Ομάδα Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Με αφορμή δημοσιεύματα σχετικά με το μάθημα των Θρησκευτικών, το ΙΕΠ επισημαίνει:
1.Το πόρισμα της επιτροπής του ΙΕΠ για το μάθημα των Θρησκευτικών αποτελεί καρπό συνεργασίας και διαβούλευσης με φορείς τόσο της εκπαίδευσης, όσο και της Εκκλησίας (αντιπροσωπεία της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ΟΛΜΕ, Κοσμήτορες και Προέδρους των Θεολογικών Σχολών και Τμημάτων, Ενώσεις των Θεολόγων εκπαιδευτικών – πλην της ΠΕΘ, η οποία δεν προσήλθε – Σχολικούς Συμβούλους Θεολόγων, εμπειρογνώμονες και αξιολογητές των νέων ΠΣ στα Θρησκευτικά Δημοτικού-Γυμνασίου και Λυκείου)
2.Βάση και αφετηρία των εργασιών και διαβουλεύσεων της επιτροπής αποτέλεσαν τα νέα Προγράμματα Σπουδών (ΠΣ) στα Θρησκευτικά πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο), τα οποία εκπονήθηκαν μεταξύ 2010 και 2015 στο πλαίσιο υλοποίησης αντίστοιχης Πράξης, από μια πλειάδα θεολόγων εκπαιδευτικών, δασκάλων, σχολικών συμβούλων και μελών ΔΕΠ των Θεολογικών Σχολών, που επελέγησαν με τη διαδικασία που προέβλεπε το έργο.
Στα νέα Π.Σ. αναγνωρίζεται ότι το μάθημα των Θρησκευτικών χρειάζεται:
–να προσφέρει γνώση και κατανόηση για τα θρησκευτικά «πιστεύω» και τις θρησκευτικές εμπειρίες
–να προσελκύσει το ενδιαφέρον των μαθητών στην ποικιλία των θρησκευτικών δυνατοτήτων και ηθικών αντιλήψεων
–να ενθαρρύνει τους μαθητές, ώστε να ευαισθητοποιηθούν προς τη θρησκεία και τις θρησκευτικές διαστάσεις της ζωής.
Με αυτούς τους στόχους, το μάθημα των Θρησκευτικών καλείται να αξιοποιήσει:
–την προώθηση της διαφοροποίησης στη διδασκαλία-μάθηση και αξιολόγηση
– την καθιέρωση και ενίσχυση της καινοτομίας και της δημιουργικότητας σε όλα τα επίπεδα
– την οριζόντια διάχυση των ιδεών της αειφορίας και της προστασίας του περιβάλλοντος
– την προώθηση της ψηφιακής επικοινωνίας, σε ισορροπία με τις κλασικές μορφές «προφορικότητας» και «εγγραματισμού»
Συνοψίζοντας, με το νέο Π.Σ. προωθείται μια παιδαγωγικά ευαίσθητη, με ρεαλιστικούς μαθητικούς στόχους, διδακτικά ευέλικτη και πολυεπίπεδη πρόταση θρησκευτικής αγωγής, η οποία βασίζεται στο ισχύον νομικό πλαίσιο και ανταποκρίνεται στις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες.
Επίκεντρο του περιεχομένου του νέου Π.Σ. παραμένει η ορθόδοξη παράδοση, αλλά διαφοροποιείται από την κατήχηση, διασώζοντας εύλογες και αναγκαίες ισορροπίες ανάμεσα στο οικείο και το έτερο χωρίς να μετατρέπει το μάθημα σε Θρησκειολογία.
3. Η επιτροπή έλαβε υπόψη της:
α) τους Γενικούς Σκοπούς της Εκπαίδευσης, όπως περιγράφονται στην οικεία νομοθεσία για κάθε βαθμίδα
β) τιςδιεθνείς εξελίξεις στην παιδαγωγική θεωρία και πράξη γενικότερα και στη θρησκευτική εκπαίδευση ειδικότερα
γ) τις σύγχρονες θεωρίες για τη μορφή και το περιεχόμενο των προγραμμάτων σπουδών
δ) τις σύγχρονες συνθήκες και τα χαρακτηριστικά του ελληνικού δημόσιου σχολείου, συμπεριλαμβανομένων των μεταβολών που καταγράφονται ως προς την πολιτισμική και θρησκευτική σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού
ε) τις οδηγίες και αποφάσεις Διεθνών Οργανισμώνγια τη πολιτισμική, κοινωνική και συμπεριληπτική διάσταση της θρησκευτικής εκπαίδευσης
4. Την επιτροπή επίσης απασχόλησαν:
α) η συμβατότητα των νέων ΠΣ με τα εν χρήσει διδακτικά υλικά που αποστέλλονται από το Υπουργείο Παιδείας στα σχολεία
β) οι προϋποθέσεις και διαδικασίες εφαρμογής και διδακτικής αξιοποίησης των νέων ΠΣ
Συγκεκριμένα η επιτροπή προτείνει:
1. Τη συνέχιση των εργασιών αναθεώρησης των νέων ΠΣ στα Θρησκευτικά Δημοτικού-Γυμνασίου και Λυκείου, όπως προβλέπεται από το πρόγραμμα εκπόνησής τους και την ένταξη σε αυτά βελτιώσεων
2. Την ανάληψη εκτεταμένης και άρτια οργανωμένης επιμορφωτικής δράσης για τους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Για τον σκοπό αυτό χρειάζεται η σταδιακή και κυλιόμενη επιμόρφωση από έμπειρους επιμορφωτές, καταρχάς των σχολικών συμβούλων και στη συνέχεια των εκπαιδευτικών/επιμορφωτών που θα επιμορφώσουν τους ανά την επικράτεια εκπαιδευτικούς.
3. Την ανάπτυξη και δημιουργία κατάλληλου διδακτικού και υποστηρικτικού υλικού, απόλυτα συμβατού και προσαρμοσμένου για κάθε τάξη του Δημοτικού, του Γυμνασίου και του Λυκείου.
4. Την κατάλληλη κινητοποίηση όλου του αρμόδιου μηχανισμού διοικητικής και παιδαγωγικής υποστήριξης, με στόχο έγκαιρη πρόνοια για επαρκή συντονιστική και καθοδηγητική υποστήριξη του εγχειρήματος.