Ας σκεφτούμε για μια στιγμή έναν εργαζόμενο, που απασχολείται καθημερινά σε ένα επάγγελμα που είναι υποχρεωμένος να εξασκήσει για αρκετά χρόνια, χωρίς να τον ρωτά αν επιθυμεί κάτι τέτοιο. Ας αναλογιστούμε ότι, για να είναι αποδοτικότερος στην πρωινή του εργασία, είναι αρκετές φορές υποχρεωμένος να εργάζεται και τα απογεύματα, καθώς και τα Σαββατοκύριακα. Η φύση της εργασίας του είναι τέτοια που απαιτεί πολύωρη ενασχόληση και εκτός του χώρου δουλειάς, κυρίως στο σπίτι του, με αποτέλεσμα να καταναλώνει σε αυτόν τον τομέα τον λιγοστό ελεύθερο χρόνο του. Ας λάβουμε υπ’ οψη ότι σχεδόν σε καθημερινή βάση υπόκειται σε αξιολόγηση του έργου του όχι τόσο ως προς τον κόπο που κατέβαλε, αλλά κυρίως ως προς το αποτέλεσμα που πέτυχε. Ας θεωρήσουμε επίσης ότι στο εργασιακό του περιβάλλον συνήθως επικρατεί άκρατος ανταγωνισμός, που συχνά εξοντώνει τον εργαζόμενο. Το πιο περίεργο όμως είναι ότι ο εργαζόμενος δεν πληρώνεται γι’ αυτήν την εργασία, αλλά λαμβάνει τιμητικές διακρίσεις, καθώς και υποσχέσεις ότι εξασφαλίζει για τον εαυτό του ένα καλύτερο μέλλον.
Το σίγουρο είναι ότι, αν μας είχε γίνει μια επαγγελματική πρόταση να εργασθούμε με τους παραπάνω όρους, θα την είχαμε απορρίψει θεωρώντας την απαράδεκτη. Και όμως όλοι μας έχουμε εξασκήσει το «επάγγελμα» του μαθητή. Αν σκεφτούμε καλύτερα τα όσα περάσαμε ή τα όσα περνάνε τα παιδιά μας ή οι μαθητές μας, θα καταλάβουμε ότι η προηγούμενη περιγραφή δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Πόσες ώρες δεν περνούν καθημερινά οι μαθητές στα ελληνικά σχολεία, με τα 7ωρα και 8ωρα καθημερινά προγράμματα να αποτελούν πλέον συνήθη πρακτική; Πόσοι μαθητές δεν αναγκάζονται, για διάφορους λόγους, να καταφεύγουν σε λύσεις ενισχυτικής διδασκαλίας, φροντιστηρίου ή ιδιαίτερων μαθημάτων, δεσμεύοντας αρκετά απογεύματα, καθώς και τα Σαββατοκύριακά τους; Πόσες ώρες δεν αφιερώνονται στην μελέτη των εργασιών και των ασκήσεων που έχουν για το σπίτι τους με αποτέλεσμα οι μαθητές να έχουν πλέον λιγοστό ελεύθερο χρόνο; Ξεχάσαμε άραγε το άγχος και την πίεση που νιώθαμε στην ιδέα μιας προφορικής ή μιας γραπτής εξέτασης, ή την αναστάτωση που προκαλούσε το τέλος ενός τριμήνου ή τετραμήνου, καθώς και της σχολικής χρονιάς με τις ανακεφαλαιωτικές εξετάσεις;
Λησμονούμε μήπως τον αδυσώπητο ανταγωνισμό που επικρατεί στο εκπαιδευτικό σύστημα με κορυφαία απόδειξη την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση; Όσο για τις «αμοιβές» των μαθητών, αυτές περιορίζονται σε ηθικές, καθώς και σε μία υπόσχεση ότι θα κατακτήσουν ένα καλύτερο αύριο μέσα από την είσοδό τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η οποία για αρκετούς μαθητές και γονείς φαντάζει πλέον ως μονόδρομος για την επαγγελματική επιτυχία.
Για την επίλυση ενός προβλήματος, συχνά οι μαθηματικοί συμβουλεύουμε τους μαθητές μας να κατανοήσουν σε βάθος τα δεδομένα και τις παραμέτρους της άσκησης πριν επιχειρήσουν οποιονδήποτε τρόπο λύσης. Σίγουρα, σκοπός των παραπάνω δεν είναι να εγκαταλειφθεί η υποχρεωτική εκπαίδευση ή να καθιερώσουμε ωριαία αντιμισθία για τους μαθητές, αλλά να κατανοήσουμε καλύτερα ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζουν καθημερινά, ώστε να βρούμε τρόπους να τους προσφέρουμε ένα πιο ανθρώπινο σχολείο και μια καθημερινότητα προσαρμοσμένη στα θέλω και τις επιθυμίες του σύγχρονου εφήβου και όχι σε κάποια θεωρητικά μοντέλα. Ας τους ακούσουμε μάλλον έχουν πολλά να μας πουν.
Χαράλαμπος Κ. Φιλιππίδης Μαθηματικός