ΕΛΜΕ Φλώρινας – Τα στοιχεία:
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ διδάσκουμε μόλις 528 ώρες ετησίως έναντι 663 (στην Κατώτερη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση) και 629 ωρών (στην Ανώτερη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση) των συναδέλφων μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Βέβαια, αυτό που εντέχνως παραλείπεται να αναφερθεί είναι ότι η συγκεκριμένη απόκλιση δεν οφείλεται στο μικρό εβδομαδιαίο διδακτικό ωράριο αλλά στην εξεταστικολαγνεία του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Ας τα ξεκαθαρίσουμε λοιπόν:
Το μέσο εβδομαδιαίο διδακτικό ωράριο στην Ελλάδα είναι 20,5 ώρες, την ώρα που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 20. Μάλιστα, το μέγιστο ωράριο των 23 ωρών είναι ένα από τα μεγαλύτερα πανευρωπαϊκά, καθώς μόνο στη Γερμανία (28 ώρες), στη Φινλανδία, στο Βέλγιο και στην Κύπρο (24 ώρες) συναντάμε εκπαιδευτικούς που διδάσκουν εβδομαδιαίως περισσότερες ώρες από έναν Έλληνα καθηγητή με λιγότερα από έξι χρόνια υπηρεσίας. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι σε κάποιες περιπτώσεις οι παραπάνω ώρες διδασκαλίας συνοδεύονται από υψηλότερες αποδοχές ή μικρότερο αριθμό μαθητών ανά τάξη.
Οι εργάσιμες εβδομάδες είναι 39 στη χώρα μας, έναντι 38 του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Το περίφημο δίμηνο των καλοκαιρινών διακοπών συναντάται, εκτός από την Ελλάδα, στην Αυστρία (2,5μήνες), το Βέλγιο, την Κύπρο, τη Γαλλία, το Λουξεμβούργο, τη Μάλτα, την Πολωνία, την Ισπανία και τη Β. Ιρλανδία, ενώ στις υπόλοιπες χώρες οι διακοπές είναι διάσπαρτες κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους (δείτε ΚΕΜΕΤΕ, 2010, σσ. 7-10).
Οι ετήσιες ημέρες διδασκαλίας είναι πράγματι λιγότερες (153 έναντι 176), αυτό ωστόσο οφείλεται αποκλειστικά στην σχεδόν δίμηνη μετατροπή των σχολείων σε εξεταστικά κέντρα κατά τις περιόδους του Ιουνίου και του Σεπτεμβρίου. Αυτός είναι και ο βασικός παράγοντας που συμβάλει στο να εμφανίζονται οι Έλληνες εκπαιδευτικοί ότι διδάσκουν λιγότερο του διεθνούς μέσου όρου ετησίως.
Ακόμη και ο ΟΟΣΑ παραδέχεται ότι ο συνολικός χρόνος που περνούν οι εκπαιδευτικοί στο σχολείο στην Ελλάδα είναι σημαντικά μεγαλύτερος του διεθνούς μέσου όρου (1.170 ώρες έναντι 1.030). Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι οι Έλληνες εκπαιδευτικοί μετά την αποχώρησή τους από το σχολείο επιφορτίζονται με ένα μεγαλύτερο φόρτο εργασίας σε όρους προετοιμασίας, διόρθωσης γραπτών και εργασιών, κ.α., εξαιτίας της ενασχόλησής τους με άσχετα προς το αντικείμενο της διδασκαλίας καθήκοντα (γραμματειακής υποστήριξης) κατά την παραμονή τους σε αυτό.
Τέλος, ένα ζήτημα για το οποίο σπάνια γίνεται λόγος είναι η μισθολογική απαξίωση, καθώς όποιον μισθολογικό δείκτη και αν επιλέξει κανείς είναι ξεκάθαρο ότι οι Έλληνες εκπαιδευτικοί κατατάσσονται στους χειρότερα αμειβόμενους πανευρωπαϊκώς.