Τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από την Τετάρτη 22/04/2020 σχέδιο νόμου του Υπουργείου Παιδείας με τον παραπλανητικό τίτλο «Αναβάθμιση του σχολείου».

 

 

ΔΑΚΕ ΠΕ

 

Από την πρώτη στιγμή τοποθετηθήκαμε για τον τρόπο και τον χρόνο που επέλεξε η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας να δημοσιοποιήσει το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου, τονίζοντας ότι επιδεικνύει απαξιωτική συμπεριφορά προς την εκπαιδευτική κοινότητα και καταπατά υποχρεώσεις όπως αυτή του κοινωνικού διαλόγου με τα αρμόδια θεσμικά όργανα, που είναι οι Εκπαιδευτικές Ομοσπονδίες πριν από την δημόσια διαβούλευση. Προχωρώντας στις ρυθμίσεις που περιέχονται και αφορούν στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και τις συνέπειες που αυτές θα έχουν στη λειτουργία των σχολείων και την εκπαιδευτική διαδικασία, η Δημοκρατική Ανεξάρτητη Κίνηση Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (Δ.Α.Κ.Ε./Π.Ε.) έχει να παρατηρήσει ότι οι όποιες θετικές ρυθμίσεις χάνονται στην πληθώρα των αρνητικών. Ρυθμίσεις που προβληματίζουν σχετικά με τη στόχευση που υπηρετούν για το μέλλον του δημόσιου σχολείου. Ως Δημοκρατική Ανεξάρτητη Κίνηση Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (Δ.Α.Κ.Ε./Π.Ε.) πιστεύουμε ότι κανένα θέμα δεν μπορεί και δεν πρέπει να εξετάζεται αποκομμένο από την εκπαιδευτική πραγματικότητα στην οποία καλούμαστε ως εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης να λειτουργήσουμε. Το δημόσιο σχολείο που όλοι μας υπηρετούμε και θέλουμε να προασπίσουμε και να βελτιώσουμε είναι το «κουτσουρεμένο» σχολείο του ΣΥΡΙΖΑ, που δημιουργήθηκε από τις Υπουργικές Αποφάσεις του κ. Φίλη και το Π.Δ.79/2017 του κ. Γαβρόγλου. Κατά την εκτίμησή μας, πρωταρχική στόχευση έπρεπε να είναι η ριζική αλλαγή του συγκεκριμένου

Π.Δ., η θέσπιση ολοήμερου νηπιαγωγείου και δημοτικού σχολείου σύμφωνα με τις θέσεις, τα οράματα και τις αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων του Κλάδου, η επαναφορά του Υπεύθυνου Ολοήμερου, οι αλλαγές στις δομές στήριξης του εκπαιδευτικού έργου, η στελέχωση των δομών αυτών με το απαραίτητο προσωπικό και η επιλογή νέων στελεχών, με νέο, επιστημονικά τεκμηριωμένο και αντικειμενικό νόμο επιλογής, στη διοικητική πυραμίδα της εκπαίδευσης. Παρατηρούμε με εξαιρετική ανησυχία ότι ο συνολικός σχεδιασμός χαρακτηρίζεται από μια προσπάθεια αλλαγής της κεντρικής φιλοσοφίας του σχολείου από κοινότητα μάθησης, γνώσης και ολόπλευρης ανάπτυξης των μαθητών σε μηχανισμό απόκτησης ήπιων και ψηφιακών δεξιοτήτων. Προχωρώντας σε μια πρώτη, εκτίμηση για τις ρυθμίσεις, σταχυολογώντας ορισμένα σημεία που αφορούν στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση (θα ακολουθήσει και επόμενη ανακοίνωση για τα υπόλοιπα) έχουμε να επισημάνουμε τα παρακάτω:

