Του Νίκου Τσούλια
Ο εκπαιδευτικός σε κάθε εποχή και σε κάθε λαό ποτέ δεν ήταν ένας απλός επαγγελματίας. Αποτελούσε σε σημαντικό βαθμό – ανάλογα με το πολιτιστικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο – μια μορφή πρότυπου για τους εκπαιδευόμενους. Με δεδομένο ότι το σχολείο αποτελούσε τη δεύτερη και μοναδική εναλλακτική «θεσμική φωλιά αγωγής» παράλληλα με την αντίστοιχη οικογενειακή από τις πολύ μικρές ηλικίες μέχρι εκείνες της εφηβείας και της ενηλικίωσης, ο εκπαιδευτικός επιτελεί το ρόλο του ως κεντρικό πρόσωπο επί της σκηνής.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι οι μαθητές και οι μαθήτριες μέσα από το σκηνικό της διδασκαλίας μετασχηματίζουν την εκπαιδευτική αφήγηση σε προσωπική παράσταση του εκπαιδευτικού. Αξιολογούν ως κορωνίδα της σχολικής πράξης τη «μορφή» και την προσωπικότητα του εκπαιδευτικού. Κάθε εκπαιδευτικός θα διδάξει την Ιφιγένεια ή τους Νόμους του Νεύτωνα, για παράδειγμα, αλλά στη σκέψη και στη συνείδηση των μαθητών διδάσκει με ξεχωριστό τρόπο το ίδιο αντικείμενο και έχει διαφορετική ακτινοβολία ως προς τη μορφωτική τελετουργία.
Το πρόσωπο και η προσωπικότητα του εκπαιδευτικού δεν είναι απλώς συμπαρομαρτούντα στοιχεία της διδασκαλίας, αλλά συνιστούν το βαθύ πυρήνα της μάθησης και της όλης παιδαγωγικής λειτουργίας. Η Προσωπικότητα του εκπαιδευτικού παίζει σημαντικό ρόλο στη σχολική πράξη, εκφράζει το Όλον του και μορφοποιεί το «παιδαγωγικό παράδειγμά» του. Με αυτή θα δίνει την καθημερινή μάχη για να κερδίζει την τάξη ο παιδαγωγός. Μέσω αυτής θα εμπνεύσει το σεβασμό και την εμπιστοσύνη και θα ενσπείρει τα σπέρματα του μαθησιακού ενδιαφέροντος. Όταν ο μαθητής και η μαθήτρια νιώθει μια ολοκληρωμένη και ισχυρή μορφωτική προσωπικότητα, γεύεται βιωματικά την αίγλη της διδασκαλίας, έχει πεισθεί ψυχικά για την αναγκαιότητα της διδακτικής πράξης και νιώθει μια ασφάλεια ότι τα πολλά μικρά ταξίδια που γίνονται στη σχολική αίθουσα έχουν νόημα και αξία για τη ζωή τους.
Ο μαθητής και η μαθήτρια προσέχουν και εξετάζουν κάθε στοιχείο του εκπαιδευτικού: τη διδακτική επάρκεια, την επιστημονική αρτιότητα, την παιδαγωγική ακτινοβολία, την προσωπική πολιτιστική του αποσκευή, την εν τοις πράγμασι στάση ζωής του, τον πλουραλισμό της εκφραστικότητάς του, την ποικιλομορφία της εκπαιδευτικής του τέχνης, την ελκυστικότητα των κινήσεών του, τον ευρύτερο μορφωτικό του πλούτο, τη σταθερή κοινωνικότητά του, το λεκτικό του δυναμικό, την εναλλακτικότητα των μεθόδων του, το προσιτό ύφος, την ταπεινότητα του χαρακτήρα του, την έκφραση του οίστρου για τη διδασκαλία. Ακόμα και το στήσιμο του σώματός του και το ντύσιμό του ή οι χορευτικές και μουσικές δυνατότητές του στις εκδηλώσεις του σχολείου αποτελούν στοιχεία ακτινογράφησης και αξιολόγησης του όλου ειδώλου του. Υπάρχει άραγε κανένας άνθρωπος που χρόνια μετά από τη σχολική του ζωή δεν θυμάται με τα πιο ζωηρά χρώματα κάποια στοιχεία της προσωπικότητας του δάσκαλου του στο Δημοτικό σχολείο ή κάποιου καθηγητή του στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο; Η εκπαιδευτική αφήγηση δεν είναι μόνο ο λόγος της διδασκαλίας αλλά όλο το σκηνικό της παιδαγωγικής πράξης και πιο πολύ το βασικό πρόσωπο που είναι ο επί σκηνής πρωταγωνιστής. Ο εκπαιδευτικός δίνει κάθε διδακτική ώρα μια θεατρική παράσταση, εξιστορεί κάποιο κομμάτι της ζωής του ανθρώπου, αναπαριστά ένα μέρος της πραγματικότητας, φυσικής ή κοινωνικής, “παίζει” στην παραμεθόριο μεταξύ άγνοιας και γνώσης, τεχνοτροπεί στο απροσδιόριστο φόντο του μέλλοντος.
