ανάπτυξη των νηπίων στο νοητικό, κινητικό, γνωστικό, συναισθηματικό και κοινωνικό τομέα ανάπτυξης, ώστε να αποκτήσουν βαθμιαία τα απαραίτητα εφόδια, γνώσεις, στάσεις και αξίες και να ζήσουν δημιουργικά και ευτυχισμένα σ’ ένα κόσμο που συνεχώς αλλάζει. Στα νηπιαγωγεία, έως σήμερα, φοιτούν υποχρεωτικά τα παιδιά ηλικίας 5-6 ετών και προαιρετικά τα προνήπια 4-5 ετών. Στην πραγματικότητα, σ’ όλη την επικράτεια και με την καθιέρωση των ολοήμερων νηπιαγωγείων η μεγάλη πλειοψηφία των παιδιών και των δύο ηλικιών παρακολουθούν το νηπιαγωγείο. Εξαίρεση αποτελούν η Αθήνα και η ευρύτερη Αττική, λόγω έλλειψης υλικοτεχνικών υποδομών και ίσως πολύ λίγα μεγάλα αστικά κέντρα.
Η δεύτερη δομή αφορά τους παιδικούς σταθμούς, οι οποίοι υπάγονται στους Δήμους, διδάσκουν κυρίως βρεφονηπιοκόμοι και πολύ λιγότεροι νηπιαγωγοί, έχουν ως σκοπό τη μέριμνα, τη φροντίδα, τη φύλαξη και την αγωγή των μικρών παιδιών και εξυπηρετούν κυρίως τους εργαζόμενους γονείς. Οι ηλικίες των παιδιών που δέχονται συνήθως ξεκινούν από τα 2,5 χρόνια και, βέβαια, κάποιοι παιδικοί σταθμοί των μεγάλων πόλεων έχουν και βρεφικά τμήματα. Τα καταστατικά των παιδικών σταθμών, ωστόσο, δεν αναφέρονται μόνο σ’ αυτήν την ηλικία!
Γνωρίζοντας την αληθινή πραγματικότητα και παραβλέποντας σκοπιμότητες και κακώς εννοούμενα επαγγελματικά συμφέροντα, θα λέγαμε ότι η κάθε δομή λειτουργεί ανεξάρτητα και δεν επηρεάζει την άλλη, πολύ περισσότερο δεν λειτουργεί η μια σε βάρος της άλλης, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα. Μια πρακτική που εφαρμοζόταν σε πολλούς παιδικούς σταθμούς ήταν να δέχονται πρωτίστως τα προνήπια και αν περίσσευαν θέσεις έπαιρναν τις μικρότερες ηλικίες. Η πρακτική αυτή συνεχίζεται ως τις μέρες μας και κανείς δεν μπήκε στον κόπο να ασχοληθεί και να δει ποιους τελικά εξυπηρετεί, να αξιολογήσει πόσα και ποια παιδιά μένουν έξω από τις κοινωνικές δομές φροντίδας, πως λύνουν οι γονείς το πρόβλημά τους, για το που θα αφήσουν τα παιδιά τους. Σε συνδυασμό, δε ,με το ότι το νηπιαγωγείο και οι νηπιαγωγοί δεν πρόβαλαν το έργο και την καλή λειτουργία των ολοήμερων τμημάτων (θυμηθείτε αντιδράσεις συναδέλφων, αλλά και συνδικαλιστών) εδραιώθηκε ένας άτυπος κανόνας και μια στρεβλή αντιμετώπιση του προβλήματος.
Αβάσιμες ανησυχίες
Παίρνοντας υπόψη τα σημερινά δεδομένα και την υπάρχουσα κατάσταση θα λέγαμε ότι δημιουργείται κακώς η αίσθηση δύο αντίπαλων στρατοπέδων, που το ένα θίγει το άλλο. Αφήνεται σαφέστατα να υπονοηθεί, με διλημματικά επιχειρήματα, ηθικά, ιδεολογικά, κοινωνικά και πολιτικά και με λιγότερη επιτυχία παιδαγωγικά και επιστημονικά από την πλευρά του Συλλόγου Βρεφονηπιοκόμων, ότι με την ψήφιση της διετούς υποχρεωτικής προσχολικής εκπαίδευσης, απειλείται πιθανή μείωση των παιδιών των παιδικών σταθμών, αφού τα προνήπια υποχρεωτικά θα πάνε νηπιαγωγείο, που θα δημιουργήσει πρόβλημα στους εργαζόμενους βρεφονηπιοκόμους και το βοηθητικό προσωπικό, μείωση δηλαδή θέσεων εργασίας.