Δραστηριότητες στην Αγγλική Γλώσσα στο Νηπιαγωγείο Στην παρ. 9 του άρθρου 3 του ν. 1566/1985 (Α΄167) προστίθεται ότι με Υπουργική Απόφαση «εισάγεται πιλοτικά στο υποχρεωτικό πρόγραμμα του Νηπιαγωγείου δράση για τη δημιουργική ενασχόληση των μαθητών με την αγγλική γλώσσα μέσω της οργάνωσης και υλοποίησης δραστηριοτήτων, κατά τη διάρκεια των οποίων οι μαθητές αλληλεπιδρούν με έναν εκπαιδευτικό κλάδου ΠΕ06 Αγγλικής Φιλολογίας παρουσία του Νηπιαγωγού». Το θέμα αυτό είχε τεθεί και στη συζήτηση του Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. με την πολιτική ηγεσία στις αρχές Φεβρουαρίου, στην οποία εκφράστηκε ρητά η αντίθεσή μας, και τότε η πολιτική ηγεσία είχε δεσμευτεί ότι θα καλέσει και πάλι τη Δ.Ο.Ε. σε συνάντηση για συζήτηση επί του συγκεκριμένου ζητήματος, η οποία δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Το θέμα απασχόλησε και τη σύσκεψη του Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. με τη Σύνοδο Προέδρων και Κοσμητόρων των Παιδαγωγικών Τμημάτων και Σχολών για την ένταξη των αντικειμένων της Φυσικής Αγωγής και των Αγγλικών στο πρόγραμμα του Νηπιαγωγείου. Σε σχετική ανακοίνωση που εκδόθηκε αναφερόταν: «Η Σύνοδος των Προέδρων και Κοσμητόρων των Παιδαγωγικών Τμημάτων και Σχολών και το Δ.Σ. της

Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας εκφράζουμε την αντίθεσή μας στην πρόθεση του Υπουργείου Παιδείας να τοποθετήσει εκπαιδευτικούς Φυσικής Αγωγής και Αγγλικών στα ελληνικά δημόσια Νηπιαγωγεία. Μια τέτοια πρόθεση έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη φιλοσοφία του Αναλυτικού Προγράμματος Σπουδών του Νηπιαγωγείου, στερείται επιστημονικής τεκμηρίωσης παραβλέποντας βασικές παιδαγωγικές αρχές και τελικά οδηγεί στη σχολειοποίηση του Νηπιαγωγείου, αγνοώντας τις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες των νηπίων 4-6 ετών». Τέλος, πρέπει να επισημάνουμε ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως αποτυπώνεται από την τελευταία σχετική έκθεση από το δίκτυο Ευρυδίκη, με τίτλο «Αριθμοί – Κλειδιά για τη Διδασκαλία των Ξένων Γλωσσών στα Σχολεία στην Ευρώπη» αναφέρεται ότι «στις περισσότερες χώρες οι μαθητές ξεκινούν την υποχρεωτική εκμάθηση μιας πρώτης ξένης γλώσσας μεταξύ 6 και 7 ετών, στα πρώτα χρόνια της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Σε μερικές χώρες η εκμάθηση ξένων γλωσσών ξεκινά περίπου στην ηλικία των 8 ή 9, ενώ μόλις τρία εκπαιδευτικά συστήματα ορίζουν ως υποχρεωτική την εκμάθηση ξένων γλωσσών στο προσχολικό επίπεδο». Η άρση της επιστημονικά αβάσιμης ρύθμισης, της οποίας η τεκμηρίωση στην αιτιολογική έκθεση δεν ανταποκρίνεται στην εκπαιδευτική πραγματικότητα, αποτελεί κορυφαίο ζήτημα για την παράταξή μας.

Συλλογικός προγραμματισμός εκπαιδευτικού έργου Ως Δημοκρατική Ανεξάρτητη Κίνηση Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (Δ.Α.Κ.Ε./Π.Ε.) έχουμε τοποθετηθεί θετικά στο ζήτημα του προγραμματισμού – αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων υπό την πολύ βασική προϋπόθεση να συμβάλλουν αποτελεσματικά στην ανατροφοδότηση – ενίσχυση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και στη βελτίωση του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου δίχως όμως να αφήνουν περιθώρια για κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων και, πάσης φύσεως, τιμωρητική αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών.

