Όταν ήμουν στο δημοτικό υπήρχε ένα κοριτσάκι με άσχημα ρούχα. Τα μαλλιά ήταν συνήθως μπερδεμένα και όχι πάντα καθαρά. “Βλάχα” τη φωνάζανε τα παιδιά στο δημοτικό. “Βρωμιάρα” κάποιες φορές.

Θυμάμαι μια χρονιά, κανείς δεν ήθελε να παίξει μαζί της. Ήμουν μόνο εγώ και ένα άλλο κοριτσάκι.

Τα παιδιά μπορούν να γίνουν πολύ σκληρά. Πόσες φορές δεν το έχουμε ακούσει αυτό;

Και γίνονται πολύ σκληρά όταν δεν υπάρχει κανείς να τους μάθει το αντίθετο.

Το σχολείο δεν ήταν πουθενά. Κανένας δεν αναρωτήθηκε γιατί το κοριτσάκι είχε μόνιμα μπερδεμένα και βρώμικα μαλάκια και οι κοροϊδίες από τους συμμαθητές ήταν κάτι φυσιολογικό για όλους.
Κάνεις δεν έστειλε ένα κοινωνικό λειτουργό στο σπίτι του κοριτσιού. Κανείς δεν νοιάστηκε.
Ευτυχώς για εκείνη κάποια στιγμή σταμάτησαν τα πειράγματα. Δεν άλλαξε κάτι πάνω της, απλά ήρθε μια καινούργια στο σχολείο, από την επαρχία. Πρώτα από όλα είχε προφορά. Αυτόματα έγινε εκείνη στόχος.
Δυστυχώς για αυτήν οι άσχημες κουβέντες και οι πλάκες δεν σταμάτησαν στο δημοτικό. Συνεχίστηκαν και στο γυμνάσιο. Αφού κανένας δεν αντιδρούσε γιατί να σταματήσουν;
Απλά τα πράγματα χειροτέρεψαν. Και εγώ, μια από τις λίγες φίλες της δε μπορούσα να αντιδράσω. Κάποια στιγμή όταν έλειπε την κοροϊδευαν μπροστά μου και μου είπαν ειρωνικά “δε θα υπερασπιστείς τη φίλη σου;”
“Δεν είναι φίλη μου” ήταν η απάντηση μου. Φοβόμουν. Πήγα την ίδια μέρα και της ζήτησα συγγνώμη.
“Καλά έκανες. Έπρεπε να προστατευτείς.”μου είπε απλά. Για αυτήν ήταν λογικό.
Ευτυχώς το γυμνάσιο ήταν μεγάλο. Και ήρθε κόσμος από πολλά δημοτικά. Σιγά σιγά φτιάχτηκε μια παρέα με παιδιά που προέρχονταν από άλλα σχολεία. Που δεν ήξεραν ότι αυτή ήταν ο αποδιοπομπαίος τράγος του σχολείου, αν και δεν την άφησαν εντελώς ήσυχη ποτέ.
Ήταν θέμα χρόνου να έρθει και η σειρά μου. Έκανα παρέα με τα λάθος άτομα.
Ήταν τρείς κοπέλες που τρομοκρατούσαν όλα τα κορίτσια. Συντονισμένα. Υπήρχε και το αντίστοιχο και στα αγόρια, ήταν λές και είχαν μοιράσει τις περιοχές τους. Πάρε τα κορίτσια εσύ να πάρω τα αγόρια εγώ.
Θυμάμαι πηγαίνοντας στο σχολείο άλλαζα δρόμο για να μη τις πετύχω στην διαδρομή και πριν στρίψω σε γωνίες κοιτούσα πάντα προσεκτικά ώστε να μη περνάνε. Στα διαλείμματα κρυβόμουν γιατί δεν ήθελα να τις δω. Με την μια ήμασταν στην ίδια τάξη. Φρόντιζα πάντα να κάθομαι μακριά της και δεν σήκωνα καν το βλέμμα να την κοιτάξω γιατί δεν ήθελα να της δώσω αφορμή.
Το μαρτύριο δεν κράτησε πολύ, ευτυχώς. Δεν την γλίτωσα γιατί αντέδρασα, αλλά γιατί με βαρέθηκαν γρήγορα. Δεν ήμουν αρκετά διασκεδαστική.
Αυτές οι εικόνες από το σχολειό όμως θα μείνουν για πάντα χαραγμένες στην μνήμη μου. Ο τρόμος της πιθανής γελοιοποίησης μπροστά σε όλο το σχολείο και βασικά της έλλειψης στήριξης. Δεν υπήρχε κανείς να βοηθήσει. Αν πήγαινα στους γονείς μου και το έκαναν θέμα κι όλο το σχολείο θα με θεωρούσε μαμόθρεφτο. Οπότε δεν έκανα τίποτα.
Τα χρόνια πέρασαν. Τους μισούς και παραπάνω συμμαθητές από το σχολειό τους έχω ξεχάσει. Όχι όμως αυτή την κοπέλα και τους μόνιμους ακόλουθους της. Και όταν τελείωσα το σχολείο έφυγε από πάνω μου ένας βραχνάς. Και για αυτά τα λίγα που έζησα εγώ, αλλά και για αυτά που είδα να κάνουν σε άλλους, που ήταν πολύ περισσότερα. Τα υπόλοιπα χρόνια δεν είχα ποτέ πρόβλημα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου απέναντι στον οποιοδήποτε.
Και το πιο αστείο είναι ότι πρόσφατα μια κοπέλα από αυτές που τραμπούκιζαν όλο το σχολείο μου έκανε και αίτημα φιλίας στο facebook.
Έχουν περάσει δεκαετίες πλέον αλλά και πάλι απόρησα. Είναι δυνατόν; Την δέχτηκα από περιέργεια. Ρητά και εικόνες από τη σελίδα του Δαβίδ Αβραμίδη κατέκλυσαν την οθόνη μου. Μηνύματα για χρόνια πολλά και όλα τα σχετικά. Όλοι την θυμούνται σαν τον τσαμπουκά του σχολείου που βασάνιζε τα υπόλοιπα παιδιά. Όλοι εκτός από αυτήν.
Και που θέλω να καταλήξω; Δε ξέρω. Ίσως ότι το bulling δεν είναι κάτι που απαραίτητα γίνεται μεταξύ εικοσάχρονων αγοριών. Είναι κάτι που υπάρχει έντονα από μικρές ηλικίες και θα έπρεπε κάποιος να είναι εκεί, να το βλέπει, και να το σταματά. Ίσως οι δάσκαλοι. Που μας έμαθαν το αλφάβητο, αλλά δεν μας έμαθαν άλλα, πιο σημαντικά

Ελένη