Η Προσωπικότητα του εκπαιδευτικού δεν είναι απλά και μόνο κάποια επέκταση της προσωπικότητάς του ως ανθρώπου. Είναι μια «διαρκής κατάκτηση» που εκτυλίσσεται στη σχολική πράξη. Η εκπαιδευτική ιδιότητα «εξ ορισμού» μετασχηματίζει την ιδιαίτερη εικόνα του, άλλως δεν μπορεί να λειτουργήσει ως δάσκαλος. Στην Προσωπικότητα του εκπαιδευτικού οι εκπαιδευόμενοι θα διακρίνουν το πάθος του για τη διδασκαλία, την αγάπη του για αυτούς, το ενδιαφέρον και την αγωνία του για τη δημιουργία του δικού τους μέλλοντος. Ακόμα και η κλίση του σώματός του προς τα θρανία τους θα ερμηνευτεί ως προσήλωση στο καθήκον και ως συναισθηματική έλξη προς το πρόσωπό τους. Εδώ θα κατανοήσουν τον ψυχικό του κόσμο και θα βιώσουν τη σχέση που αναπτύσσει μαζί τους. Εδώ θα αντιληφθούν με τον πιο αυθεντικό τρόπο την αγωνία του και την έγνοια του για να επιτύχει τους εκπαιδευτικούς και παιδαγωγικούς στόχους του και θα νιώσουν ακέραια το πάθος του να δώσει κομμάτι από τον παιδαγωγικό και επιστημονικό εαυτό του για να αποτελέσουν αρχιμήδεια σημεία για τη δική τους ονειροπλασία.
Κάθε διδασκαλία για να έχει παιδαγωγικό νόημα, για να δίνει τη δυνατότητα στον εκπαιδευόμενο να ανοίξει μόνος του το δικό του δρόμο πρέπει να εμπεριέχει κάποια μορφή θυσίας, την οποία καλείται να προσφέρει ο εκπαιδευτικός. Και αυτή είναι η θυσία του εγωισμού του, που μόνο μια αρτιωμένη προσωπικότητα μπορεί να δώσει γενναιόδωρα.
Ο εκπαιδευτικός ως προσωπικότητα βρίσκει το αυθεντικό του είδωλο μέσα στη σχολική αίθουσα, μέσα από τη σχέση του με τους μαθητές και τις μαθήτριες. Γι’ αυτό και νιώθει μια μορφή ερήμωσης της ψυχής του, ένα συναισθηματικό κενό, μια αίσθηση εξορίας, όταν βρίσκεται έξω από το σχολείο. Γι’ αυτό επιζητεί τη σχολική τελετουργία ως άγγιγμα μαγείας που θα μεταμορφώνει κάθε φορά το δικό του «εκτός σχολείου βάτραχο στον πρίγκιπα της σχολικής αίθουσας…».
Υ.Γ. Για την «πριγκίπισσα» θα ακολουθήσει άλλο άρθρο.