Στο συγκεκριμένο σχέδιο νόμου, όσον αφορά στον προγραμματισμό και αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου οι αλλαγές που προτείνονται δεν τροποποιούν τα σημεία που η απόφαση της 88ης Γενικής Συνέλευσης του κλάδου είχε χαρακτηρίσει ως προβληματικά στο Ν.4547/2018 της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ τα οποία και είχαμε τονίσει σε ανακοίνωσή μας από την 01/02/2019. Αντίθετα, στο υπό διαβούλευση σχέδιο εισάγονται ρυθμίσεις με αντιπαιδαγωγικό πρόσημο και εντείνουν τις ανησυχίες των εκπαιδευτικών, όπως, για παράδειγμα: η ενίσχυση του ρόλου του Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργου (ενός θεσμού που η σημερινή κυβέρνηση έχει αναγγείλει ότι θα καταργήσει) σε κομβικό παράγοντα τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική διαδικασία αξιολόγησης, η υποχρέωση για δημόσιες αναρτήσεις (μιας εσωτερικής, κατά τα άλλα διαδικασίας), η υποβάθμιση του ρόλου του Συλλόγου Διδασκόντων, η διατήρηση της ρύθμισης ότι οι άξονες αναφοράς, τα στοιχεία και το περιεχόμενο της έκθεσης θα καθορίζονται με Υπουργική Απόφαση (και, συνεπώς, θα είναι στη βούληση της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας να τα αλλάζει άρδην και «κατά το δοκούν»), αφήνοντας έντονα την αίσθηση ότι επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η θεσμοθέτηση ενός διοικητικού χαρακτήρα, ελεγκτικού συστήματος και όχι η πραγματική ενίσχυση του εκπαιδευτικού έργου προς όφελος των μαθητών, που πρέπει να είναι το ζητούμενο για το δημόσιο σχολείο. Υπερασπιζόμαστε συνολικά την απόφαση της 88ης Γενικής Συνέλευσης της Δ.Ο.Ε. για τον προγραμματισμό και την αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου στην οποία αναφέρεται και ότι «Σε επίπεδο σχολικής μονάδας κυρίαρχος πρέπει να είναι ο ρόλος του Συλλόγου Διδασκόντων, στο πλαίσιο τακτικών συνεδριάσεων προγραμματισμού, αποτίμησης και βελτίωσης του συνολικού εκπαιδευτικού έργου καθώς και καλύτερης οργάνωσης των διοικητικών και μη διαδικασιών, σε μια συνολική αξιολογική αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου που πραγματοποιείται εντός της, με στόχο την ανίχνευση των προβλημάτων και το σχεδιασμό των αναγκαίων παρεμβάσεων στην κατεύθυνση ανατροφοδότησης της εκπαιδευτικής διαδικασίας, ανάπτυξης πνεύματος συνεργασίας και αλληλεγγύης με ευθεία αντανάκλαση στη βελτίωση του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου. Ο Σύλλογος Διδασκόντων είναι αυτός που θέτει

τις προτεραιότητες και τα κριτήρια που λειτουργικά θα ανταποκρίνονται στις ιδιαίτερες ανάγκες της σχολικής μονάδας.»

Εργαστήρια Δεξιοτήτων Μετά, τις από καιρό, εξαγγελίες της πολιτικής ηγεσίας ότι ήταν στις προθέσεις της η ένταξη νέων θεματικών δεξιοτήτων στο νηπιαγωγείο και στο δημοτικό σχολείο αυτές παρουσιάζονται υπό τη μορφή ενδεικτικών θεματικών κύκλων και επιμέρους θεματικών μόνο στην αιτιολογική έκθεση. Αν και τονίζεται ότι πρόκειται για πιλοτική εφαρμογή και θα περίμενε κανείς να παρουσιαστούν οι αντίστοιχες εισηγήσεις του ΙΕΠ με τη σχετική επιστημονική τεκμηρίωση, το διδακτικό υλικό που θα χρησιμοποιηθεί, οι τροποποιήσεις που θα επέλθουν στο πρόγραμμα των σχολείων που θα επιλεγούν για την πιλοτική εφαρμογή, το ποιοι εκπαιδευτικοί θα τις αναλάβουν, το χρονοδιάγραμμα της επιμόρφωσης (για την οποία σε Δελτίο Τύπου του ΙΕΠ από τις 29/01/2020 αναφέρεται ότι θα ξεκινήσει από τον Σεπτέμβριο του 2020) κλπ., όλα θα ρυθμιστούν από Υπουργικές Αποφάσεις. Οφείλουμε, επίσης, να επισημάνουμε ότι στην πλειοψηφία τους οι θεματικές που εξαγγέλθηκαν αποτελούν δραστηριότητες που ήδη πραγματοποιούνταν στις σχολικές μονάδες στο πλαίσιο εφαρμογής πολλών εκπαιδευτικών προγραμμάτων όπως, για παράδειγμα, περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, κυκλοφοριακής αγωγής, φιλαναγνωσίας, ευρωπαϊκών προγραμμάτων Erasmus+ και E-Twinning, διαθεματικών πρότζεκτ κ.α. Ο τρόπος εισαγωγής τους, με, ενδεχόμενη, περικοπή ωρών του ωρολογίου προγράμματος αλλά και η αλλαγή προσανατολισμού του σχολείου από τη γνώση στη δεξιότητα, «ελαφρά την καρδία», μας δημιουργούν εξαιρετική ανησυχία.