Η αγωνία και οι ανησυχίες της ΚΕΔΕ, της ΠΟΕ-ΟΤΑ και της ΠΑΣΥΒΙΝ δεν έχουν κανένα αντίκρισμα, καθώς τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία δεν αμφισβητούνται από κανένα, καταδεικνύουν ότι ο μέσος όρος των γεννήσεων τα τελευταία χρόνια ανέρχεται περίπου σε 90.000, δηλαδή, για τη φοίτηση σε βρεφικούς και παιδικούς σταθμούς αντιστοιχούν 276.894 μικρά παιδιά ηλικίας από 1 έως 3 χρονών. Οι βρεφικοί-παιδικοί σταθμοί καλύπτουν τις 88.396. Εκτός παραμένουν 188.498 παιδιά. Άρα είναι καιρός να δούμε και να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα και το σκοπό και τους στόχους που πρέπει να εξυπηρετεί η κάθε δομή.
Όσον αφορά το παιδαγωγικό, μαθησιακό και γνωστικό μέρος, που θέλουν να αναδείξουν, νομίζω ότι τόσο η δομή και λειτουργία όσο και το αναλυτικό πρόγραμμα του νηπιαγωγείου αποδεικνύει περίτρανα ότι το νηπιαγωγείο επηρεάζει θετικά τη γνωστική ανάπτυξη και την προσωπική εξέλιξη όλων των παιδιών και επιτελεί αντισταθμιστικό ρόλο, ώστε τα παιδιά να εξελιχθούν σε ικανούς αυριανούς μαθητές που θα σημειώνουν επιτυχίες στο σχολείο. Αποτελέσματα σχετικών ερευνών μας γνωστοποιούν ότι τα παιδιά αναπτύσσουν θετικές στάσεις απέναντι στη μάθηση, όταν εμπλέκονται ενεργά στη μαθησιακή διαδικασία, μέσα από ένα συστηματικά οργανωμένο και πλούσιο σε ερεθίσματα περιβάλλον, όπως είναι δομημένος ο χώρος του νηπιαγωγείου, χρησιμοποιώντας και υποστηρίζοντας ερεθίσματα για δραστηριότητες του αναδυόμενου, μαθηματικού, φυσικού και τεχνολογικού εγγραμματισμού.
Αποσαφήνιση ρόλων, κοινοί στόχοι
Όλα αυτά δεν υποβιβάζουν σε καμία περίπτωση το ρόλο και την αξία των παιδικών σταθμών και των συναδέλφων βρεφονηπιοκόμων, που προσπαθούν με όλες τους τις δυνάμεις να υπηρετήσουν τις ανάγκες των μικρών παιδιών. Είναι σημαντικό, όμως, να αποσαφηνιστούν οι δύο διαφορετικοί ρόλοι που επιτελούν και οι οποίοι πραγματικά δεν αλληλοεπηρεάζονται αρνητικά. Απεναντίας, η φοίτηση ξεκινά από τους παιδικούς σταθμούς, που αποτελούν τον πρώτο φορέα κοινωνικοποίησης των μικρών παιδιών και συντελούν στην ομαλή, ευκολότερη και περισσότερο ανώδυνη μετάβαση στο νηπιαγωγείο που παρέχει αγωγή και εκπαίδευση, ώστε να συνεχίσουν στο δημοτικό σχολείο με επιτυχία.
Άρα, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς και χωρίς παρωπίδες, προσφέροντας όλοι τις καλύτερες υπηρεσίες για τα μικρά παιδιά, μπορούμε να συμφωνήσουμε και να αγωνιστούμε για ποιοτικότερα προγράμματα, καλύτερες υποδομές, βοηθητικό προσωπικό, συνεχείς επιμορφώσεις, μέσα από τις δομές που υπηρετεί ο καθένας μας είτε στον παιδικό σταθμό είτε στο νηπιαγωγείο. Είναι λυπηρό παιδαγωγοί τόσο των παιδικών σταθμών όσο και των νηπιαγωγείων να εμπλέκονται σε μια στείρα αντιπαράθεση και να ξεχνούν το συμφέρον και την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των γονιών, ειδικά σήμερα, και τις καλύτερες συνθήκες για τα μικρά παιδιά που αξίζουν και δικαιούνται το καλύτερο!
* Πρώην σχολική σύμβουλος Προσχολικής Αγωγής.