Αύξηση ωρών διδασκαλίας του μαθήματος των Αγγλικών στην Α΄ και Β΄ τάξη Η αφαίρεση διδακτικών ωρών από τον δάσκαλο της τάξης για την κάλυψη της αύξησης των ωρών διδασκαλίας των Αγγλικών στην Α’ και Β΄ τάξη (ίσως, και σε ορισμένα εργαστήρια δεξιοτήτων) οδηγούν σε περαιτέρω «γυμνασιοποίηση» του δημοτικού σχολείου, γεγονός που αντιβαίνει στη δομή της εκπαιδευτικής λειτουργίας, της μαθησιακής διαδικασίας και της κοινωνικής προσαρμογής του κάθε μαθητή στην

Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, βασικό στοιχείο της οποίας είναι η κομβική σχέση αναφοράς δασκάλου – μαθητή. Ειδικά για τα μαθήματα των ξένων γλωσσών το αναγκαίο θα ήταν, το Υ.ΠΑΙ.Θ. να σχεδιάσει τη διδασκαλία, όχι μόνο των Αγγλικών αλλά και της δεύτερης ξένης γλώσσας στο Δημοτικό Σχολείο, να γίνεται όχι στο σύνολο των μαθητών κάθε τμήματος αλλά σε υποτμήματα με λιγότερους μαθητές (π.χ. 8-12) που επιτρέπει την πιο άμεση και καλύτερη επαφή με την ξένη γλώσσα που διδάσκεται!

Εκπαιδευτικός Eμπιστοσύνης Μία θελκτική, επικοινωνιακά, πρωτοβουλία η οποία έχει εγγενείς αδυναμίες και είναι προβληματική, ειδικά για την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Όπως τονίσαμε και παραπάνω, στην ηλικία των μαθητών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης κεντρικό πρόσωπο αναφοράς και εμπιστοσύνης για κάθε μαθητή είναι ο/η νηπιαγωγός και ο δάσκαλός του ή η δασκάλα του. Αυτή η σχέση διαπνέει όλο το πλέγμα των εκπαιδευτικών και κοινωνικοποιητικών δράσεων στο σχολείο. Η εμπλοκή ενός επιπλέον προσώπου το οποίο έχει τη δυνατότητα παρέμβασης σε μια σειρά ζητημάτων που περιγράφονται στο σχέδιο νόμο ακόμα και με δική του πρωτοβουλία, εφόσον υποπέσει στην αντίληψή του κατάσταση η οποία χρήζει ιδιαίτερης αντιμετώπισης, διαταράσσει την ισορροπία που υπάρχει και είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε συγκρούσεις. Αρμόδιος για όλα αυτά τα ζητήματα τόσο για τον μαθητή όσο και για τους γονείς και κηδεμόνες πρέπει να παραμείνει ο/η εκπαιδευτικός της τάξης και ο/η διευθυντής-ντρια, προϊστάμενος-η της σχολικής μονάδας.

Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας σχολικών μονάδων Κάθε σχολική μονάδα από την επόμενη σχολική χρονιά οφείλει να έχει εγκεκριμένο εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας, μέτρο που σε μια πρώτη ανάγνωση θα μπορούσε να θεωρηθεί θετικό. Και μπορεί να αποδειχθεί θετικό, αφού πρόκειται για εσωτερικό κανονισμό σχολικής μονάδας, αν κυρίαρχο ρόλο στη σύνταξη και την ευθύνη τήρησής του έχει ο Σύλλογος Διδασκόντων του κάθε Σχολείου, κάτι το οποίο δεν ισχύει με τον τρόπο με τον οποίο εισάγεται η ρύθμιση στο παρόν νομοσχέδιο.

Διπλή μοριοδότηση εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας – Ποινές Αναπληρωτών Ένα θετικό μέτρο το οποίο, όμως, συνοδεύεται από ένα εξαιρετικά αρνητικό που αφορά στον αποκλεισμό (για μία διετία ή τριετία) από τους πίνακες πρόσληψης αναπληρωτών για όσους δεν αναλαμβάνουν υπηρεσία ή αναλαμβάνουν υπηρεσία και στη συνέχεια παραιτούνται. Είναι αδιανόητο να μην αντιλαμβάνεται η πολιτική ηγεσία του Υ.ΠΑΙ.Θ. το μέγεθος των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι περιπλανώμενοι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί.

Αύξηση του αριθμού των μαθητών σε κάθε τμήμα Ενώ η Ν.Δ. όταν ήταν στην αντιπολίτευση είχε υπερψηφίσει τη ρύθμιση για σταδιακή μείωση του αριθμού των μαθητών σε 22 μαθητές ανά τμήμα που προβλέπεται στο άρθρο 74 του Ν.4589/2019, που άλλαζε τις ρυθμίσεις του Π.Δ.79/17, έρχεται και στο άρθρο 49 στο υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου, προβλέπει την αύξηση του αριθμού των μαθητών τόσο στα νηπιαγωγεία όσο και στα δημοτικά σχολεία σε 24 με δυνατότητα προσαύξησης κατά ποσοστό 10% με απόφαση του Διευθυντή της σχολικής μονάδας, δηλαδή 26-27 μαθητές! Παράλληλα, ο μικρότερος αριθμός για τη δημιουργία τμημάτων γίνεται 16 στο διθέσιο και πάνω νηπιαγωγείο και 20 στο 7/θεσιο και πάνω δημοτικό. Είμαστε σε μία εποχή που όλες οι τελευταίες επιστημονικές έρευνες συγκλίνουν στην αναγκαιότητα μείωσης του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα σε 15 στο Νηπιαγωγείο και 20 στο Δημοτικό Σχολείο, η οποία συμβάλλει σημαντικά στην αποτελεσματικότερη εκπαιδευτική διαδικασία. Την ίδια στιγμή βιώνουμε την αναγκαιότητα της προσαρμογής της σχολικής πραγματικότητας εξαιτίας της πανδημίας του Covid-19 που επιβάλλει την κοινωνική απόσταση για λόγους προστασίας της υγείας των μαθητών, των εκπαιδευτικών και, κατά συνέπεια και των τοπικών κοινοτήτων. Και με αυτά τα δεδομένα η πολιτική ηγεσία από την επόμενη, κιόλας, σχολική χρονιά, για την οποία οι επιστήμονες κρούουν των κώδωνα του κινδύνου για δεύτερη φάση της εξάπλωσης του ιού, επιλέγει να αυξήσει τον αριθμό των μαθητών. Τι κρύβεται πίσω απ’ αυτή την αύξηση; Ποια πολιτική εξυπηρετείται; Μήπως αυτή του

αριθμητικού περιορισμού των αναγκών για μόνιμους διορισμούς; Θυσιάζεται, για άλλη μια φορά η ποιότητα του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου, στον βωμό της εξοικονόμησης πόρων και προσωπικού! Η Δημοκρατική Ανεξάρτητη Κίνηση Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (Δ.Α.Κ.Ε./Π.Ε.) εκφράζει την αντίθεσή της στη φιλοσοφία και το περιεχόμενο του νομοσχεδίου και καλεί την κυβέρνηση να το αποσύρει και να προχωρήσει άμεσα σε θεσμικό, σοβαρό και ουσιαστικό διάλογο με την εκπαιδευτική κοινότητα με στόχο την αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης. Ως προς τον προγραμματισμό της δράσης της Ομοσπονδίας, προτείνουμε: ➢ να προχωρήσει άμεσα η Δ.Ο.Ε., σε συντονισμό με Ο.Λ.Μ.Ε. και Ο.Ι.Ε.Λ.Ε., στην ενημέρωση των κομμάτων του Κοινοβουλίου για την ανάδειξη της αντίθεσης της εκπαιδευτικής κοινότητας στις ρυθμίσεις του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου, ➢ να υπάρξει συνεργασία με την πανεπιστημιακή κοινότητα με σειρά κειμένων και παρεμβάσεων που θα αναδεικνύουν τον αντιπαιδαγωγικό προσανατολισμό των προβλεπόμενων ρυθμίσεων, ➢ να αξιοποιηθούν όλες οι δυνατότητες που μας δίνει το διαδίκτυο ώστε να αναδειχθούν οι προβληματισμοί των εκπαιδευτικών στην κοινωνία. ➢ να οργανωθεί διαδικτυακή συνέντευξη τύπου, ώστε να αναλυθούν με λεπτομέρεια όλα τα σημεία που έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην εκπαίδευση ➢ μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων στις μετακινήσεις να προχωρήσει ο κλάδος σε πολύμορφες δράσεις που θα εκφράζουν τη διαφωνία μας στις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου και θα απαιτούν με δυναμικό τρόπο από την κυβέρνηση να μην προχωρήσει στην ψήφισή του.